Του Γιώργου Λεκάκη
Ενόρχης / ένορχος / δωριστί ενόρχας
/ ιωνιστί ένορχις (< εν + όρχις = με όρχεις) είναι ο έχων όρχεις, και συνεπαγωγικώς
ως ουσιαστικό ο τράγος.
Όρχεις (ιωνιστί ὄρχιες[1]), είναι
ο ανδρικός γεννητικός αδένας[2] - Ηρόδ.
Άρα ο κατ’ εξοχήν γονιμοποιητικός / αυξητικός / παραγωγικός αδήν.
Αλλά και ένα επίθετο / μορφή
του θεού Διονύσου - ΔΙΑΒΑΣΤΕ Γ. Λεκάκη: «Διόνυσος, ο θεός που τα έχει 400» - κατά
την έκφανση της λατρείας γονιμότητας. Αυτό το επίθετο του Διονύσου απαντάται στην
Σάμο και την Λέσβο. Ο Διόνυσος ήταν ενόρχης επειδή ο πατέρας του Δίας / Ζευς τον
έραψε στον μηρό[3] του –
δηλ. στα μηρία / μήρα (= κύκλος / κυκλικά μέρη) - συνεπαγωγικώς «στους όρχεις» του.
Έκφρασις έκτοτε παροιμιώδης στα χείλη των Ελλήνων, με την μικρή παραφθορά αντί «έραψε»,
τον τύπο «έγραψε».
Τα μυστήρια του Διονύσου
τελούνταν μετά ορχήσεως < όρχησις[4],
ορχούμαι < ομηρ. ορχηθμὸς / ορχηστός > όρχος, ορχός = αμπελώνας, σειρὰ
κλημάτων (όπου λατρευόταν ο Διόνυσος) ή καρποφόρων δένδρων > ρ. ὀρχέομαι, ὀρχοῦμαι
= χορεύω, χορός παντομιμικός, κυκλικός και αναπαραστατικός μέρος της γυμναστικής,
με σκοπό την γονιμοποίηση / αύξηση / παραγωγή…
Ο Λέσβιος Θυέστης είχε αποκτήσει άνομη σχέση με την αδελφή του, την Δαισώ ή Δαιτώ (= αυτή που μοιράζει). Από αυτήν την σχέση εγεννήθη ένα αυγό![6] Και από αυτό εβγήκε ο Ενόρχης, που ίδρυσε τον ναό του Διόνυσου, στον οποίο έδωσε τ’ όνομά του - και έτσι έπειτα έγινε επώνυμο του θεού…
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης «Ελληνικη
Μυθολογια». Γ. Λεκάκης «Σύγχρονης Ελλάδος περιήγησις». ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ,
7.4.2008.
- Τζέτζ. Σχόλ. Λυκόφρ. Αλεξ.
212, Αριστοφ., Θεόκρ.
- Jameson «Enorkhes», 1993.
- Kerényi, 1976, σελ. 286.
- Liddell H. G. - R. Scott «A Greek-English Lexicon».
- Nilsson Vol I, σελ. 593.
[1] κοινώς εκ παραφράσεως αρχίδι, αρχίδια < αρχή.
[2] Και φυτό εκ του σχήματος των ριζών αυτού (Θεοφρ. Π.
Φυτ. Ιστ. 9.18,3, Διοσκ. 3.141) και είδος ελαίας.
[3] μηρός > λατ. femur = από το ισχίο ή την λεκάνη έως
το γόνατο, το ισχίον, το μπούτι (προσφιλές κρατικό έδεσμα των αρχαίων) > πληθ.
μηρία, τα οστά του μηρού - Όμηρ., Σοφ., Ηρόδ.
Ø λατ. membra = μέλη του σώματος
Ø αγγλ. member = μέλος
Ø αρχ. ιρλδ. mir = κομμάτι κρέας
Ø αρχ. ινδ. mamsa και
mas
Ø γοτθ. Minz
Ø αρμ. mis,
Ø αρχ. σλαβ. męso,
Ø παιδικό μαμ…
[4] η πράξη του χορού, ο χορός καθ' αυτός, ιδίως χορός
παντομίμας - Ηρόδ.
[5] Στην ίδια νήσο λατρευόταν και ως Βρισαίος, στην Βρίσα
της Λέσβου. Και ως Φαλλήν (< φαλλός). Πιθανώς στο ακρωτήριον που σήμερα καλείται Άγιος Φωκάς στα Βατερά.
[6] Η ωοτοκία είναι και αλλαχού αναφερομένει στην αρχαία μας
μυθολογία:
- Ο
Φάνης εγεννήθη από ένα αυγό (ορφικά).
- Η
Νύχτα και ο Αιθέρας εγέννησαν ένα «αργυρόν ωόν» (ασημένιο αυγό), από το οποίο προέκυψε
ο Έρως (ορφικά).
- Η θεά Νέμεσις, με τον Δία εγέννησε ένα αυγό στον Ραμνούντα Αττικής. Ο μεταμορφωμένος σε κύκνο Ζευς το εναπόθεσε στην μήτρα της Λήδας στην Σπάρτη. Έτσι εγεννήθη η γνωστή Ωραία Ελένη,
κ.ά.
Η ωοτοκία υπάρχει και σε άλλες μυθολογίες.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook