ΑΓΙΑ ΘΕΟΔΩΡΑ ΠΕΤΡΑΛΕΙΦΑ, ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ της ΑΡΤΑΣ και το ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ - και ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ με τον ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ Γ΄ ΔΟΥΚΑ ΒΑΤΑΤΖΗ - του Ιω. Α. Σαρσάκη

ΑΓΙΑ ΘΕΟΔΩΡΑ ΠΕΤΡΑΛΕΙΦΑ,
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ της ΑΡΤΑΣ
και το ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ
και ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ με τον ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ
ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ Γ΄ΔΟΥΚΑ ΒΑΤΑΤΖΗ

Tου Ιωάννη Α. Σαρσάκη (Καστροπολίτη)


«Το μόνο μέλος της ηγεμονικής οικογένειας της Ηπείρου, που λατρεύθηκε κατά τον ίδιο τρόπο (με τον Ιωάννη Βατάτζη), υπήρξε η βασίλισσα Θεοδώρα, σύζυγος του Μιχαήλ Β΄, που η μνήμη της τιμάται ακόμη και σήμερα στην Άρτα, και που ανάλωσε τη ζωή της στην προσπάθεια να συνεργασθούν όλοι οι Έλληνες για την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης»

Ντόναλτν Μ. Νίκολ

 

          Στις αρχές του 13ου αιώνα, και πιο συγκεκριμένα στα 1204, η πρωτεύουσα της Ρωμανίας / Βυζαντίου[1], η Κωνσταντινούπολη : «η πιο ισχυρή πόλη που υπήρξε σ΄ όλον τον κόσμο, που ήταν μεγάλη και η πιο καλά οχυρωμένη»[2], πέφτει, λόγω των δυναστικών ερίδων και της κυβερνητικής ανεπάρκειας των αυτοκρατόρων της δυναστείας των Αγγέλων, στα ανίερα χέρια των Φράγκων της Δ΄ σταυροφορίας. Η πάλαι ποτέ κραταιά αυτοκρατορία, διαιρείται και διασπάται, κυρίως, σε 5 Φραγκολατινικά και σε 3 Ελληνικά κράτη. Οι Ελληνικές εστίες αντίστασης που δημιουργήθηκαν μετά την άλωση ήταν:

- το βασίλειο της Νίκαιας (στη Μικρά Ασία) υπό τον Θεόδωρο Α’ Λάσκαρη,

- της Τραπεζούντας (στον Εύξεινο Πόντο) υπό τους Αλέξιο και Δαβίδ Μεγαλοκομνηνούς και

- το Δεσποτάτο της Ηπείρου (στην Ήπειρο) υπό τον Μιχαήλ Δούκα Άγγελο Κομνηνό. 

Τα κράτη αυτά ανέλαβαν τον αγώνα για την απελευθέρωση της Βασιλεύουσας και την αποκατάσταση της αυτοκρατορίας, αντιμαχόμενα όμως μεταξύ τους. Ο Διονύσιος Ζακυθηνός αναφέρει σχετικώς: «Το θεμελιώδες μειονέκτημα της ελληνικής αντιστάσεως συνίστατο εις το ότι αύτη είχε διασπασθεί εις πολλάς εστίας, όχι μόνον αυτονόμους, αλλά και φερομένας προς σκληράς συγκρούσεις»[3].

Το δίδυμο τείχος - κάστρο, Διδυμότειχο στον Έβρο της Θράκης...

          Μετά τις πρώτες δύο δεκαετίες του 13ου αιώνα, η Νίκαια και η Ήπειρος κατάφεραν να ισχυροποιηθούν, και να καταστούν στην συνείδηση εχθρών και φίλων, ως οι δύο ηγέτιδες δυνάμεις του ελληνισμού, δυνάμενες να ανακαταλάβουν την Βασιλεύουσα. Παρ' όλο που τα δύο ελληνικά κράτη, ενεργούσαν αυτόνομα, κατάφεραν να περιορίσουν τους αντιπάλους τους, και να απελευθερώσουν μεγάλα τμήματα της αυτοκρατορίας. Το δεσποτάτο της Ηπείρου με τον Θεόδωρο Άγγελο (αδελφό του Μιχαήλ Αγγέλου), φάνηκε πιο επιθετικό και εδραίωσε την κυριαρχία του από τη δυτική Ελλάδα μέχρι τη Μακεδονία και τη Θράκη, κατορθώνοντας να απελευθερώσει και την συμβασιλεύουσα πόλη της Θεσσαλονίκης (για το λόγο αυτό οι ιστορικοί ονομάζουν το κράτος της Ηπέιρου και ως δεσποτάτο ή αυτοκρατορία της Θεσσαλονίκης). Η υπέρμετρη όμως φιλοδοξία του Θεοδώρου Αγγέλου, τον ώθησε σε λανθασμένες στρατηγικές αποφάσεις, με αποτέλεσμα να ηττηθεί από τους Βουλγάρους το 1230 στην μάχη της Κλοκότνιτσας και κατά συνέπεια να μειωθεί η ισχύς του δεσποτάτου. Την ήττα αυτή, εκμεταλλεύτηκε το αντίπαλο δέος της Ηπείρου, το βασίλειο της Νίκαιας. Ο Ιωάννης Καραγιαννόπουλος ιστορεί τα εξής : «Η ήττα της αυτοκρατορίας της Θεσσαλονίκης (δεσπ. Ηπείρου) άφηνε την πρώτη θέση στον αγώνα για ανάκτηση της Κωνσταντινουπόλεως στην αυτοκρατορία της Νίκαιας»[4]. Την εποχή εκείνη βασιλιάς στη Νίκαια ήταν ο εκ Διδυμοτείχου καταγόμενος, Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης[5] (1222-1254), για τον οποίο ο πατριάρχης της Ελληνικής Ιστορίας Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γράφει : «Η κατάλυση της εν Θεσσαλονίκη αυτοκρατορίας και η συνένωση του μεσαιωνικού ελληνισμού, υπό την αυτοκρατορία της Νικαίας, μαρτυρεί ότι αυτός (ο ελληνισμός) όσο και αν είχε παρακμάσει, διατηρούσε κάποια συστατικά πολιτικής εμπειρίας, δεξιότητας και δυνάμεως περισσότερα από όσα με τον καιρό προσέλαβε ο προ μικρού σε νέο πολιτικό βίο ανακύψας νέος ελληνισμός. Η δε ένωσης αυτή υπήρξε το κυριότατο κατόρθωμα του Ιωάννη Βατάτζη αλλά όχι και το μόνο»[6].

          Ο Ιωάννης Βατάτζης, ο οποίος ανήκει στη χορεία των αγίων της εκκλησίας μας, υπήρξε ένας από τους αξιολογότερους αυτοκράτορες της Ρωμανίας/Βυζαντίου. Ο Αλεξάντερ Βασίλιεφ κάνοντας ένα απολογισμό του έργου του, παραθέτει τα παρακάτω : «Ο Ιωάννης Βατάτζης υπήρξε πολύ ικανός και πολύ δραστήριος πολιτικός, και ήταν αυτός ο κύριος δημιουργός της αποκατασταθείσης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η εξωτερική δράση του Βατάτζη υπήρξε εξαιρετικά σημαντική, διότι εξαλείφοντας βαθμιαίως όλους τους υποψηφίους αποκαταστάτας της αυτοκρατορίας, τους άρχοντες δηλαδή της Θεσσαλονίκης, της Ηπείρου και της Βουλγαρίας απέκτησε υπό την εξουσία του τόση έκταση, όση ουσιαστικώς αρκούσε για την επανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο κύριος ρόλος της αποκαταστάσεως ανήκει στον Ιωάννη Βατάτζη και το 1261 ο Μιχαήλ Παλαιολόγος, απλώς, επωφελήθηκε από τα αποτελέσματα της επιμονής και της δραστηριότητας του καλύτερου αυτοκράτορα της Νίκαιας. Οι μετά τον Ιωάννη Βατάτζη γενεές τον θυμούνται ως Πατέρα των Ελλήνων»[7].

          Επί της εποχής του Ιωάννη Βατάτζη, έγιναν κάποιες προσπάθειες ώστε να ομονοήσουν τα δύο ελληνικά κράτη. Χαρακτηριστικά ο Ντόναλντ Μ. Νίκολ σημειώνει: «Ο Βατάτζης αποφάσισε να υιοθετήσει μια νέα τακτική στην προσέγγιση του προβλήματος. Πρότεινε να συνδεθούν οι ηγετικές οικογένειες της Ηπείρου και της Νίκαιας με γάμο»[8]. Έτσι αποφασίστηκε το 1249, να πραγματοποιηθεί ένα συνοικέσιο μεταξύ της εγγονής του Βατάτζη, Μαρίας (κόρης του Θεοδώρου Β΄ Δούκα Λάσκαρη) και του Νικηφόρου, πρωτότοκου γιού του Μιχαήλ Β΄ Αγγέλου. Από την πλευρά της Ηπείρου, πρωτεργάτης για την επίτευξη του συνοικεσίου και την ομαλοποίηση των σχέσεων των δύο πλευρών, υπήρξε μία άλλη Αγία μορφή της εκκλησίας μας, η σύζυγος του δεσπότη Μιχαήλ και μητέρα του Νικηφόρου, Θεοδώρα Πετραλείφα. «Η επιρροή της Θεοδώρας στα πολιτικά πράγματα φαίνεται πως ήταν αξιόλογη, και η πολιτική της ήταν συχνά αντίθετη με τις φιλοδοξίες του συζύγου της. Φαίνεται πως επιθυμία της ήταν να εμποδίσει τον Μιχαήλ να σπαταλάει τους πόρους της χώρας σε απερίσκεπτες επιχειρήσεις για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης ενθαρρύνοντας μια ειρηνική ένωση ανάμεσα στην Ήπειρο και τη Νίκαια»[9].

          Έτσι τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, δύο άγιες μορφές της Ορθοδοξίας, ο Άγιος Βασιλεύς Ιωάννης Βατάτζης και η Αγία Θεοδώρα Βασίλισσα της Άρτας, συνεργάζονται για το κοινό όφελος της Ρωμιοσύνης. Στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών, ο μεγάλος Βρετανός βυζαντινολόγος Ντόναλντ Μ. Νίκολ κάνει μνεία στο ήθος και στην υστεροφημία των δύο προαναφερθέντων αγίων, παραθέτοντας τα εξής: «Ο Ιωάννης Γ΄ κατέχει τιμητική θέση ανάμεσα στους βυζαντινούς αυτοκράτορες. Επί πλέον υπήρξε, αντίθετα με τους αντιπάλους του της Ηπείρου, ένας τίμιος άνθρωπος, που ενέπνευσε αγάπη στους υπηκόους με αποτέλεσμα να τιμάται ως τοπικός Άγιος στο Νύμφαιο, όπου πέθανε, και στη Μαγνησία, όπου τάφηκε. Το μόνο μέλος της ηγεμονικής οικογένειας της Ηπείρου, που λατρεύθηκε κατά τον ίδιο τρόπο, υπήρξε η βασίλισσα Θεοδώρα, σύζυγος του Μιχαήλ Β΄, που η μνήμη της τιμάται ακόμη και σήμερα στην Άρτα, και που ανάλωσε τη ζωή της στην προσπάθεια να συνεργασθούν όλοι οι Έλληνες για την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης»[10].

ΔΙΑΒΑΣΤΕ επίσης:

Γ. Λεκάκης "Ήπειρος, η γωνιά που πέτρωσε στο 5".

          Προτού επεκταθούμε στα γεγονότα που αφορούν στο συνοικέσιο και στις διπλωματικές σχέσεις Νίκαιας και Ηπείρου, θα παραθέσουμε στοιχεία που αποδεικνύουν τις σχέσεις των προγόνων της Αγίας Θεοδώρας (της οικογενείας Πετραλείφα) με το Διδυμότειχο, και ακολούθως θα παραθέσουμε μία σύνοψη του βίου της.

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΤΑΤΖΗΣ και η ΑΓΙΑ ΘΕΟΔΩΡΑ ΑΡΤΑΣ
ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΣΑΡΣΑΚΗ.


ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ για το ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ, ΕΔΩ.


Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΠΕΤΡΑΛΕΙΦΑ

ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΤΟ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ

ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ ΒΑΤΑΤΖΗ

 

          Το επώνυμο Πετραλείφας, συναντάται στις ιστορικές πηγές από τον 11o μέχρι τον 13o αιώνα, ο Ντόναλντ Μ. Νίκολ αναφέρει περί της οικογενείας τα εξής : «Η οικογένεια Πετραλείφα ήταν Νορμανδο-ιταλικής φυλής. Καταγόταν από κάποιον Πέτρο από την Αλείφα, που ήταν γιός ή αδελφός του Ροβέρτου, άρχοντα του Caiazzo και της Αλείφας κοντά στην Caserta, που ισχυρίζονταν πως είναι συγγενής με τους Νορμανδούς κόμητες της Αβέρσας και τους πρίγκιπες της Κάπουας»[11]. Αναφορικά με τον ιδρυτή της οικογενείας (στη Ρωμανία/Βυζάντιο), Πέτρο Πετραλείφα, από την εγκυκλοπαίδεια Δομή διαβάζουμε τα παρακάτω : «Πρώτος της οικογένειας αυτής αναφέρεται ο Πέτρος ντ’ Άλφια, από τη γαλλική Νορμανδία, ο οποίος το 1081 ακολούθησε τον ηγεμόνα των Νορμανδών της κάτω Ιταλίας Ροβέρτο Γυισκάρδο στην εκστρατεία του στην Αλβανία, κατά τη διάρκεια της οποίας αυτομόλησε μαζί με άλλους προς τους Βυζαντινούς και αργότερα εγκαταστάθηκε στη Θράκη. Έτσι έγινε ο γενάρχης της οικογένειας που εξελληνίστηκε και που κατά παραφθορά του ονόματός του ονομάστηκε Πετραλείφας»[12]. Η Άννα Κομνηνή αναφερόμενη στην πολιορκία του Δυρραχίου από τους Νορμανδούς του Βοημούνδου, στις αρχές του 12ου αιώνα, χαρακτηρίζει τον Πέτρο Πετραλείφα περιβόητο πολεμιστή και έμπιστο του αυτοκράτορα Αλεξίου Α΄ Κομνηνού. Ενδεικτικά η σοφή πριγκίπισσα ιστορεί τα κατωτέρω : «Θέλοντας να σπείρει τη διχόνοια ανάμεσα στους κόμητες και στον Βοημούνδο (ο Αλέξιος Α΄) και να κλονίσει κάπως ή και να διαρρήξει τον μεταξύ τους συνασπισμό, στήνει το εξής τέχνασμα. Καλεί κοντά του τον σεβαστό Μαρίνο από τη Νεάπολη και μαζί τον Ρογέρη, έναν επιφανή Φράγκο, και τον Πέτρο Αλίφα, πολεμιστή περιβόητο, που είχε κρατήσει ακράδαντη την πίστη του προς τον αυτοκράτορα»[13].

          Περί της εγκαταστάσεως του Πέτρου Πετραλείφα και της οικογένειάς του στην Θράκη και πιο συγκεκριμένα στο Διδυμότειχο, ο Ντόναλντ Μ. Νίκολ αναφέρει : «Γύρω στα 1107, αφού πολέμησε για τον Αλέξιο εναντίον του Βοημούνδου στο Δυρράχιο, ο Πέτρος φαίνεται πως εγκαταστάθηκε στην περιοχή του Διδυμοτείχου (Δημότικα) στη Θράκη, όπου η οικογένεια του παρέμεινε φεουδαρχική μέχρι την Λατινική κατάκτηση, εποχή κατά την οποία παρουσιάζεται πέρα για πέρα εξελληνισμένη. Σαράντα χρόνια αργότερα ο Νικήτας (Χωνιάτης) αναφέρει την απαράμιλλη γενναιότητα τεσσάρων αδελφών Πετραλείφα από το Διδυμότειχο κατά την πολιορκία της Κέρκυρας από το Μανουήλ Α΄»[14].

          Όσον αφορά τον εξελληνισμό του ονόματος Πέτρος ντ’ Άλφια σε Πετραλείφας, παρενθετικά να αναφέρω ότι, καθ΄ όλη τη διάρκεια της ελληνικής ιστοριογραφίας από τα αρχαία χρόνια μέχρι και τα νεότερα, ο εξελληνισμός των ξένων ονομάτων αποτελεί ένα συχνό φαινόμενο. Ο κ. Κωνσταντίνος Χολέβας (πολιτικός επιστήμον) αναφέρει σχετικώς : «Διαβάζοντας τους Αρχαίους Έλληνες και τους Βυζαντινο-Ρωμηούς συγγραφείς θαυμάζουμε την επιμονή τους να εξελληνίζουν τα ξένα ονόματα. Οι Βυζαντινοί ιστορικοί και χρονογράφοι συνεχίζουν με πάθος και με αντίστοιχη ευρηματικότητα (αντίστοιχη με τους αρχαίους Έλληνες για τους οποίους αναφέρει παραπάνω αλλά για την οικονομία του χώρου δεν το παραθέτω), θα έλεγα και με μια ευτράπελη διάθεση, τον πλήρη εξελληνισμό των ονομάτων ξένων, πολιτικών ή στρατιωτικών. Η εμμονή αυτή δείχνει τον μεγάλο σεβασμό των Ελλήνων συγγραφέων στη γλώσσας μας καθ΄ όλη τη μακρόχρονη πορεία και διαχρονική συνέχεια του Ελληνισμού»[15].

Επανερχόμενοι στην ιστορική διαδρομή της οικογενείας Πετραλείφα, συμπληρωματικά αναφέρουμε ότι: «Δύο άλλα μέλη της οικογενείας, ο Νικηφόρος και ο Αλέξιος Πετραλείφας, αναφέρονται το 1167 και το 1175. Και ανάμεσα στους ¨άρχοντες της Κωνσταντινουπόλεως¨ που συνωμότησαν εναντίον του Ισαάκ Β΄, καμιά εικοσαριά χρόνια αργότερα ήταν και ο Ιωάννης Πετραλείφας που, υπό τον ίδιο Αυτοκράτορα κυβερνούσε τη Θεσσαλία και τη Μακεδονία με το βαθμό του Σεβαστοκράτορα. Κατά την εποχή αυτή ένα μέρος της οικογενείας φαίνεται πως εγκαταστάθηκε στην περιοχή των Σερβίων στη βόρειο Θεσσαλία»[16].

          Ο Ιωάννης Πετραλείφας ήταν ο πατέρας της Αγίας Θεοδώρας, για τον οποίο από το συναξάρι της Αγίας αντλούμε τις παρακάτω πληροφορίες : «Ο δε Ιωάννης Πετραλείφας, ο πατήρ της μακαριωτάτης Αγίας Θεοδώρας, ήτο τότε νέος κατά την ηλικίαν και ανύπανδρος και εις τον οποίον ο βασιλεύς Αλέξιος (πιθανότατα ο Γ΄ Άγγελος και όχι ο Αλέξιος Α΄ Κομνηνός που αναφέρει το συναξάρι) έδωκεν ως νόμιμον σύζυγον μιαν ευγενεστάτην αρχοντοπούλα, θυγατέρα άρχοντος τινος του παλατιού του, διότι και ο πατήρ της Αγίας ήτο από γένος ευγενές και λαμπρόν. Έπειτα τον έκαμε και μέγα αυθέντην, ίνα εξουσιάζει όλην τη Θεσσαλονίκην και Μακεδονίαν»[17]. Επίσης για τον πατέρα αλλά και για τον αδελφό της Αγίας ο Αντώνιος Μηλιαράκης γράφει τα εξής : «Ο πατήρ της Θεοδώρας Ιωάννης ήτο σεβαστοκράτωρ, άρχων Μακεδονίας και Θεσσαλίας και γυναικάδελφος του Θεοδώρου Αγγέλου. Είχε δε η Θεοδώρα και αδελφόν Θεόδωρον, έχοντα σύζυγον την θυγατέρα του Δημητρίου Τορνίκη του Κομνηνού»[18].

          Ο Θεόδωρος Πετραλείφας (ο αδελφός της Αγίας) ήταν αξιωματούχος του δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ B΄ Άγγελου. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Ιωάννη Βατάτζη το 1251 στη Μακεδονία εναντίον του αποστάτη[19] Μιχαήλ Β΄ ο βασιλιάς της Νίκαιας, ενώ ήταν σε δυσχερή θέση, δέχθηκε απρόσμενη βοήθεια από τον Θεόδωρο Πετραλείφα, ο οποίος αυτομόλησε στο στρατόπεδο του Βατάτζη. Ο Γεώργιος Ακροπολίτης ιστορεί τα παρακάτω : «Ενώ λοιπόν ο αυτοκράτορας βρισκόταν σ΄ αυτήν την (δυσχερή) κατάσταση, ήρθε απρόσμενα πρόσφυγας από την Καστορία ο Γλαβάς και στη συνέχεια ο Θεόδωρος Πετραλείφας, ο γαμπρός του Δημητρίου Τορνίκη του Κομνηνού, συνεργάτης στη διοίκηση του αυτοκράτορα Ιωάννη»[20]. Η πράξη αυτή του Θεόδωρου ήταν ευεργετική για τον Ιωάννη Βατάτζη, διότι ο στρατός του δοκιμαζόταν από την έλλειψη τροφίμων και τον βαρύ χειμώνα. Λίγο αργότερα η Καστοριά και η γύρω περιοχές προσχώρησαν στην επικράτεια της Νίκαιας.

          Από τον Ακροπολίτη, μαθαίνουμε για το περιστατικό του θανάτου του Θεόδωρου Πετραλείφα, το οποίο έχει ως εξής. Πέντε χρόνια μετά την κοίμηση του Ιωάννη Βατάτζη, το 1259, ο στρατός της Νίκαιας με επικεφαλή τον στρατηγό Ιωάννη Παλαιολόγο, επιτέθηκε εναντίον του δεσπότη Μιχαήλ B΄ Άγγελου στη Μακεδονία. Ο Θεόδωρος Πετραλείφας εντωμεταξύ, είχε ενταχθεί και πάλι στο πλευρό του δεσπότη της Ηπείρου, με τον οποίο είχαν στρατοπεδεύσει στην Καστοριά. Εκεί σε κάποια στιγμή πανικού, λόγω της επίθεσης του στρατού της Νίκαιας, σκοτώθηκε ενώ προσπαθούσε να διαφύγει. Ο ιστορικός της Νίκαιας αναφέρει σχετικώς : «Ο Θεόδωρος Πετραλείφας, μάλιστα, ο αδελφός της γυναίκας του αποστάτη Μιχαήλ, ανέβηκε χωρίς προφυλάξεις πάνω στο άλογο, και όταν συνάντησε ένα γκρεμό, έπεσε μαζί με το άλογο και σκοτώθηκαν και οι δύο»[21].

            Την ίδια εποχή που στο δεσποτάτο της Ηπείρου δρα ως αξιωματούχος ο Θεόδωρος Πετραλείφας (που προαναφέραμε) στο στρατό της Νίκαιας επί βασιλείας του Ιωάννη Βατάτζη, υπηρετεί επίσης ως αξιωματούχος ο Ιωάννης Πετραλείφας. Αυτός διακρίθηκε κυρίως στους πολέμους εναντίον των Λατίνων κατακτητών της Κωνσταντινούπολης. Ο Γεώργιος Ακροπολίτης ιστορεί : «Με τη φρούρηση της πόλης (της Τζουρουλού πόλη της Ανατολικής Θράκης) ήταν επιφορτισμένος ο Ιωάννης Πετραλείφας, που ο αυτοκράτορας Ιωάννης τον είχε τιμήσει με το αξίωμα του μεγάλου Χαρτουλαρίου[22], άνδρας γενναίος και έμπειρος στα πολεμικά από μικρό παιδί. Οι Λατίνοι λοιπόν κατέλαβαν την Τζουρουλού (το 1240) και οδήγησαν δέσμιους τους κατοίκους της μαζί με τον Πετραλείφα στην Κωνσταντινούπολη και τους επέστρεψαν, αφού έλαβαν λύτρα, πίσω στους δικούς τους»[23]. Το 1242 ο στρατός της Νίκαιας πέρασε στη Μακεδονία με σκοπό να καταλάβει την Θεσσαλονίκη, η οποία ανήκε στο δεσποτάτο της Ηπείρου. Μεταξύ των αξιωματούχων, τους οποίους ο Ακροπολίτης τους αποκαλεί επιφανείς άνδρες[24], ήταν και ο Ιωάννης Πετραλείφας.

            Από την Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού - Μικρά Ασία, αντλούμε πληροφορίες για μία ακόμα προσωπικότητα του 13ου αιώνα, που φέρει το επίθετο (μαζί με άλλα) Πετραλείφας. Πρόκειται για τον Ιωάννη Κομνηνό Ραούλ Δούκα Άγγελο Πετραλείφα : «Ο μεγάλος αριθμός των επιθέτων που τον συνοδεύουν είναι ενδεικτικός των συγγενικών δεσμών που συνέδεαν τη μεγάλη και αριστοκρατική οικογένεια των Ραούλ, με άλλες επιφανείς βυζαντινές οικογένειες. Ο Ιωάννης Ραούλ γεννήθηκε στο πρώτο ήμισυ του 13ου αιώνα και ήταν ο μεγαλύτερος γιος του πρωτοβεστιαρίου Αλεξίου Ραούλ. Είχε τρεις αδελφούς, τον Ισαάκιο, τον Μανουήλ και έναν τρίτο του οποίου το όνομα δεν διασώζεται, καθώς και μία αδελφή (το όνομα της οποίας επίσης δεν είναι γνωστό), η οποία είχε παντρευτεί τον Ανδρόνικο, μέλος της οικογένειας των Μουζαλώνων. Το 1261 νυμφεύθηκε τη Θεοδώρα Καντακουζηνή, χήρα του Γεωργίου Μουζάλωνος και κόρη του Ιωάννη Καντακουζηνού και της Ειρήνης Παλαιολογίνας, αδελφής του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου, με την οποία απέκτησε κόρες, ο ακριβής αριθμός των οποίων δεν είναι γνωστός. Ανάμεσα σε αυτές συγκαταλέγονται, κατά πάσα πιθανότητα, η Ειρήνη Ραούλαινα Παλαιολογίνα και η Άννα Στρατηγοπουλίνα Κομνηνή Ραούλαινα»[25].

Και η περίπτωση του Ιωάννη Ραούλ καταδεικνύει την ¨ρωμιοποίηση¨ της οικογένειας Πετραλείφα, μέσω της σύναψης συγγενικών σχέσεων με ονομαστές οικογένειες της Ρωμανίας.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΘΕΟΔΩΡΑΣ

ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ

 

          Όσον αφορά, τα σχετικά με το βίο της Αγίας και τη συγγραφή - έκδοση των ακολουθιών της, ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας αναφέρει τα παρακάτω : «Τον βίο της Αγίας ταύτης Μητρός ημών Θεοδώρας της βασιλίσσης της Ηπείρου συνέγραψεν ο Μοναχός Ιώβ ο Ιασίτης, ο Μέλος, σύγχρονος της Αγίας, όστις και την Ακολουθίαν αυτής εποίησεν. Επίσης ο Άρτης Σεραφείμ, ο Ξενόπουλος (1864-1894), εποίησε και Ακολουθίαν ψαλλομένην τη κ΄ (20η) Μαρτίου επί τη μνήμη της ανακομιδής των Λειψάνων της Αγίας, καθώς και Παρακλητικόν εις αυτήν Κανόνα. Η πρώτη Ακολουθία μετά του βίου εξεδόθησαν το πρώτον εν Βενετεία το 1772, το δεύτερον πάλιν εν Βενετεία το 1812 και το τρίτον εν Αθήναις το 1841. Αμφότεραι αι Ακολουθίαι μετά του βίου και του Παρακλητικού Κανόνος εξεδόθησαν εν Αθήναις το 1874»[26]. Για την ιστορική αξία του βίου της Αγίας που συνέταξε ο μοναχός Ιώβ, ο Αντώνιος Μηλιαράκης γράφει τα εξής : «Περί των πρώτων χρόνων της δεσποτείας του Μιχαήλ Β΄ ουδέν ιστορούσιν οι ιστορικοί του Βυζαντίου. Μόνη ιστορική πηγή, και αυτή σκοτεινή και συγκεχυμένη κατά τε την χρονολογίαν και τα πρόσωπα, διαλαμβάνουσα περί της αρχής του πολιτικού και στρατιωτικού σταδίου του δεσπότου τούτου, είναι το συναξάριον της Αγίας Θεοδώρας, συζύγου αυτού, γραφέν υπό μοναχού ονόματι Ιώβ»[27].

          Παρακάτω θα παραθέσουμε το βίο της Αγίας, τον οποίο αντιγράφουμε από την Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια : «Κατά τον μοναδικόν βιογράφον της Ιώβ τον μοναχόν, υπήρξε θυγάτηρ του σεβαστοκράτορος Ιωάννου Πετραλίφα, συζευχθείσα τον δεσπότην της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ (1231-1271). Ο Μιχαήλ, ερωτευθείς γυναίκα τινά εξ ευγενούς οίκου της Άρτης, Γαγγρηνήν το επώνυμον, εξεδίωξε την σύζυγόν του, εγκυμονούσα ήδη. Αυτή εδοκιμάσθη επί 5ετίαν ότε οι περί τον Μιχαήλ ήσκησαν την επιρροήν των και επενέβησαν επιτυχώς, προς αποδίωξιν της παλλακιδός και αποκατάστασιν της νομίμου συζύγου. Έκτοτε διήλθον ¨τον βίον εν ειρήνη και αγάπη τη κατά Θεόν¨. ¨Τον μέντοι δεσπότην (Μιχαήλ Β’) και σύνευνον η αοίδιμος Θεοδώρα τας περικαλλείς και ευαγείς ιδούσα συστησάμενον δύο μονάς, την της Παντανάσσης φημί και της Παναγίας επικεκλημένας, τω μεγαλομάρτυρι και αυτή Γεωργίω θείον ανήγειρε σεμνείον, και εις γυναικείον τούτο συνεστήσατο. Του συνεύνου δε και δεσπότου Μιχαήλ καλώς και θεοφιλώς βιώσαντος, και προς μονάς μεταστάντος τας ουρανίους, το των μοναχών και αυτή ευθύς περιβάλλεται σχήμα˙ και χρόνους επιβιούσα, τον ναόν μεν παντοίως κατεκόσμει και αναθήμασι και σκεύεσι και πέπλοις κατεκάλλυνε. Προσετίθει δε και τω βίω, τοις πόνοις εαυτήν εγγυμνάζουσα, και τον των αρετών καρπόν επαύξουσα˙ αγρυπνίαις και στάσεσι παννύχοις σχολάζουσα, ψαλμοίς και ύμνοις προσομιλούσα. Το σώμα νηστείαις κατατήκουσα˙ και πάσαις ταις αδελφαίς αρραθύμως δουλεύουσα, αδικουμένων προϊσταμένη˙ ορφανών και χηρών αντιλαμβανομένη˙ πτωχοίς επικουρούσα˙ θλιβομένοις παραμυθουμένη˙ και πάσι γενομένη τα πάντα, εν ταπεινώσει καρδίας. Επεί δε και την αυτής προέγνω τελετήν, δάκρυσιν ητήσατο τη Πανάγνω Θεομήτορι, και τω Πανενδόξω μάρτυρι Γεωργίω, εξαμηνιαίον αυτή προς Θεόν διαπρεσβεύσασθαι χρόνον προς την του ναού τελείαν απάρτησιν˙ ο και γέγονε. Και του καιρού φθάσαντος, τας αδελφάς προσεκαλέσατο˙ και περί ων έδει καλώς εντειλαμένη, και ταύταις επευξαμένη σωτηρίαν, χαίρουσα το πνεύμα εις χείρας Θεού παρέθετο˙ και κατετέθη εν αυτή τη παρ’ αυτής ανεγερθείση μονή¨. Η Θεοδώρα επέδειξε επίσης κατά την διάρκειαν της δεσποτείας του συζύγου της σπάνια πολιτικά χαρίσματα, εκπροσωπήσασα το δεσποτάτον εις διαπραγματεύσεις μετά της αυτοκρατορίας της Νικαίας»[28].

         

ΟΙ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΘΕΟΔΩΡΑΣ

ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΒΑΤΑΤΖΗ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΕΥΞΗ ΕΙΡΗΝΗΣ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ

 

          Οι δύο Άγιοι αντιλαμβανόμενοι την αναγκαιότητα για ειρήνευση μεταξύ των δύο Ελληνικών κρατών, Νίκαιας και Ηπείρου, ανέλαβαν την πρωτοβουλία και τις ενέργειες για την επίτευξη αυτού του σκοπού. Το 1249 υπήρξε μια πρώτη σοβαρή προσέγγιση μεταξύ των δύο κρατών, η οποία επιστεγάστηκε με το συνοικέσιο της εγγονής του Βατάτζη, Μαρίας και του Νικηφόρου, πρωτότοκου υιού του Μιχαήλ Β΄ και της Θεοδώρας.

          Ας δούμε πως περιγράφουν το γεγονός του συνοικεσίου δύο ιστορικοί της εποχής, ο Γεώργιος Ακροπολίτης και ο Νικηφόρος Γρηγοράς : «Ο αυτοκράτορας Ιωάννης είχε κάνει συμφωνία με το δεσπότη Μιχαήλ και συγγένεψε μαζί του, γιατί αρραβώνιασε τον Νικηφόρο, τον γιό του Μιχαήλ, με τη Μαρία, την κόρη του γιού του, του βασιλιά Θεοδώρου. Η Θεοδώρα, μάλιστα, η γυναίκα του Μιχαήλ, πήρε τον γιο της, Νικηφόρο, και αφού πέρασε στην Ανατολή, συναντήθηκε με τον αυτοκράτορα που βρισκόταν στις Πηγές (βορειοδυτικά της Μικράς Ασίας), και έγινε το συνοικέσιο των παιδιών τους. Η Θεοδώρα τότε και ο γιος της, αφού τους περιποιήθηκε ο αυτοκράτορας, γύρισαν στην πατρίδα τους κοντά στον σύζυγο της Μιχαήλ»[29].

          «Αλλά προς το παρόν έστειλε πρέσβεις (ο Μιχαήλ Β΄) στο βασιλέα Ιωάννη (Βατάτζη), ζητώντας ως νύφη, για το γιό του Νικηφόρο, την κόρη του γιού του βασιλέα Θεοδώρου Λάσκαρη, Μαρία και κατόρθωσε το ζητούμενο. Έγιναν, λοιπόν, τότε αρραβώνες και συμφωνίες, αφού ακολούθησε τον Νικηφόρο στην Ανατολή και η μητέρα του, Θεοδώρα, με σκοπό να επισκεφθεί τη μνηστευόμενη νύφη και να βεβαιώσει τις συμφωνίες που έγιναν. Και αφού τελείωσαν αυτά, επέστρεψε στην πατρίδα της με το γιό της Νικηφόρο, η Θεοδώρα, η σύζυγος του Μιχαήλ, αφήνοντας εκεί στο σπίτι της τη νύφη και λαμβάνοντας εγγυήσεις από τους βασιλείς και κηδεμόνες ότι τον επόμενο χρόνο θα τελούνταν οι γάμοι»[30].

          Ο Νικηφόρος Γρηγοράς σε αντίθεση με τον Ακροπολίτη αναφέρει ότι τις πρεσβείες για την επίτευξη του συνοικεσίου, τις έστειλε πρώτος ο δεσπότης της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ και ότι συμφωνήθηκε να τελεστεί ο γάμος τον επόμενο χρόνο.

          Ο Αντώνιος Μηλιαράκης μνημονεύοντας το προαναφερθέν συνοικέσιο, αναφέρει για τις βλέψεις του Δεσπότη της Ηπείρου τα εξής : «Ο Μιχαήλ Β΄ διά των σχέσεων τούτων (του συνοικεσίου δηλ.) ήθελε μάλλον να αποκρύπτει τους αληθείς αυτού σκοπούς, υποκρινόμενος φαινομενικήν τινα υποτέλειαν, ην πράγματι ουδόλως απεδέχετο, άρχων ήδη κράτους μείζονος του της Νικαίας, διά τούτο μετ΄ ολίγον ενθαρρυνόμενος εκ της αδυναμίας των εν Βυζαντίο Φράγκων ανεκήρυξεν εαυτόν αυτόνομον, και έθετο εν νω παράτολμον σχέδιον εκ νεανικής ορμής να κυριεύσει την Κωνσταντινούπολη, και αναγορευθεί εν αυτή βασιλεύς Ρωμαίων»[31]. Επίσης ο Ντόναλντ Μ. Νίκολ σχολιάζει σχετικώς : «Αν αυτά τα σημάδια καλής θελήσεως απ’ την πλευρά του Μιχαήλ ήταν αληθινά, ή αν, όπως δηλώνουν οι Βυζαντινοί ιστορικοί, ήταν απλώς ένα κάλυμμα για τους απώτερους σκοπούς του, είναι δύσκολο να αποφανθεί κανείς. Είναι όμως φανερό πως η πολιτική του Μιχαήλ αυτή την εποχή βρίσκονταν στο έλεος δύο αντιθέτων επιρροών. Η μία ήταν της ενάρετης γυναίκας του και η άλλη του πανούργου θείου του (Θεοδώρου Αγγέλου)»[32].

          Εν αντιθέσει με τις σκοπιμότητες του Δεσπότη της Ηπείρου, η σύζυγος του Θεοδώρα, η οποία έλαβε μέρος προσωπικά στην πραγματοποίηση του συνοικεσίου, εργάστηκε έτσι ώστε να επέλθει ειρήνη σε ανατολή και δύση. Χαρακτηριστικά ο Άγγλος ιστορικός Γουίλιαμ Μίλλερ στο κλασικό έργο του ¨Η Φραγκοκρατία στην Ελλάδα¨ αναφέρει : «Αλλά η Θεοδώρα που ένωνε τις πιο ασυμβίβαστες ιδιότητες, του Αγίου και του διπλωμάτη, πρόθυμα ανέλαβε αποστολή για να πετύχει ένα συνοικέσιο μεταξύ του γιου της Νικηφόρου και της εγγονής του Έλληνα Αυτοκράτορα Βατάτζη. Ο Αυτοκράτορας το αποδέχτηκε κι΄ αυτό έδειξε πως παγιώνονταν, οριστικά, η ειρήνη μεταξύ Νίκαιας και Ηπείρου. Πραγματικά τούτο φάνηκε όταν ο Αυτοκράτορας της (Γερμανίας) Φρειδερίκος Β΄ έγραψε στο Δεσπότη (της Ηπείρου), στα 1250, παρακαλώντας τον να αφήσει ελεύθερο το πέρασμα από την Ήπειρο, στα στρατεύματα που του έστελνε ο γαμπρός του Βατάτζης για να τον ενισχύσει στον αγώνα του εναντίον του πάπα Ιννοκέντιου IV»[33].

          Οι ελπίδες για την ειρήνευση μεταξύ των δύο Ελληνικών κρατών αποδείχθηκαν μάταιες, καθώς το 1251 ο δεσπότης της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ Άγγελος, παρακινούμενος από τον θείο του Θεόδωρο Άγγελο, άλλαξε στάση και επιτέθηκε κατά των περιοχών της Μακεδονίας που υπαγόταν στην αυτοκρατορία της Νίκαιας. Ο Γεώργιος Ακροπολίτης φύση και θέση δυσμενώς διακείμενος απέναντι στο δεσπότη της Ηπείρου, σχολιάζει την στάση του, χρησιμοποιώντας και δύο παροιμίες τις οποίες αναφέρουμε και σήμερα : «Όμως η παροιμία που λέει ότι το στραβόξυλο ποτέ δεν ισιώνει και ότι ο αράπης δεν ασπρίζει[34], επαληθεύτηκε στην περίπτωση του Μιχαήλ, αφού αποστάτησε εναντίον του αυτοκράτορα, έχοντας σαν σύμβουλό του σε αυτό το σχέδιο τον θείο του, Θεόδωρο Άγγελο»[35]. Ο Ιωάννης Βατάτζης πληροφορούμενος για την αποστασία του Μιχαήλ Β΄, ετοίμασε τα στρατεύματά του και επετέθη στο δεσποτάτο της Ηπείρου. Ο στρατός της Νίκαιας με την καθοριστική βοήθειά του Θεόδωρου Πετραλείφα αλλά και άλλων αρχόντων της δυτικής Ελλάδος (όπως προαναφέραμε), ανάγκασε το δεσπότη Μιχαήλ να έρθει σε διαπραγματεύσεις. Ο Γεώργιος Ακροπολίτης, ο οποίος έλαβε μέρος στις διαπραγματεύσεις, ιστορεί τα παρακάτω : «Ξεκινήσαμε λοιπόν να συναντήσουμε τον Μιχαήλ και αφού τον συναντήσαμε στη Λάρισα, ρυθμίσαμε τα σχετικά με τη συνθήκη. Αφού πήραμε σαν όμηρο το γιό του Μιχαήλ, Νικηφόρο που ο αυτοκράτορας τον είχε τιμήσει με το αξίωμα του δεσπότη εξαιτίας της εγγονής του, καθώς και τον θείο του Μιχαήλ, Θεόδωρο Άγγελο δεσμώτη, επιστρέψαμε κοντά στον αυτοκράτορα που ήταν στρατοπεδευμένος στα Βοδηνά»[36].

          Τελικά ο γάμος των δύο παιδιών (Νικηφόρου και Μαρίας) τελέστηκε το 1256 δύο χρόνια μετά την κοίμηση του Ιωάννη Βατάτζη (1254), όταν αυτοκράτορας στη Νίκαια ήταν ο υιός του και πατέρας της νύφης, Θεόδωρος Β΄ Δούκας Λάσκαρης. Πριν όμως γίνει ο γάμος είχαμε άλλη μία αποστασία του Μιχαήλ και άλλη μια προσπάθεια της Αγίας Θεοδώρας ώστε να επιτευχθεί η ειρήνευση. Μετά την κοίμηση του Ιωάννη Βατάτζη, οι Βούλγαροι και ο δεσπότης της Ηπείρου προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την (όπως πίστευαν) διοικητική απειρία του Θεοδώρου Β΄ Δούκα Λάσκαρη. Αθέτησαν τις συμφωνίες που είχαν συνάψει με την αυτοκρατορία της Νίκαιας και έκαναν επιδρομές στις επαρχίες της. Ο βασιλιάς Θεόδωρος όμως δεν αποδείχθηκε να υστερεί καθόλου ως προς τα ηγετικά του προσόντα, κινήθηκε άμεσα με τα στρατεύματά του και ανάγκασε τους Βούλγαρους και το δεσπότη Μιχαήλ να ανανεώσουν τις προηγούμενες συνθήκες. Η βασίλισσα Θεοδώρα και πάλι ανέλαβε το ρόλο του διαμεσολαβητή. Ο Νικηφόρος Γρηγοράς αναφέρει σχετικώς : «Και για να μη μακρηγορούμε, μόλις ο ήλιος βρέθηκε στη φθινοπωρινή τροχιά, πήρε ο βασιλιάς (Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης) τα ρωμαϊκά στρατεύματα και κατευθύνθηκε προς τη Θεσσαλία. Αλλά δεν είχε προλάβει καλά καλά η Μακεδονία να υποδεχτεί τα βασιλικά στρατεύματα, και έφτασε σ΄ αυτόν η Θεοδώρα, η γυναίκα του αποστάτη Μιχαήλ, για να τελέσει τους γάμους του γιου της, Νικηφόρου, με τη θυγατέρα του βασιλέα, Μαρία, και για να επιστρέψει όσα μέρη της επικράτειας των Ρωμαίων είχε κυριεύσει ο άντρας της στις εξορμήσεις του. Πράγματι έτσι έγινε, και η Θεοδώρα αναχώρησε ήδη προς τον άντρα της, Μιχαήλ, παίρνοντας μαζί της και τη Μαρία, νύφη της από το γιο της»[37]. Ο Ακροπολίτης αναφερόμενος στο συγκεκριμένο γεγονός ιστορεί ότι : «Αφού έφθασε, λοιπόν, στη Θεσσαλονίκη ο αυτοκράτορας, έκανε τους γάμους της κόρης του Μαρίας με το γιο του δεσπότη Μιχαήλ, Νικηφόρο, τον οποίο τίμησε και με το αξίωμα του δεσπότη»[38].

          Σχετικά με το γεγονός του γάμου, ο Αντώνιος Μηλιαράκης συνοψίζοντας τις πληροφορίες που παρέχουν : ο Ακροπολίτης, ο Γρηγοράς και ο Θεόδωρος Σκουταριώτης, αναφέρει τα εξής : «Μετά την προς τους Βουλγάρους συνθηκολόγησιν ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης ανεχώρησεν εκ Ρηγίνας εις Θεσσαλονίκην, διότι έμαθεν ότι ήρχετο εις συνάντησιν του η Θεοδώρα, σύζυγος του δεσπότου της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄, μετά του υιού της Νικηφόρου, ίνα τελέσει τους γάμους αυτού μετά της θυγατρός του Θεοδώρου Β΄ Λασκάρεως Μαρίας, ων η μνηστεία ετελέσθη προ εξ ετών. Συνηντήθησαν δε η τε Θεοδώρα και ο βασιλεύς περί το Βολερόν, εν τη χώρα του Λεντζά, όπου εώρτασαν και την ύψωση του Τιμίου Σταυρού «14 Σεπτεμβρ. 1256»[39] (με βάση την υποσημείωση που παραθέτει ο Μηλιαράκης, πιθανώς ο εορτασμός έγινε στον ναό της ΠανΑγίας Κοσμοσώτειρας Φερών). Μετά τριήμερον δε διαμονήν ενταύθα εξηκολούθησαν την πορείαν εις Θεσσαλονίκην. Εν Θεσσαλονίκη ο τε Θεόδωρος Β΄ και η Θεοδώρα ετέλεσαν τους γάμους του Νικηφόρου και της Μαρίας, ευλογήσαντος τούτους του πατριάρχου Αρσενίου, επί τούτω εις Θεσσαλονίκην επιδημήσαντος¨[40].

          Παρά τις συνεχείς συνθήκες και τις προσπάθειες της Αγίας Θεοδώρας και του Αγίου Ιωάννη Βατάτζη για την ειρήνευση των δύο κρατών, αυτή ουσιαστικά δεν επετεύχθη ποτέ. Ο Θεόδωρος Β΄ Δούκας Λάσκαρης εκμεταλλευόμενος τη θέση ισχύος που κατείχε τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, κατόρθωσε να αποσπάσει από το κράτος της Ηπείρου, διά μέσω της συνθήκης που αναγκάσθηκε να υπογράψει ο Μιχαήλ Β΄, τα Σέρβια και το Δυρράχιο. Ο Μιχαήλ Β΄ μη ανεχόμενος τους όρους της συνθήκης που υπέγραψε, τους αθέτησε άμεσα και επιτέθηκε στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Ηπείρου που υπαγόταν στη Νίκαια, έχοντας ως συμμάχους τους Σέρβους.

          Όσον αφορά το γάμο Νικηφόρου και Μαρίας, αυτός δεν κράτησε για πολύ, διότι η Μαρία πέθανε την εποχή κατά την οποία επαναστάτησε ο Μιχαήλ Β΄. Ο Ακροπολίτης αναφέρει ότι : «Η Μαρία πέθανε τον καιρό της ανταρσίας, ενώ άλλοι λένε ότι πέθανε επειδή τη χτύπησε πολλές φορές ο άντρας της, Νικηφόρος, και άλλοι από αρρώστια»[41]. Ο Νικηφόρος ήταν γραπτό να νυμφευτεί και πάλι με πριγκίπισσα από την αυτοκρατορία της Νίκαιας (που εντωμεταξύ το 1261 είχε απελευθερώσει την Κωνσταντινούπολη). Τα γεγονότα έχουν ως εξής : Επί της βασιλείας του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου (1258-1282) τα δύο κράτη συνεπλάκησαν σε μάχες από το 1259 έως το 1264. Σχετικά με την ήττα του δεσποτάτου της Ηπείρου το 1264, ο Γκιόργκ Οστρογκόρσκι παραθέτει τα παρακάτω : «Ο αδελφός του αυτοκράτορα (Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου) ο δεσπότης Ιωάννης Παλαιολόγος, κέρδισε το καλοκαίρι του 1264 μια σημαντική νίκη και ανάγκασε το δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ να δεχθεί την ειρήνη και να αναγνωρίσει την επικυριαρχία του αυτοκράτορα. Ο γιος του Μιχαήλ Β΄, ο δεσπότης Νικηφόρος Α΄ που ήταν προηγουμένως παντρεμένος με την κόρη του Θεοδώρου Β΄ Λάσκαρη, έλαβε τώρα ως σύζυγο μια ανιψιά του Μιχαήλ Η΄»[42].

          Όσον αφορά το δεσποτάτο της Ηπείρου ενημερωτικά να αναφέρουμε ότι, στα μέσα της δεκαετίας του 1330 ο Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος το ενσωμάτωσε στην επικράτεια της Ρωμανίας/Βυζαντίου. Ακολούθως οι Σέρβοι, εκμεταλλευόμενοι τον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ του Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου και του Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνού, κατέλαβαν την Ήπειρο. Το 1356 ο Νικηφόρος Β΄ (δεσπότης Ηπείρου) την ανακατέλαβε προσθέτοντας στην επικράτειά του και τη Θεσσαλία. Το 1359 το δεσποτάτο ενσωματώθηκε και πάλι στην αυτοκρατορία. Στις επόμενες δεκαετίες η παρηκμασμένη Ρωμανία έχανε ένα προς ένα τα εδάφη της, έτσι και η Ήπειρος κατακτήθηκε από τις Ιταλικές οικογένειες Μπουοντελμόντι και Τόκκων, και στην συνέχεια από τους Οθωμανούς.

 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

 

          Λαμβάνοντας υπ’ όψιν, τα παρατιθέμενα στοιχεία του παρόντος κειμένου, καθώς βεβαίως και άλλες πηγές, που αναφέρονται στα ιστορικά γεγονότα του 13ου αιώνα, γίνεται ευκόλως αντιληπτό ότι, ο Άγιος Αυτοκράτορας Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης και η Αγία Θεοδώρα Βασίλισσα της Άρτας, δικαιωματικά ανήκουν στις εξέχουσες προσωπικότητες της Βυζαντινορωμαίικης περιόδου και ιδιαιτέρως της προαναφερθείσας εποχής του 13ου αιώνα. Μιας δύσκολης εποχής, η οποία σημαδεύτηκε από την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους, και θεωρείται ως μία από τις κρισιμότερες (αν όχι η κρισιμότερη) της Ρωμανίας/Βυζαντίου.

          Ενδιαφέρον παρουσιάζει η διερεύνηση των καταστάσεων και των γεγονότων που συνδέουν και συσχετίζουν τα δύο πρόσωπα. Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε τα κοινά σημεία που προκύπτουν από τους βίους, τους χαρακτήρες και τις πράξεις των δύο αγίων :

          α.   Πρώτο και κυριότερο κοινό τους σημείο, είναι ότι ανήκουν στη χορεία των Αγίων της ορθοδόξου εκκλησίας μας. Και οι δύο κατάφεραν κάτι πολύ δύσκολο, να κερδίσουν την αγιοσύνη, όντες κάτοχοι εξουσίας και πλούτου[43]. Αντιμετώπισαν με υπομονή τις πρόσκαιρες δυσκολίες που προέκυψαν στη ζωή τους, και αναδείχθηκαν ελεήμονες, προσφέροντας ολόψυχα την αγάπη τους στο λαό που κυβέρνησαν.

          β.   Η οικογενειακή καταγωγή τους έλκει από το Διδυμότειχο, όπως προαναφέραμε οι πρόγονοι της Αγίας Θεοδώρας, εγκαταστάθηκαν στην παραπάνω καστροπολιτεία της Θράκης, όπου στις αρχές του 12ου αιώνα : «εξελίχθηκε σε ένα οχυρό πολύ σημαντικό για την περιοχή μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Αδριανούπολης»[44]. Όπως πολλές Λατινικές οικογένειες, έτσι και η οικογένεια Πετραλείφα διαμένοντας στο Διδυμότειχο, αφομοιώθηκε διά μέσου της Ορθοδοξίας και του Ελληνικού πολιτισμού. Από το Διδυμότειχο βεβαίως κατάγεται και ο Άγιος Ιωάννης Βατάτζης, γεγονός που μαρτυρούν οι ιστορικές πηγές : «και τότε ο αυτοκράτορας (Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρης) έκανε γαμπρό του τον Ιωάννη Δούκα, που τον αποκαλούσαν Βατάτζη. Αυτός καταγόταν από το Διδυμότειχο και έφερε το αξίωμα του πρωτοβεστιαρίτη»[45]. «Η οικογένεια Βατάτζη ήτο θρακική, γενέτειρα είχε την Αδριανούπολιν και το Διδυμότειχον»[46].

          γ.    Υπήρξαν κτήτορες, δωρητές και αναστηλωτές πολλών ναών και μοναστηριών. Ενδεικτικά αναφέρουμε για το Άγιο Ιωάννη Βατάτζη ότι, ανήγειρε, διέσωσε και ωφέλησε πολλά μοναστήρια και ναούς της Μικράς Ασίας, του Αγίου Όρους, της Θεσσαλονίκης αλλά και άλλων περιοχών που δεν εντασσόταν στην επικράτειά του, όπως του Σινά, της Ιερουσαλήμ, της Αντιόχειας, της Αλεξάνδρειας, της Κωνσταντινούπολης της Αττικής καθώς και άλλων περιοχών[47]. Η Αγία Θεοδώρα : «Προς τούτοις συνεβούλευσε τον βασιλέα (σύζυγό της) και έκτισε δύο ωραιοτάτους και πανσέπτους Ναούς, της Παναγίας Παντανάσσης και της Παναγίας εν τη Οδώ της Βρύσεως, κτίσασα εκ θεμελίων και η ιδία Αγία Θεοδώρα Ναόν εις το όνομα του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, όπου έγινε και γυναικείο Μοναστήριον»[48].

          δ.   Διά μέσω του συνοικεσίου του υιού της Θεοδώρας, Νικηφόρου και της εγγονής του Βατάτζη, Μαρίας, στο οποίο αναφερθήκαμε εκτενώς, οι δύο Άγιοι συνδέθηκαν με μια εξ αγχιστείας συγγένεια. Απώτατος σκοπός αυτού του συνοικεσίου ήταν η επίτευξη ειρήνης μεταξύ των δύο ελληνικών κρατών που τόσο επιθυμούσαν.

          ε.    Και οι δύο όπως προαναφέραμε προσπάθησαν να επιφέρουν ειρήνη ανάμεσα στα δύο ελληνικά κράτη (Νίκαια – Ήπειρος). Ο Ιωάννης Βατάτζης βέβαια, ως έχων τον τίτλο του αυτοκράτορα των Ρωμαίων, αποσκοπούσε στην ένωση των δύο κρατών, κάτω από το δικό του σκήπτρο. Όταν όμως κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη το 1244 και το 1246 και όταν νίκησε τα στρατεύματα της Ηπείρου το 1252, δεν έδειξε καμιά μνησικακία προς τους δεσπότες της Ηπείρου και της Θεσσαλονίκης, τους οποίους άφησε να κατέχουν τον τίτλο του δεσπότη δίχως να χρησιμοποιούν τα αυτοκρατορικά διάσημα[49]. Επίσης και η Αγία Θεοδώρα, πάντοτε ήταν παρούσα στις προσπάθειες σύναψης ειρήνης, μετέχοντας η ίδια, και προσπαθώντας διά μέσω του προαναφερθέντος συνοικεσίου να ευοδωθούν.

          στ.  Λαμβάνοντας υπόψη τη φράση του Γουίλιαμ Μίλλερ που παραθέσαμε ανωτέρω ότι : «η Θεοδώρα ένωνε τις πιο ασυμβίβαστες ιδιότητες, του Αγίου και του διπλωμάτη», βρίσκουμε ακόμη ένα κοινό χαρακτηριστικό μεταξύ των δύο αγίων, διότι οι ιδιότητες του Αγίου και του διπλωμάτη χαρακτηρίζουν και τον Ιωάννη Βατάτζη. Ενδεικτικά αναφέρουμε : «Ο Ιωάννης Γ΄ Βατάτζης φάνηκε πιο ικανός και είχε μεγαλύτερες επιτυχίες ως πολιτικός και διπλωμάτης από τον πεθερό του και μπορεί να θεωρηθεί ως ένας από τους μεγαλύτερους βυζαντινούς αυτοκράτορες»[50].

          Ο λόγος που προσπαθήσαμε να αναδείξουμε τα κοινά σημεία του ¨πατέρα των Ελλήνων¨ Αγίου Ιωάννη Βατάτζη του ελεήμονα και της ¨ειρηνοποιού¨ Αγίας Θεοδώρας βασίλισσας της Άρτας (και της υπομονής), είναι διότι πιστεύουμε πως υπήρξαν για τη ρωμιοσύνη του 13ου αιώνα, δύο φωτεινότατοι φάροι σε ανατολή και δύση. Ως Άγιοι βέβαια, εξακολουθούν να λάμπουν διαχρονικά και να καθοδηγούν με το παράδειγμα του βίου τους όλους εμάς στο δρόμο του Θεού. Και βεβαίως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι δύο Άγιοι μας, έζησαν και δραστηριοποιήθηκαν σε μια εποχή εντονότατης κρίσης, άρα ειδικά στη σημερινή εποχή είναι επίκαιροι και απαραίτητοι όσο ποτέ άλλοτε.

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

 

          Τα τελευταία χρόνια οι δύο ιστορικές Μητροπόλεις Διδυμοτείχου και Άρτας, ανέδειξαν την κοινή πορεία των δύο Αγίων, καθώς και το κοινό ιστορικό και μνημειακό υπόβαθρο των δύο πόλεων. Μετά από εισήγηση του γράφοντος προς τον Μητροπολίτη Διδυμοτείχου κ. Δαμασκηνό, οι εορταστικές εκδηλώσεις ¨Βατάτζεια¨[51] 2013 αφιερώθηκαν στους δύο Αγίους και είχαν ως θέμα : ¨Οι Άγιοι Ιωάννης Βατάτζης και Θεοδώρα η Βασίλισσα – Βίοι παράλληλοι στα μονοπάτια της Ρωμηοσύνης¨. Επίσημοι προσκεκλημένοι της Μητρόπολης Διδυμοτείχου ήταν ο πρώην Μητροπολίτης Άρτης κος Ιγνάτιος και ο κος Δημήτριος Γιαννούλης Καθηγητή της Α.Ε.Α. Βελλά (από το Κομπότι Άρτας) Θεολόγος, Φιλόλογος και Διδάκτωρ Αρχαιολογίας, ο οποίος μας παρουσίασε την εισήγησή του, με θέμα : ¨Η Αγία Θεοδώρα η Βασίλισσα της Άρτας¨.

          Το 2014 ο γράφων υπέβαλε πρόταση προς το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Διδυμοτείχου, για να ξεκινήσουν οι διαδικασίες αδελφοποίησης των πόλεων Διδυμοτείχου και Άρτας, με βάση τα παρατιθέμενα στοιχεία, καθώς και τα στοιχεία που προέκυψαν από τις εορταστικές εκδηλώσεις ¨Βατάτζεια¨ 2013. Η πρόταση έγινε ομόφωνα αποδεκτή.

          Τον Μάρτιο του 2015 ο Μητροπολίτης Διδυμοτείχου μετέβη στην Άρτα για τους εορτασμούς της Αγίας Θεοδώρας, προσκεκλημένος του Μητροπολίτη Ιγνατίου. Ο Διδυμοτείχου Δαμασκηνός, ανέφερε προς το εκκλησίασμα τα κοινά σημεία των δύο Αγίων, την προσφορά τους στην Ρωμηοσύνη του 13ου αιώνα, καθώς επίσης τόνισε το κοινό βυζαντινορωμαίικο υπόβαθρο των δύο ιστορικών πόλεων Διδυμοτείχου και Άρτας.

          Στα ¨Βατάτζεια¨ 2015 μεταξύ τον προσκεκλημένων ήταν και ο Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Μητροπόλεως Άρτης Πρωτοπρεσβύτερος Κωνσταντίνος Πλακιάς. Με την ευλογία του Μητροπολίτου Ιγνατίου, ο πατ. Κωνσταντίνος μετέφερε στο Διδυμότειχο απότμημα ιερού λειψάνου της Αγίας Θεοδώρας, το οποίο από τότε φυλάσσεται στον Ιερό Ενοριακό Ναό του Αγίου Ιωάννη Βατάτζη.

          Το 2017 προσκεκλημένος στις εορταστικές εκδηλώσεις ¨Βατάτζεια¨, ήταν ο νέος Μητροπολίτης Άρτης κ. Καλλίνικος, ο οποίος εξέφρασε την ικανοποίηση του και δήλωσε ότι θα πρέπει να συνεχιστούν οι ενέργειες ανάδειξης της κοινής σχέσης των δύο Αγίων και πόλεων, όχι μόνο σε εκκλησιαστικό επίπεδο αλλά και σε πολιτειακό.

          Το 2018 κατά τις εορταστικές εκδηλώσεις ¨Βατάτζεια¨ (3-4 Νοε) έλαβε χώρα στο Δημοτικό Αμφιθέατρο του Δήμου Διδυμοτείχου η τελετή αδελφοποίησης Διδυμοτείχου και Άρτας[52].

          Νομίζω ότι αποτελεί ιστορική αναγκαιότητα, για τις δύο πόλεις, του Διδυμοτείχου και της Άρτας, οι οποίες διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο κατά την Υστεροβυζαντινή περίοδο (δίχως βεβαίως να παραγνωρίζουμε και το προγενέστερο αλλά και μεταγενέστερο ιστορικό τους υπόβαθρο), να καταστούν πρωτοπόροι στην ανάδειξη του Βυζαντινορωμαίικου πολιτισμού σε περιφερειακό και όχι μόνο επίπεδο, λειτουργώντας ως ανοιχτά μουσεία και διοργανώνοντας σχετικά συνέδρια και δρώμενα. Αν στην προσπάθεια αυτή ενταχθεί και ο Μυστράς τότε θα δημιουργηθεί ένα τρίγωνο στον Ελλαδικό χώρο (Διδυμότειχο, Άρτα και Μυστράς[53]) το οποίο θα δώσει μια τεράστια ώθηση στις Βυζαντινές μελέτες και στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη αυτών των περιοχών.

 

ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 10.3.2022.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:


[1]. Ρωμανία ή Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είναι η ορθή ονομασία του κράτους το οποίο οι δυτικοί ιστορικοί μας ¨επέβαλαν¨ να ονομάζουμε Βυζάντιο. Διά του λόγου το αληθές παραθέτουμε μία φράση από την Χρονογραφία του Αγίου Θεοφάνους του Ομολογητού: ¨Τούτω τω έτει επεστράτευσαν οι Άραβες κατά Ρωμανίας¨ μετάφραση Αρχιμανδρίτης Ανανίας Κουστένης Εκδόσεις Αρμός Τόμος Γ΄ σελ 942.

[2]. Βλ. Γοδεφρείδου Βιλλαρδουίνου, Η Κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης, Εκδόσεις Χατζηνικολή, σ. 119.

[3]. Βλ. Διονυσίου Ζακυθηνού, Βυζάντιον Κράτος και Κοινωνία Ιστορική Επισκόπησις, Εκδόσεις Ίκαρος, σ. 128.

[4]. Βλ. Ιωάννη Καραγιαννόπουλου, Το Βυζαντινό Κράτος, Εκδόσεις Βάνιας, σ. 192.

[5]. Γαμπρός του πρώτου βασιλιά της Νίκαιας Θεοδώρου Α΄ Λασκάρεως, ο οποίος είχε πεθάνει το 1222.

[6]. Βλ. Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΓ΄, Εκδόσεις Γαλαξίας Ερμείας, σ. 82.

[7]. Βλ. Αλεξάντερ Βασίλιεφ, Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Εκδόσεις Πελεκάνος, σσ. 659-660.

[8]. Ντόναλντ Μ. Νίκολ, Το Δεσποτάτο της Ηπείρου, Ανάτυπον εκ της Ηπειρωτικής Εστίας, Ιωάννινα 1974, σ. 128.

[9]. Ντόναλντ Μ. Νίκολ, Ό.π., σ. 128.

[10]. Βλ. Ντόναλντ Μ. Νίκολ, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών, Τόμος 21, Από την άλωση ως την ανάκτηση της Κωνσταντινουπόλεως (1204-1261), Εκδόσεις Παραπολιτικά ΑΕ, σ. 97.

[11]. Βλ. Ντόναλντ Μ. Νίκολ, Το Δεσποτάτο της Ηπείρου, Ό.π., σ. 184.

[12]. Βλ. Ηλεκτρονική Εγκυκλοπαίδεια Δομή, Λήμμα Πετραλείφας.

[13]. Βλ. Άννας Κομνηνής, Αλεξιάς, Εκδόσεις ΔΟΛ Α.Ε., Τόμος Β΄, σσ. 127-128.

[14]. Βλ. Ντόναλντ Μ. Νίκολ, Το Δεσποτάτο της Ηπείρου, Ό.π., σ. 184.

[15]. Βλ. Κωνσταντίνου Χολέβα, Ο γλωσσικός αφελληνισμός, Περιοδικό ΕΡΩ, Τεύχος 7, σσ. 48-49.

[16]. Βλ. Ντόναλντ Μ. Νίκολ, Το Δεσποτάτο της Ηπείρου, Ό.π., σ. 184.

[17]. Βλ. Επισκόπου Οινόης Ματθαίου Λαγγή, Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Μήνας Μάρτιος, σ. 228.

[18]. Βλ. Αντωνίου Μηλιαράκη, Ιστορία του Βασιλείου της Νικαίας και του Δεσποτάτου της Ηπείρου, Εκδόσεις Ιονικής Τράπεζας, σσ. 326-325.

[19]. Έτσι ονομάζουν οι χρονικογράφοι της Ρωμανίας τον Μιχαήλ Β΄, οι οποίοι συνέγραψαν την ιστορία της εποχής, φίλα προσκείμενοι στο βασίλειο της Νίκαιας.

[20]. Βλ. Γεωργίου Ακροπολίτη, Χρονική Συγγραφή, Εκδόσεις Κανάκη, σ. 157.

[21]. Βλ. Στο ίδιο, σ. 275.

[22]. Τίτλος πολιτικού αξιώματος της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, το οποίο καθιερώθηκε κατά τον 5ο αι. 

[23]. Βλ. Γεωργίου Ακροπολίτη, Ό.π., σ. 107.

[24]. Βλ. Στο ίδιο, σ. 119 (Τον αυτοκράτορα εξάλλου συνόδευαν επιφανείς άνδρες, όπως ο Δημήτριος Τορνίκης, …………. και ο μέγας χαρτουλάριος Πετραλείφας).

[25]Βουγιουκλάκη Πην. στο www.asiaminor.ehw.gr, Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού.

[26]. Βλ. Επισκόπου Οινόης Ματθαίου Λαγγή, Ό.π., σ. 226.

[27]. Βλ. Αντωνίου Μηλιαράκη, Ό.π., σσ. 325-326.

[28]. Βλ. Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, Τόμος 6ος, Θεοδώρα, σσ. 189-190.

[29]. Βλ. Γεωργίου Ακροπολίτη, Ό.π., σ. 155.

[30]. Βλ. Νικηφόρου Γρηγορά, Ρωμαϊκή Ιστορία, Εκδόσεις Νέα Σύνορα – Α.Α. Λιβάνη, σ. 73.

[31]. Βλ. Αντωνίου Μηλιαράκη, Ό.π., σ. 376.

[32]. Βλ. Ντόναλντ Μ. Νίκολ, Το Δεσποτάτο της Ηπείρου, Ό.π., σ. 129.

[33]. Βλ. Γουίλιαμ Μίλλερ, Η Φραγκοκρατία στην Ελλάδα, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, σσ. 144-145.

[34]. Το στρεβλόν ξύλον ουδέποτ΄ ορθόν, και ο Αιθίοψ ουκ οίδε λευκαίνεσθαι (εκ του πρωτοτύπου κειμένου). Διά μέσω των παροιμιών αυτών, παρατηρούμε τη γλωσσική και εθνολογική συνέχεια του Ελληνισμού.

[35]. Βλ. Γεωργίου Ακροπολίτη, Ό.π., σ. 155.

[36]. Βλ. Στο ίδιο, σ. 159.

[37]. Βλ. Νικηφόρου Γρηγορά, Ό.π., σ. 81.

[38]. Βλ. Γεωργίου Ακροπολίτη, Ό.π., σ. 225.

[39]. Στο σημείο αυτό ο Μηλιαράκης παραθέτει ως υποσημείωση ότι : Τον τόπον της συναντήσεως της Θεοδώρας και του βασιλέως ορίζει μόνον ο Ανώνυμος (Θεόδωρος Σκουταριώτης), σ. 526, ουχί δε και ο Ακροπολίτης. Η θέσης της χώρας του Λεντζά, εν τη περιοχή πάντως κειμένη του Βολερού, άγνωστος. Πιθανώς έκειτο περί το σημερινόν χωρίον Λουτζιά-κιοϊ, του νομού Φερών, βρεχομένου υπό του Έβρου, εν ω υπάρχουσι και ύδατα θερμά. Μ. Μελιρρύτου, Περιγρ. Μαρωνείας, σ. 52. Επ’ ίσης ο Ανώνυμος ορίζει και τον χρόνον, καθ’ ον εν Λεντζά ευρίσκοντο ο βασιλεύς και η Θεοδώρα, την ημέραν της εορτής του ζωοποιού Σταυρού. Ο Γρηγοράς, σ. 57, ορίζει τον χρόνον «άρτι του ηλίου περί τροπάς τυγχάνοντος φθινοπωρινάς (11 Σεπτεμβρίου)», ο Ακροπολίτης, σ. 141, «επεί δε και ο Σεπτέμβριος εφεστήκει μην».

[40]. Βλ. Αντωνίου Μηλιαράκη, Ό.π., σ. 454.

[41]. Βλ. Γεωργίου Ακροπολίτη, Ό.π., σ. 257.

[42]. Βλ. Γκιόργκ Οστρογκόρσκι, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, Ιστορικές Εκδόσεις Στ. Βασιλόπουλου, σ. 137.

[43]. Ευκοπώτερον γαρ εστι κάμηλον διά τρυμαλιάς ραφίδος εισελθείν ή πλούσιον εις την βασιλείαν του Θεού εισελθείν. Κατά Λουκά κεφ. 18 στ. 25.

[44]. Βλ. Ντίνου Χριστιανόπουλου, Σύντομη Ιστορία του Διδυμοτείχου, Θεσσαλονίκη 1993, σ. 12.

[45]. Βλ. Γεωργίου Ακροπολίτη, Ό.π., σ. 57.

[46]. Βλ. Κωνσταντίνου Άμαντου, Η Οικογένεια Βατάτζη, Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, έτος κα΄, Αθήναι 1951, σ. 174.

[47]. Βλ. Φωτίου Δημητρακόπουλου, Ο Αναμενόμενος – Άγιος βασιλεύες Ιωάννης Βατάτζης ο Ελεήμων, Εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2016, σσ. 33-34.

[48]. Βλ. Επισκόπου Οινόης Ματθαίου Λαγγή, Ό.π., σ. 233.

[49]. Πλην του Θεοδώρου Αγγέλου, ο οποίος όπως προαναφέραμε ήταν ο κύριος υποκινητής για τις αποστασίες του Μιχαήλ Β΄, και του υιού του Δημητρίου Αγγέλου, δεσπότη της Θεσσαλονίκης, ο οποίος στο σύντομο χρονικό διάστημα που κυβέρνησε αθέτησε τις συμφωνίες που είχε υπογράψει με το κράτος της Νίκαιας. Και στις δύο περιπτώσεις ο Βατάτζης επέβαλε την πιο ήπια ποινή.

[50]. Βλ. Ντόναλντ Μ. Νίκολ, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Ό.π., σ. 89.

[51]. ¨Βατάτζεια¨ ονομάζονται οι εορταστικές εκδηλώσεις θρησκευτικού και πολιτιστικού περιεχομένου που διοργανώνει από το 2011 η Μητρόπολη Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου προς τιμήν του Αγίου Ιωάννη Βατάτζη.

[52]. Στα πλαίσια των φετινών εκδηλώσεων ¨Βατάτζεια 2018¨ εντάχθηκε και η αδελφοποίηση του Δήμου Διδυμοτείχου με το Δήμο Αρταίων, καθόσον ο άγιος Ιωάννης Βατάτζης και η αγία Θεοδώρα, η βασίλισσα και προστάτης της Άρτας, αφ’ ενός είλκον αμφότεροι την καταγωγή από το Διδυμότειχο και αφ’ ετέρου με συνοικέσιο συγγενικών τους προσώπων, του υιού της αγίας και της εγγονής του αγίου, προσπάθησαν να συμφιλιώσουν τις δυνάμεις των δύο βυζαντινών ηγεμονιών της Νίκαιας και του Δεσποτάτου της Ηπείρου, εν όψει της ανακαταλήψεως της Κωνσταντινουπόλεως το 1261. Η εκδήλωση αδελφοποίησης των δύο πόλεων πραγματοποιήθηκε το εσπέρας της 3ης Νοεμβρίου ε.ε. στο Δημοτικό Αμφιθέατρο Διδυμοτείχου με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου από τους Δημάρχους Αρταίων και Διδυμοτείχου, Χρήστο Τσιρογιάννη και Παρασκευά Πατσουρίδη αντιστοίχως. ΠΗΓΗ: http://www.imdos.gr/Βατάτζεια 2018.

[53]. Βλ. Ιωάννη Α. Σαρσάκη, Διδυμότειχο Μυστράς δύο Καστροπολιτείες με κοινή ιστορία, kastropolites.com/didymoteicho-mystras-dyo-kastropoliteies


ΑΓΙΑ ΘΕΟΔΩΡΑ ΠΕΤΡΑΛΕΙΦΑ, ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΑΡΤΑΣ αρτα αρτης ηπειρος ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ εβρου εβρος θρακη ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Γ΄ ΔΟΥΚΑΣ ΒΑΤΑΤΖΗΣ Σαρσακης, 13ος αιωνας μχ, 1204, Ρωμανια Βυζαντιο Κωνσταντινουπολη εριδα κυβερνηση αυτοκρατωρ δυναστεια Αγγελων, αγγελοι Φραγκοι Δ σταυροφορια βυζαντινη αυτοκρατορια, Φραγκολατινικο Ελληνικο κρατος Φραγκολατινοι Ελληνικη αλωση βασιλειο της Νικαιας νικαια Μικρα Ασια Λασκαρης, λασκαρις, Τραπεζουντας Ευξεινος Ποντος Μεγαλοκομνηνος Δεσποτατο της Ηπειρου ηπειρος Αγγελος Κομνηνος Τραπεζουντα Τραπεζους Μεγαλοκομνηνοι
Share on Google Plus

About ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

    ΣΧΟΛΙΑ
    ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ