Του Χαράλαμπου Χ. Σπυρίδη, hspyridis@music.uoa.gr
καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών,
κοσμητορος Διεθνούς Επιστημονικής Εταιρείας Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ άρθρα του κ. ΣΠΥΡΙΔΗ, ΕΔΩ.
«Τῶν ἀντίξων
συνεφελκομένων» [τα ετερώνυμα έλκονται]
Συνέσιος ο Κυρηναίος[1]
(Ύμνοι, Ύμνος 1, 669-670)
1. Προσωκρατικοί: Οι Θεμελιωταί της περί Φύσιος Επιστήμης
Οι φιλόσοφοι ως οι Θαλής, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης οι Μιλήσιοι, Πυθαγόρας ο Σάμιος, Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος, Ηράκλειτος ο
Εφέσιος, Παρμενίδης ο Ελεάτης, Εμπεδοκλής ο Ακραγαντίνος, Αναξαγόρας ο
Κλαζομένιος, Λεύκιππος ο Μιλήσιος και ο Δημόκριτος ο
Αβδηρίτης, οι διδάξαντες κατά την χρονικήν περίοδον εκ των αρχών του 6ου
π.Χ. αιώνος έως το τέλος περίπου του 5ου π.Χ. αιώνος, οι
αποκαλούμενοι “Προσωκρατικοί φιλόσοφοι[2]”, χαρακτηρίζονται
ως οι θεμελιωταί της περί Φύσιος Επιστήμης. Είναι οι φιλόσοφοι, οίτινες δια
πρώτην φοράν εστίασαν απαξάπαντες εις τα περί Φύσιος με κριτικόν πνεύμα και ανεζήτησαν
μίαν προσέγγισιν του μηχανισμού λειτουργίας αυτής μέσῳ του ορθού λόγου. Η
τοιαύτη ενέργειά των υπήρξεν καθοριστική δια την εξέλιξιν της παγκοσμίου
φιλοσοφίας και επιστήμης.
Παραφράζων μίαν ρήσιν του Winston Churchill θα εδυνάμην να είπω ότι ποτέ εις την Ιστορίαν της ανθρωπότητος τόσον
ολίγοι εις τοσούτον σμικρόν χρονικόν διάστημα δεν εξέφρασαν δια τόσον
περιορισμένων τεχνικών μέσων έναν τοσούτον μέγαν πλούτον ιδεών.
2. Περί των Πυθαγορείων συστοιχιών ή των Εμπεδοκλείων
και των Παρμενιδείων εναντίων ή των Ηρακλειτείων αντιξόων
Ενθυμούμαι, μαθητής
Λυκείου ὤν την δεκαετίαν του 1960, τα πειράματα με τους ραβδομόρφους μαγνήτας
εις το μάθημα της Φυσικής, τα οποία επραγματοποίει εις το Εργαστήριον η
καθηγήτριά μου κυρία Σοφία Πετροπούλου, διδάσκουσα τον νόμον του Coulomb ότι δηλαδή «τα
ετερώνυμα έλκονται».
Ο νόμος του Coulomb αποτελεί μίαν
μερικήν περίπτωσιν του γενικού νόμου των συστοιχιών ή των εναντίων ή των
αντίξων, τον οποίον εδίδασκον οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι.
Καταπληκτικήν λακωνικήν
διατύπωσιν αυτού του νόμου των συστοιχιών ή των εναντίων ή των αντίξων ηύρον
εις τον Συνέσιον (Ύμνοι, Ύμνος 1,
669-670): «τῶν ἀντίξων συνεφελκομένων».
Κατά τον Ηράκλειτον, η φύσις αγαπά τας αντιθέσεις
και ξέρει να χειρίζεται την σύνθεσίν των για να παραγάγει την αρμονίαν. Αυτή,
όμως, η κερδισμένη με αντίτιμον την σύγκρουσιν ενότητα (ολική ενέργεια)
διατηρείται ως έντασις (δυναμική ενέργεια) μεταξύ αντιρρόπων στοιχείων
(κινητικής και δυναμικής ενεργείας), τα οποία τείνουν συνεχώς να αποχωρισθούν
το ἓν εκ του άλλου ή να αλληλοκαταστραφούν, δεδομένου ότι εις ἓν κλειστόν
σύστημα, του οποίου η ολική ενέργεια παραμένει σταθερά, έχομεν
ισοαλληλομετατροπήν μεταξύ της κινητικής και της δυναμικής του ενεργείας.
«ἴσως δὲ τῶν
ἐναντίων ἡ φύσις γλίχεται καὶ ἐκ τούτων ἀποτελεῖ τὸ σύμφωνον, οὐκ ἐκ τῶν ὁμοίων·
ὥσπερ ἀμέλει τὸ ἄρρεν συνήγαγε πρὸς τὸ θῆλυ καὶ οὐχ ἑκάτερον πρὸς τὸ ὁμόφυλον
καὶ τὴν πρώτην ὁμόνοιαν διὰ τῶν ἐναντίων συνῆψεν, οὐ διὰ τῶν ὁμοίων. ἔοικε δὲ
καὶ ἡ τέχνη τὴν φύσιν μιμουμένη τοῦτο ποιεῖν· ζωγραφία μὲν γὰρ λευκῶν τε καὶ
μελάνων ὠχρῶν τε καὶ ἐρυθρῶν χρωμάτων ἐγκερασαμένη φύσεις τὰς εἰκόνας τοῖς
προηγουμένοις ἀπετέλεσε συμφώνους, μουσικὴ δὲ ὀξεῖς ἅμα καὶ βαρεῖς μακρούς τε
καὶ βραχεῖς φθόγγους μείξασα ἐν διαφόροις φωναῖς μίαν ἀπετέλεσεν ἁρμονίαν,
γραμματικὴ δὲ ἐκ φωνηέντων καὶ ἀφώνων γραμμάτων κρᾶσιν ποιησαμένη τὴν ὅλην τέχνην
ἀπ' αὐτῶν συνεστήσατο».
Ηράκλειτος, Αποσπάσματα, Απόσπασμα 9, 1 – 10, 12.
[Αγαπάει και η φύσις τα αντίθετα, και δι’
αυτών, όχι δια των ομοίων, δημιουργεί την συμφωνίαν. Τοιουτοτρόπως γίνεται και
ενώνει λ.χ. το αρσενικόν μετά του θηλυκού, όχι όμως και το κάθε ὄν μετά του
ομοίου του και πραγματώνει την πρώτην ομόνοιαν με την ένωσιν των αντιθέτων και
όχι των ομοίων. Φαίνεται πως και η Τέχνη κάνει το ίδιον μιμουμένη την φύσιν. Η
ζωγραφική αναμειγνύουσα τα άσπρα και τα μαύρα, τα κίτρινα και τα κόκκινα
χρώματα, επιτυγχάνει να συμφωνούν αι εικόνες με το πρότυπον. Η μουσική,
συνδυάζουσα τους υψηλούς ήχους με τους χαμηλούς, τους μείζονος χρονικής
διαρκείας και τους ελάσσονος, με διαφορετικάς φωνάς, δημιουργεί μίαν μοναδικήν
αρμονίαν[3].
Η γραμματική με την μείξιν των φωνηέντων και των συμφώνων χτίζει ολόκληρον την
τέχνην της].
ὥσπερ σάρμα εἰκῇ κεχυμένων ὁ κάλλιστος κόσμος
Θεόφραστος, Μεταφυσικά, 7a, 14-15.
[ο κάλλιστος κόσμος είναι ένας σωρός από
σκουπίδια φύρδην μίγδην]
Ο Ηράκλειτος στο απόσπασμα αυτό δηλώνει ότι ο γενητός κόσμος είναι ένα
μίγμα τάξεως και τύχης. Η τύχη υποδηλούται υπό της εκφράσεως «σάρμα εἰκῇ
κεχυμένων», ενώ η τάξις υποδηλούται υπό της εκφράσεως «κάλλιστος κόσμος».
Κατά τον Ηράκλειτο, λοιπόν, τα πάντα εις τον
γενητόν κόσμον είναι τυχαία, ωσάν σωρός σκουπιδιών, στιβαγμένα, αλλά συγχρόνως
είναι τεταγμένα κατά τους νόμους του καλλίστου κόσμου. Με άλλα λόγια ο γενητός
κόσμος είναι η μεσότης[4] μεταξύ δύο
εναντιοτήτων, του σάρματος από την μία μεριά και του καλλίστου κόσμου από την
άλλη.
Τί έχει να ζηλέψει αυτό το απόσπασμα του
Ηρακλείτου ότι εις τον χώρον, εις το σύμπαν τα πάντα διέπονται υπό δύο αμφιδρόμων
τάσεων, την τύχην (αταξίαν) και την αντιτύχην (τάξιν) από τας θεωρίας της
Συγχρόνου Φυσικής; Απλούστατα παραπολλαί θεωρίαι της Συγχρόνου Φυσικής
αποτελούν ανακύκλησιν[5] θεωριών αρχαίων
Ελλήνων φιλοσόφων και δη προσωκρατικών, τας οποίας εμείς δεν κατανοήσαμε εγκαίρως
και δια τούτο δεν προλάβαμε να τας προβάλωμε δεόντως.
Τας εναντιότητας ή τα
ενάντια ή τα αντίξοα οι Πυθαγόρειοι τα ωνόμαζον «συστοιχίας». Περί των
συστοιχιών αυτών, επί των οποίων στηρίζεται ολόκληρος η μεταφυσική αλήθεια,
ελέχθησαν και εγράφησαν πολλά, μη σωστά εν πολλοίς. Ο Πέτρος
Γράβιγγερ[6] θεωρεί ότι
την ορθοτέραν ερμηνείαν των συστοιχιών των Πυθαγορείων έδωσαν οι Νεοπλατωνικοί
και ιδίως ο Πρόκλος.
Τας δέκα –ο ιερός
αριθμός των Πυθαγορείων- συστοιχίας του Πυθαγόρου τας αναφέρει ο Αριστοτέλης
εις το έργον του Μετά τα Φυσικά (
«ἕτεροι δὲ τῶν
αὐτῶν τούτων τὰς ἀρχὰς δέκα λέγουσιν εἶναι τὰς κατὰ συστοιχίαν λεγομένας, πέρας
[καὶ] ἄπειρον, περιττὸν [καὶ] ἄρτιον, έν [καὶ] πλῆθος, δεξιὸν [καὶ] ἀριστερόν, ἄρρεν
[καὶ] θῆλυ, ἠρεμοῦν [καὶ] κινούμενον, εὐθὺ [καὶ] καμπύλον, φῶς [καὶ] σκότος, ἀγαθὸν
[καὶ] κακόν, τετράγωνον [καὶ] ἑτερόμηκες»
Τα αντίξοα του
Ηρακλείτου παρατηρούνται καθ’ ομάδας, αι οποίαι σχηματίζουν μεγάλους κύκλους
εντός των οποίων εμπερικλείονται μικρότεροι κύκλοι αντίξων.
Τα εναντία του
Παρμενίδου αναφέρονται εις το απόσπασμα 8 (56-59) ως ακολούθως:
«καὶ δὴ καὶ
καταλογάδην μεταξὺ τῶν ἐπῶν ἐμφέρεταί τι ῥησείδιον ὡς αὐτοῦ Παρμενίδου ἔχον οὕτως·
ἐπὶ τῶι δέ ἐστι τὸ ἀραιὸν καὶ τὸ θερμὸν καὶ τὸ φάος καὶ τὸ μαλθακὸν καὶ τὸ κοῦφον,
ἐπὶ δὲὲ τῶι πυκνῶι ὠνόμασται τὸ ψυχρὸν καὶ τὸ ζόφος καὶ σκληρὸν καὶ βαρύ· ταῦτα
γὰρ ἀπεκρίθη ἑκατέρως ἑκάτερα».
Τα εναντία του
Εμπεδοκλέους αναφέρονται εις τα αποσπάσματα 122 (7-10) και 123 (7-9) του έργου
του και είναι τα ακόλουθα:
«Χθονίη τε
καὶ Ἡλιόπη ταναῶπις, Δῆρίς θ' αἱματόεσσα καὶ Ἁρμονίη θεμερῶπις, Καλλιστώ τ' Αἰσχρή τε, Θόωσά τε Δηναίη τε,
Νημερτής τ' ἐρόεσσα μελάγκουρός τ' Ἀσάφεια. Φυσώ τε Φθιμένη τε, καὶ Εὐναίη καὶ Ἔγερσις,
Κινώ τ' Ἀστεμφής τε, πολυστέφανός τε Μεγιστώ καὶ Φορύη, Σωπή τε καὶ Ὀμφαίη ...»
[σκότος-φως, πόλεμος-ειρήνη, καλόν-αισχρόν,
ταχύ-αργόν, αληθές-ψευδές, ζωή-θάνατος, καθεύδον-εγρηγορός, κίνησις-ανάπαυσις,
λάμψις-κηλίς, σιωπή-λόγος].
Ο Ηράκλειτος εννοεί
τον κόσμον ως μίαν αρμονίαν. Υπό την άρνησιν και την θέσιν, υπό τον θάνατον και
την ζωήν, υπό το φως και το σκότος, υπό την ειρήνην και τον πόλεμον κρύπτεται η
ουσία του κόσμου, κρύπτεται η υψίστη αρμονία, η οποία γι’ αυτό ακριβώς είναι
αφανής. «ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς
κρείττων» (Ιππόλυτος, Φιλοσοφούμενα,
9, 9, 5, 3).
Η σύνθεσις των αντίξων δεν είναι, βεβαίως, ποτέ
ολοκληρωτική ή τελειωτική. Πάντοτε μετά μίαν ωρισμένην σύνθεσιν επακολουθεί η
διάλυσις αυτής, η διάστασις των συντεθέντων στοιχείων. Το μέτρον τούτο, το
οποίον διέπει τα στοιχεία, η αρμονική σύνθεσις αύτη εκφράζει την ουσίαν του
κόσμου και δεν είναι έργον ούτε των θεών, ούτε των ανθρώπων, αλλά υπάρχει
αφεαυτής και θα είναι αέναος.
Ο Ηράκλειτος ήσκησεν την μεγαλυτέραν και
γονιμοτέραν επίδρασιν επί του Πλάτωνος. Η Πλατωνική θεωρία περί του γίγνεσθαι
του αισθητού κόσμου καθώς επίσης η θεωρία του περί αρμονίας και περί του κόσμου
ολοκλήρου, ως συμφωνίας αντίξων στοιχείων, αποτελεί συνέχισιν και ανάπτυξιν των
Ηρακλειτείων θεωριών[7].
«καὶ Ἡράκλειτος τὸ ἀντίξουν συμφέρον καὶ ἐκ τῶν διαφερόντων καλλίστην ἁρ-
μονίαν καὶ πάντα κατ' ἔριν γίνεσθαι»·
Αριστοτέλους, Ηθικά
Νικομάχεια 1155 b 4-6
[Τα αντίθετα ενώνονται και από τα διιστάμενα
προέρχεται η καλλίστη, η τελειοτάτη αρμονία και όλα γίνονται συμφώνως προς τους
νόμους της συζυγίας των αντιθέτων (ναντίων)].
Πρόκειται για ένα απόσπασμα γενικής σημασίας,
έναν νόμον του πνεύματος, απόρροια της διαλεκτικής. Αναφέρεται εις το γίγνεσθαι
της φύσεως και της κοινωνίας των ανθρώπων, του ανοργάνου και του οργανικού
κόσμου, του μεριστού και του σωματοειδούς χώρου.
Ελέγχθη προηγουμένως ότι ο Ηράκλειτος εννοεί
τον κόσμον ως μίαν αρμονίαν. Για να υπάρχει, όμως, αρμονία, πρέπει να υπάρχουν
αντίξοα στοιχεία, όπως είναι υψηλός-χαμηλός τόνος, θάνατος-ζωή, ύπνος-εγρήγορσις.
Η αρμονία αυτή εκφράζεται δια του γίγνεσθαι, δια της απολύτου κινήσεως και
αλλοιώσεως των πάντων.
Η Ηρακλείτειος φιλοσοφία συνοψίζεται λακωνικώτατα
εις την φράσιν «τὰ πάντα ῥεῖ» εις αντίθεσιν προς τους Ελεάτας, οίτινες
εδίδασκον την μονιμότητα και το αμετάβλητον του όντος. Κατά τον Ηράκλειτον ο
κόσμος υπάρχει μόνον επειδή μεταβάλλεται. Προκειμένου ο Πλάτων να
ακινητοποιήσει τα ἀεὶ ῥέοντα για να τα μελετήσει καλύτερα και σωστότερα,
διετύπωσεν την θεωρίαν των Ιδεών.
Η πόλωσις κατά τους
Προσωκρατικούς, η ύπαρξις δηλαδή δύο ετερονόμων οικουμενικών δυνάμεων εις τον
Κόσμον, η λεγομένη «Εναντιοδρομία» [κατά τον Εμπεδοκλέα ο ΣΦΑΙΡΟΣ (200 + 500 + 1 + 10 + 100 + 70 + 200 = 1081
= 1 + 0 + 8 + 1= 1 0 = 1 + 0 = 1) και ο ΔΙΝΟΣ (4 + 10 + 50 + 70 + 200 = 334= 3 +
3 + 4 = 10 = 1 + 0 = 1)], δεν είναι ανταγωνισμός για την επικράτησιν
συμφερόντων, όπως το αντιλαμβάνεται ο κοινός άνθρωπος, αλλά είναι μία
Ηρακλείτειος ταλάντωσις σταθερού πλάτους, τουτέστιν ένας Ηρακλείτειος πόλεμος,
δηλαδή η συνεργασία δύο αντιθέτων και παραπληρωματικών αρχών, προκειμένου να
δημιουργηθούν αρμονία και έρως για την επίτευξιν του Κόσμου.
«καὶ Ἡράκλειτος
τὸ ἀντίξουν συμφέρον καὶ ἐκ τῶν διαφερόντων καλλίστην ἁρμονίαν καὶ πάντα κατ' ἔριν
γίνεσθαι·»
Αριστοτέλους, Ηθικά
Νικομάχεια 1155 b 4-6
[Τα αντίθετα ενούνται και εκ των διισταμένων
προέρχεται η καλλίστη, η τελειοτάτη αρμονία και πάντα γίνονται συμφώνως προς
τους νόμους της συζυγίας των αντιθέτων (εναντίων)].
Παντού, εις πάντα τα επίπεδα, από του
Αρχετύπου μέχρι του Κόσμου και από του ανθρώπου μέχρι του πλέον ελαχίστου
τεμαχίου της ύλης, ο νόμος της ισορροπίας των αντιθέτων επικρατεί. Την διαμάχην
ταύτην οι αρχαίοι την απεκάλεσαν λ.χ. ο Ηράκλειτος «Πόλεμον» και «έριν», ο δε
Εμπεδοκλής «νείκος». Αύται αι αντίθετοι και αντιμαχόμενοι αρχαί δεν πρέπει να
θεωρούνται ως εχθρικαί η μία προς την άλλην, σκοπεύουσαι εις την επικράτησιν
της μιας εις βάρος της άλλης, όπως γίνεται εις τους συνήθεις πολέμους.
Αντιθέτως, εις το μεταφυσικόν πεδίον ο πόλεμος ούτος, η έρις αύτη είναι σκόπιμος
και διέπεται υπό της «δικαιοσύνης».
Ο Πλούταρχος εις το έργον του Περί Ίσιδος και Οσίρεως (370, C11-D1) αναφέρει ότι η Αρμονία προέρχεται εκ του Άρεως και της Αφροδίτης. Ο
πρώτος είναι σκληρός και πολεμοχαρής[8], αντιπροσωπεύει τον
θυμόν και την καταστροφικήν μανίαν και η άλλη, ως θεά του έρωτος, είναι
γλυκεία, είναι προστάτις των γεννήσεων και αντιπροσωπεύει την επιθυμίαν.
«ἐκ δ' Ἀφροδίτης
καὶ Ἄρεος Ἁρμονίαν γεγονέναι μυθολογούντων, ὧν ὁ μὲν ἀπηνὴς καὶ φιλόνεικος, ἡ δὲ
μειλίχιος καὶ γενέθλιος.
τὰ γὰρ
Σικελικὰ δόγματα καὶ τὴν Ἐμπεδόκλειον γνώμην ἔοικεν ἀπὸ τούτων βεβαιοῦν, Ἄρην μὲν
ὀνομάσας τὸ νεῖκος, τὴν δὲ Ἀφροδίτην φιλίαν. Τούτους οὖν διεστηκότας ἐν ἀρχῇ
παρεισήγαγεν Ὅμηρος ἐκ τῆς πάλαι φιλονεικίας εἰς μίαν ὁμόνοιαν κιρναμένους. Ὅθεν
εὐλόγως ἐξ ἀμφοῖν Ἁρμονία γεγένηται τοῦ παντὸς ἀσαλεύτως καὶ κατ' ἐμμέλειαν ἁρμοσθέντος».
Ηράκλειτος, ο Ποντικός, Αλληγορίαι, 69, 8 ,1 - 10, 3
[Ο Όμηρος δι’ αυτών φαίνεται να επιβεβαιώνει τα
δόγματα της Σικελικής σχολής και την άποψιν του Εμπεδοκλέους. Ονομάζει Άρην το
«νείκος» και Αφροδίτην την «φιλότητα». Αυτούς, λοιπόν, οι οποίοι κατά πρώτον
ήσαν αντίπαλοι αρχαί, μετά από την παλαιάν φιλονικίαν των, τους παρουσιάζει ηνωμένους
μετ’ απολύτου αρμονίας. Είναι, λοιπόν, λογικόν εξ αυτών των δύο να εδημιουργήθη
Αρμονία, όταν το σύμπαν ηνώθη αταράχως και αρμονικώς].
Το γεγονός ότι η Αρμονία προκύπτει εκ της
δραστηριότητος δύο τόσο διαφορετικών θεών, μετά τόσον εναντίων ιδιοτήτων, την
αγάπην και την διχόνοιαν, αι οποίαι αλληλοανταγωνίζονται, όπως είναι ο Άρης και
η Αφροδίτη, σημαίνει ότι δημιουργούν περισσότερον πλουσίαν Αρμονίαν.
«οὐ ξυνιᾶσιν
ὅκως διαφερόμενον ἑωυτῶι ὁμολογέει· παλίντροπος ἁρμονίη ὅκωσπερ τόξου καὶ λύρης».
Ηράκλειτος, Αποσπάσματα, Απόσπασμα 51 2-4.
[Δεν καταλαβαίνουν οι άνθρωποι κατά ποιόν
τρόπον αυτό, που χωρίζεται εις τα δύο, επανασυνδέεται εις ένα με τον εαυτόν
του· πρόκειται για την παλίντροπον (=ταλαντωτικήν) κίνησιν, όπως ακριβώς
συμβαίνει εις το τόξο και την λύρα].
Το απόσπασμα αυτό αναφέρεται εις την ύπαρξιν
των μεσοτήτων εντός του χώρου των αντιξόων, αι οποίαι τα αλληλοσυνδέουν,
εξασφαλίζουσαι την διατήρησιν ανταλλαγής ενεργείας μεταξύ των αντιξόων.
Ο Ηράκλειτος αναφέρεται εις την δημιουργίαν πολυπλοκότητος εκ της διασπάσεως του ενός εις πολλά. Όταν αύτη η διάσπασις, ο διαχωρισμός ούτος δεν γίνεται κατά τυχαίον τρόπον, αλλά γίνεται κατά λόγον, τότε ουδεμία επέρχεται αλλοίωσις. Τούτο μας διδάσκει ο Αρχύτας ο Πυθαγόρειος, όστις διασπά ἓν μη πυθμενικόν επιμόριον μουσικόν διάστημα εις πλήθος κατά προσέγγισιν ίσων μεταξύ των επιμορίων μουσικών διαστημάτων[9].
3. Πυθαγόρειοι[10] Αναλογικότητες ή
Αναλογίαι ή ανά λόγον Μεσότητες
Κατά τον
ρουν της Ιστορίας αι θρησκείαι ενεκλώβισαν τον άνθρωπον μεταξύ δύο αντιξόων: το
αγαθόν και το κακόν, ήτοι τον Θεόν και τον Διάβολον και το απ’ ανέκαθεν
τιθέμενον μέγα φιλοσοφικόν ή/και θεολογικόν ερώτημα «οποία η στάσις του
ανθρώπου μεταξύ των αντιξόων;» χρήζει απαντήσεως.
Οι Πυθαγόρειοι
απήντησαν εκφραζόμενοι μαθηματικώς δι’ ακεραίων και μόνον αριθμών εις το εν λόγῳ
ερώτημα. Η Πυθαγόρειος πρότασις εμπεριέχει ΔΕΚΑ θέσεις –στάσεις ζωής- εκ των
απείρων Γεωμετρικών θεωρητικώς υπαρχουσών θέσεων μεταξύ των αντιξόων, ήτοι ΔΕΚΑ
ανά λόγον μεσότητες, η μελέτη των οποίων αποτελεί την θεωρίαν των
μεσοτήτων ή των αναλογικοτήτων ή των αναλογιών[11].
«αἱ δέκα ἀριθμητικαὶ σχέσεις πέρας ἡμῖν τῆς θεωρίας»
Νικόμαχος, Αριθμητική Εισαγωγή,
1, 23, 4, 1-2
Δια των ανά
λόγον μεσοτήτων οι Πυθαγόρειοι εγκαθίδρυσαν την συμμετρίαν του χώρου των
εναντίων καθώς επίσης και την συμμετρίαν του χρόνου[12].
Η καλλίστη αρμονία αποδίδεται ή αντιστοιχίζεται
εις την δομήν κατά την οποίαν η αρμονική και η αριθμητική μεσότητες μεταξύ των
εναντίων 1 (ταὐτότης) και 2 (ἑτερότης), τα οποία ορίζουν την αρμονίαν (οκτάβα) παρεμβάλλονται
εις αυτά καθεαυτά τα ενάντια (1, 4/3, 3/2, 2 ή 6, 8, 9, 12) –πολίντροπος ή
καλλίστη αρμονία- ενώ η παρεμβολή μιας μόνον εξ αυτών των δύο μεσοτήτων
αποδίδει την φανεράν ή την αφανή αρμονίαν, αντιστοίχως[13].
[1] Συνέσιος ο
Κυρηναίος (370 - 413/414 μ.Χ.), φιλόσοφος και συγγραφέας, νεοπλατωνικός και
τέλος επίσκοπος Πτολεμαΐδος.
[2] G.S. KIRK – J.E. RAVEN – M. SCHOFIELD, OI ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ, ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ
ΙΔΡΥΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ, ΑΘΗΝΑ 1983.
Χ. Α. ΛΑΜΠΡΙΔΗΣ, ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ, Πάτραι, Βιβλιοπωλείον «ΚΛΕΙΩ», Πατρέως 27.
Θεόδωρος Χρηστίδης, Ο ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ, Ο ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ, ΕΞΑΝΤΑΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ Α.Ε., Αθήνα,
2009.
Χαράλαμπος Χ. Σπυρίδης, Η Αρμονία κατά τον Ηράκλειτο τον Εφέσιο, Αυτοέκδοση, Αθήνα,2017.
[3] Η λέξις αρμονία προέρχεται εκ του ρήματος ἀραρίσκω, όπερ σημαίνει συνάπτω,
ενώνω, συναρμόζω, βάλλω μαζί, προσαμόζω κάτι με κάτι, συναρμολογώ κάτι με κάτι,
εφοδιάζω κάτι με κάτι.
Η λέξις αρμονία είναι πολυδύναμος, ως έχουσα
πλείστας όσας σημασίας. Δεν έχει σημασίαν το
πεδίον εις το οποίον αναφέρεται η αρμονία. Δυνατόν να αναφέρεται εις την Τέχνην
και τας τεχνικάς κατασκευάς (Γλυπτική, Ζωγραφική, Αρχιτεκτονική κλπ.), εις την
Μουσικήν, εις τας σχέσεις των ανθρώπων και οπουδήποτε υπάρχει ανάγκη να
συνυπάρξουν και να συνευρεθούν διαφορετικαί εν γένει οντότητες, αποδίδουσα το βέλτιστον αισθητικόν αποτέλεσμα εν συνδυασμῷ
με τας λειτουργικάς απαιτήσεις.
Χαράλαμπος Χ. Σπυρίδης, Η Αρμονία κατά τον Ηράκλειτο τον Εφέσιο, Αυτοέκδοση, Αθήνα,2017.
[4] Βλέπε κατωτέρω εις το κεφάλαιον «Πυθαγόρειοι Αναλογικότητες ή Αναλογίαι ή
Μεσότητες».
[5] ἀνακυκλόω -ῶ και ἀνακυκλέω –ῶ
ἀνακυκλόω -ῶ εις την δημοτικήν ανακυκλώνω,
περικυκλώνω εκ νέου, ξανακυκλώνω.
ἀνακύκλωσις, -εως, σημαίνει το να
ξανακυκλώνει κάποιος κάτι, το οποίον εις το παρελθόν ήταν κυκλωμένο, ήταν
περιστοιχισμένο· η εκ νέου περικύκλωσις.
ἀνακύκλησις, -εως·εκ του αρχαίου
ρήματος ἀνακυκλέω –ῶ = η κατά σχήμα κύκλου επανάληψις, η επαναφορά εις το
ίδιον σημείον μετά από κυκλικήν πορείαν, η περιοδική επανάληψις ύστερα από κυκλικήν
πορείαν: η ανακύκλησις των ετών.
Εις τον χώρον της Φιλοσοφίας πρόκειται περί
της φιλοσοφικής θεωρίας, κατά την οποίαν τα πάντα, τα οποία λαμβάνουν χώραν εις
τον κόσμον επαναλαμβάνονται εις καθωρισμένας χρονικάς περιόδους, ότι δηλαδή
πολλά γεγονότα ή πράγματα πραγματοποιούν μιαν κυκλικήν πορείαν και
ξανασυμβαίνουν.
Πάμπρωτος ο σκοτεινός φιλόσοφος μίλησε για
την ανακύκλησιν των στοιχείων του σύμπαντος κόσμου. Εις τον Ηράκλειτον η
ανακύκλησις των στοιχείων του σύμπαντος κόσμου παίρνει την μορφήν των
μεταλλαγών, των μετασχηματισμών του στοιχείου του πυρός (υπ’ αριθμόν 76 διασωθέν απόσπασμα από το σύγγραμμά του «Περὶ Φύσιος») «ζῇ πῦρ τὸν γῆς θάνατον καὶ ἀὴρ ζῇ τὸν πυρὸς
θάνατον, ὕδωρ ζῇ τὸν ἀέρος θάνατον, γῆ τὸν ὕδατος»
[Ο θάνατος της γης
είναι ζωή του πυρός, ο θάνατος του πυρός είναι ζωή του αέρος, ο θάνατος του
αέρα είναι ζωή του ύδατος, ο θάνατος του ύδατος είναι ζωή της γης]
Εις μίαν περισσότερον ελευθέραν απόδοσιν η
Ηρακλείτειος ρήσις αύτη μας λέει ότι το πυρ μετασχηματίζεται εις αέρα, ο αήρ
μετασχηματίζεται εις ύδωρ, το ύδωρ μετασχηματίζεται εις γην και ο μετασχηματισμός
της γης εις πυρ ολοκληρώνει την ανακύκλησιν των στοιχείων του σύμπαντος κόσμου.
Όσον αφορά εις τα λεγόμενα του Πλάτωνος για την ανακύκλησιν (περιοδικήν μεταλλαγήν) των πραγμάτων εις το επίγειον βασίλειον, τονίζεται ότι όλα τα μέρη του σύμπαντος κόσμου δεν είναι ικανά να συμμετάσχουν ομοιοτρόπως εις την θείαν πρόνοιαν της θεότητος. Ένια εξ αυτών την απολαμβάνουν αενάως και έτερα την απολαμβάνουν περιοδικώς. Ένια εξ αυτών την απολαμβάνουν πρωταρχικώς και έτερα την απολαμβάνουν δευτερευόντως.
Ο Πλάτων αποκαλεί περιόδους ευφορίας και
περιόδους α-γονίας τας διαφόρους περιόδους κατά τας οποίας συμβαίνουν αι
διάφοροι ανακυκλήσεις (μεταλλαγαί) των σωμάτων λόγῳ της αενάου περιστροφής του
ουρανού. Μία εκ των πραγματοποιουμένων μεταλλαγών εις τους ανθρώπους, τα ζώα
και τα φυτά είναι η γονιμότης και η στειρότης αυτών. Κατά τας γονίμους
περιόδους το ανθρώπινον είδος αριθμητικώς αυξάνει και πνευματικώς, σωματικώς,
ποιοτικώς υπερέχει των ανθρώπων των αγόνων περιόδων. Ανάλογα συμβαίνουν και εις
τα ζώα και εις τα φυτά.
Ο Πλάτων δια του αριθμού των θείων γεννητών
φαίνεται ενήμερος για απάσας τας κινήσεις, τας οποίας εκτελεί ο πλανήτης Γη εις
το ουράνιον στερέωμα. Εξ αυτού του αριθμού, άλλωστε, και με τας μαθηματικάς
γνώσεις του Περί Διαιρετότητος των αριθμών καθώρισεν επακριβώς τις βραχυπόρους
περιόδους των βραχυβίων ανθρώπων και, μάλιστα, των εποχών ευγονίας (ευφορίας)
και α-γονίας (αφορίας) αυτών.
Ως κατακληίδα, εις τα ρήματα κυκλέω, -ῶ /
ἀνακυκλέω, -ῶ και εις το ουσιαστικόν ανακύκλησις δηλούται κυρίως η
σημασία της «επιστροφής, της επανόδου εις την αφετηρίαν, της επαναλήψεως», ενώ
δια των ρημάτων κυκλόω, -ῶ, ἀνακυκλόω, -ῶ και δια του ουσιαστικού ανακύκλωσις
το βάρος πίπτει εις την σημασίαν του «κύκλου»: κυκλόω = περικυκλώνω,
κυκλέω / ανακυκλέω= επανέρχομαι, επιστρέφω, επαναλαμβάνομαι.
Εις τον Αριστοτέλην απαντάται: (αἱ αὐταὶ
δόξαι ἀνακυκλοῦνται ἐν τοῖς ἀνθρώποις, 339β.29).
Κατά τα ανωτέρω, η ανακύκλησις, ήτις
δηλώνει «την επαναφοράν εις την αρχικήν μορφήν, την επανάληψιν», δύναται να
δηλώσει και την μετατροπήν και επαναχρησιμοποίησιν της πρώτης ύλης, ήτις προέρχεται εκ μη χρησιμοποιουμένων πλέον
υλικών, μετά από κατάλληλον τεχνικήν επεξεργασίαν
λ.χ. των απορριμμάτων, του χάρτου, των μετάλλων, του πλαστικού, των αποβλήτων καλύτερον
της λέξεως ανακύκλωσις, ήτις προσφέρεται για την δήλωσιν της «κυκλικής
κινήσεως».
[6] Πέτρος
Γράβιγγερ, Ο Πυθαγόρας και η Μυστική
Διδασκαλία του Πυθαγορισμού, Εκδόσεις Ιδεοθέατρον & Διμελή, Αθήνα,
1998.
[7] Χαράλαμπος Χ. Σπυρίδης, Πλάτωνος Τίμαιος: ΓΕΝΕΣΙΣ ΨΥΧΗΣ ΚΟΣΜΟΥ (γραμμικές
και λαβδοειδείς λύσεις), Εκδόσεις GRAPHOLINE, Αθήνα,
2008, σελ. 178.
[8] Ο Άρης
λαμβάνει το όνομά του από την «αρήν», ήτις σημαίνει βλάβην.
[9] Χαράλαμπος
Χ. Σπυρίδης, Αἱ καθ’ Ἁρμονικὴν Πυθαγόρειοι δόξαι, αυτοέκδοσις, Αθήναι, 2014.
[10] Οι δέκα αναλογίες μνημονεύονται υπό του Νικομάχου εις την
πραγματείαν του Αριθμητική
Εισαγωγή και υπό του Πάππου εις την πραγματείαν του Συναγωγή.
[11] Χαράλαμπος Χ. Σπυρίδης, Πλάτωνος Τίμαιος: ΓΕΝΕΣΙΣ ΨΥΧΗΣ ΚΟΣΜΟΥ (γραμμικές
και λαβδοειδείς λύσεις), Εκδόσεις GRAPHOLINE, Αθήνα,
2008, σελ. 28.
Χαράλαμπος Χ. Σπυρίδης, ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΑΛΛΗΓΟΡΙΑΙ
ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΑΡΡΗΤΟΝ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΟΝ ΜΟΥΣΙΚΗΝ, Αυτοέκδοσις, Αθήνα, 2020. σελ. 92 κ.ε..
[12] τὸ δὲ νῦν ἐστι μεσότης τις, καὶ ἀρχὴν καὶ τελευτὴν ἔχον ἅμα, ἀρχὴν μὲν τοῦ
ἐσομένου χρόνου, τελευτὴν δὲ τοῦ παρελθόντος
Αριστοτέλης, Φυσικά, 251b, 20-22.
[13] Χαράλαμπος Χ. Σπυρίδης, Η Αρμονία
κατά τον Ηράκλειτο τον Εφέσιο, Αυτοέκδοση, Αθήνα,2017, σελ. 69 κ.ε..
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook