Το Τέμενος Χαμζά-μπέη
βρίσκεται στο κέντρο της πόλεως της Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για τον παλαιότερο
ισλαμικό ευκτήριο οίκο στην Θεσσαλονίκη. Βρίσκεται στην διασταύρωση των οδών
Εγνατία και Βενιζέλου. Οικοδομήθηκε, το 1467, από την κόρη του στρατιωτικού
διοικητή Χαμζά-μπέη. Αργότερα, στην περίστυλη αυλή του τεμένους, λειτούργησε
για δεκαετίες ο κινηματογράφος «Αλκαζάρ», το όνομα του οποίου επικράτησε στην
συλλογική μνήμη. Το Τέμενος προστατεύεται δυνάμει του αρχαιολογικού νόμου ως
ιστορικό και αρχαιολογικό μνημείο, από το 1926.
Η Υπουργος Πολιτισμού Λ.
Μενδώνη πραγματοποίησε αυτοψία στο Τεμένος Χαμζά Μπέη, γνωστό ως Αλκαζάρ, στην
Θεσσαλονίκη. Το έργο της συντήρησης και αποκατάστασης του μνημείου έχουν
αναλάβει οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού με χρηματοδότηση περίπου
11.000.000 € από πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Η Υπουργός ενημερώθηκε από τα
αρμόδια στελέχη του ΥΠΠΟ και τον ανάδοχο για την πορεία υλοποίησης του έργου.
Πρόκειται για έργο σύνθετο και απαιτητικό, καθώς η μορφολογία του μνημείου έχει
υποστεί σημαντικές αλλοιώσεις λόγω των πολλών επεμβάσεων σε διάφορες ιστορικές
περιόδους.
Όπως δήλωσε η Λίνα Μενδώνη «τα τελευταία έξι χρόνια υλοποιούμε στη Κεντρική Μακεδονία ένα πρόγραμμα έργων
και δράσεων που ξεπερνά τα 150.000.000 ευρώ από κοινοτικούς και εθνικούς
πόρους. Αυτό είναι δηλωτικό της σημασίας που αποδίδουμε σε μνημεία, μοναδικής
ιστορικής και αρχαιολογικής σημασίας, τα οποία σταδιακά αποδίδονται στους
πολίτες συντηρημένα και με μια εντελώς διαφορετική εικόνα, από αυτή που έχουμε
σήμερα. Είναι, όμως, ενδεικτικό και της σημασίας που αποδίδει η Κυβέρνηση στη
Βόρεια Ελλάδα. Η αποκατάσταση του Τεμένους Χαμζά Μπέη ή Αλκαζάρ, όπως είναι
γνωστό το μνημείο λόγω της πολύχρονης χρήσης του ως αίθουσας κινηματογράφου,
στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και σε άμεση γειτνίαση με το σταθμό Βενιζέλου,
εξελίσσεται σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα. Η αποκατάστασή του θα αποδώσει στην
πόλη ένα ακόμη εμβληματικό μνημείο. Το έργο εντάσσεται στο ευρύτερο πρόγραμμα
του ΥΠΠΟ για την αποκατάσταση και την ανάδειξη του μνημειακού αποθέματος της
Θεσσαλονίκης όλων των ιστορικών περιόδων. Αναφέρω, ενδεικτικά, ότι υλοποιούνται
έργα στην Αχειροποίητο, στη Ροτόντα, στην Αγία Σοφία, στην Παναγία των Χαλκέων,
στους ναούς της Αγίας Αικατερίνης, του Αγίου Νικολάου του Ορφανού και του
Προφήτη Ηλία, στα Βόρεια, Βορειοδυτικά και Δυτικά Τείχη της πόλης, στην Αρχαία
Αγορά, στο Αγίασμα του Αγίου Ιωάννη, στο Λουτρό Μπέη Χαμάμ (Λουτρά Παράδεισος)
και στο μνημειακό κτήριο του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης. Το Υπουργείο
Πολιτισμού συμβάλλει αποφασιστικά όχι μόνο στην αποκατάσταση των μνημείων, τα
οποία είναι άρρηκτα δεμένα με το ιστορικό παλίμψηστο της πόλης, αλλά και στην
πολιτιστική λειτουργία και οικονομική ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης, πράγμα που
αποτελεί σταθερό στόχο μας».
Τη Λίνα Μενδώνη στην αυτοψία
συνόδευσαν ο Γενικός Γραμματέας Πολιτισμού Γ. Διδασκάλου, οι προϊστάμενοι των
Διευθύνσεων Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων και Βυζαντινών
και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων Θ. Βλαχούλης και Ι. Παπαγεωργίου, αντίστοιχα, η
προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης Ελ. Τσιγαρίδα και άλλα
υπηρεσιακά στελέχη του ΥΠΠΟ.
ΠΗΓΗ: ΥΠΠΟΑ, 22.11.2024.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook