Όλοι οι νέοι είναι καθηλωμένοι εμπρός σε ένα ιντερνέτ

Όλοι οι νέοι είναι καθηλωμένοι εμπρός σε ένα ιντερνέτ*


Ματιές στο σήμερα μέσα απ’ το χτες 


Αφιέρωμα στους νέους
από τον Θεσσαλό Πολίτη, Βάιο Φασούλαpelasgos@fasoulas.de


Την αφορμή για τούτο το αφιέρωμα μας την έδωσε μια παρατήρηση μιας κυρίας-χρήστης του διαδικτύου με αναφορά στους «καθηλωμένους νέους στο διαδίκτυο». Γενικεύοντας το θέμα, που δεν είναι σημερινό, όσο αφορά την προέλευση και την παρακμή της τεχνολογίας, θα δούμε την αποβλάκωση όχι της τεχνολογίας αλλά των παιδιών μας στο μεγαλείο της. Σίγουρα δώσαμε πολλά στα παιδιά μας και ιδού το αποτέλεσμα· πονάει· θλίβει αλλά και ντροπιάζει. Και είναι παραπάνω από βέβαιο ότι τα παιδιά μας και στη συνέχεια τα εγγόνια μας θα μας «ευγνωμονούν» μια μέρα.
Αυτό είναι το «επίτευγμα» της «σύγχρονης» κοινωνίας, όπως οι περισσότεροι από μας, μέσα από κομματικές εταιρίες υποστηρίξαμε ένθερμα και παθητικά(αρρωστημένα)τις κυβερνήσεις, πλέκοντας τους δικούς μας ιστούς πάνω στους προκεχωρημένους ιστούς της «παγκοσμιοποίησης» και της «ελεύθερης» αγοράς. Αν κάποιος καταφέρονταν ενάντια στην «παγκοσμιοποίηση» ήταν καθυστερημένος και εχθρός της ΝΤΠ. Θα πρέπει να θυμούνται οι νεοέλληνες τις τελευταίες δεκαετίες του περασμένου αιώνα τους «Έλληνες» «πολιτικούς» πως μας γέμιζαν σάλια...
Στο δια ταύτα… διαδίκτυο-τεχνολογία-ταχύτητα…, αιφνιδιασμός της καθεστηκυίας τάξης προς τον Παγκόσμιο πληθυσμό…, με τα παιδιά μας θύματα της «τεχνολογίας». Μια καθημερινή παράσταση, γνωστή σε όλους μας, είναι κι αυτή με μαθητούδια δημοτικού σχολείου που συναντώνται σε κάποιο καφέ ή αναψυκτήριο της γειτονιάς κι εκεί πίνοντας αναψυκτικά είναι σκυμμένοι και προσηλωμένοι στα κινητά τους και «κουβεντιάζουν» πληκτρολογώντας την …καλημέρα κάνοντας την παρατηρήτρια να ξεφωνήσει… «και μη χειρότερα». Εμείς θα μεταφέρουμε την κουβέντα μας με παραστάσεις του χτες περνώντας στο σήμερα αναζητώντας τα αίτια. Τι φταίει;Τι να φταίει, άραγε άνθρωποι;

Στοχασμοί της αβεβαιότητας

Δρόμοι πλατιοί με σίδερα και πίσσα. Αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες, τρένα μοντέρνα
Υπερταχύτατα. Στημένα φανάρια, πράσινα κόκκινα κι όλα αυτόματα. Ραντάρ στους δρόμους, που ελέγχουν...την ταχύτητα.
Καράβια και θάλασσες, λίμνες, βαπόρια, ποτάμια, καΐκια, ωκεανοί και πλοία.
Άρης, Φεγγάρι, Γη κι Ουρανός. Διαστημόπλοια ανυπολόγιστης αξίας, βάσεις,
γιγαντιαίες αράχνες-ραντάρ, που δεν αφήνουν να περάσει ούτε μύγα, πύραυλοι με τερατοκεφαλές και άλλα Α.Ρ.Β.Χ. των μοντέρνων Πολέμων όπλα.
Στρατοί σε όλη τη Γη, αέρος, θαλάσσης και κάτω απ’ αυτή.
Ηλεκτροφόρα σύρματα, ενέργεια, τέλε, νάρκες που σκάζουν εν καιρό ειρήνης
και σκοτώνουν αθώο κόσμο και ράδιο αχτίνα.
Και οι στρατοί, μες στις άλλες σπουδές, μαθαίνουν να βασανίζουν τον κόσμο
κι ακόμα να βιάζουν και άνδρες.

Τα δένδρα, τα βουνά, τους κάμπους και τις στεριές κι αυτά τα έχουν προσαρμόσει στην ταχύτητα. Τα φύλλα, παράξενα, να πέφτουν, να βγαίνουν, να… πληθαίνουν έτσι που να μας δίνουν δεύτερους καρπούς σε Ανάρμοστη εποχή. Ο ήλιος, καυτός, χλωμός κι αρρωστιάρης κι ο αγέρας με ορμές και με παράξενες οσμές να οργιάζει.
Με κρύο, με ζέστη, να σκούζει σαν λύκος, να σαρώνει σαν σίφουνας και ν’ αφήνει γι’ αχνάρια σκόνες και αλάτι.
Με βροντές κι αστραπές, με χιόνια, χαλάζια.
Με νερά ψηλά, θολά κι ορμητικά, πλημμύρες καταποντισμοί,
να χάνεται ο κόσμος μπροστά στα μάτια μας.
Μας λείπει, ω ναι, μας λείπει μια κιβωτός.
Να μπούμε μέσα να σωθούμε, ίσως, για μια ακόμα φορά.
Δονήσεις, ξεπαστρέματα, καταστροφές που σαρώνουν σπίτια, γεφύρια,
δρόμους και πόλεις. Πράγματα ανώμαλα, συχνά... φυσικά!

Άνοιξη έρχεται, βρίσκει μια Γη καφετιά.
Άδεια από δάση, έγιναν φωτιά, στάχτες, καπνός κι αντάρες.
Τα ψάρια πεθαίνουν, μια βρώμα ανθεί.
Τα ζώα πεθαίνουν και φέρνουν λεφτά.
Τα πουλιά πεθαίνουν, κατάρα θα ’ρθει.
Τα νερά μας πεθαίνουν, μας στεγνώνει η μιλιά.
Οι άνθρωποι χάνονται, -στη μαύρη Ήπειρο και σ’ άλλες γωνιές,
σε μέρη αφώτιστα -σε σχέση με μας-
και φτωχά και σβήνουν ταχύτατα,
αφήνοντας πίσω τους μια καταχνιά.

Παπάδες, ραβίνοι, μουλάδες και πάπηδες, θ’ αρχίσουν να ζουν μια νέα εποχή
Δόξα μεγάλη έρχεται πάλι, θα πούνε -μας λένε- ξανά θα φτάσει γοργά
να επικρατήσει ο Θεός. Και θα ρίξει φωτιά σε απίστους, πιστούς
και να λένε πολλοί, «αμήν και πότε», να σωθεί του ανθρώπου η φυλή.
Και το λένε πολλοί· και φυλές και λαοί.
Μας θυμιατίζουν· μας αφορίζουν· μας εξορκίζουν για να μας θυμίζουν
της εποχής μας «σύγχρονα» Σόδομα και Γόμορρα.
Και μιλούνε πολύ για ψυχή καθαρή!
Ετούτη η Ζωή περνά βιαστικά! Μια άλλη μένει, αθάνατη τη λένε,
δίνει παράδεισο ποτέ δεν πεθαίνει!
Τρίβουν τα χέρια κι έχουν χαρά.
Αγώνα προσμένουν ανθρώπων ιερός θα ’ναι ξανά.
Αυτά βλέπουμε συχνά και πυκνά και σπανίζει
η φύση να χτυπά... φυσικά!

... Προσαρμογή ταχύτητας, μοντέρνας κοινωνίας.
Παντού και πάντα μας δείχνουν πως είναι αδελφές.
Κάνουν και δείχνουν να ’ναι πραγματικές.
Να ’ναι μια ματαιότης; Πάντα ρωτώ!
Που εγώ τις θωρώ και εξωπραγματικές και αμαρτωλές.
Και τόσο γρήγορες, λίγο ακόμα, λίγο ακόμα
και ξεπερνούν κάθε ταχύτητα και φως.
Βιάζονται ταχύτατα, να φέρουν ένα τέλος
που όλο φτάνει διαφορετικό από κάθε άλλο.
Κι έρχεται από όλους τους ορίζοντες· και από πάνω και από κάτω

...Το εργατικό δυναμικό πάει, όπως πάντα, μπροστά
Πότε ακέφαλο, πότε με ηγέτες, με στελέχη και πότε με σύμβολα εργατικά.
Σημαίες σηκώνουν, προειδοποιούν και φωνάζουν,
των εργατών φωνές, Σαχάρας ιαχές.
Στελέχη που λένε πολλά, τάζουν πολλά, κάνουν μισά ή τίποτα ή και αντίστροφα.
Κόμματα Χριστιανών «Σταυροφόρων» και άλλων πολλών δημοκρατών,
δημοκρατιών και ανά της γης πολιτειών.
Φάτε ψωμί, πάρτε και ελευθερία, σας φτάνουν αυτά!
Σταυροί από δω, μπροστάρηδες οι καθολικοί
με φαλακρά κεφάλια απ’ την πολύ σοφία
«διώχνουν» πολέμους μακριά.
Κι απ’ την άλλη μεριά, ω ναι, του Αλλάχ τα παιδιά.
Όλοι μαζί πάνε μπροστά, όπως παλιά και σημαία προόδου έχουν ψηλά.
Δουλειά είναι εδώ, λένε ή δείχνουν. Δουλέψτε «πιστά»
και κόψτε των σκύλων ορμή και αραιώστε των απίστων φυλή.
Και χαντζάρια από κει γυαλίζουν σαν φεγγάρια σ’ αλκυονίδες νύχτες
που χαλάσανε, λένε, οι άπιστοι τον ουρανό και τη γη.
Και βογκά η ψυχή των ανθρώπων, πριν ακόμη τους βγει...

... Η ημερήσια διάταξη ζητά προσαρμογή του κόσμου.
Κι είμαστε όλοι κωδικοποιημένοι, ρομποτοποιημένοι, φακελωμένοι,
στα εδώ τα δεδομένα, τα ευρωπαϊκά και στα πέριξ.
Άνθρωποι μαύροι, άσπροι, ανακατωμένοι με κράματα αλλιώτικα.
Σωστοί, λαθεμένοι, βάρβαροι και πολιτισμένοι, ομαλοί κι ανώμαλοι.
Ράτσες φυλές, ολόκληρα Έθνη που έχουν για Αρχές δώρο Ζωής.
Μέσα εδώ κυλά μαζί και κοντά μας και αυτή μοναχή.
Είναι Αρετή! Σοφή! Και λέγεται Ζωή!
Τρέχει! Ω ναι, σπρώχνεται ταχύτατα, δίχως επιστροφή.
«Σπέρνει» μονάχα τη μέθη, τη δύναμη και μια βαριά παρακμή
και απ’ την καθημερινή, σκληρή κι ασύλληπτη ζωή
άφησε να φαίνονται στο πρόσωπο σημάδια σκυθρωπά.

... Κοιτάξτε, μας λένε, σημάδια είναι που λένε οι γραφές!
Μα αφήστε αυτές και κοιτάξτε τούτες, που γράψαμε εμείς
στα δικά μας μέτρα, στα δικά μας σταθμά.

Αρχοντοβασιλιάς θρονοστοχάζεται, κλαίει και νοσταλγεί
το σκήπτρο του να πιάσει.
Περάσανε πολλές εποχές κι απόχτησε πικρές αλλαγές.
Κι όλο γυρνά σαν κατάρα σε πόλεις και σε γειτονιές
να βρει παλιά σπορά για να ’ρθουν τα παλιά.
Ο εισαγγελέας, ο δικαστής, γρήγορα παίρνουν τις αποφάσεις τους,
εσφαλμένες, σωστές, θα το δείξει ο καιρός.
Και το ρολόι πάντα κοιτούν των δικηγόρων οι ματιές
στρεσαρισμένοι απ’ την πολλή δουλειά.
Ο αστυνομικός, ο στρατιωτικός, παίζουν με «Γαβριλίτικες αρετές».
Μόνο τινάζουν χέρια, πόδια και πίπα να φύγουν οι βρωμιές
Η αλαζονεία των πολιτικών, περνά την αστραπή.
«Φιλόσοφοι», «φιλόλογοι», «ρήτορες», «εκσυγχρονιστές» και «στοχαστές»,
νομίζουν ότι είναι, κι όλο σπουδάζουν πάνω στην ταχύτητα.
Δημοκρατικός, ρατσιστής, εθνικιστής, δεξιός κι αριστερός, περιβαλλοντικός,
κεντρώος, έχουν ταχύτητα στα άκρα και στη γλώσσα.

Φύλακες φυλακωμένων, κοιτούν διαφορετικά το πέρασμα του χρόνου
απ’ τη «γλύκα» της νάρκης που κολλάει παντού.
Δημόσιες επιτροπές λύνουν και δένουν πατώντας κουμπιά.
Νοσοκομεία, προφεσόροι, κλινικές, ιατρεία, γιατροί και ασθενείς.
Εξετάσεις γρήγορες, βιαστικές, φτηνές πολλές φορές και πολλές περικοπές.
Όπου να’ ναι θα τις κόψουν κι αυτές -τις συντάξεις- για να πάρουμε όπλα.
Και η διάγνωση πρόχειρη, ξένη στον ασθενή· μα αλλάζουν τα πράγματα αν έχεις λεφτά. Φοβάται, ο άμοιρος, τα μπαγιάτικα αίματα και στα γόνατα γράφονται
οι συνταγές τινάζοντας χέρια και πόδια, διώχνοντας τις αρρώστιες μακριά.
Λίγοι γιατροί νοιάζονται, δίνουν σωστή γιατρειά.
Θέλουν να δείξουν στους ανθρώπους λίγα τους ... μυστικά
Φοβούνται το φάντασμα του αρχαίου Ιπποκράτη και κάνουν καλά.
Και οι φαρμακοποιοί έχουν φαρμακωθεί από το βερεσέ,
μα και οι ασθενείς έχουν φαρμακωθεί ακόμα πιο πολύ.
Και σ’ όλα αυτά φτάνει και η ταχύτητα της λιτότητας.
Όπου κι εδώ η ανθρώπινη επιστήμη επιδρά ενάντια στη Φυσική!

... Μια δεύτερη ημερήσια διάταξη! Ταχύτητα παντού, από ψηλά στα χαμηλά!
Νευρικός ο υπάλληλος, ανυπόμονος, λίγα λεφτά, ανόρεχτη δουλειά.
Συνταξιούχοι, Βετεράνοι της δουλειάς, φόρους πληρώνουν
και λίγα τους δίνουν λεφτά.
Επιτρέπονται τα δυστυχήματα στους δρόμους, λένε πολλοί
Κι αν είναι κάτω απ’ τα εξήντα επιβάλλεται το αυτοκινητιστικό ατύχημα.

Οι χασάπηδες δυο φορές πουλούνε σφαχτά,
μαύρα πολλές φορές, φαρμακωμένα απ’ τις ορμόνες της ντροπής.
Φουρνάρηδες, μπακάληδες, πίτουρα στα ψωμιά, κρασάκι νερωμένο.
Κι ο λαχανάς σπρώχνει γρήγορα τα σάπια φρούτα, ευαίσθητα από ραδιενέργεια, που όλα τους βγάζουν μιλιούνια σκουλήκια και χολέρα.
Τα καταστήματα πνίγονται από εκπτώσεις.
Μπουλούκια οι άνθρωποι πατιούνται μεταξύ τους χωρίς να αγοράζει
κανένας τίποτα ή κάτι λίγα κρατώντας έτσι την παλιά ανάμνηση.

Ταχυδρόμοι πατούν τα κουδούνια, έξαλλοι πολλές φορές τρέχουν να προλάβουν
το συνωστισμό και να ξεμπλέξουν.
(Ξέρετε, τι είναι να διαβάζετε φακέλους όλη μέρα;)
Του λες, δε μου ’ρχεται η εφημερίδα και σου απαντά υπεροπτικά
να πας στον υπουργό με όλα σου τα παράπονα.
Του λες, μου ’ρθε το πρόστιμο της εφορίας και σου χαμογελά
δείχνοντας τα σάπια δόντια του.
Πανεπιστήμια, γυμνάσια, σχολεία, «Μοντέρνα» εκπαίδευση,
μηχανική και εκσυγχρονιστική.
Τώρα είναι που θα γίνουν όλοι «επιστήμονες»
και θα τραβάμε μια μέρα τα μαλλιά μας, αν βέβαια θα έχουμε τέχνες και υλικό.
Καθηγητές και μαθητές, απόχτησαν κάποιες διαφορές.
Η λίγη Σοφία που απόμεινε, θέλει καιρό.

Επισήμανση άγχους, μοντέρνο στοιχειό· η νευρικότητα έχει απλωμένα τα φτερά.
Περίπατο βγαίνει η μητέρα με το παιδί· το ρολόι κοιτάζει με βιασύνη πολύ.
Και οι οικογένειες χάνουν την αρμονία, τη θέρμη, τη χαρά
Κι ακούς να λένε και άλλοι να κλαίνε, να μιλούν και για μια άλλη πληγή

Πώς, πώς μπορεί να ζει και αυτή η πληγή;
Που ανοίγει φτερά, που πετάει ψηλά και γοργά και να φτάνει κοντά·
μέσα στα σπίτια μας, ναρκωτικά!

Όλοι κοντεύουν να...καπνίσουν· όλοι οι νέοι πάνω απ’ τα δέκα
και που δεν ξέρουν αν κάποτε προλάβουν να σταματήσουν.
Όλοι αφήνουν μια ζωγραφιά πάνω στα πρόσωπα.
Όλοι αφήνουν μια σύριγγα άδεια κι ωχρή κάπου στους κήπους,
στα πεζοδρόμια, μέσα στα κέντρα και στα σχολειά.
Όλοι κοντεύουν να γίνουν έμποροι· όλοι φωνάζουν και λένε πολλά.
Όλοι, μα όλοι, που έχουν κλειδιά!

Και όλοι, ποιοι όλοι; Ποιοι είναι αυτοί; Αυτοί που ρυθμίζουν τον κόσμο;
Αυτοί που προσφέρουν χαράτσι στους εμπόρους και δράση;
Αυτοί που προσφέρουν στο χάρο χαρά; Αυτοί που γεμίζουν τις τσέπες λεφτά;

Μέσα απ’ τα μάτια τους βγαίνει μια θαμπάδα αργά.
Μέσα στο είναι τους μπαίνει των ανθρώπων φωνή.
Μέσα στα μύχια τους φτάνει μία μαύρη οργή.
Μέσα τα νιάτα, μπαίνουν βαθιά στη μαύρη τη γη.
Και πληθαίνουν οι νέοι νεκροί, λιγοστεύουν οι νεκροθάφτες
Και τα πουλιά δεν καταδέχονται να ορμήσουν στις μολυσμένες σάρκες

Κι άλλοι οίστροι βγαίνουν, πληθαίνουν και επικρατούν
εν ονόματι της μοντέρνας εποχής κι είναι νέα παιδιά,
για να δούμε με ματιά καθαρή κι ανοιχτή και να πούμε
με θυμό και οργή, ποιοι τα πάνε εκεί;
Και ακούν τα παιδιά, τι ακούν;
Τους μοντέρνους ρυθμούς ή σκοπούς;
Που δε βγάζει η χορδή του βιολιού, που δε βγάζει του νιου ή παλιού η φωνή,
μα που βγάζει με πάθος το χορό, έναν άλλο χορό που χορεύουν μαζί
και «γλεντούν», τι γλεντούν;
Ας μας πούνε αυτοί!

Κι άλλος οίστρος γεννιέται δυνατός σαν ιστός και διώχνει μακριά
ή δεν θέλει να δει, του αγνού έρωτα μέθη και ακμή
απ’ των νέων καρδιά, ψυχή και κορμί.
Μα και άλλοι, άλλοι, πολλοί!

... Συζητήσεις κοφτές, σκέψεις του παρόντος που τώρα ανθεί.
Λίγες μένουν σωστές, κρατώντας μαγιά.
Αμήχανοι οι άνθρωποι, νευρικοί και ανήσυχοι.
Άλλοι ξέρουν, άλλοι δεν ξέρουν το γιατί.
Τρέχουνε να προλάβουνε τους γρήγορους ρυθμούς.
Όσο υπάρχει καιρός κουβαλούνε με άγχος τα «καλά» της καταναλωτικής
κοινωνίας προσπαθώντας να πιαστούν απ’ το τρένο που τρέχει γοργά.
Μέσα τους κουβαλούν και βουνά αντίδρασης .Ίσως αγανακτήσουν κάποτε
και γίνουν λάβα ηφαιστειακής δομής και ξεράσουν φωτιά.

Πού θα βρει, τι θα κάψει;
Πού θα στείλει τις φωτιές, τους καπνούς;
Πού θα γείρουν οι μάνες τα κορμιά τα λειψά;
Όπου θα ’χουν αφήσει στης ζωής τη ματιά μια γυαλάδα παχιά;
Όπου θα ’χουν πεθάνει και θα σβήσουν της ζωής τη μαγιά;

Απλοί ή σπουδαγμένοι άνθρωποι μάθανε και κάνουν πολλά.
Απ’ τη διαμορφωμένη Ζωή, έμαθαν πολλά.
Πρώτα την Κλεψιά, να διώξουνε την Πείνα.
Ναρκωτικά για να «ξεχνούν» φαρμάκια και καημούς.
Πόσοι δε δόθηκαν σαδιστικά για να χτυπούν ωμά!
Βία παντού επικρατεί κι ανθρώπινο σκοτάδι.
Όπως παλιά και τώρα στη Γη μ’ ένα ρυθμό γοργό και μοντέρνο
Άρχισαν οι εμπρησμοί με πυκνότητα σφοδρή.

Τρένα που πάνε και έρχονται, συγκρούονται από ταχύτητα, σκοτώνονται πολλοί.
Αεροπλάνα πέφτουν και ψάχνουν» να βρουν τα αίτια στα μαύρα κουτιά.
Ναυάγια, εμβολισμοί κάθε στιγμή ακούγονται, αίτια...άγνωστα, πού να τα βρεις;
Ανεργία, απεργία, φασαρία, ξυλοδαρμοί.
Μπάτσοι, μπράβοι μοντέρνοι και παραγωγή από «Ράμπο».
Η αναρχία παντού επικρατεί και κατά κει πηγαίνουν κι άλλοι.
Δολοπλοκίες, δολοφονίες και αν κάποιος φωνάξει, διώχνεται αυστηρά.
Ανατινάξεις, μπαρούτι, φωτιά· θάνατος που φέρνει μίσος, αποστροφή
και δυναμώνει ο αθεράπευτος λιμός ... ο ρατσισμός!
Δαμάζουνε τις αρετές, την Αγάπη και την Ειρήνη.
Ξηλώσανε καθεστώτα, αναχρονιστικά· χτίζουνε καινούρια, πληρώνοντας αδρά.
Με τους δικούς μας φόρους και λυγίσαμε στο γόνα,
για να θυμίζουμε προσκυνητάδες σ’ ανύπαρκτους βωμούς.
Και μιλούνε για μια ανύπαρκτη δημοκρατία και αντικαθίσταται
για τη μοντέρνα μας εποχή από των «μεγάλων» αναρχία,
μεγαλουργία και θηριουργία-προσφορά της εξουσίας.

«Μεγάλοι» άνθρωποι, θάψανε τη Μαγεία! Αυτή την ανθρώπινη,
τη λιτή και αγνή, στήνοντας πόλεμο, θάνατο, πυρκαγιές.
Άλλος στρώνει το φυτίλι και άλλος τ’ ανάβει για να μοιράζονται τις τύψεις.
Φωτιά εδώ μικρή, δε χαίρονται πολύ, φωτιά εκεί πιο δυνατή, γελούν στη δοκιμή
Φωτιά απλώνεται, γελούνε παιδικά.
Στάδιο προπαρασκευαστικό, πυρηνικό κάνανε τη ζωή

… Καλές είναι οι έρευνες, οι επιστημονικές. Μέσα απ’ αυτές, λίγοι απόλαυσαν.
Κονδύλια ανυπολόγιστα, τρελά. Μοντέρνα και «πολιτισμένα» πεθαίνουνε
από πείνα στον κόσμο τα παιδάκια. Η κατάρα έδωσε κατάρα αμαρτωλή.
Τ’ αστέρια ψάχνουνε κι έγινε σκοπός των Εθνών.
Ρεζέρβες αναζητούν έτσι, να, για «ώρα ανάγκης».
Να προλάβουν να φύγουν, περνώντας την ταχύτητα και την ματαιότητα.
Αυτή που οι ίδιοι δημιούργησαν…

Αχ! Ποιοι να φέρνουν αυτή την κατάρα;
Αχ! Πού θα φτάσει, αν θα μείνει ζωή;
Αχ! Μάνα, πώς μπορείς να γεννάς ερπετά;
Αχ! Και βαχ! Δε θα πάμε μακριά!

Φεύγει ευχή, απλώνεται απέραντα, σ’ ολόκληρο το Σύμπαν.
Βάζει φωνές, Αγγέλους καλεί μαζί και λίγο κόσμο π’ απόμεινε ακόμα.

Έχετε μάτια ανοιχτά, φωνάζει
Θέλετε αιώνια γαλήνη, προτείνει
Διώξτε τους γήινους μακριά, διατάζει!

....... Τι να φταίει, άραγε άνθρωποι;
Μήπως ο Μοντέρνος Ρυθμός της Ζωής..;

Πόλη της FUERTH 28.01.1994.
ΠΗΓΗ: Από την ποιητική Συλλογή «Ψάχνοντας στ’ αχνάρια σου ζωή».

(*) Ο τίτλος με αναφορά τους νέους είναι από το διαδίκτυο.
Share on Google Plus

About ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

    ΣΧΟΛΙΑ
    ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ