ΤΟ ΤΙΜΑΡΙΩΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΔΟΒΙΣΤΑΣ
Η σταδιακή διαμόρφωση
της γενέτειρας του Ήρωα
και εθνικού ευεργέτη του 1821
Φιλικού, Εμμανουήλ Παπά,
από τα μέσα του 15ου αιώνα
Η ιστορική έρευνα έχει δείξει
ότι η δημιουργία πολλών οικισμών κατά τη διάρκεια της πρώιμης περιόδου της
οθωμανικής επικυριαρχίας είναι άμεσα συνδεδεμένη με το διοικητικό – φορολογικό
σύστημα των τιμαρίων και των βακουφιών. Στο πλαίσιο αυτού του συστήματος
δεκάδες οικισμοί μικρών αγροτικών κλήρων στη Μακεδονία εγκαταλείφθηκαν
οριστικά, ή κατοικήθηκαν και πάλι κατά περιόδους, έως το τέλος του 18ου αιώνα,
όταν άρχισε να οριστικοποιείται το κοινοτικό σύστημα της ύστερης τουρκοκρατίας.
Κατά τη διάρκεια του 15ου και
16ου αιώνα, το τιμαριωτικό σύστημα στην ανατολική Μακεδονία έχει στον πυρήνα
του τα χαρακτηριστικά του συστήματος δουλοπαροικίας στις χώρες της Δύσης, και
κυρίως στην Αγγλία και τη Γαλλία, με κυρίαρχο το στοιχείο της υψηλής κατά
κεφαλή φορολόγησης. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, είναι πολύ δύσκολο να
ταυτίσουμε τους κατοίκους των τότε τιμαρίων με τη σημερινή πληθυσμιακή σύνθεση
των κοινοτήτων, ακόμη κι αν έχουμε τον πλήρη κατάλογο των οθωμανικών
φορολογικών κατάστιχων. Αυτό θα μπορούσε να γίνει, στη βάση τεκμηρίων, μόνο
μετά τον 17ο και 18ο αιώνα.
Κατά τη διάρκεια της
τουρκοκρατίας η θέση του κάθε χωριού, μέσα στο διοικητικό και φορολογικό
σύστημα του οθωμανικού κράτους, ήταν διαφορετική. Το πρόβλημα είναι ότι το
σύστημα αυτό δεν ήταν ενιαίο σε όλη την επικράτεια της τότε οθωμανικής
αυτοκρατορίας, αλλά ούτε και παρέμεινε το ίδιο σε όλο το διάστημα της
οθωμανικής επικυριαρχίας. Οι ιστορικοί έχουν εντοπίσει τα προβλήματα αυτά,
κυρίως από τις κωδικοποιήσεις των διαφορετικών φορολογικών νόμων σε κάθε
περιοχή.
Επειδή για την περιοχή των
Σερρών δεν υπάρχει παρόμοια έρευνα, θα προσπαθήσουμε να προσδιορίσουμε την
κατάσταση με βάση μια σχετική μελέτη, (Φορολογικές κατηγορίες των χωριών της
Θεσσαλονίκης κατά την τουρκοκρατία), του διαπρεπούς ιστορικού μας Βασίλη
Δημητριάδη, ο οποίος ερεύνησε σε ποια κατηγορία ανήκε το κάθε χωριό της
περιοχής της Θεσσαλονίκης, που εκείνη την εποχή περιελάμβανε τοποθεσίες της
Χαλκιδικής, του Κιλκίς, της Βέροιας και των Γενιτσών. Δηλαδή, ποια χωριά είχαν
ενταχθεί στο τιμαριωτικό σύστημα, ποια είχαν μετατραπεί σε βακούφια και ποια
είχαν ιδιαίτερη μεταχείριση εξαιτίας κάποιων διακεκριμένων υπηρεσιών που
προσέφεραν στο οθωμανικό κράτος. Όπως τονίζει, ο Δημητριάδης, το δυσκολότερο
πρόβλημα είναι ο προσδιορισμός των μεταβολών που έχει υποστεί ένα χωριό,
μεταπηδώντας από τη μία κατηγορία στην άλλη.
Η ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ
Τι σημαίνει όμως τιμαριωτικό
σύστημα; Με λίγα λόγια, είναι ένα σύστημα βασισμένο στην αγροτική οικονομία,
στο οποίο τα νοικοκυριά, μέσα από την παραγωγή μικρών αγροτικών κλήρων, θα
έπρεπε να βγάλουν τα προς το ζην, να δώσουν την επικαρπία στον τιμαριούχο και
να ανταποκριθούν στους εξοντωτικούς φόρους του οθωμανικού κράτους.
Η εφαρμογή του τιμαριωτικού
συστήματος για την περιοχή της Θεσσαλονίκης προσδιορίστηκε στα τέλη του 14ου
αιώνα, γύρω στα 1394. Επειδή η περιοχή των Σερρών έπεσε στα χέρια των Οθωμανών
στα 1383, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι η εφαρμογή του τιμαριωτικού
συστήματος χρονικά συμπίπτει και στις Σέρρες την ίδια περίπου περίοδο. Αλλά η
πόλη των Σερρών κατακτήθηκε από τον Γαζή Εβρενός Μπέη, πριν ακόμα ιδρύσει την
πόλη των Γεννιτσών. Το βακούφι του Γαζή Εβρενός Μπέη ήταν σε έκταση περισσότερα
από 1.200 τετραγωνικά χιλιόμετρα από τα Γεννιτσά μέχρι τη Θεσσαλονίκη. Συνεπώς,
η πιο ασφαλής εκτίμηση είναι ότι το τιμαριωτικό σύστημα εφαρμόστηκε στην
περιοχή των Σερρών μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης το 1430.
Με τα δεδομένα αυτά μπορούμε
να προσδιορίσουμε την πρώτη εικόνα του οικισμού μεταξύ του 1430 και του 1455,
με την εμφάνιση της Δοβίστας στο φορολογικό κατάστιχο ΤΤ3 του 1454/55. Σύμφωνα
με μία πληροφορία που διέσωσε ο Αθανάσιος Ξακουστός από το αρχείο του γραμματέα
της Κοινότητας το 1930, ο Κωνσταντίνος Βοζάνης είχε προσδιορίσει την ίδρυση του
τιμαρίου στα 1443. Δυστυχώς, ο Ξακουστός δεν μπόρεσε να διασώσει στοιχεία για
τις βιβλιογραφικές πηγές που χρησιμοποίησε ο Βοζάνης.
Οι τιμαριούχοι προσδιόριζαν
τα δικαιώματά τους με τα μπεράτια, τα διοριστήρια έγγραφα είτε του Σουλτάνου,
είτε άλλων ανώτερων αξιωματούχων του κράτους. Στο φορολογικό κατάστιχο ΤΤ3
αναγράφεται καθαρά ότι η Δοβίστα ήταν τιμάριο του Ισά, γιού του Μουσά Οκτσί, με
σουλτανικό μπεράτι. Τα τιμάρια ήταν μικρές ιδιοκτησίες φεουδαλικού τύπου, που
δίνονταν κυρίως στους σπαχήδες του οθωμανικού στρατού ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες
τους, συνήθως μετά από την κατάληψη μίας πόλης. Επίσης, τιμαριούχοι ήταν και
μερικές άλλες κατηγορίες προνομιούχων όπως οι καδήδες, δηλαδή οι δικαστές.
Γράφει ο Απόστολος
Βακαλόπουλος: «Οι γαζήδες, οι λεγόμενοι αγωνιστές της πίστης, καταλάμβαναν
δικαιωματικά τις γαίες των Βυζαντινών, ή ο ίδιος ο σουλτάνος, ή οι μπέηδες τις
μοίραζαν στους κυριότερους αρχηγούς γαζήδες. Επρόκειτο για γαίες με ορισμένη
έκταση, γνωστές ως τιμάρια, με ανακλητό δικαίωμα, αλλά είχαν τα χαρακτηριστικά
της φεουδαρχικής οργάνωσης. Οι ιδιοκτήτες των τιμαρίων «οι timar-erleri, όπως
αναφέρονται στα παλαιά οθωμανικά χρονικά, ή timar-sipahiler αργότερα, έπαιρναν
φόρους από τους υποτελείς τους και τους στρατολογούσαν. Τα τιμάρια είχαν ετήσιο
εισόδημα από 2-3.000 ακτσέδες (άσπρα) ως 19.999. Όσες γαίες απέδιδαν
περισσότερα, ως 99.000 ακτσέδες, ονομάζονταν ζιαμέτια και οι κάτοχοί τους
ζαϊμηδες».
ΙΔΙΑΙΤΕΡΩΣ για την περίπτωση της ΔΟΒΙΣΤΑΣ, ΕΔΩ.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ για την περιοχή ΣΕΡΡΩΝ, ΕΔΩ.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook