Από τον αθλητισμό της Ολυμπίας,
στην σκοποβολή, τον
δρόμο,
το πήδημα, την πάλη,
το λιθάρι
δηλαδή στον κόσμο
των κλεφτών κι αρματολών
Του Ν. Χριστοδούλου
προέδρου της Επιτροπής
του Σ.Ε.Γ.Α.Σ. Θεσσαλονίκης
Εις το Μακεδονικόν
Ημερολόγιον του 1953 και εις τας στήλας, τας οποίας η φιλοπρόοδος Διεύθυνσις
αυτού αφιέρωσε δια τον Αθλητισμόν, έκαμα μνείαν του ότι από της Ρωμαϊκής
κατοχής, oι Ολυμπιακοί Αγώνες άρχισαν να χάνουν της αρχαίας αυτών
πανελληνίου αίγλης. Επειδή δε οι διάφοροι αθλητικοί αγώνες εθεωρούντο υπό των
Χριστιανών ως αθλητικοθρησκευτικαί εορταί έχουσαι σχέσιν με την αρχαίαν
θρησκείαν, επί Θεοδοσίου του Α΄, αυτοκράτορος του Βυζαντίου, οι Ολυμπιακοί Αγώνες
κατηργήθησαν και το Ιερόν της Ολυμπίας εγκατελείφθη.
Ολίγα έτη βραδύτερον
εισέβαλον εις την Ελλάδα οι Γότθοι του Αλαρίχου. Δεν υπήρχον πλέον εις την Ελλάδα
αι παλαιαί ελεύθεραι πόλεις αι οποίαι επί αιώνας εξέθρεψαν τους στρατιώτας - αθλητάς,
τους συγκρατήσαντας άλλοτε εις τας Θερμοπύλας και Πλαταιάς εικοσαπλασίους
βαρβάρους. Και οι Γότθοι του Αλαρίχου κατώρθωσαν να εισδύσουν μέχρι της
Ολυμπίας, και ευρόντες το Ιερόν ανυπεράσπιστον, εδήωσαν τον ιστορικόν τούτον Χώρον.
Εν τω μεταξύ, από
της Ρωμαϊκής κατοχής, εγένετο μεν μεταφύτευσις του Ελληνικού Αθλητισμού εις την
Ρώμην, αλλά ταυτοχρόνως ήρχισαν να εισάγωνται εις τας ελληνικάς χώρας ρωμαϊκά
συστήματα, ιδίως διάφοροι ιππικοί αγώνες και κυρίως εις τας μεγάλας πόλεις,
όπου ήδρευον οι Ρωμαίοι Διοικηταί. Προς τον σκοπόν τούτον ανεκαινίζοντο κατά το
ρωμαϊκόν σύστημα τα παλαιά ιπποδρόμια, πολλαχού δε ιδρύοντο και νέα τοιαύτα.
Τοιούτον ιπποδρόμιον είχε και η Θεσσαλονίκη, ως γνωστόν δ’ εν αυτώ εγένετο
σφαγή θεατών, κατ’ εντολήν του αυτοκράτορος Θεοδοσίου του Α΄ και τούτο προς
τιμωρίαν δια τον υπό του λαού φόνον του στρατηγού της πόλεως. Ο εν λόγω αυτοκράτωρ εδέχθη
ακολούθως αγογγύστως τα δημοσία απαγγελθέντα κατ’ αυτού επιτίμια υπό του Επισκόπου
Μεδιολάνων Αμβροσίου, επ’ ονόματι του οποίου τιμάται τώρα μία οδός της πόλεως.
Το σπουδαιότερον
όμως Ιπποδρόμιον ανά τας Ελληνικάς χώρας υπήρξεν το της Κωνσταντινουπόλεως.
Τούτο ιδρύθη κατ’ απομίμησιν του Ιπποδρομίου της Ρώμης, βαθμηδόν όμως έχασεν
τον ρωμαϊκόν αυτού χαρακτήρα και κατέστη οργανισμός καθ’ εαυτό ελληνικός,
παρακολουθήσας το ημέτερον έθνος καθ’ ολόκληρον το διάστημα της Βυζαντινής
περιόδου. Δικαίως δε ο ιστορικός μας κ. Αδαμαντίου αναφέρει ότι ο ιππόδρομος
της Κωνσταντινουπόλεως είναι η εμφανικωτέρα εκδήλωσις της ταχείας οδού προς εξελληνισμόν
της Ανατολικής Αυτοκρατορίας. Και ως οικοδομήματα, και ως ίδρυμα αγώνων, ο βυζαντινός
Ιππόδρομος υπήρξεν αντιγραφή των ρωμαϊκών.
Σημειωτέον ότι oι Αγώνες ούτοι, τελούμενοι καθ’ ωρισμένα χρονικά
διαστήματα απετέλουν πραγματικόν συναγερμόν της Πόλεως. Την έναρξιν εκήρυττεν
συνήθως ο ίδιος Αυτοκράτωρ, ευλογών προηγουμένως τον λαόν. Και κατ’ αρχάς μεν
παραπλεύρως αυτού εκάθητο και παρηκολούθη τους αγώνας η αυτοκράτειρα.
Βραδύτερον όμως αύτη με τας γνωστάς πατρικίας παρηκολούθη τους αγώνας εκ του γυναικωνίτου
του πλησιοχώρου ναού του Αγ. Στεφάνου. Την άφιξιν και αναχώρησιν των βασιλέων
παρηκολούθουν ύμνοι και επευφημίαι εκ μέρους των θεατών.
Και εις τον Ιππόδρομον
της Κωνσταντινουπόλεως εκτός των αθλητικών θεαμάτων, εγένοντο και διάφοραι ίστορικαί
εορταί της εποχής, στάσεις του λαού, αναρρήσεις ηγεμόνων, διαπομπεύσεις κτλ. Αλλά
εκεί εν μέσω των ιαχών και επευφημιών του λαού εγένοντο οι μεγάλοι θρίαμβοι των
αυτοκρατόρων και στρατηγών του μεσαιωνικού ελληνισμού, ιδίως δε των μεγάλων βασιλέων
της Μακεδονικής Δυναστείας.
Το 1204 οι
Σταυροφόροι καταλαβόντες την Κωνσταντινούπολιν διήρπασαν τα αριστουργήματα, ιδίως
τα χαλκά, άτινα χωνευθέντα, μετετράπησαν εις νομίσματα. Μετά την ανάκτησιν της Πόλεως
υπό των Παλαιολόγων δεν παρουσιάσθη σοβαρά κίνησις εις το Ιπποδρόμιον, από δε
της κατακτήσεως υπό των Τούρκων της μεσαιωνικής ημών πρωτευούσης, η καταστροφή
συνεπληρώθη, εις τρόπον ώστε σήμερον εν τη πλατεία Ατ Μεϊδάν σώζονται μόνον ο οβελίσκος
ο λεγόμενος του Θεοδοσίου, μια κτιστή στήλη, και ο περίφημος τρίπους των Δελφών,
ο αναφέρων τα ονόματα των πόλεων, αίτινες έλαβον μέρος εις την μάχην των Πλαταιών,
ηκρωτηριασμένος.
Παραλλήλως όμως με
τας εις τα Ιπποδρόμια οργανωμένας αρματοδρομίας, τοιαύτα δεν είχον ιδρυθεί εις
όλας τας μεγάλας πόλεις της αυτοκρατορίας, υφίστατο καθ’ όλον το διάστημα του μεσαίωνος
και αγάπη προς τα καθ’ εαυτό αθλητικά αγωνίσματα. Ούτε ο αθλητικός παλμός εξέλιπε
ποτέ, ούτε δε η ελληνική νεολαία εγένετο ποτέ επιλήσμων των εθνικών αθλητικών
παραδόσεων. Βεβαίως αγώνες και το πνεύμα της αρχαίας ολυμπιακής εποχής δεν ήτο
δυνατόν να οργανωθούν. Ως αναφέρουν όμως οι σοφοί μας ερευνηταί του βυζαντινού
βίου και ιδία εσχάτως ο καθηγητής κ. Κουκουλές, όχι μόνον μετ’ ευχαριστήσεως οι
νέοι ησκούντο εις τα πάτρια αγωνίσματα, αλλά και τοπικοί αγώνες εγίνοντο, και αγώνες
δρόμου ωργανούντο εντός του Ιπποδρομίου της Κωνσταντινουπόλεως και αλλαχού και κανονισμοί
ετηρούντο και προπονήσεις κανονικαί εγένοντο και βραβεία ωρίζοντο.
Και κατ’ αρχάς μεν
δεν ήτο δυνατόν να γίνη λόγος περί φιλάθλων εκδηλώσεων. Προϊόντος όμως του
χρόνου, το έθνος – το περισωθέν τμήμα του έθνους - συνερχόμενον, ήρχισε να παρουσιάζη
ζωτικότητα εις τους διαφόρους τομείς των κοινωνικών εκδηλώσεων, συνεπώς και εις
τον αθλητισμόν. Και εις μεν τας πόλεις, όπου το πέλμα του κατακτητού ήτο βαρύ,
δεν ήτο δυνατόν να γίνηται λόγος περί σωματικής αγωγής. Μακράν όμως των πόλεων
τα πράγματα ήσαν διαφορετικά. Εκεί βαθμηδόν διεμορφώθη ένας ιδιαίτερος κόσμος. Ο
κόσμος των κλεφτών και αρματολών. Και η μάχιμος αυτή τάξις έθνους υπήρξεν οι
πρωτοπόροι της σημερινής αθλητικής κινήσεως. Η σκοποβολή, ο δρόμος, το πήδημα,
η πάλη, το λιθάρι ήσαν τα προσφιλή αυτών αγωνίσματα. Εις τα άσματά των, παρά τα
πολεμικά κατορθώματα εξυμνούται και αθλητικαί επιδόσεις, και αθλητικαί επιτυχίαι
ωκυποδίας, ρώμης κτλ. Ο κόσμος αυτός ως γυμναστήρια είχε τα λημέρια των, ως στίβους
τα ελληνικά βουνά, ως προπονητάς παλαιούς κλέφτας, και ως αθλητάς τους τότε
πολεμιστάς. Μετεπήδησαν τρόπον τινά τότε τα στάδιά μας από τας πόλεις εις τα βουνά.
Τα δε κατορθώματα
των πρωταθλητών τούτων μετεδίδοντο εις την νεολαίαν των ελληνικών χωριών. Και εκεί
όπου το βάρος της ξενικής κατοχής ήτο κάπως ελαφρότερον, παρουσιάζετο αθλητική
κίνησις μεταξύ της νεολαίας των χωριών, και ωργανούντο τοπικοί αγώνες, ιδίως
κατά τας εορτάς των εκκλησιών, αγώνες, τινές των οποίων περιεσώθησαν μέχρι των ημερών
μας. Και εις την περιφέρειαν Θεσσαλονίκης μέχρι των τελευταίων ετών της ξενικής
κατοχής ετελούντο τοιούτοι αγώνες εις Σωχόν, εις Επανωμήν, εις Γαλάτισταν.
Και όταν ήλθεν το πλήρωμα
του χρόνου και απηλευθερώθη μέρος της ελληνικής Γης, θερμή προσπάθεια κατεβλήθη
να αναβιώση πάλιν η αρχαία δόξα της Ολυμπίας εις την φυσικήν της πατρίδα.
Και από τα μαρμάρινα
αλώνια, από τα προαύλια των εκκλησιών, από τα λημέρια
των αρματωλών, ο αθλητισμός μεταπηδά πλέον εις τα σχολειά μας και τους
αθλητικούς μας συλλόγους. Όπως δε θέλομεν εκθέσει εις το επόμενον επί τη εικοσιπενταετηρίδι
του τόμου του «Μακεδονικού Ημερολογίου», ο νέος ελληνικός αθλητισμός – ο νεοελληνικός
αθλητισμός - δεν παρέλειψε και κατά τους ευτυχείς χρόνους και κατά τα δύσκολα έτη
να παρουσιάζη συνεχή πρόοδον και φερέλπιδα έξελιξιν. Εξακολουθεί τους αθλητάς
μας να εμπνέη μια η αυτή, η παλαιά φιλοδοξία «άμμες δε γ’ εσόμεθα πολλώ
κάρρονες».
ΠΗΓΗ: Χριστοδούλου Ν. «Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ», στο «Μακεδονικόν
Ημερολόγιον», 1954.
ΛΕΞΕΙΣ-ΚΛΕΙΔΙΑ: Αθλητισμος, Ολυμπιακοι Αγωνες, Χριστιανοι, εορτες, θρησκεια, Θεοδοσιος, Βυζαντιο, Ολυμπια, Γοτθοι, Αλαριχος, στρατιωτης, αθλητης, Θερμοπυλαι, Πλαταιαι, Ρωμη, ιπποδρομιο, Θεσσαλονικη, σφαγη, Επισκοπος, Μεδιολανα, Μιλανο, Αμβροσιος, Κωνσταντινουπολη, Αδαμαντιου, γυναικωνιτης, Αγιος Στεφανος, γιορτες, αναρρηση, ηγεμονας, διαπομπευση, Μακεδονικη Δυναστεια, Μακεδονια, 1204, Σταυροφοροι, νομισμα, Παλαιολογοι, Τουρκοι, Ατ Μειδαν, οβελισκος, τριπους, Δελφοι, Πλαταιες, Κουκουλες, σωματικη αγωγη, σκοποβολη, δρομος, πηδημα, παλη, λιθαρι, αγωνισματα, ασμα, ωκυποδια, γυμναστηριο, λημερι, στιβος, κλεφτης, αθλητης, πολεμιστης, Σωχος, Επανωμη, Γαλατιστα, Σοχος, Χριστοδουλου
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook