ΑΝΑΡΑΧΗ ΚΟΖΑΝΗΣ:
Στον ιταλικό πόλεμο είχε 8
νεκρούς
και 6 αναπήρους.
Στον ανταρτοπόλεμο είχε 12 νεκρούς,
και 3 αναπήρους!
Του Γεωργίου Μόδη (*)
Ο Σταυρός της Αναρράχης. |
Χαλνούσαν κόσμο εκεί
προς την Αναράχη τα τουφέκια και πολυβόλα, οι όλμοι, οι «γρόνθοι», οι χειροβομβίδες,
τα κανόνια, μάλιστα τα κανόνια, τη νύχτα της 5 Νοεμβρίου 1948. Έφθανε ο αντίλαλος
στην πρωτεύουσα της επαρχίας, την Πτολεμαΐδα. Διατάχθηκε αμέσως «συναγερμός»
και ετοιμάσθηκε ευθύς η «δύναμίς» της να τρέξη σε βοήθεια. Περίμενε όμως και ενίσχυση
απ’ την Κοζάνη, πρωτεύουσα του Νομού και έδρα του Σώματος Στρατού, όπου είχε αναφερθή.
Η «ενίσχυση» δεν έφθασε. Τους πρόλαβε η αυγή...
Ξεκίνησε τότε η «ενίσχυσις»
της Πτολεμαΐδος, ολίγοι χωροφύλακες με τον κ. Διοικητή της Υποδιοικήσεως και κάμποσοι
στρατιώτες με τον Ίλαρχο κ. Ανδρεόπουλο. Θα έβλεπαν τουλάχιστο τώρα τί γίνεται
μπροστά στη μύτη τους και θα ήξεραν πού βρίσκονταν και πού πατούν. Υπήρχαν και πολλές
ελπίδες ότι οι κατσαπλιάδες θάδιναν εκείνη την ώρα τόπο στην οργή και θάπαιρναν
οπωσδήποτε πόδι...
Παρατηρήθηκε
πραγματικά κάποια γαλήνη και σιγή την κρύα εκείνη αυγή.
Αλλά άμα προχώρησαν
ένα - δυο χιλιόμετρα ξανάρχισε ο κρότος της μάχης, κάπως αραιότερος και ασθενέστερος.
Θα ήταν ίσως αποχαιρετιστήριες των συμμοριτών βολές...
Αλλ’ όταν πλησίασαν
στους λόφους, που δεσπόζουν στην πεδιάδα της Πτολεμαΐδας και την χωρίζουν απ’
το λεκανοπέδιο της Αναράχης - Εμπορίου, αναγκάσθηκαν να κάμουν «βήμα σημειωτόν»
και ν’ αγκαλιάσουν χάμω την γη. Βρέθηκαν μπροστά σε πύρινο τοίχο. Τους είχαν πιάσει
οι κατσαπλιάδες με πραγματική και μεγάλη δύναμη.
Από βλήμα όπλου
πληγώθηκε ο οπλίτης ΜΑΥ και εθελοντής προμηθευτής του πολυβόλου της Υποδιοικήσεως
Ιωάννης Καλμανίδης και από... ρουκέτα αεροπλάνου ο υπενωμοτάρχης Ντρούγκας.
Πυκνοί έπεφταν οι όλμοι
και στην Άρδησα, ένα από τα ηρωϊκώτερα χωριά της Μακεδονίας. Ήθελαν, φαίνεται,
οι συναγωνιστές να κάμουν όσο το δυνατό μεγαλύτερες ζημιές στο «αντιδραστικό»
χωριό και να εμποδίσουν τους παλαιμάχους κατοίκους του να τρέξουν σ’ ενίσχυση
της Αναράχης και της ανίσχυρης στρατιωτικής ενισχύσεώς της. Απ’ τα βλήματα
σκοτώθηκε εκεί η Σοφία Κελεσίδη μαζί με τα βόδια της και τραυματίσθηκαν η Ελπίς
Παπαθωμά, Μαρία Κωνσταντινίδη και Ισοΐα Ξανθοπούλου.
Ο ίλαρχος διοικητής
των ενισχύσεων αναγκάσθηκε να αναφερθή πάλι στην Κοζάνη και να ξαναζητήση εντονώτερα
σοβαρή και ουσιαστική βοήθεια. Το σούρουπο έφθασε πραγματικά με αυτοκίνητα και πολύ
θόρυβο μικρή πάλιν για την περίπτωση επικουρία μ’ ένα ταγματάρχην, πολύ αργά για
να εμπλακή σε σοβαρή μάχη και αρκετά ενωρίς για να δεχθή βροχή από βλήματα
όλμων και σφαίρες πολυβόλων. Πριν καν πολεμήσουν τραυματίσθηκαν και «ετέθησαν
εκτός μάχης» ο διοικητής ταγματάρχης και 3 στρατιώτες...
Η «ενίσχυσις» και η
«επικουρία» που έστειλαν οι δυο πρωτεύουσες «καθηλώθηκαν». Δεν είχαν αληθινά
τίποτα καλλίτερο να κάμουν παρά να σταυρώσουν τα χέρια και να περιμένουν την δεύτερη
αυγή και καλλίτερες ημέρες. Εστρατοπέδευσαν λοιπόν στον κάμπο και κοιμήθηκαν.
Ευτυχώς ο Διοικητής
της υποδιοικήσεως έκαμε κάτι το πραγματικά καλό. Έγραψε μια ζωντανή υπηρεσιακή
έκθεση για τα δραματικά γεγονότα που ξετυλίχθηκαν στην περιφέρεια του.
Στην Αναράχη γινόταν
στο μεταξύ επικός αγώνας. Σαρανταεννέα ΜΑΥδες με τον έφεδρο «εξ απονομής» ανθυπολοχαγό
Ραμπίδη Χρήστο και 13 χωροφύλακες με τον ανθυπασπιστή Ανδρέα Αντωνακάκη αντίκρυζαν
εκατονταπλάσιο εχθρό. Ο Αστυνομικός Σταθμός είχε μεταφερθή από το Εμπόριο, την παλιά
έδρα του, στην Αναράχη για μεγαλύτερη ασφάλεια. Ο Βαενάς ήταν ο αρχηγός των
συμμοριτών. Ήλθε με την «Ταξιαρχία» του ίσια απ’ την Εράτυρα και τα ερείπιά
της. Δεν είχε παρά ν’ ανεβή τον Σνιάτσκο (σ.σ. Σινιάτσικο όρος) και να κατεβή στην αντίθετη πλευρά όπου
είναι αμφιθεατρικά παραταγμένη η Αναράχη. Είχε μαζί του και τα «τάγματα» του
«Φωκά και «Τζαβέλα», μια «διλοχία» του Βερμίου, μια «ίλη ιππικού» και εξόν απ’
τους όλμους, τα πολυβόλα, τα πάντσερ κλπ. και 2 αντιαρματικά πυροβόλα και ένα ορειβατικό
κανόνι, όπως γράφει η αναφορά του κ. Υποδιοικητού.
Λογάριαζε να ξεμπερδέψη
γλήγορα με την Αναράχη. Ύστερα από τον Ελλήσποντο (την Εράτυρα) δεν θα φοβόταν
τον Γρανικό. Με τις πρώτες ομοβροντίες των αντιαρματικών πυροβόλων, του ορειβατικού,
των όλμων, των μπαζούκας, των πολυβόλων γκρεμίσθηκε ο Αστυνομικός Σταθμός, το κέντρο
της αντιστάσεως, και πήρε φωτιά. Ανατινάχθηκαν επίσης τα περισσότερα
συρματοπλέγματα, κτυπήθηκαν άσχημα και κλονίσθηκαν τα πολυβολεία, έπεσε ο οπλίτης
ΜΑΥ Χρήστος Σωτηριάδης, τραυματίσθηκαν βαρειά ο σύντροφός του Θεόδωρος Καφετζής
και ελαφρότερα ο χωροφύλακας Βασίλειος Γαλανής, ο αγροφύλακας Ιωάννης Ζαννίδης
και ο λοχίας Γεώργιος Παπαδόπουλος, που είχεν έλθει με άδεια σπίτι του και μόλις
άκουσε τις ομοβροντίες πετάχθηκε στον Αστυνομικό Σταθμό. Με ειδικές φιάλες, που
έρριψαν, άναψαν επίσης οι συναγωνιστές μεγάλες φωτιές που φώτιζαν τα πολυβολεία
και καθοδηγούσαν τα βαρειά τους όπλα. Αλλά η αντίσταση δεν έσπασε, ούτε λύγισε.
Χωμένοι στα χαρακώματα χωρικοί και χωροφύλακες αψηφούσαν την βροχή των βλημάτων
και σφαιρών και βυθισμένοι στην απόφαση της θυσίας πολεμούσαν με την εγκαρτέρηση
του μελλοθανάτου. Μια ήταν η ελπίδα και λαχτάρα τους: να ξημερώση... Η αυγή
διώχνει, ως γνωστόν, κακά πνεύματα και κακοποιούς. Η Πτολεμαΐδα, εξ άλλου, ήταν
δυο ώρες με τα πόδια και η Κοζάνη δυο ώρες με τ’ αυτοκίνητο.
Ο ανθυπασπιστής,
βαθμοφόρος του ΕΛΑΣ στον Σνιάτσκο και τα γύρω βουνά, ήταν ψημένος σ’ αυτή την δουλειά.
Είχε ξεκινήσει τον Φεβρουάριο 1943 απ’ την Φλώρινα να καταταγή στ’ ανταρτικά σώματα
με τρεις άλλους Κρητικούς υπαξιωματικούς της Χωροφυλακής και τον καπετάν Στέφο,
που βρήκε με τον υιόν του ευθύς τόσο φρικτό τέλος από εκείνους που πήγαινε μαζί
τους να «συναγωνιστή» για την «επιβίωση»... Έσβησε την φωτιά του Αστυνομικού Σταθμού.
Άρπαξε τον μοναδικό όλμο των «80 ιντσών», όπως τονίζει η έκθεσις, και τον έστρεψε
ακάλυπτος εκεί που ήταν πυκνότερο το εχθρικό πυρ. Πολλοί πολύν καιρό θα θυμούνται
τα βλήματά του. Ο αρχηγός των χωρικών πάλιν Ραμπίδης, παλαιός οπλαρχηγός, ήταν
βετεράνος του ανταρτοπολέμου. Ροδοχάραξε, επί τέλους, κάποτε δροσερή,
φωτόλουστη και χαμογελαστή η αυγή. Πρόβαλε και ο ήλιος απ’ τις κορφές του
Βερμίου ολόχαρος και ολόλαμπρος. Αλλά για τους Αναραχιώτες καμμιά πραγματική αχτίδα
δεν φάνηκε. Οι συμμορίτες δεν το κούνησαν απ’ τις θέσεις των! Κάποια ώρα η μάχη
σταμάτησε. «Δόξα σοι ο Πανάγαθος» είπαν. Μα τίποτε. Οι συμμορίτες ανασυγκρότησαν
απλώς τις δυνάμεις των. Ο Θεός ήταν πολύ ψηλά και ο στρατός πολύ μακρυά... Οι
ώρες κυλούσαν και η μέρα προχωρούσε. Και καμμιά μεταβολή! Κάποτε ακούσθηκαν
λίγοι όλμοι και τουφεκιές, απ’ εκεί που περίμεναν τον βρυχηθμό των τανκς και
των κανονιών. Κι’ αυτοί γλήγορα ξεψύχησαν... Τί έπαθαν λοιπόν; Άνοιξε και
κατάπιε η γης τον στρατόν μας; Ή έρριξαν τους όλμους και τις τουφεκιές για να
τους ειδοποιήσουν ότι ζουν και υπάρχουν; Το ήξεραν... Κανείς μονάχα δεν ήξερε
τί θ’ απογίνουν αυτοί κλεισμένοι στη φάκα απ’ τους ξυπόλυτους και ψειραλέους.
Το πρωί φάνηκαν τα αεροπλάνα.
Ο βόμβος των ξεπέρασε την θεσπεσιώτερη μουσική. Αλλά πολύς θόρυβος για λίγα
πράγματα. Δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν εχθρούς και φίλους... Ήλθαν ευθύς έπειτα
τα χαμηλά σύννεφα και η ψιλή βροχή. Όλοι και όλα βοηθούσαν τον Βαενά.
Η μέρα περνούσε.
Βράδυασε. Σκοτείνιασε. Ήλθε η νύχτα βαρειά, μαύρη και ζοφερή. Την χαιρέτησαν οι
συμμορίτες με αλαλαγμούς και με μια καινούργια... επίθεση. Η χούφτα των ηρώων
εξακολουθούσε να πολεμάη από τα χαρακώματα με την ίδια πάντοτε άκαμπτη
εγκαρτέρηση. Έκαιαν τα μάτια τους απ’ την αϋπνία, το στόμα απ’ την πείνα και δίψα,
το μέτωπο απ’ την αγωνία. Αλλά φωτιά ήσαν και τα όπλα και οι ψυχές των. Το μόνο
που άλλαξε μέσα τους ήταν η προσδοκία και η ελπίδα. Είχαν εξαφανισθή. Τί είχαν
πια να περιμένουν; Δεν πάει να μη ξημέρωνε ποτέ... Η νύχτα ήταν το σκέπασμα που
τους ταίριαζε και το σάβανο, που τους περίμενε. Οι εχθροί δεν τους άφηναν ν’ ανασάνουν.
Οι φίλοι τούς άφησαν ν’ αποθάνουν. Για ένα όμως ήσαν αυτοί βέβαιοι και σίγουροι:
Θα πλήρωναν ακριβά οι κατσαπλιάδες την νίκη τους και δεν θάπιαναν κανένα
ζωντανό στα χέρια τους.
Ο Βαενάς, αγριεμένος
απ’ την απρόβλεπτη αυτή αντίσταση και το τυφλό πείσμα της, οργάνωνε τις επιθέσεις
του την μια πίσω απ’ την άλλη. Τα μεσάνυχτα εξαπέλυσε την μεγαλύτερη και σφοδρότερη.
Όλες όμως πήγαν στον βρόντο. Μόλις οι όλμοι, τα αντιαρματικά, το ορειβατικό, τα
πολυβόλα και τα άλλα βαρειά όπλα σταματούσαν την πύρινη βροχή για να προχωρήση
το «πεζικό», ζωντάνευαν τα χαρακώματα σαν να βρυκολάκιαζαν. Έκαμε, τότε, ο
νεαρός νικητής της Ερατύρας και τόσων άλλων χωριών και κωμοπόλεων νέα ανακατάταξη
των δυνάμεών του. Σκόρπισε βρισιές, απειλές, υποσχέσεις και κοντά στην αυγή εξώρμησε
στην τελευταία και τελειωτική έφοδο. Έσπασε πάλι τη μούρη του. Κάτι το υπερφυσικό,
το θεϊκό υπήρχε στ’ ασίγαστα χαρακώματα. Θα νόμιζε κανείς πως οι χωρικοί πολεμούσαν
και νεκροί. Και χωρίς άλλη χρονοτριβή πήρε τα φουσάτα και τους νεκρούς και
πληγωμένους του –το μόνο κέρδος- και εξαφανίσθηκε στα ορμητήριά του, στο Βίτσι.
Οι χωρικοί και οι χωροφύλακες
δεν μπορούσαν να πιστέψουν τα μάτια και τα αυτιά τους. Φοβήθηκαν παγίδα.
Ο αστυνομικός
σταθμάρχης και ανθυπασπιστής Αντωνακάκης εκλήθηκε αργότερα στην Κοζάνη,
κατηγορούμενος για κάποια πράξη ή παράλειψη. Εδήλωσε ότι αν τον προφυλάκιζαν θ’
αυτοκτονούσε. Οι αρμόδιοι δεν τον πίστεψαν και τον προφυλάκισαν. Αυτός κράτησε
τον λόγο του. Και αυτοκτόνησε στη φυλακή.
Οι Αναραχιώτες εορτάζουν
από τότε κάθε 6 Νοεμβρίου. Την θεωρούν επέτειο μεγάλης εθνικής νίκης. Δεν έχουν
και άδικο, ύστερα μάλιστα από τα ατυχήματα της Εράτυρας και Πτολεμαΐδας και αργότερα
της Νάουσας και του Καρπενησίου.
Στον ιταλικό πόλεμο
έχασαν 8 νεκρούς και απόκτησαν 6 αναπήρους. Στον ανταρτοπόλεμό είχαν 12
νεκρούς, τους μισούς από μάχες, τους άλλους μισούς από νάρκες, και 3 αναπήρους.
Έδωσαν 27 θύματα και στο διάστημα της κατοχής... Αλλά δεν κουράσθηκαν ούτε
δείλιασαν. Ο Παναγιώτης Νιζαμίδης, αν και έχασε δυο παιδιά και πήρε ο ίδιος αρκετά
τραύματα, δεν έπαψε να πολεμά. Ο Μ. Πισκιλίδης, πληγωμένος στη μάχη της Άσπρης
Πέτρας, κοντά στην Αναράχη, φορτώθηκε στον ώμο του βαρύτερα πληγωμένο στρατιώτη
και, πολεμώντας, τον έβγαλε απ’ τον συμμοριακό κλοιό. Ειρηνικοί αγρότες και φτωχοί
οικογενειάρχες εγνώρισαν όλοι τους περισσότερες μάχες και από παλαιμάχους
στρατιώτες (19 Μαΐου 1947, 19 Ιουνίου 1948, 17 Ιουλίου 1948, 5 και 6 Νοεμβρίου
1948 κλπ. κλπ.). Στη φωτιά των μαχών αναδείχθηκε ο Χρήστος Ραμπίδης άξιος αρχηγός
των.
Είναι, πραγματικά,
«άγνωστοι» στρατιώτες της απόμερης και άγνωστης εκείνης γωνιάς και, μάλιστα, υπέροχοι
στρατιώτες.
ΠΗΓΗ: Γ. Μόδη "Χωριά και φρούρια της Μακεδονίας".
(*) Ο Γεώργιος Μόδης (14 Μαΐου 1887 – 18 Ιουνίου 1975) ήταν πολιτικός και ένας από τους κυριότερους συγγραφείς του Μακεδονικού Αγώνα, στον οποίο έλαβε μέρος μόλις αποφοίτησε το 1906 από το Γυμνάσιο του Μοναστηριού Πελαγονίας, ως μέλος του ανταρτικού σώματος του Γεωργίου Βολάνη.
Στα βιβλία του, μια
συναρπαστική σύζευξη εντέχνου λόγου και ιστορικής αλήθειας, ξαναζωντανεύει η
μαρτυρία ενός από τους κρισιμώτερους της φυλής μας Εθνικούς Αγώνες. Ο ίδιος,
έχει προσφέρει και την δική του αγωνιστική παρουσία, από τον καιρό που έφηβος,
πολεμούσε στα μακεδονικά βουνά με το τουφέκι.
Η συγκεκριμένη σειρά, αποτελείται από 20
βιβλία, τα οποία μας τα έδωσε η Σχολή Ευελπίδων τον Ιούλιο του 1973, όταν
αποφοιτήσαμε. Τα διάβασα όλα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, και από τότε μπορώ να πω ότι κατάλαβα τι ήταν ο Μακεδονικός Αγώνας, αφού στο σχολείο αυτό το κεφάλαιο
έλαμπε με την απουσία του!
Α. Μελεζιάδης
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ κείμενα του ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΟΔΗ, ΕΔΩ.
Η Αναρράχη (τ. Ντέμπρε) είναι χωριό του δήμου Εορδαίας Κοζάνης. Ευρίσκεται
σ 11 χλμ. Δ. της Πτολεμαΐδος και 44 χλμ. Β, της Κοζάνης.
Παλαιός βυζαντινής εποχής οικισμός. Με δύο σημαντικά κάστρα. Ερείπιά
τους σώζονται στις θέσεις Καστρί και Κουλάς. Τα δύο κάστρα επικοινωνούσαν με
υπόγεια στοά! Στην θέση Φρούριο, υπάρχουν ερείπια βυζαντινού ναού.
Επί οθωμανοκρατίας, το χωριό ήταν γνωστό για τα διάσημα Ελληνικά
Εκπαιδευτήρια, όπου δίδαξαν σπουδαίοι λόγιοι της εποχής!
Η Αναρράχη είναι ενωμένη με το Εμπόριο - έδρα της Μητρόπολης
Μογλενών (1760 - 1860).
Οι Αναρραχιώτες συμμετείχαν στην Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Γνωστότερος αγωνιστής ήταν ο υπαξιωματικός Γεώργιος Ντέμπρελης.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ για τον ΝΟΜΟ ΚΟΖΑΝΗΣ, ΕΔΩ.
ΛΕΞΕΙΣ: Αναραχη, 1948, Πτολεμαιδα, Κοζανη, χωροφυλακας, Ανδρεοπουλος, κατσαπλιας, Αναρραχη, Εμποριο, ΜΑΥ, Καλμανιδης, αεροπλανο, Ντρουγκας, Αρδησα, Μακεδονια, Κελεσιδη, Παπαθωμα, Κωνσταντινιδη, Ξανθοπουλου, ΜΑΥς, Ραμπιδης, Αντωνακακης, Βαενας, συμμοριτες, Ερατυρα, Σνιατσκο, Σινιατσικο, Φωκας, Τζαβελας, διλοχια Βερμιου, Βερμιο, Ελλησποντος, Γρανικος, Σωτηριαδης, Καφετζης, Γαλανης, Ζαννιδης, Παπαδοπουλος, Αστυνομια, ΕΛΑΣ, Φλωρινα, ανταρτες, Κρητικοι, Χωροφυλακη, Στεφος, αυτοκτονια, Νοεμβριος, Ναουσα, Καρπενησι, ανταρτοπολεμος, Νιζαμιδης, Πισκιλιδης, Ασπρη Πετρα, συμμοριτοπολεμος, Μοδης, Ντεμπρε, Εορδαια, καστρο, Καστρι, Κουλας, υπογεια στοα, Φρουριο, Ελληνικα Εκπαιδευτηρια, Μητροπολη Μογλενων, Μογλενα, 1821, Ντεμπρελης
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook