Της καθηγήτριας Γαλλικής, Βίκυς Μπακάλη
Οι Μυκονιάτες στην αρχαιότητα ήταν «γλίσχροι»[1], δηλαδή ρυπαροί και στο σώμα και στους τρόπους συμπεριφοράς.
Υπήρχε η έκφραση:
«Μυκόνιος γείτων» που την χρησιμοποιούσαν για να χαρακτηρίσουν τον ευτελή,
αναξιοπρεπή και πολύ κακό γείτονα, αλλά και τον φορτικό σαν «κολλιτσίδα»
συνδαιτυμόνα, αφού οι Μυκόνιοι ήταν τόσο φιλάργυροι και τσιγκούνηδες, που
σύμφωνα με το λεξικό ΣΟΥΙΔΑ (ή ΣΟΥΔΑ), πήγαιναν ακάλεστοι στα συμπόσια, για να
μπορέσουν να φάνε τσάμπα!..
Το ένθετο απόσπασμα μέσα στην εικόνα,
από το λεξικόν του Ησυχίου (λήμμα "Μυκόνιοι").
Στράβωνος «Γεωγραφικά»
(10.5.9): «καὶ τοὺς φαλακροὺς δέ τινες Μυκονίους καλοῦσιν ἀπὸ τοῦ τὸ πάθος τοῦτο
ἐπιχωριάζειν τῇ νήσῳ».
Ο Ζηνόβιος, στις «Παροιμιογραφίες
/ Paroemiographi Graeci» του, αναφέρεται στον «Μυκόνιο γείτονα», ξεκαθαρίζοντας
ότι η παροιμιώδης αυτή έκφραση, λέγεται πάντα για κακό χαρακτηρισμό και απευθύνεται
στους μικροπρεπείς και γλοιώδεις. [«…ὡσαύτως “Μυκόνιος γείτων”, παροιμία ἐπὶ
κακοῦ γείτονος ἕνεκα τῆς γλισχρότητος καὶ τῆς μικροπρεπείας τῶν Μυκονίων.].
Στο λεξικό του Ησύχιου
υπάρχει η λέξη «μῦκος» την οποία ερμηνεύει ως «μιαρός» που σημαίνει ό,τι και
σήμερα: τον μιαρό, τον γλίσχρο. Αναφέρει επίσης, ότι οι Μυκόνιοι κακολογούνταν
για την τσιγκουνιά τους και την «γλισχρότητά τους».
ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 24.10.2023.
[1] γλίσχρος, -α, -ον = ανεπαρκής, λιγοστός
(π.χ. «γλίσχρος μισθός»), πολύ βρόμικος, κολλώδης, γλοιώδης. Επίσης σημαίνει
και τον πενιχρό, τον φτωχικό, αλλά και τον τσιγκούνη.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook