Kahlil Gibran

Kahlil Gibran 

Ο Χαλίλ Γκιμπράν γεννήθηκε στον Λίβανο το 1883 και πέθανε στην Νέα Υόρκη το 1931.
Αρχικά ασχολήθηκε με την ζωγραφική και κατόπιν με την συγγραφή. Τα έργα του, γραμμένα στην αραβική και την αγγλική γλώσσα, είναι επηρεασμένα από την Βίβλο,τον Νίτσε και τον Γουίλιαμ Μπλέικ. Τα θέματα του αφορούν την αγάπη, τον θάνατο, τον κόσμο και εκφράζουν τις μεταφυσικές αναζητήσεις του συγγραφέα. Τα έργα του μεταφράσθηκαν σ' όλο σχεδόν τον κόσμο και άσκησαν μεγάλη επιρροή. Ο Χαλίλ Γκιμπράν, ανάμεσα στ' άλλα, έχει γράψει τα εξής: Νύμφες της Κοιλάδας, Θύελλες, Λιτανείες, Ο Προφήτης, Άμμος και Αφρός, Ιησούς, ο Υιός του Ανθρώπου, Οι Ερωτικές Επιστολές του Προφήτη, Ο Προφήτης και ο Κήπος του Προφήτη.
Ο σπουδαίος Λιβανέζος ποιητής, έμεινε γνωστός ως... «ο άνθρωπος από τον Λίβανο»...

Ο Πρόδρομος


Γραµµένο ταυτόχρονα µε τον Προφήτη, ο Πρόδροµος εκδόθηκε από τον ποιητή και φιλόσοφο Χαλίλ Γκιµπράν το 1920, περιλαµβάνοντας 25 µικρά ποιήµατα και παραβολές. Όπως και µε κάθε άλλο έργο του, ο Πρόδροµος αποτελεί µια ειλικρινή και εγκάρδια αναφορά στα µεγάλα ζητήµατα της ζωής όπως είναι η αγάπη, ο θάνατος, η ιερότητα του ανθρώπου και ο Θεός. Βαθύτατα επηρεασµένος από τον Μπλέικ, τον Νίτσε και την Αγία Γραφή, ο Γκιµπράν χρησιµοποίησε τον λόγο και δη τον ποιητικό, ως βασικό τρόπο για την ανάδειξη πανανθρώπινων ζητηµάτων που αφορούν την πνευµατικότητα και άγουν την ψυχή σε µια βαθύτερη σχέση µε το σύµπαν, το ιερό και το θείο.
Εσύ είσαι ο πρόδροµος του δικού σου εαυτού, εσύ ο ξένος που περνάς από την πόρτα του κήπου µου. Κι εγώ επίσης είµαι ο πρόδροµος του δικού µου εαυτού, αν και κάθοµαι στη σκιά των δέντρων µου και φαίνοµαι ακίνητος.

Εκδόσεις: Δαιδάλεος, με την εμπειρία της ομάδας των Πρότυπων Εκδόσεων Πηγή.
Μετάφραση: Γιώργος Ευλογημένος.
ISBN: 978-618-5298-00-5

Ανθολογία Χαλίλ Γκιμπράν:

«Ο Κήπος του Προφήτη» (απόσπασμα*)

Το έθνος να λυπάστε αν φορεί ένδυμα  που δεν το ύφανε.
Ψωμί αν τρώει αλλά όχι απ’ τη σοδειά του.
Κρασί αν πίνει, αλλά όχι από το πατητήρι του.
Το έθνος να λυπάστε που δεν υψώνει τη φωνή παρά μονάχα στην πομπή της κηδείας.
Που δεν συμφιλιώνεται παρά μονάχα μέσ’ στα ερείπιά του.
Που δεν επαναστατεί παρά μονάχα σαν βρεθεί ο λαιμός του ανάμεσα στο σπαθί και την πέτρα.
Το έθνος να λυπάστε που έχει αλεπού για πολιτικό, απατεώνα για φιλόσοφο,
μπαλώματα και απομιμήσεις είναι η τέχνη του.
Το έθνος να λυπάστε που έχει σοφούς από χρόνια βουβαμένους.

(*) To ποιημα εκδόθηκε το 1923!

 

Ο τρελλός


Με ρώτησες πώς έγινα τρελλός.
Να πώς:
Μιαν αυγή, καιρό πολύ πριν γεννηθούνε άμετροι θεοί, ξύπνησα από ένα λήθαργο κι είδα πως μου είχαν κλέψει όλες τις μάσκες μου - τις εφτά μάσκες που είχα δημιουργήσει κι είχα φορέσει σ’ εφτά ζωές.
Έτρεξα τότε ακάλυπτος στους κοσμοπλημμυρισμένους δρόμους φωνάζοντας: «Κλέφτες, κλέφτες, καταραμένοι κλέφτες!».
Πολλοί άντρες και γυναίκες με περιγέλασαν,
κι άλλοι έτρεξαν φοβισμένοι στα σπίτια τους.
Σαν έφτασα στην αγορά, ένας νέος πάνω από μια στέγη φώναξε:
«Είναι τρελλός!». Σήκωσα το κεφάλι για να τον δω. Τότε, για πρώτη φορά, ο ήλιος φίλησε το γυμνό πρόσωπό μου και η ψυχή μου γέμισε αγάπη για τον ήλιο, κι απ’ τη στιγμή εκείνη δεν ήθελα πια τις μάσκες μου. Και εκστασιασμένος φώναξα: «Ευλογημένοι! Ευλογημένοι εκείνοι που έκλεψαν τις μάσκες μου!».
Έτσι έγινα τρελλός.
Και μέσα στην τρέλλα μου βρήκα και τα δυο: Λευτεριά και σιγουριά. Την λευτεριά της μοναξιάς και την σιγουριά πως δεν με καταλαβαίνουν.
Γιατί αυτοί που μας καταλαβαίνουν κάτι υποδουλώνουν μέσα μας...
Αλλά, ας μην είμαι και τόσο υπερήφανος για την σιγουριά μου.
Κι ένας κλέφτης ακόμα, όταν είναι φυλακισμένος,
είναι προφυλαγμένος από έναν άλλον κλέφτη...


Με ρωτάς…

Με ρωτάς, αδελφέ μου,

πότε το ανθρώπινο γένος θα φθάσει στην τελειότητα.
Άκου την απάντησή μου…

Το ανθρώπινο γένος θα βαδίζει προς την τελειότητα
όταν νιώσει πως η ανθρωπότητα είναι ένας απέραντος ουρανός
κι ένας δίχως τέλος ωκεανός,
μια φλόγα που δεν σβήνει ποτέ,
ένα αιώνιο λαμπερό φως,
ένας άνεμος που ξεσπά και που γαληνεύει,
ένα σύννεφο που βροντά, αστράφτει και βρέχει,
ένα ποτάμι που κελαρύζει και μουγκρίζει,
ένα δένδρο που ανθίζει την άνοιξη και γυμνώνεται το φθινόπωρο,
ένα βουνό που ορθώνεται σαν πύργος,
μια κοιλάδα που απλώνεται μπροστά μας,
κι ένα χωράφι εύφορο ή στέρφο.

Όταν οι άνθρωποι νοιώσουν όλα αυτά,
θα ‘χουν διανύσει το μισό από το μονοπάτι που οδηγεί στην τελειότητα.
Αν επιθυμήσουν να φτάσουν στο δρόμο για την τελειότητα
πρέπει να αντιλαμβάνονται την ίδια τους την υπόσταση,
να νοιώσουν πως η ανθρωπότητα είναι ένα βρέφος,
που εξαρτάται από την μητέρα του,
ένας ώριμος άνθρωπος,
που είναι υπεύθυνος για τους προστατευόμενούς του,
ένας νέος, που χάνεται ανάμεσα στις επιθυμίες και τα πάθη του,
ένας πιστός στο ερημητήρι του
ένας εγκληματίας στο κελλί του,
ένας σοφός χωμένος στα βιβλία του,
μια καλόγρια, ανάμεσα στα άνθη της πίστης και στα αγκάθια της μοναξιάς,
μια πόρνη ανάμεσα στα νύχια της αδυναμίας και στις οπλές της φτώχειας της,
ο ποιητής ανάμεσα στο πούσι του δειλινού και στις ηλιαχτίδες της αυγής του.

Αν το ανθρώπινο είδος σταθεί ικανό να βιώσει και να γνωρίσει όλα αυτά,
θα φτάσει στην τελειότητα
και θα γίνει η σκιά, ανάμεσα στις σκιές του Θεού.



Ο προφήτης

  
Ποιος μπορεί ν’ αποχωρισθεί τον πόνο και την μοναξιά του χωρίς λόγο;

Μα ποτέ η αγάπη δεν γνωρίζει το ίδιο της το βάθος,
προτού φθάσει η ώρα του χωρισμού.

Όταν η αγάπη σε καλεί, ακολούθησέ την, παρ’ όλο πού
τά μονοπάτια της είναι τραχιά κι’ απότομα.

Η αγάπη δεν δίνει τίποτα παρά μόνο τον εαυτό της,
και δεν παίρνει από πουθενά, παρά μόνο από τον εαυτό της.

Η αγάπη δεν κατέχει και ούτε μπορεί να κατέχεται’
γιατί η αγάπη αρκείται στην αγάπη.

Η αγάπη δεν έχει καμμία άλλη επιθυμία εκτός από την εκπλήρωσή της.

Αφήστε όμως να υπάρχουν αποστάσεις στην ένωσή σας,
κι αφήστε τους ανέμους του ουρανού να χορεύουν ανάμεσά σας.

Αγαπάτε ο ένας τον άλλο, αλλά μην κάνετε δεσμά από την αγάπη.

Δώσατε τις καρδιές σας, όχι όμως στην φύλαξη ο ένας του άλλου.

Να στέκεσθε μαζί’ ωστόσο όχι πολύ κοντά μαζί:
γιατί οι κολώνες του ναού στέκονται χώρια’
και η βελανιδιά και το κυπαρίσσι δεν φυτρώνουν
το ένα στην σκιά του άλλου!

Η ζωή δεν πηγαίνει προς τα πίσω και δεν σταματά στο χθες.

Μόνον όταν δίδετε τον εαυτό σας, δίδετε πραγματικά.

Υπάρχουν εκείνοι πού δίδουν με χαρά,
και η χαρά αυτή είναι η ανταμοιβή τους.

Είναι καλό να δίδεις όταν σου το ζητούν’
αλλά είναι καλλίτερο να δίδεις,
χωρίς να στο ζητήσουν, από κατανόηση.

Η Αγάπη είναι το μόνο λουλούδι
πού μεγαλώνει και ανθίζει
χωρίς την βοήθεια των εποχών.

Δες πρώτα εάν εσύ ο ίδιος είσαι άξιος
να γίνεις δότης και όργανο δοσίματος.
Γιατί… είναι η ζωή πού δίδει στην ζωή,
ενώ εσύ, πού ονομάζεις τον εαυτό σου δότη,
δεν είσαι παρά ένας μάρτυρας.

Κι όταν αγαπάτε την ζωή μέσα
από τον μόχθο της δουλειάς, σημαίνει ότι
επικοινωνείτε με το πιο κρυφό μυστικό της ζωής. 

Κι εγώ λέω ότι η ζωή είναι πραγματικά σκοτάδι,
όταν δεν υπάρχει πάθος.

Και τι σημαίνει να δουλεύεις με αγάπη;
…σημαίνει να δίδεις σ’ όλα τα πράγματα
τα δικό σου νόημα με μια ανάσα από το πνεύμα σου,…

Η χαρά σας είναι η λύπη σας χωρίς μάσκα.

Όταν είσαι χαρούμενος, κοίταξε βαθιά μέσα στην καρδιά σου,
και θα δεις ότι, μονάχα εκείνο πού σου έχει δώσει λύπη,
είναι εκείνο πού σού δίδει την χαρά.

Γιατί η ανάσα της ζωής βρίσκεται στο φως του ηλίου
και το χέρι της ζωής είναι ο άνεμος.

Μη λησμονείτε ότι η σεμνότητα είναι
σαν μία ασπίδα εναντίον του ματιού του ακαθάρτου.

Οι δίκαιοι δεν είναι αθώοι για τις πράξεις των πονηρών.

Ναι, ο ένοχος είναι πολλές φορές το θύμα του κακοποιημένου.

…οι ρίζες του καλού και του κακού,
του καρποφόρου και του ακάρπου,
είναι τυλιγμένες όλες μαζί,
στην σιωπηλή καρδιά της γης.

Αλήθεια, όλα τα πράγματα κινούνται μέσα στο είναι σας,
πάντοτε μισο-αγκαλιασμένα:
εκείνο πού επιθυμείτε με εκείνο πού φοβάσθε,
εκείνο πού μισείτε με εκείνο πού αγαπάτε,
εκείνο πού αναζητείτε με εκείνο πού αποφεύγετε.

Κι έτσι η ελευθερία σας, όταν χάνει τα δεσμά της,
γίνεται η ίδια ο δεσμός μίας πιο μεγάλης ελευθερίας.

Η ψυχή σας είναι πολλές φορές πεδίο μάχης,
όπου το λογικό σας και η κρίσις σας
κάνουν πόλεμο εναντίον του πάθους και της ορέξεώς σας.

Γιατί το λογικό, όταν κυβερνά μόνο του,
είναι μία δύναμη πού φυλακίζει,
και το πάθος αφύλακτο, είναι μία φλόγα
πού καίει μέχρι την αυτοκαταστροφή.

Ο φίλος σας είναι η εκπλήρωσις των αναγκών σας.
…γιατί πηγαίνετε στον φίλο με την πείνα σας,
και τον αναζητείτε για την γαλήνη σας.

Και μην βάζετε κανένα σκοπό στην φιλία
εκτός από το βάθεμα του πνεύματος.

Γιατί στην φιλία, όλες οι σκέψεις,
όλες οι επιθυμίες, όλες οι προσδοκίες
γεννιούνται και μοιράζονται χωρίς λέξεις,
με χαρά πού είναι άφωνη. 

Καλλίτερα να γυρεύετε τον φίλο σας
πάντα όταν έχετε ώρες να ζήσετε.
Γιατί το έργο του φίλου είναι να εκπληρώσει
τις ανάγκες σας, αλλά όχι να γεμίσει το κενό σας.

Γιατί στις δροσοστάλες των μικρών πραγμάτων
η καρδιά βρίσκει την καινούργια αυγή της και ξανανιώνει

…η σκέψις είναι ένα πουλί του διαστήματος,
και μέσα στο κλουβί των λέξεων μπορεί βεβαίως
να ξεδιπλώσει τα φτερά του αλλά δεν μπορεί να πετάξει.

…το άχρονο πού είναι μέσα σας έχει επίγνωσι
του αχρόνου της ζωής, και ξέρει
ότι το Χθες δεν είναι τίποτε περισσότερο
από την ανάμνηση του σήμερα,
και το Αύριο, το όνειρο του σήμερα.

…μήπως δεν είναι ο Χρόνος, όπως είναι η Αγάπη,
αδιαίρετος και χωρίς ρυθμό;

…κάνετε τό σήμερα να αγκαλιάζη
το παρελθόν με την ανάμνηση
και το μέλλον με την λαχτάρα.

ΗΔΟΝΗ: είναι ένα βάθος που καλεί το ύψος,
αλλά δεν είναι ούτε το βαθύ ούτε το υψηλό.

Ναι, αληθινά, η Ηδονή είναι ένα τραγούδι Ελευθερίας.

…το μετάνιωμα είναι το συννέφιασμα της ψυχής
και όχι η τιμωρία της.

…όταν αρνείσθε στον εαυτό σας την ευχαρίστηση,
το μόνο πού κάνετε είναι να αποθηκεύετε
τον πόθο στο εσωτερικό της υπάρξεώς σας.

…η ομορφιά δεν είναι μία ανάγκη, αλλά μία έκστασις.

…(η ομορφιά) είναι πιο πολύ μία καρδιά φλογισμένη
και μία ψυχή μαγεμένη.

Το να σας μετρούν με την πιο μικρή σας πράξι
είναι σαν να μετρούν την δύναμη του ωκεανού
με την αδυναμία του αφρού του.

Πώς μπορεί κάποιος πραγματικά,
να είναι κοντά εάν δεν είναι μακριά;

Εάν κρυφθείς μέσα στην καρδιά μου,
δεν είναι δύσκολο να σε βρω.
Εάν όμως κρυφθείς μέσα στο καβούκι σου,
τότε είναι δύσκολο να σε βρω.


Ο Άνεμος

Άνεμε, που περνάς δίπλα μας,
άλλοτε τραγουδώντας γλυκά, κι άλλοτε στενάζοντας και θρηνώντας:
Σ' ακούμε, μα δεν μπορούμε να σε δούμε.
Νοιώθουμε το άγγιγμα σου, μα δεν ξεχωρίζουμε το σχήμα σου.
Σαν ωκεανός αγάπης αγκαλιάζεις το πνεύμα, δίχως ωστόσο να το πνίγεις.
Σκαρφαλώνεις λόφους, κατηφορίζεις κοιλάδες, απλώνε­σαι σ' αγρούς και σε λιβάδια. Κι όταν σκαρφαλώνεις βλέπω την δύναμή σου,
κι όταν κατηφορίζεις βλέπω την τρυφεράδα σου,
κι όταν απλώνεσαι βλέπω την χάρη σου.
Σαν δίκαιος βασιλιάς,
σπλαχνικός με τους καταπιεσμένους, αυστηρός με τους αλαζό­νες και τους δυνατούς.
Το Φθινόπωρο στενάζεις μέσα στις κοιλάδες, κι ο θρήνος σου αντηχεί στα δάση.
Τον Χειμώνα σπάζεις τις αλυσίδες σου
και παρασέρνεις στην επα­νάσταση σου ολόκληρη τη Φύση.
Την Άνοιξη σα­λεύεις από τον ύπνο, α­κόμα αδύναμος και νυ­σταγμένος,
και με το πρώτο σου σάλεμα, οι αγροί αρχίζουν να ξυ­πνάνε.
Το Καλοκαίρι κρύβεσαι πίσω από το πέπλο της Σιωπής σαν να ΄χες πεθάνει,
λαβω­μένος από τα βέλη του ήλιου και τα δόρατα της ζέστης.
Στ' αλήθεια θρη­νούσες εκείνες τις φθινοπωρινές ημέρες
ή μήπως γέλαγες με το κοκκίνισμα των γυμνών δέντρων;
Ήσουν θυμωμένος τον Χει­μώνα
ή μήπως χόρευες γύρω από το χιονισμένο τάφο της Νύχτας;
Ήσουν στ' αλήθεια μαραμένος την Άνοιξη,
ή μήπως μοι­ρολογούσες για τον χαμό της αγαπημένης σου,
της Νιότης όλων των Εποχών;
Ήσουν νεκρός εκείνες τις καλοκαιριάτικες ημέρες,
ή κοιμόσουν μόνο μέσα στους καρπούς, και στ' αμπέλια, και στα στάχυα;
Μέσα από τους δρόμους της πόλης,
σηκώνεσαι και μετα­φέρεις τον σπόρο της πανούκλας.
Κι από τους λόφους σκορπί­ζεις την ευωδιαστή ανάσα των λουλουδιών.
Έτσι η μεγάλη Ψυχή δυναμώνει την θλίψη της Ζωής
και συναντάει σιωπηλά τις χαρές της.
Μέσα στ' αυτιά του ρόδου ψιθυρίζεις ένα μυστικό,
που το νόημά του εκείνο καταλαβαίνει.
Συχνά ταράζεται - κι έπειτα χαίρεται.
Έτσι κάνει κι ο Θεός με την ψυχή του Ανθρώπου.
Άλλοτε χρονοτριβείς.
Κι άλλοτε τριγυρνάς βιαστικά, εδώ κι εκεί, και κινείσαι αδιάκοπα.
Έτσι είναι και το μυαλό του Ανθρώπου,
που ζει όταν είναι δραστήριο και πεθαίνει όταν τεμπελιάζει.
Γράφεις τα τραγούδια σου πάνω στα νερά.
Κι έπειτα τα σβήνεις.
Έτσι κάνει κι ο ποιητής όταν δημιουργεί.
Από τον Νότο έρχεσαι ζεστός σαν την Αγάπη.
Κι από το Βορρά, ψυχρός σαν το θάνατο.
Από την Ανατολή, ανάλαφρος σαν το άγγιγμα της Ψυχής.
Κι από την Δύση, άγριος σαν την Οργή και την Μανία.
Είσαι άστατος σαν τον Χρόνο,
ή φέρνεις σημαντικές ειδήσεις από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα;
Μαστιγώνεις με μανία την έρημο,
ποδοπατάς τα αθώα καραβάνια και τα θάβεις σε βουνά από άμμο.
Είσαι το ίδιο εκείνο παιχνιδιάρικο αγέρι,
που τρέμει μαζί με την αυγή, ανά­μεσα στα φύλλα και τα κλαδιά,
και φτερουγίζει σαν όνειρο μέσα από τις κορδέλες της κοιλάδας,
όπου τα λουλούδια σκύβουν για να σε χαιρετίσουν
και το χορτάρι λυγίζει βαρύ, μεθυσμένο από την ανάσα σου;
Σηκώνεσαι από τους ωκεανούς και τραντάζεις τους σιω­πηλούς βυθούς τους,
και μέσα στην μανία σου, πνίγεις καράβια, καταπίνεις τους ναύτες.
Είσαι η ίδια γλυκειά αύρα, που χαϊδεύει τις μπούκλες των παιδιών,
όταν παίζουν στους κήπους τους;
Πού πηγαίνεις τις καρδιές μας, τ’ αναστενάγματά μας,
τις ανάσες μας, τα χαμογελά μας;
Τι κάνεις με τις δάδες των ψυχών μας;
Τις παίρνεις πέρα από τον ορίζοντα της Ζωής;
Τις σέρνεις σαν τα σφάγια για να τις θυσιάσεις σε μακρινές, φριχτές σπηλιές;
Μέσα στην ήρεμη νύχτα, οι καρδιές σου φανερώνουν τα μυστικά τους.
Και την αυγή, τα μάτια ανοίγουν στο ελαφρό άγγιγμά σου.
Θυμάσαι τι ένιωσε η καρδιά, τι είδανε τα μάτια;
Ανάμεσα στα φτερά σου,
ο δυστυχισμένος αφήνει την ηχώ των πένθιμων τραγουδιών του,
το ορφανό τα κομμάτια της σπασμένης του καρδιάς,
κι ο καταπιεσμένος τους πονεμένους στεναγμούς του.
Ανάμεσα στις πτυχές του μανδύα σου,
ο ξένος αφήνει την νοσταλγία του, ο εγκαταλειμμένος το φορτίο του,
κι η ατιμασμένη γυναίκα την απόγνωσή της.
Τα φυλάς όλα αυτά για τους ταπεινούς;
Ή είσαι σαν τη Μητέρα Γη που θάβει όλα όσα γεννάει;
Ακούς τούτες τις κραυγές και τους θρήνους;
Ακούς τούτα τα βογκητά και τ’ αναστενάγματα.
Ή σαν τους δυνατούς και τους περήφανους, δεν βλέπεις το απλωμένο χέρι
και δεν ακούς τις φωνές των φτωχών;
Ω, Ζωή όλων εκείνων που ακούς, μ’ ακούς;

Και από τις ρήσεις του

Μου 'πε ο εχθρός μου: “Αγάπα τον εχθρό σου”.
Κι εγώ υπάκουσα κι αγάπησα τον εαυτό μου.

Όποιος δεν ξέρει και δεν ξέρει πως δεν ξέρει, είναι τρελός, απόφυγέ τον.
Όποιος δεν ξέρει και ξέρει πως δεν ξέρει, είναι παιδί, δίδαξέ τον.
Όποιος ξέρει και δεν ξέρει πως ξέρει, κοιμάται, ξύπνησέ τον.
Όποιος ξέρει και ξέρει πως ξέρει, είναι σοφός, ακολούθησέ τον!

ΕΠΙΛΟΓΗ-ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ: Γιώργος Λεκάκης.

Share on Google Plus

About ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

    ΣΧΟΛΙΑ
    ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ