Ο τραγόπαπας που αλώνιζε της αγιά-Μαρίνας και τον χαντάκωσε η Κυρά, γιατί εχούγιαζε ντάλα μεσημέρι, κι εχάλαγε την ησυχία των νεραιδώνε, που είχαν τότες τραπέζι! - του Ν. Γ. Πολίτη

Ο τραγόπαπας
που αλώνιζε της αγιά-Μαρίνας
και τον χαντάκωσε η Κυρά,
γιατί εχούγιαζε ντάλα μεσημέρι,
κι εχάλαγε την ησυχία
των νεραιδώνε,
που είχαν τότες τραπέζι…

Του Νικολάου Γ. Πολίτη

Εκεί κοντά που μπαίνουνε ’ς τήν Ταβιά[1], ‘ς το δημόσιο δρόμο χάμου, είναι μια τρούπα βαθειά, που πρώτα ήταν αλώνι. Άκου νά ιδής πώς έγινε τούτο:

’Σ τοις δεκαφτά τ’ Αλωνάρη είναι η γιορτή τής άγια Μαρίνας. Ένας παπας είχε τή θημωνιά του εκεί κοντά ’ς τ’ αλώνι του, κ’ έβανε τ’ άλογα ανήμερα νά πατήσουνε.

Λέει, είν’ αλαφρή γιορτή, δέν κάνει νά καθόμαστ’ άνεργοι ξερά τά χέρια. Tο μεσημέρι πλιά, που ησύχασ’ ο κόσμος, ο τραγόπαπας ακόμα αλώνιζε, και δώσ’ του μέ τοις φωναίς εξεκούφαινε τοv κόσμο. Μά σάν ήρθε ντάλα μεσημέρι που δέν ακούς άλλη μιλιά εξόν από των τσιντσίρωνε, ο διαβολόπαπας τά ίδια της συχωρεμένης, και χειρότερα. Τότενες έβανε καί τή ντουάνα κ’ εστάθηκε απάνου ολόρθος, καί δώσ’ του εψόφησε τ’ άλογα.

Εκείν’ τήν ώρα, νά σου, μάτια μου, κ’ έρχεται νιά όμορφη γυναίκα με χρυσά μαλλιά, ασπροφόρα, καί χαιρετάει τον παπά. Εκείνος τή δουλειά του! αλώνιζε καί δέν τής είπε μαηδ’ ένα καλώς ώρισες.

Του λέει ή γυναίκα: «Γιατί αλωνίζεις σήμερα, που είναι της αγιά Μαρίνας;».

        - «Μπα λέει, καί τί; θά σέ βάνω γώ ξεταστή τι κάνω; Έτσι θέλω κι’ αλωνίζω».

Δέν επρόφτασε νά τελείωση τον λόγο, κι’ ακούγεται νιά βουή, Παναΐα μου! ελέγαμε πώς έγινε σειγμός, κ’ επεταχτήκαμε όλοι ’ς το πόδι. Πηγαίνουμε κατά τή μεριά π’ ακούστηκε ο βρόντος, καί τί γλέπουμε; Μια καταβόθρα, ε, άκωλη τον κατήφορο! Ή γυναίκα έκείνη ήτανε ή αγιά Μαρίνα, καί ειπε κ’ εσκίστηκε ή γης, κ’ εκατάπιε και παπα κι’ άλογο κι’ αλώνι.

Άλλοι πάλι έχουν νά πούνε, πώς δέν ήτανε ή αγιά Μαρίνα, καί πώς ήτανε νιά νεράιδα, που τήν εστειλε ή Κυρά νά χαντακώση τον παπά, για τ’ εχούγιαζε ντάλα μεσημέρι, καί εχάλαγε τήν ησυχία των νεράιδωνε, που είχαν τότες τραπέζι.

ΠΗΓΗ: Ν. Γ. Πολίτης «ΜΕΛΕΤΑΙ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΒΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ – ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ», τ. α΄, κεφ. Δ, ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΟΙ ΤΟΠΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΙΣ»: «Του παπά τ’ Αλώνι (Δαβιά Μαντινείας)» (κρατήθηκε η ορθογραφία του γράφοντος). ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 5.4.2015.

ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ:


[1] Η μεσαιωνική πόλις Ταβία, ευρίσκετο πιθανόν, στην θέση της αρχαίας αρκαδικής πόλεως, (τα) Δίπαια, όπου περί το 460 π.Χ., έγινε μια μάχη μεταξύ Αρκάδων και Λακεδαιμονίων.

Η νυν Δαβιά είναι χωριό της Αρκαδίας, στον 37ο παράλληλο [37°32′59″N 22°16′47″E}, ορεινό, σε υψόμετρο 843 μ. Έχει ονομαστούς νερόμυλους. Γι’ αυτό την έκαψε ο Κολοκοτρώνης το 1825, για να διακόψει την τροφοδοσία του Ιμπραήμ. Επί λόφου, σε υψόμετρο 850 μ. δίπλα από την γέφυρα του ποταμού Ελισσώνος, ευρίσκεται το Κάστρο Δαβιάς / Ταβίας, το Παλιόκαστρο όπως το λένε. Εχρησιμοποιήθη ως στρατόπεδο, στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. - ΠΗΓΗ: Γ. Λεκακης "Συγχρονης Ελλαδος περιηγησις".

τραγοπαπας αλωνισμα αγιας αγια Μαρινας Μαρινα χαντακωμα Κυρα χουγια νταλα μεσημερι, ησυχια νεραιδες τραπεζι Πολιτης τραγοπαππας αλωνι νεραιδα Ταβια τρουπα τρυπα Αλωναρης γιορτη εορτη παπας παππας θημωνια αλογα ανημερα αλαφρη ελαφρια ανεργος ξερα χερια φωναις φωνες τσιντσιρωνε, τσιντσιρων τζιτζικια διαβολοπαπας διαβολοπαππας συχωρεμενη ντουανα αλογο ομορφη γυναικα χρυσα μαλλια, ασπροφορα, καλως ωρισες ξεταστης εξεταστης αλωνιζω νια βουη σειγμος, σεισμος βροντος, γλεπω καταβοθρα, ακωλη κατηφορος γης, γη χουγι Δαβια Μαντινειας μεσαιωνιας αρχαια αρκαδικη ελληνικη πολις, Διπαια, 5ος αιωνας 460 πΧ μαχη αρχαιοι Αρκαδες Λακεδαιμονιοι Αρκαδιας, αρκαδια 37ος παραλληλος ορεινο νερομυλος καψιμο Κολοκοτρωνης 1825, τροφοδοσια Ιμπραημ λοφος γεφυρα ποταμος Ελισσωνας, Ελισσων Καστρο Δαβιας / Ταβιας, Παλιοκαστρο στρατοπεδο, Ελληνικη Επανασταση 1821
Share on Google Plus

About ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

    ΣΧΟΛΙΑ
    ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ