Βρίσκεται στην θέση «Κούφια Ράχη»(*) στα όρια των κτηματικών εκτάσεων των
Δ.Δ. Γεωργικού και Ξινονερίου του Δήμου Καρδίτσας, σε απόσταση 2 χιλ. ΒΑ. της
Μητρόπολης και 5,5 χλμ. ΝΔ της Καρδίτσας. Πρόκειται για ένα από τα καλύτερα
διατηρημένα ταφικά μνημεία της Μυκηναϊκής περιόδου στην Θεσσαλία και
χρονολογείται κατά την ΥΕΙ, σύμφωνα με τον Δ. Θεοχάρη, ή κατά την ΥΕ ΙΙΙΒ-Γ
σύμφωνα με άλλους ερευνητές.[1]
Μέχρι την δεκαετία του 1990 αποτελούσε μία από τις ελάχιστες μαρτυρίες ότι η
Δυτική Θεσσαλία δεν ανήκε στην περιφέρεια του μυκηναϊκού κόσμου.
Ο τάφος έχει κατασκευασθεί σε ένα μεμονωμένο απότομο λόφο σε πεδινό
έδαφος που αποτελείται από μαλακό βράχο με ιζηματογενείς στρώσεις ανάμεσα στις
οποίες παρεμβάλλονται και στρώσεις σκληρότερου ψαμμίτη. Αποτελείται από τον
δρόμο, το στόμιο και την θόλο. Ο δρόμος έχει κατεύθυνση από βορρά προς νότο και
διαστάσεις 10,45 – 10,60 Χ 2,74 μ. Οι τοίχοι των παρειών του δρόμου είναι
κτισμένοι με ασβεστολιθικές πέτρες μικρών διαστάσεων και έχουν σαν συνδετικό
υλικό λάσπη από χώμα. Το πλάτος τους είναι 0,93 – 1,15 μ. το δε σωζόμενο ύψος
τους κυμαίνεται από 0,51 μ. έως 2,16 μ. Το δάπεδο του δρόμου αποτελούσε ο
λαξευτός μαλακός βράχος που είχε μικρή κλίση προς τα κάτω, στα νότια, με
διαφορά κλίσης 0,36 μ. Το στόμιο, το οποίο έχει μήκος 10,35 μ, πλάτος 2,10 μ – 2,40
μ και ύψος κοντά στην θόλο 2,60 μ., καλύπτεται με τεράστια υπέρθυρα σε όλο το
μήκος του. Η θόλος διαμέτρου 8,80 μ και ύψους 8,80 μ είναι δομημένη κατά το εκφορικό σύστημα και σώζεται ακέραια.
Ο τάφος αποκαλύφθηκε το 1917 από τον Α. Αρβανιτόπουλου με αφορμή την αφαίρεση λίθων από τον λόφο για οικοδόμηση. Τα αποτελέσματα αυτής της πρώτης αρχαιολογικής έρευνας δεν μας είναι γνωστά. Το 1960 με αφορμή αρχαιοκαπηλική ενέργεια, κατά την οποία καταστρέφεται τμήμα της τοιχοποιίας του θολωτού τάφου, ο Δ. Ρ. Θεοχάρης ερευνά μέρος της επίχωσης στο εσωτερικό του κυκλικού θαλάμου και βρίσκει ελάχιστα όστρακα αμαυρόχρωμων αγγείων τα οποία τον οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο τάφος χρονολογείται κατά τη ΥΕΙ περίοδο.
Ο τάφος αναφέρεται
και στην μελέτη των Heurtley & Skeat που αφορά τους θολωτούς τάφους της
Μαρμάριανης (Λάρισα). Διάφοροι μελετητές όπως ο Desbourgh, ο Hope Simpson, ο
Alin συμπεριλαμβάνουν τον θολωτό τάφο του Γεωργικού στις μελέτες τους.
Το 1981 οι W. G. Cavanagh & R. R. Laxton μελετώντας την Δομική
Μηχανική της κατασκευής των Μυκηναϊκών θολωτών τάφων, περιλαμβάνουν στην έρευνα
τους και το θολωτό τάφο του Γεωργικού δημοσιεύοντας για πρώτη φορά μια τομή του
ως τότε ορατού τμήματος της θόλου.
Τέλος, το 1997 κατά την διάρκεια εργασιών, στα πλαίσια του έργου
«Συντήρηση - Αξιοποίηση του Θολωτού Τάφου Γεωργικού - Ξινονερίου» το οποίο
χρηματοδοτήθηκε από το Β΄ ΚΠΣ, ο υπεύθυνος του έργου αρχαιολόγος της ΙΓ ΕΠΚΑ κ.
Χ. Ιντζεσίλογλου έφερε στο φως Ιερό των Προγόνων, το οποίο ιδρύθηκε στο τέλος
του 7ου αι π.Χ. και η λειτουργία του συνεχίζεται και στους επόμενους αιώνες.
ΠΗΓΗ: ΥΠΠΟΑ, ΕΦΑ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ, ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 11.12.2022.
ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ:
[1] Ο Ol. Pelon λ.χ. στην διατριβή του με τίτλο "Tholoi, Tumuli et Cercles Funeraires", περιλαμβάνει και τον θολωτό τάφο του
Γεωργικού και προτείνει σαν πιθανή χρονολόγησή του την ΥΕ ΙΙ.
ΣΧΟΛΙΟ Γ. Λεκάκη:
(*) Με το επίθετο κούφιος (-α, -ο) ο ελληνικός λαός χαρακτηρίζει ό,τι νομίζει ότι είναι - ή ό,τι γνωρίζει ότι είναι εκ παραδόσεως ή εξ ιδίας πείρας - κούφιο, δηλ. σπηλαιώδες, χαώδες, κοίλο. Έτσι χαρακτήριζαν και πολλές περιοχές με μεγαλιθικούς τάφους, τους οποίους θεωρούσαν κούφια γη. Σχετικά τα τοπωνύμια:
- Κούφιο Βουνό (> Κουφόβουνο Έβρου, Λέσβου, Σπαρτης),
- Κουφάλια (Θεσσαλονίκης),
- Κούφη / Σγκούφη (Ρεθύμνης Κρήτης),
- Κουφή Πέτρα (Νεάπολης Λασυθίου),
- Κουφονήσι / Κουφονήσια (Κυκλάδων, Λασυθίου), και Κουφονήσια / Κοφινίδια (νησίδα της Αττικής),
- Κουφόπουλο (Ηλείας),
- Κουφό (νησίδα της Αττικής),
- Κουφός (Χαλκιδικής, Κυδωνίας Χανίων),
- Κουφό Πηγάδι (Βώλακα Τήνου),
- Κωφοί (Μαγνησίας),
- Κωφός Λιμήν (αρχαίο λιμάνι Μουνιχίας Πειραιώς), κ.ά.
Σχετική και η Κως < ΚωFos < νήσος με κουφώματα, σπηλαιώματα, κλπ. - ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης "Σύγχρονης Ελλάδος περιήγησις".
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook