Του Γιώργου Λεκάκη
Έφυγε από την ζωή ο κορυφαίος αρχαιολόγος, διδάκτωρ Φιλοσοφίας (Ph. D.) του Cambridge (1965), Σκοτσέζος Colin Renfrew, ο καινοτόμος αρχαιολόγος που αφιερώθηκε με τις ανασκαφές του στον Κυκλαδικό Ελληνικό πολιτισμό, και υποστήριζε την φυσική συνέχεια του Ελληνικού έθνους. Οι Κυκλάδες ήταν το αντικείμενο της διδακτορικής του έρευνας («Οι πολιτισμοί της Νεολιθικής και της Εποχής του Χαλκού στις Κυκλάδες και οι εξωτερικές τους σχέσεις» (δηλ. κυρίως το εμπόριο οψιδιανού, 1965) και έκανε αξιόλογες ανακαλύψεις στο νησάκι της Κέρου. Από το 1987 έως το 1991 διηύθυνε ανασκαφές στον Σάλιαγκο Αντιπάρου, στην Μαρκιανή Αμοργού και στο Δασκαλιό στην Κέρο. Από το 2006 έως το 2008 διηύθυνε νέες ανασκαφές στο κυκλαδίτικο νησί της Κέρου και ήταν συνδιευθυντής του Keros Island Survey.
Είχε δηλώσει:
«Ο ελληνικός πολιτισμός, τα ελληνικά ήθη,
έθιμα και παραδόσεις, και ίσως και η Ελληνική γλώσσα, αναπτύχθηκαν στον
γεωγραφικό χώρο που γνωρίζουμε σήμερα ως Ελλάδα, και ότι με αυτήν την έννοια οι Έλληνες ήταν/είναι αυτόχθονες και βρίσκονται σε μια συνεχή διαδικασία
διαμόρφωσης».
Ανήκε στο Τμήμα Αρχαιολογίας και το Ινστιτούτο Αρχαιολογικών Ερευνών McDonald στο Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ. Ο λόρδος Renfrew του Kaimsthorn, ήταν καθηγητής Αρχαιολογίας της Disney, ιδρυτικό μέλος και διευθυντής του Ινστιτούτου Αρχαιολογικής Έρευνας McDonald και master του Jesus College. Ήταν επίσης μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας (1980), της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (1996), της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών (2006) και αντεπιστέλλον μέλος της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών (2000). Επί τιμή συνεργάτης της Βασιλικής Εταιρείας του Εδιμβούργου (2001), Επί τιμή διδάκτωρ σε πολλά πανεπιστήμια (Σέφιλντ, 1990, Αθήνα, 1991, Σαουθάμπτον, 1995, Εδιμβούργο, 2004, Λίβερπουλ, 2004. Νικητής του Ευρωπαϊκού Βραβείου Λάτση (2003) και του Βραβείου Balzan (2004). Μέλος του κοινοβουλίου των Τόρις του Ηνωμένου Βασιλείου, και της Βουλής των Λόρδων (ισόβιος ομότιμος) από το 1991.
Ήταν ένας από τους πρώτους,
που εκτίμησαν την σημασία της βαθμονόμησης των χρονολογιών ραδιοάνθρακα, για
την κατανόηση της ευρωπαϊκής προϊστορίας. Έκανε τοποθετήσεις σχετικώς με την
σχέση μεταξύ της γλωσσικής εξέλιξης και της αρχαιολογίας. Υποστήριξε μερικές
από τις πρώτες εφαρμογές της αρχαιογενετικής, και έκανε σκληρή κριτική για την
παράνομη αγορά αρχαιοτήτων. Στην Βουλή των Λόρδων, μίλησε για θέματα πολιτιστικής
κληρονομιάς και αρχαιολογικής νομοθεσίας. Ήταν συλλέκτης μοντέρνας τέχνης.
Το 1972, ο Renfrew έγινε
καθηγητής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Southampton. Διηύθυνε ανασκαφές στο
Quanterness στα νησιά Orkney και στην Φυλακωπή στο νησί της Μήλου Κυκλάδων. Έσκαψε
επίσης μαζί με την Μ. Γκιμπούτα στους Σιταγρούς Δράμας Μακεδονίας.
Ο Renfrew και ο μαθητής του,
Λ. Μαλαφούρης, επινόησαν την neuroarchaeology.
Ο Ρένφριου FBA, FSA, Hon FSA
Scot πέθανε ειρηνικά στον ύπνο του την νύχτα του Σαββάτου 23 προς την Κυριακή
24 Νοεμβρίου 2024, σε ηλικία 87 ετών.
Μερική ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ του A. C. Renfrew:
1972, The Emergence
of Civilisation: The Cyclades and the Aegean in The Third Millennium BC, Λονδίνο.
1973, Before
Civilisation, the Radiocarbon Revolution and Prehistoric Europe, εκδ. Pimlico, Λονδίνο.
Όπου αμφισβήτησε την υπόθεση ότι η προϊστορική πολιτιστική καινοτομία εξεκίνησε
από την Εγγύς Ανατολή και στην συνέχεια εξαπλώθηκε στην Ευρώπη!
1979, Transformations:
Mathematical Approaches to Culture Change», επιμ. K. L. Cooke, εκδ. Academic Press, Ν. Υόρκη.
1982, «An Island
Polity, the Archaeology of Exploitation in Melos», επιμ. Malcolm Wagstaff, Cambridge University Press, Cambridge.
1984, Approaches to
Social Archeology, εκδ. Edinburgh
University Press, Εδιμβούργο.
1985, The
Archaeology of Cult, the Sanctuary at Phylakopi, British School at Athens / εκδ. Thames & Hudson, Λονδίνο.
1986 (μαζί με M. Gimbutas
και E. S. Elster, επιμ.) «Excavations at Sitagroi, a prehistoric village
in northeast Greece», Vol. 1, εκδ. Institute of
Archaeology, University of California, Λος Αντζελες.
1987, Archaeology
and Language: The Puzzle of Indo-European Origins[1],
εκδ. Pimlico, Λονδίνο και Cambridge
University Press, Νέα Υόρκη, ΗΠΑ, 1987.
1994 (μαζί με Ezra B. W. Zubrow, επιμ.) The ancient mind:
elements of cognitive archaeology, εκδ. Cambridge
University Press, Cambridge.
1991 Archaeology:
Theories, Methods and Practice, επιμ. P. Bahn, εκδ. Thames & Hudson, Λονδίνο – 5η έκδ. 2018, 6η έκδ. 2012).
2000, Loot,
Legitimacy and Ownership: The Ethical Crisis in Archaeology, εκδ. Duckworth, Λονδίνο.
2003, Figuring It
Out: The Parallel Visions of Artists and Archaeologists, εκδ. Thames & Hudson, Λονδίνο.
2003, Prehistoric
Sitagroi: Excavations in Northeast Greece, 1968 – 1970, επιμ. Ern. S. Elster, Vol. 2, The Final Report, εκδ. Cotsen Institute of Archaeology at UCLA, Monumenta
archaeologica 20, Λος Άντζελες.
2005, Archaeology:
The Key Concepts, επιμ. P. Bahn, εκδ. Routledge, Λονδίνο.
2008, Prehistory:
The Making of the Human Mind, εκδ. Modern Library.
2008, Simulations,
Genetics and Human Prehistory, επιμ. Matsumura S.,
Forster P., έκδ. McDonald Institute for
Archeological Research, Cambridge.
ΑΡΘΡΑ:
1989, "Models
of change in language and archaeology", Transactions of the Philological
Society 87 (1989): 103–55.
1992, "Archaeology,
genetics and linguistic diversity", Man 27 (1992): 445–78.
1993, «I.
Archaeology, Language and Genetics: The Ingredients of Human Diversity»,
Stanford University, στο The Tanner
Lectures on Human Values, 31.3.1993.
1993, «II. Who
where the Greeks? A problem of ethnicity», Stanford University, στο The Tanner Lectures on Human Values. 31.4.1993
1996, «'Ever in
Process of Becoming': The Autochthony of the Greeks», στο J. A. Koumoulides (επιμ.) «The Good Idea: Democracy in Ancient Greece».
1999, "Time
depth, convergence theory, and innovation in Proto-Indo-European: 'Old Europe'
as a PIE linguistic area", Journal of Indo-European Studies 27 (1999):
257–93.
2005, "'Indo-European'
designates languages: not pots and not institutions", Antiquity 79 (2005):
692–5.
2005, "Archaeogenetics",
in Archaeology: The Key Concepts, eds. Colin Renfrew & Paul Bahn. London:
Routledge, 2005, pp. 16–20.
2020, "Phylogenetic
network analysis of SARS-CoV-2 genomes", Proceedings of the National
Academy of Sciences of the United States of America, April 8, 2020.
ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 24.11.2024.
Πληροφορούμενη την απώλεια του Colin Renfrew, η Υπουργος Πολιτισμού Λ, Μενδώνη έκανε την ακόλουθη δήλωση:
"Με μεγάλη θλίψη πληροφορήθηκα την απώλεια του Colin Renfrew, ενός σπουδαίου αρχαιολόγου, που καταλείπει μεγάλη κληρονομιά και καινοτόμες προσεγγίσεις.
Στη μακρόχρονη επιστημονική του σταδιοδρομία, ο Colin Renfrew συνδύασε αρμονικά τη διδασκαλία με τη συγγραφή, την έρευνα και την ανασκαφική δραστηριότητα, αφήνοντας διακριτή την σφραγίδα του σε κάθε τομέα.
Σημαντικότατη, και πολλαπλώς επιδραστική, υπήρξε η ακαδημαϊκή συμβολή του στην προϊστορία των γλωσσών, τη ραδιοχρονολόγηση, την αρχαιογενετική και τη νευροαρχαιολογία. Κάτι που όχι μόνον αποδεικνύει την ευρύτητα των γνώσεών του και το βάθος της επιστημονικής οπτικής του, αλλά διαμόρφωνε και ένα πρότυπο επιστημονικής προσέγγισης, που εδραζόταν σε συνολική εποπτεία των επιμέρους αντικειμένων, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στο ογκώδες συγγραφικό του έργο.
Η παρουσία του στην έρευνα του πεδίου ήταν πάντοτε ακάματη: Από τον προϊστορικό οικισμό των Σιταγρών Δράμας για να αφιερωθεί στις Κυκλάδες, στη Φυλακωπή Μήλου, τη Μαρκιανή Αμοργού και, επί χρόνια και έως το τέλος, στην Κέρο. Ισως, να ήταν η αγάπη του για τον Κυκλαδικό Πολιτισμό και τα νησιά, που τον δημιούργησαν, η αιτία που από πολύ νωρίς αφοσιώθηκε στον αγώνα κατά της αρχαιοκαπηλίας και του παράνομου εμπορίου αρχαιοτήτων, στα οποία αφιέρωσε τεράστια ενέργεια.
Είχα την τύχη να γνωρίσω από κοντά τον Colin Renfrew. Είχα τη χαρά να θαυμάσω έναν άψογο συνδυασμό θεωρίας και πράξης, και την αφοσίωση με την οποία υπηρετούσε την επιστήμη του. Σε κάθε συζήτηση μαζί του, ο συνομιλητής του μπορούσε εύκολα και να διαπιστώσει τη μεγάλη του αγάπη για την Ελλάδα και τον πολιτισμό της.
Στην οικογένειά του, τους φίλους και τους μαθητές του απευθύνω ειλικρινέστατα συλλυπητήρια". - ΠΗΓΗ: ΥΠΠΟΑ, 25.11.2024.
Και ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων αποχαιρέτησε τον καθηγητή Κ. Ρένφριου, που έφυγε από την ζωή την Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2024.
Ο βαρώνος Ά. Κ. Ρένφριου (Baron Renfrew of Kaimsthorn, 1937-2024), Βρετανός - Σκωτσέζος στην καταγωγή – αρχαιολόγος και παλαιογλωσσολόγος, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Cambridge και Διευθυντής του Ινστιτούτου Αρχαιολογικής Έρευνας McDonald του Πανεπιστημίου του Cambridge, υπήρξε κορυφαίος εκπρόσωπος της ευρωπαϊκής αρχαιολογίας του 20ου και του 21ου αιώνα. Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, σπουδάζοντας Φυσικές Επιστήμες, Αρχαιολογία και Ανθρωπολογία, όπου και ολοκλήρωσε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα την Νεολιθική περίοδο και την Εποχή του Χαλκού στις Κυκλάδες (Neolithic and Bronze Age cultures of the Cyclades and their external relations, 1965) (...) Διακρίθηκε για το ερευνητικό του έργο σχετικά με τη θεωρία της αρχαιολογίας, την ραδιοχρονολόγηση, την προϊστορία των γλωσσών και την αρχαιογενετική, αλλάζοντας για πάντα τις μεθόδους προσέγγισης και αφήγησης της προϊστορικής περιόδου (...) Ο καθηγητής Ρένφριου φρόντισε να λειτουργήσει από το 1996 στο πλαίσιο του Ιδρύματος McDonald το Κέντρο Έρευνας Παράνομων Αρχαιοτήτων (Illicit Antiquities Research Center), που επικεντρώθηκε στην ανάγκη καταπολέμησης των λαθρανασκαφών και της παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων, με έμφαση στην προσπάθεια να σταματήσουν τα μεγάλα Μουσεία του εξωτερικού να προμηθεύονται αρχαιότητες με άδηλη προέλευση, ώστε να καταπολεμηθεί στη ρίζα της η παράνομη διακίνηση των αρχαιοτήτων. Ο καθηγητής Ρένφριου υποστήριξε με παρρησία και ενάργεια την άποψη ότι οι λαθρανασκαφείς και οι συλλέκτες ανήκουν στον ίδιο κύκλο του εγκλήματος. Μειλίχιος αλλά και αυστηρός, με πηγαίο χιούμορ, ο Κ. Ρένφριου δεν υπήρξε μόνο ένας από τους πιο σημαντικούς αρχαιολόγους όλων των εποχών, αλλά και ένας εξαιρετικός δάσκαλος, συνεργάτης και εγκάρδιος φίλος. Το Δ.Σ. του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων απευθύνει θερμά συλλυπητήρια στην οικογένεια, τους συνεργάτες, τους μαθητές και τους φίλους του. - ΠΗΓΗ: ΣΕΑ.
[1] Διαφώνησε με την Μ. Gimbutas για τους πρωτο-ινδοευρωπαίους:
Αυτή η ομάδα έζησε 2.000 χρόνια πριν από τους Κούργκαν, στην Ανατολία, και
αργότερα ήλθε στην Ελλάδα, στην συνέχεια στην Ιταλία, στην Σικελία, στην
Κορσική, στις μεσογειακές ακτές της Γαλλίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας,
είπε. Ένας άλλος κλάδος μετανάστευσε κατά μήκος των εύφορων κοιλάδων των
ποταμών του Δουνάβεως και του Ρήνου στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη. Η πρωτο-ινδοευρωπαϊκή
προήλθε περίπου 9.000 χρόνια πριν από την Ανατολία και μετακινήθηκε με την
εξάπλωση της γεωργίας σε όλην την Μεσόγειο και στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη.
Η «υπόθεση Kurgan» της Gimbutas λέει ότι η πρωτο-ινδοευρωπαϊκή διαδόθηκε από
μια μετανάστευση λαών από την ποντιακή - κασπιακή στέπα περίπου πριν από 6.000
χρόνια.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook