Του μουσικού Γιάννη Χατζή
Η λύρα, εθνικό όργανο της αρχαίας Ελλάδας, το πιο σημαντικό και
ευρύτερα γνωστό όργανο.
Συνδεόταν στενά με τη λατρεία του Απόλλωνα και για τον λόγο αυτόν
έχαιρε μεγάλου σεβασμού.
Απλό όργανο ως προς την κατασκευή, χάρι στον απλό μηχανισμό, αλλά
η ποιότητα του ήχου ήταν ευγενής, διαυγής, γαλήνιος και αρρενωπός.
Η λύρα χρησιμοποιήθηκε ως το κύριο όργανο για την εκπαίδευση των
νέων.
Επειδή ήταν απλό, βέβαια, δεν ήταν ηχηρό όργανο, δεν το χρησιμοποιούσαν σε υπαίθριες εκδηλώσεις ή διαγωνισμούς, συνδέθηκε όμως στενά με τις κοινωνικές εκδηλώσεις σε κλειστό χώρο. - ΔΙΑΒΑΣΤΕ επίσης: Γ. Λεκάκης "Μουσικής Μύησις".
ΛΥΡΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ
Σύμφωνα με έναν διαδεδομένο μύθο (προ Ομηρικός Ύμνος στον Ερμή),
αμέσως μετά την γέννησή του στο όρος Κυλλήνη (Αρκαδίας τότε), έκλεψε τα βόδια του Απόλλωνα κρυφά την
νύχτα.
Ο θεός Ερμής, βλέποντας μια χελώνα, της είπε ότι θα την κάνει
τραγουδίστρια, της αφαίρεσε το όστρακό της, στερέωσε πάνω του χορδές από έντερο
βοδιού και έτσι κατασκεύασε την ΛΥΡΑ (χέλυς).
Όταν ο Απόλλων ανακάλυψε την κλοπή παραπονέθηκε στον Δία. Τότε ο
Ερμής προσέφερε την λύρα στον Απόλλωνα, που μαγεύτηκε από τον ήχο της.
Η λύρα ήταν γνωστή στην Ελλάδα από τους πανάρχαιους χρόνους. Υπήρξαν
μυθικοί μουσικοί και επικοί τραγουδιστές όπως ο Ορφέας, ο Θάμυρις, ο Δημόδοκος,
ο Μουσαίος, ο Λίνος.
Ο ΖΗΘΟΣ ο Αμφίων, από την Θήβα Βοιωτίας με την επτάχορδη λύρα του
έκτισε τα τείχη της (Επτάπυλης) Θήβας. - ΔΙΑΒΑΣΤΕ επίσης: Γ. Λεκακης "Οι 88 αρχαίες πόλεις της Βοιωτίας".
Όταν ο Ορφέας φονεύθηκε στην Θράκη από τις μαινάδες, η λύρα του
έπεσε στην θάλασσα και παρασύρθηκε από τα κύματα ως την Λέσβο. Εκεί την βρήκαν
ψαράδες και την έδωσαν στον Τέρπανδρο.
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ
Η λύρα στην αρχική της μορφή στηριζόταν πάνω στο όστρακο της
χελώνας που χρησίμευε για ηχείο, εξ ου και χέλυς. Στα κατοπινά χρόνια το ηχείο
κατασκευαζόταν από ξύλο ελάτης πάλι σε σχήμα οστράκου χελώνας.
Σήμερα υπάρχουν διάφορες κατασκευές που μοιάζουν στην αρχική αλλά
με διάφορα σχήματα. Πάνω από το κοίλο μέρος απλώνεται τεντωμένη μεμβράνη για να
πάλλεται, από δέρμα βοδιού ή αίγας (κατσίκας).
Σε κάθε πλευρά του όστρακου, δύο βραχίονες από κέρατο αγριοκάτσικου
(ή από ξύλο μελία ή κερασιάς κλπ.) ήταν ελαφροί και λίγο καμπυλωτοί και τους
έλεγαν πήχεις ή κέρατα.
Οι βραχίονες αυτοί ενώνονταν ελαφρά στο πάνω τους άκρο πάνω σε μια
εγκάρσια κυλινδρική ράβδο, κατασκευασμένη από πυξάρι που λεγόταν ζυγός ή ζυγόν.
Οι χορδές (νεύρα από έντερο ή νεύρα καθώς είπαμε στα πολύ παλιά χρόνια από
λινάρι ή κάναβι) στερεώνονταν με κόμπο πάνω σε μία μικρή πλάκα που λεγόταν
χορδοκόνιον ή χορδοτόνος. Στο κάτω μέρος του ηχείου περνούσαν πάνω από μια
μικρή γέφυρα (καβαλάρης ή μαγάς), που απομόνωνε το παλλόμενο τμήμα των χορδών,
και προχωρούσαν κατά μήκος του οργάνου ως τον ζυγό.
Στους κλασσικούς, όμως, χρόνους χρησιμοποιούσαν στριφτάρια «κλειδιά»
φτιαγμένα από ξύλο, μέταλλο και ελεφαντόδοντο. Τα στριφτάρια αυτά, στερεωμένα
με ένα μηχανισμό πάνω στον ζυγό, τέντωναν τις χορδές με περιστροφική κίνηση και
λέγονταν κόλλαβοι ή κόλλοπες. Όλες οι χορδές είχαν το ίδιο μήκος αλλά
διαφορετικό πάχος και όγκο και κάθε μία έδινε έναν ήχο.
Ο αριθμός των χορδών ποίκιλε κατά τους ιστορικούς χρόνους. Για
μεγάλη περίοδο οι χορδές ήταν επτά. Σύμφωνα με μερικούς συγγραφείς, η αρχαϊκή
λύρα είχε τέσσερις χορδές ή κατ’ άλλους τρεις χορδές.
Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης γράφει ότι ο Ερμής επινόησε την λύρα και την έκανε τρίχορδη, κατ’ απομίμηση των τριών εποχών του χρόνου. Έτσι καθόρισε τρεις ήχους, έναν υψηλό, έναν χαμηλό και έναν μεσαίο.
Ο Λουκιανός στον «Διάλογο Απόλλωνα και Ηφαίστου» λέει την λύρα επτάχορδη. Στην εποχή του Τερπάνδρου η λύρα ήταν επτάχορδη (8ος / 7ος αι. π.Χ.)
Ο Αριστοτέλης (πρβ ΧΙΧ32) αναφέρεται καθαρά στην εξέλιξη των
χορδών.
ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΣΙΜΟΥ, 1.7.2024.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook