Του Γιώργου Λεκάκη
Η Μονόπολις / Monopoli /
Menòple στην τοπική διάλεκτο) είναι ένας ιταλικός δήμος, στην ακτή της
Αδριατικής, 40 χλμ. νότια του Μπάρι, στην Απουλία, της Μεγάλης Ελλάδος, κάτω /
νότιας Ιταλίας, στον 40ό παράλληλο [40°57′N 17°18′E].
Κτισμένη στην θέση οχυρού
οικισμού των Μεσσαπίων Κρητών, ήδη από τον 5ο αιώνα π.Χ. τώρα υπάρχει το
ιστορικό κέντρο της πρώιμης μεσαιωνικής εποχής, με θέα στην θάλασσα που
περιβάλλεται από υψηλά τείχη.
Οι πιθανές ετυμολογίες του
ονόματος είναι από τα ελληνικά:
- Μίνωος Πόλις, αφού κατά την παράδοση ο βασιλιά της Κρήτης Μίνωας ήταν ο μυθικός ιδρυτής της πόλεως και η οποία επιβεβαιώνεται και από την επιγραφή που μετέγραψε ο ηγούμενος de Saint-Non στο έργο του. Ένα αντίγραφό της, στο οποίο αναφέρθηκε και ο Th. Mommsen, σώζεται στο σκευοφυλάκιο του Καθεδρικού Ναού.[1]
- Μόνη Πόλις: Ο Διονύσιος Β'
των Συρακουσών ίδρυσε δύο αποικίες στις ακτές της Απουλίας: την Νέα Πόλη /
Νεάπολη / Polisnea (> Polignano) και την Μονόπολη / Monopoli, που ιδρύθηκε
στα ερείπια του Δέρτου. Για τους Συρακούσιους αυτό το κέντρο ήταν το
μόνο λιμάνι, που υπήρχε μεταξύ Σίποντου και Βρενδεσίου / Μπρίντιζι.
- Μόνη Πόλις = σημαντική πόλη.
Έτσι πρέπει να φαινόταν στην πραγματικότητα το μεγάλο μεσσαπικό-κρητικό φρούριο
στους Γναθίους (> Εγνατίους), που το επέλεξαν ως νέα πατρίδα τους, μετά την
καταστροφή της πόλης τους από τον Τωτίλα, βασιλιά των Γότθων.
- Μανόπολις[2] - βλ.
Πιεμόντειο χαρτογράφο Giacomo Gastaldi, καθώς χάρτη του κρατικού αρχείου της
Φλωρεντίας (1400 μ.Χ.). Και σε άλλους ναυτικούς χάρτες του 16ου αι. πιθανότατα
λόγω βενετσιάνικης ή φλωρεντιανής επιρροής. Τον 14ο αιώνα, αναφέρεται
και ως Monopolo - λατινική επιρροή.
Κάτω από τον Καθεδρικό Ναό
ευρίσκεται οικισμός της Εποχής του Χαλκού (16ος αιώνας π.Χ.). Στον
ναό υπάρχει μικρό αρχαιολογικό μουσείο της πόλεως. Και στην εκκλησία της Santa
Maria Amalfitana έχουν εντοπιστεί στοιχεία από τον 16ο αιώνα π.Χ. (έως τον
13ο-18ο αιώνα μ.Χ.). Και κάτω από το πενταγωνικό Κάστρο του Καρόλου Ε΄ υπάρχουν
αρχαιολογικά κατάλοιπα από τον 16ο αιώνα π.Χ. Και κάτω από την
Piazza Palmieri υπάρχουν κατασκευές και ευρήματα από τον 16ο αιώνα π.Χ. (έως
τον 16ο αιώνα μ.Χ.).
Η Μονόπολη ήδη από τα μέσα
της 2ης χιλιετίας π.Χ. ήταν προφανώς ένας μεγάλος οικισμός της
Εποχής του Χαλκού, όπως μαρτυρούν ευρήματα από την Via Papacenere και κοντά
στην Piazza Palmieri. Υπήρχε από τον 16ο αιώνα π.Χ.[3] έως την
Τελική Εποχή του Χαλκού (11ος αιώνας π.Χ.). Εκτός από υπολείμματα κτισμάτων,
εστιών και τοπικών κεραμικών, ανακαλύφθηκαν ορισμένα θραύσματα αγγείων
αιγαιοπελαγίτικης προέλευσης, και δύο θραύσματα μυκηναϊκής κεραμικής, που
υποδηλώνουν εμπόριο με την κυρίως Ελλάδα.
Η πόλη της Μονόπολης αντλεί
τις αρχαίες ρίζες της από ένα ισχυρό μεσσαπιακό-κρητικό φρούριο, που βρίσκεται
στα σύνορα της Πευκετίας. Τα μεσσαπικά-κρητικά τείχη πιθανώς περιέβαλλαν
ολόκληρην την χερσόνησο, που προσδιορίζεται από τον σημερινά λεγόμενο όρμο
Porta Vecchia και τον όρμο Porto Antico, κατά μήκος της via dei Mulini, μέσα
στον Προμαχώνα της Σάντα Μαρία, κάτω από το Κάστρο, κοντά στο Παλλάτι του
Επισκόπου. Σώζονται ακόμη σημαντικά τμήματα των οχυρώσεων από τον 5ο αιώνα π.Χ.
και η νεκρόπολη των Μεσσαπίων Κρητών (5ος-3ος αιώνας π.Χ.)[4], κ.ά.
Από την ρωμαϊκή εποχή σώζεται
μόνο η μεγάλη οχυρή πύλη (1ος αιώνα π.Χ.), ενσωματωμένη στο Κάστρο, και κάποιοι
τάφοι στον υπόγειο χώρο του καθεδρικού ναού. Σύμφωνα με αμφίβολη μαρτυρία, το
43 μ.Χ. έφτασε εδώ ο άγιος Πέτρος και κήρυξε σε μια ομάδα πολιτών της
Μονόπολης.[5] Από τον
1ο αιώνα π.Χ. έως τα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ. ήταν ένα κατ’ εξοχήν στρατιωτικό
λιμάνι. Αργότερα, χάρη στην άφιξη των Γναθίων / Εγνατίνων προσφύγων, από την
πόλη τους (που καταστράφηκε από τον Τωτίλα, των Γότθων), η Μονόπολις θα γίνει
κέντρο πρωταρχικής εμπορικής σημασίας. Απ’ εδώ ξεκινούσε η Εγνατία Οδός / Via
Egnatia, που πέρναγε την Αδριατική, έφτανε στο Δυρράχιο και από εκεί
Θεσσαλονίκη – Κωνσταντινούπολη!
Το 1041 μ.Χ. έγινε η Μάχη της
Μονόπολης μεταξύ Βυζαντινών και Νορμανδών, που έληξε με την φυλάκιση του
Εξαύστου. Η πόλη προσχωρεί στην εξέγερση της Απουλίας. Το 1042 το Βυζάντιο
έστειλε στην Απουλία τον διάσημο και σκληρό στρατηγό Γεώργιο Μανιάκη, πρίγκηπα και βικάριο του αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης, ο οποίος
αμέσως στράφηκε εναντίον της πόλεως αλλά, μη καταφέρνοντας να την καταλάβει, κατέστρεψε,
μεταξύ άλλων, και την εκκλησία του Sant'Angelo Francisto / Frangestro της
Μονοπόλεως και επιτέθηκε στην ύπαιθρο και στα αγροτικά χωριά, με τρομερές
σφαγές και σκληρότητα.
Στις αρχές του 13ου
αιώνα, διαδραματίζεται η ιστορία του Μαΐου της Μονόπολης / Maio di Monopoli,
ενός Μονοπολίτη πειρατή που, έχοντας σκοτώσει ένα υψηλόβαθμο άτομο, αναγκάσθηκε
να φύγει από την Μονόπολι για την Κεφαλονιά, με μια ομάδα οπαδών του. Κατάφερε
να κατακτήσει τα νησιά του Ιωνίου (Κεφαλονιά, Κέρκυρα, Ζάκυνθο, Ιθάκη) και να
γίνει κόμης τους. Ίδρυσε την Κομητεία των Ιωνίων Νήσων. Εδραίωσε την εξουσία
του με το να νυμφευτεί την Άννα Αγγέλου, κόρη του Θεοδώρου Άγγελου Δούκα και
της Ζωής Δούκα, πολύ ισχυρών προσώπων στην αυτοκρατορική αυλή της Κωνσταντινούπολης,
το 1226. Μαζί της απέκτησε δύο ή ίσως τρία παιδιά, μεταξύ των οποίων και ο
μεγαλύτερος γιος του, Τζιοβάνι. Αυτός και ο Ρικάρντο, δολοφονήθηκαν το 1303.
Σπήλαια της Μονόπολης
Στην περιοχή απαντώνται
συχνάκις σπήλαια. Πιο γνωστά:
- Στα Grotta delle Mura,
σπήλαιο Cala Corvino και Cala Camicia, που βρίσκονται λίγο έξω από την αρχαία
πόλη, οι ανασκαφές, που πραγματοποιήθηκαν από τα πανεπιστήμια της Σιένα και της
Φλωρεντίας, αποδείχθησαν μεγάλου επιστημονικού ενδιαφέροντος. Εντοπίσθηκαν
ευρήματα των αρχαιότερων στρωμάτων της Ανώτερης Παλαιολιθικής, τοποθετώντας την
ανθρώπινη παρουσία στην περιοχή κατά την τελευταία παγετώνεια περίοδο, περίπου
80.000 χρόνια πριν από σήμερα. Πολυάριθμες ανακαλύψεις λίθινων εργαλείων όπως
τσεκούρια, και ξύστρες αποδεικνύουν ότι ο τόπος όπου βρίσκεται η σημερινή
Μονόπολη κατοικείτο επίσης και από την προϊστορική εποχή. Στο σπήλαιο Mura οι
ανασκαφές του 2006 αποκάλυψαν έναν πλούτο αρχαιολογικών στρωμάτων. Τα
αρχαιότερα ευρήματα χρονολογούνται από την Μέση Παλαιολιθική Περίοδο.
Αξιοσημείωτη είναι μια παιδική ταφή της Ανώτερης Παλαιολιθικής και μενταγιόν
κοσμημάτων από οστά της ίδιας περιόδου.
- Το Χάσμα Impalata, ανοίγει
στον πυθμένα μιας μεγάλης καταβόθρας. Ένα τέλεια κατακόρυφο πηγάδι, με σχεδόν
κυκλικό τμήμα, διαμέτρου περίπου 2 μ., το οποίο φτάνει σε βάθος 97,30 μ. Στα 83
μ. υπάρχει ένας σύντομος και υψηλός διάδρομος, 40 μ. επικίνδυνος λόγω της
παρουσίας, ίσως μόνο εποχικής, διοξειδίου του άνθρακα.
- Σπήλαιο Santa Lucia: Ένα
μεγάλο και σύνθετο καρστικό συγκρότημα, ίσως το 2ο μεγαλύτερο σπήλαιο
στην Ιταλία. Η είσοδος ευρίσκεται 375 μ. επάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Αποτελείται
από ένα κατακόρυφο πηγάδι με διάμετρο περίπου 1,1 μ. και βάθος 25 μ. Η ελλειπτική
θόλος του κολοσσιαίου σπήλαιου έχει διαστάσεις 170 Χ 56 μ. θα ήταν παλαιό
υπόγειο ποτάμι, κατευθύνεται προς το κανάλι του Πύρρου / Pirro και τις μεγάλες
καταβόθρες που υπάρχουν εκεί.
- Χάσμα της Cavallerizza: Πολύπλοκο σύστημα πηγαδιών και διαδρόμων, που είναι ακόμα ενεργό, με παρουσία νερού, σε «πισίνες» και λίμνες. Το τελευταίο και βαθύτερο πηγάδι 170 μ. είναι απόλυτα κατακόρυφο. Τέλος, μια λίμνη βρίσκεται περίπου 300 μ. πιο βαθειά από το επίπεδο της εισόδου!
Αξιοθέατα
Υπάρχουν πολλές βραχοεκκλησίες. Πιο σημαντική αυτή του Αγ. Γεωργίου.
Ασχολίες
Οι κάτοικοι φημίζονται για την ξυλουργική τέχνη (βαγόνα, καρότσια, βαρέλια, δεξαμενές - από τις λίγες περιοχές όπου συνεχίζουν να παράγονται δεξαμενές και βαγόνια – έπιπλα, μουσικά όργανα, κυρίως κιθάρες). Την τέχνη σε σφυρήλατο σίδερο, την καλαθοποιία (καλάθια, κόσκινα), την λιθοτεχνία (πετράδες, ο επονομαζόμενος τοιχάρχης ήταν ο τεχνίτης που ήταν υπεύθυνος για την κατασκευή και την επισκευή ξερολιθικών τοίχων, επάγγελμα που κινδυνεύει πλέον να εξαφανιστεί).
Κουζίνα
Ξεχωρίζει το cappellate
(n'cartddet) ένα χριστουγεννιάτικο γλυκό ελληνικής προέλευσης, φτιαγμένο με
φύλλα ζυμαρικών σε σχήμα κορδέλλας, κομμένα με οδοντωτό κόφτη ζαχαροπλαστικής, που
γίνεται τηγανητό και καλυμμένο με βινκότο.
Από την αρχαία κουζίνα
προέρχεται και η ingrapiata, κουκιά με κιχώριο, το
όνομα του οποίου προέρχεται από έναν αρχαίο τρόπο καρύκευσής του με κάππαρη
(incapperata).
Θα βρείτε ακόμη:
- orecchiette (με σιμιγδάλι σκληρού σίτου ή με το
γκροσέτο, καρυκευμένο με γογγύλια, τομάτα, βασιλικό και τυρί ricotta ή με
έμβαμμα τοπικού μανιταριού που φυτρώνει στους πρόποδες ή στον κορμό της τοπικής
σπάνιας χαρουπιάς[6]).
- σούπες: Την ψαρόσουπα
Cjambotto (με τομάτες, σκόρδο, μαϊντανό, λάδι, αλάτι, πιπέρι και φέτες
μπαγιάτικου σπιτικού ψωμιού) και την κρύα (cialledda, με μπαγιάτικο ψωμί ή ταραγόνι βουτηγμένο σε
νερό, με λάδι, αλάτι, τομάτες και ρίγανη).
- χταπόδι σε πινιάτα.
- γαύρο μαριναρισμένο (σε
εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, ξύδι, χυμό λεμονιού και αλάτι)
- σφαιρίδια από πολύ μαλακή
ζύμη (αλεύρι, πατάτα, μαγιά μπύρας, νερό και αλάτι) τηγανισμένα σε βραστό λάδι.
Σερβίρονται ζεστά, με ζάχαρη ή ζεστό κρασί ή μέλι. Έδεσμα της 7ης
Δεκεμβρίου, την παραμονή της αμόλυντης σύλληψης, της 16ης και της 24ης Δεκεμβρίου.
- επιδόρπια ζαχαροπλαστικής [purcidde (μικρά με μέλι ή βινκότο), βoconotti (γεμιστά
με μαρμελάδα και αμύγδαλο)]
- ντόνατς τηγανητά ή ψημένα,
τα Zeppola di San Giuseppe, διακοσμημένα εξωτερικά με κρέμα, μαύρο κεράσι και
κανέλλα - έδεσμα της γιορτής του San Giuseppe.
- μπισκότα cherrocl, μεγάλα σε σχήμα ανθρώπου με μπράτσα, που κρατούν ένα βρασμένο αυγό. Χαρακτηριστικά των εορτών τοy Πάσχα. Για παιδιά. Άλλο ένα κρητικό έθιμο – ΔΙΑΒΑΣΤΕ το ΕΔΩ.
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης "Σύγχρονης Ελλάδος περιήγησις" (απόσπ.). ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 3.4.2015.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- G. Andreassi «Mare d'Egnazia», εκδ. Schena.
- M. Bettelli «Italia
meridionale e
mondo miceneo. Ricerche su dynamics di acculturazione e aspetti archeologici, με particolare riferimento ai versanti Adriatico e
ionico della penisola Italiana», Φλωρεντία, 2002.
- Dom. Capitanio «Il sistema difensivo e la città, Monopoli nel suo
passato», v. 5, Comune di Monopoli, Grafischena s.r.l., Fasano, 1992.
- Stef. Carbonara «Monopoli nel Secondo Novecento», εκδ. Schena.
- Dom. Cofano «Monopoli nell'età del Rinascimento», εκδ. Biblioteca Comunale Prospero Rendella.
- L. Finamore Pepe «Monopoli e la Monarchia delle Puglie», Monopoli, 1897.
- Fr. Ant. Glianes Monopoli nel Medioevo e nel Rinascimento», εκδ. Schena.
- S. Lillo «Monopoli sintesi storico geografica», εκδ. Grafiche Colucci Monopoli, 1976.
[1] Η επιγραφή στα ελληνικά (πιθανόν λανθασμένο αντίγραφο
που έγινε τον 18ο αιώνα από θραύσμα παλαιότερης επιγραφής) τοποθετήθηκε στον
αρχαίο ναό της Μαίας και του Ερμή(*) (μάνας και υιού) κοντά στην
Μονόπολι. Η αρχική πλάκα, δεν ήταν πλέον ορατή από τον J.-Cl.
Richard de Saint-Non το 1783.
[2] Το Μάνος / Μανού είναι όνομα του Μίνωος, ιδιαιτέρως
δημοφιλές έως και σήμερα στην Κρήτη (Μάνος, Μανώλης, Μανούσος, κλπ.).
[3] Η περίοδος αυτή στην Ιταλία λέγεται «Πρωτο-Απεννίνια
Β»…
[4] Επίσης υπάρχει παλαιοχριστιανικός ναός (6ος-7ος
αιώνας μ.Χ.), η κρύπτη του Romuald (12ος αιώνας μ.Χ.), ταφικός χώρος επισκόπων
(χρησιμοποιείται έως τον 18ο αιώνα μ.Χ.) - διαδρομή του «Romualdo Crypt
Museum».
[5] Βλ. τοπικό ιστορικό G. Indelli.
[6] Laetiporus sulphureus.
(*) Η σχέσις του θεού Ερμού με την Κρήτη, είναι τεράστια:
Κατ' αρχάς στην Κρήτη τελούνταν τα Έρμαια ή Ερμαία προς τιμήν του. (Αλλά και σε πολλά μέρη του ελλαδικού χώρου, όπως στην Αθήνα, στην Αρκαδία, κ,α, Με ιδιαίτερα αγωνίσματα (με νόμο του Σόλωνος).
Στην προϊστορική Κρήτη υπήρχαν τα ερμεία (κατακόρυφοι λίθοι, για την οριοθέτηση περιοχών, ξερολιθιές ως οδοδείκτες για τους ταξειδιώτες).
Ο γνωστός «Όρκος των βοσκών» του Ψηλορείτη έχει τις ρίζες του στον πανάρχαιο μύθο του ζωοκλέφτη Ερμή - άγραφος νόμος αρχαίου μηχανισμού κοινωνικής συνοχής για βεντέτες, κυρίως για ζωοκλοπές, κλοπές και ζητήματα τιμής.
Η νύμφη Ακακαλλίς ή Ακάλλη, κόρη του Μίνωα και της Πασιφάης, ή της Κρήτης και εγγονή του Αστερίου, γέννησε με τον θεό Ερμή, τον Κύδωνα, ιδρυτή της Κυδωνίας (τα νυν Χανιά) - βλ. Βιβλιοθήκη Απολλοδώρου
Ο Ερμής ερωτεύθηκε και την Απημοσύνη, κόρη του βασιλιά της Κρήτης Κατρέως και εγγονή του Μίνωος και της Πασιφάης. Αδέλφια της Απημοσύνης ήταν οι Αερόπη, Κλυμένη και Αλθαιμένης. Οι Αλθαιμένης και Απημοσύνη, με δική τους πρωτοβουλία έφυγαν από την Κρήτη και εγκαταστάθηκαν στην Ρόδο, όπου ίδρυσαν την πόλη Κρητηνία.
Στην Άνω Σύμη Μουρνιών Ιεράπετρας Λασυθίου, υπάρχει σημαντικός αρχαιολογικός χώρος με το Ιερό του Ερμή και της Αφροδίτης. Από την Κάτω Σύμη Βιάννου πάει κανείς στο νεοανακτορικό (Μεσομινωικής ΙΙΙ β) ιερόν του Ερμή και της Αφροδίτης, στην θέση Κρύα Βρύση. Το ιερόν είναι ένα από τα σημαντικότερα της αρχαιότητας! Είναι ο μοναδικός, μέχρι σήμερα γνωστός, χώρος λατρείας στην Κρήτη, και στην Ελλάδα, που λειτούργησε επί πολλούς αιώνες χωρίς διακοπή. Θεωρείται ότι ιδρύθηκε ήδη στην 3η χιλιετία π.Χ. - περί το 2000 π.Χ. Η λατρεία στον χώρο αυτόν άρχισε από την Μεσομινωική Εποχή και συνεχίσθηκε μέχρι τα ρωμαϊκά αυτοκρατορικά χρόνια! Στο Ιερόν Όρος (βλ. Πτολεμαίο), μεταξύ του Τσούτσουρα και της Ιεράπυτνας (νυν Ιεράπετρας). Ευρήματα από το διπλό ιερόν της Σύμης βρίσκονται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ηρακλείου. - βλ. Α. Λεμπέση "Το ιερό του Ερμή και της Αφροδίτης στην Σύμη Βιάννου - ΙΙΙ: Τα Χάλκινα και ανθρωπόμορφα ειδώλια", Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, αρ. 225, Αθήναι 2002).
Η αρχαία Κίσσαμος επίνειον της δωρικής Πολυρρήνειας, σε δικό της νόμισμα, έφερε την προτομή του Ερμή (προστάτη του εμπορίου).
Στον Άγιο Νικόλαο Λασυθίου - η αρχαία Λατώ η προς Καμάρα, επίνειον της Λατούς Ετέρας, σημαντική ορεινή πόλη των Δωριέων, τον 3ο π.Χ. αιώνα, ελάτρευαν την Ειλειθυΐα (προστάτιδα των τοκετών) και σε νομίσματα είχαν και τον Ερμή.
Και στα σπήλαια:
- Το Σπήλαιο Μελιδoνίoυ ή Γεροντόσπηλιος νομού Ρεθύμνου στην κλασσική αρχαιότητα ήταν αφιερωμένο στον θεό Ερμή και στον χάλκινο γίγαντα Τάλω.
- Το Σπήλαιο του Αγίου Αντωνίου στον Πατσό Αμαρίου Ρεθύμνου, μέσα στο ομώνυμο φαράγγι, είναι μια βραχοσκεπή, όπου λατρευόταν κατά την αρχαιότητα ο Ερμής ο Κραναίος - Κραναίον Άντρον. Με ίχνη λατρείας από την μεσομινωική εποχή, ίσως και παλαιότερα. Με βωμό με επιγραφή "Ερμή Κραναίω Δώρο Στεφάνω ευχήν". Οι ανασκαφές στο σπήλαιο άρχισαν το 1885 από τον Ιταλό αρχαιολόγο Φ. Άλμπερ.
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης "Σύγχρονης Ελλάδος περιήγησις" (απόσπ.).
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook