Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ των ΕΘΝΙΚΙΣΜΩΝ στην Ευρώπη - Η γιγάντωσή τους στο πλαίσιο ενός νέου παγγερμανισμού - Τα οικονομικά, ιδεολογικά και πολιτιστικά αίτια που συντέλεσαν στην αποσάθρωση των ιδρυτικών αξιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης - του Σ. Σίσκου

Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ των ΕΘΝΙΚΙΣΜΩΝ
στην Ευρώπη

Η γιγάντωσή τους στο πλαίσιο ενός νέου παγγερμανισμού

Τα οικονομικά, ιδεολογικά και πολιτιστικά αίτια
που συντέλεσαν στην αποσάθρωση
των ιδρυτικών αξιών
της Ευρωπαϊκής Ένωσης

 

Του συγγραφέα Σωκράτη Σίσκου

 

Κατά τα τελευταία χρόνια είναι πλέον εμφανής η γιγάντωσης των εθνικισμών στο πλαίσιο ενός νέου παγγερμανισμού, με τον οποίο επιδιώκεται η εκτροπή των αρχικών ιδρυτικών στόχων και αρχών της ευρωπαϊκής ενοποίησης και η δημιουργία μιας «Βορειοευρωπαϊκής Ένωσης». Ίσως αυτός ο σχεδιασμός να καμουφλάρεται πίσω από τον δήθεν  μετασχηματισμό μιας Ευρώπης «πολλαπλών ταχυτήτων» ανάπτυξης και ενοποίησης, αλλά κατά βάση, αποσκοπεί στην οικονομική (με ενιαίο νόμισμα το μάρκο) και πολιτική συνένωση των γερμανικών λαών με τη Γερμανία primus inter pares (πρώτη μεταξύ ίσων - ή δήθεν ίσων!). Είναι ένα παλιό όνειρο των ηγητόρων της Γερμανίας που, ως ρεαλιστικός πολιτικός στόχος, άρχισε να υλοποιείται κατά τη ναζιστική περίοδο, με την κατάκτηση και συνένωση των γερμανόφωνων περιοχών (Αυστρία, εδάφη Τσεχίας, Πολωνίας) και την ομόθυμη σύμπραξη άλλων βορειοευρωπαϊκών «αδελφών χωρών» (Ολλανδία, Σκανδιναβικές χώρες).




Το πιθανότερο είναι πως οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και οι ΗΠΑ και η Ρωσία, είχαν ίσως υποτιμήσει την ταχύτητα αναγέννησης του παγγερμανισμού μετά την ενοποίηση των δυο Γερμανιών. Όπως είχαν υποτιμήσει και τη δυναμική ανασύνταξης των πολυάριθμων νεοναζιστικών δυνάμεων που είχαν επιβιώσει και είχαν κατακλύσει τη δημόσια διοίκηση της μεταπολεμικής Γερμανίας και Αυστρίας. Μάλιστα, ως ένα βαθμό, οι Δυτικοευρωπαίοι και οι Αμερικανοί, μέσα στα πλαίσια των ανταγωνισμών με την κομμουνιστική Σοβιετική Ένωση,  διευκόλυναν με τη στάση τους την πολιτική επιβίωση των παλαιοναζιστών ή νεοναζιστών, όπως του καγκελάριου Κούρτ Γκέοργκ Κίζινγκερ ή του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ και προέδρου της Αυστρίας Κουρτ Βάλντχαϊμ. Σε μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το «Zentrum für Zeithistorische Forschung» (Κέντρο Ερευνών της Σύγχρονης Ιστορίας), διαπιστώθηκε πως,  μετά τον πόλεμο, το 54% των υπαλλήλων του γερμανικού υπουργείου εσωτερικών αποτελούνταν από παλιούς Ναζί.  Κυρίως έμειναν άθικτες οι δομές της ναζιστικής γραφειοκρατίας με τους επονομασθέντες «Schreibtischmörder» (δολοφόνους του γραφείου), οι οποίοι θεωρήθηκαν αθώοι γιατί έδιναν οδηγίες (από τα γραφεία τους) για διάπραξη εγκλημάτων «μετά από εντολές των ανωτέρων τους».


Η προστασία που πρόσφεραν, αμέσως μετά τον πόλεμο, στα «δευτερεύοντα ναζιστικά στελέχη» οι δημοκρατικές κυβερνήσεις της (Δυτικής) Ομοσπονδιακής Γερμανίας, φανερώνει πως κάτω από το διακηρυγμένο αξίωμα της «λήθης», υπήρχε η κρυφή επιθυμία να παραμείνει άθικτος ο τρόπος της δομής του προπολεμικού μηχανισμού διοίκησης του κράτους αλλά και το σύστημα λειτουργίας των μεγάλων βιομηχανικών συγκροτημάτων.  Αυτά τα συγκροτήματα, όπως του Κρουπ, του Τίσεν ή του Φλικ, υπήρξαν τα βασικά στηρίγματα του Γ’ Ράιχ. Τον ίδιο χρόνο της γερμανικής ήττας, στις 10 Αυγούστου του 1944, οι μεγάλοι γερμανοί βιομήχανοι συναντήθηκαν στο Στρασβούργο και συμφώνησαν να ζητήσουν από τους νικητές (κυρίως τους Αμερικανούς) να διατηρηθεί το προπολεμικό οικονομικό καθεστώς που καθόριζε τον τρόπο λειτουργίας των μεγάλων επιχειρήσεων. Οι προτάσεις τους έγιναν αποδεκτές. Στη σύσκεψη αυτή συμμετείχαν ο Φριτς Τίσεν, ο οποίος αναγνώρισε την ευθύνη της συνεργασίας του με τους Ναζί και διέθεσε το 15% της περιουσίας του για την αποζημίωση των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας, ο βαρόνος του άνθρακα Έμιλ Κίρντορφ, ο άρχοντας του χάλυβα Γκούσταβ Κρουπ (ο γιος του Άλφρεντ, ο πρόεδρος του ομίλου, είχε συλληφθεί και φυλακιστεί από τις συμμαχικές δυνάμεις κατοχής), ο Γκεόργκ φον Σνίζτερ της εταιρείας «Φάρμπεν» και ο τραπεζίτης Κουρτ φον Σρέντερ. Ο σιδηροβιομήχανος Φρεντερίκ Φλικ δεν συμμετείχε γιατί είχε καταδικαστεί από το δικαστήριο της Νυρεμβέργης, ως εγκληματίας πολέμου, σε εφτά χρόνια κάθειρξη.

Για τα πρωτοκλασάτα ναζιστικά στελέχη σαν τον Άιχμαν, το Μένγκελε ή το Μπόρμαν, ο γερμανικός κρατικός μηχανισμός δεν προέβαινε σε καμιά ενέργεια για να βοηθήσει στον εντοπισμό τους. Όμως, η προστασία για τα μικρότερα ναζιστικά στελέχη ήταν συστηματική και διαρκής. Η Ελλάδα γνώρισε αυτή την προστασία στο πρόσωπο του σφαγέα των Εβραίων της Θεσσαλονίκης Μαξ Μέρτεν. Οι γερμανικές πιέσεις για την απελευθέρωσή του ήταν σκληρές και επίμονες, ώσπου να αποφυλακιστεί, μετά από ολιγόχρονη κράτηση και να επιστρέψει «σαν κύριος» στη Γερμανία. Αλλά και οι επονομασθέντες κυνηγοί των ναζί σαν τον Σιμόν Βίζενταλ, το Φριτς Μπάουερ ή τη Μπεάτε και Σερζ Κλάρσφελντ, ένιωσαν την εχθρότητα και τα τεχνητά εμπόδια του γερμανικού κράτους και των πολυάριθμων νοσταλγών του ναζισμού, ώστε οι υπεύθυνοι εγκληματίες των στρατοπέδων συγκέντρωσης και του ολοκαυτώματος, να μην τιμωρηθούν παραδειγματικά για τα εγκλήματά τους.


Ο Βίζενταλ, σε παλαιότερη συνέντευξή του, η οποία αναδημοσιεύτηκε στη «Le Monde» μια μέρα μετά το θάνατό του, το Σεπτέμβρη του 2005, αναφέρει δυο χαρακτηριστικά περιστατικά μιας τέτοιας «προστασίας» στην Αυστρία, στην οποία επίσης κυριαρχούσε η ίδια «φιλοσοφία λήθης» αλλά και όπου σήμερα ο νεοναζισμός έχει βαθιές και ισχυρές ρίζες. Ο Φραντζ Νόβακ, βοηθός του Άιχμαν για τη μεταφορά 1.700.000 κρατουμένων στα κρεματόρια του Άουσβιτς, καταδικάστηκε και έμεινε στη φυλακή έξι χρόνια, δηλαδή τιμωρήθηκε με δυο λεπτά φυλάκισης για κάθε φόνο. Σε άλλη δίκη, ο Φραντζ Μούρερ, κομισάριος στο γκέτο της Βίλνα, δεν κρίθηκε ένοχος, ενώ το συγκεντρωμένο πλήθος έφτυνε και έβριζε τους εβραίους μάρτυρες κατηγορίας και χειροκροτούσε για την αθώωση του αξιωματούχου των SS.

Ο Φριτς Μπάουερ, ήταν ο εισαγγελέας που κατάφερε να παραπέμψει πολλούς ναζιστές στη γνωστή «Δίκη του Άουσβιτς», στη Φρανκφούρτη. Η υπόθεση αυτής της δίκης αποτέλεσε το κεντρικό θέμα του κινηματογραφικού έργου «Ο λαβύρινθος της σιωπής», ενώ  η σημαντική συνεισφορά του στη σύλληψη του Άιχμαν παρουσιάστηκε και στη βραβευμένη ταινία «Υπόθεση Φριτς Μπάουερ» του γερμανού σκηνοθέτη Λαρς Κράουμε, που προβλήθηκε εφέτος στους ελληνικούς κινηματογράφους (τον περασμένο  Ιανουάριο). Γι’ αυτές του τις δραστηριότητες χαρακτηρίστηκε ως «προδότης» και ένιωσε ταπεινώσεις και υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς, ώστε δικαιολογημένα δήλωσε, με πικρία, πως μέσα στο πλαίσιο του γερμανικού νομικού συστήματος «ένιωθε ως εξόριστος». Αλλά και το ζεύγος Κλάρσφελντ, αντιμετώπισε ύβρεις και απειλές για τη ζωή του, κυρίως μετά  την 7 Νοεμβρίου 1968 που η Μπεάτε χαστούκισε τον γνωστό για το ναζιστικό του παρελθόν  εκλεγμένο καγκελάριο της Γερμανίας  Κουρτ Γκέοργκ Κίζινγκερ.


Μιλώντας για το ναζιστικό ή φιλοναζιστικό παρελθόν πολλών σύγχρονων γερμανών πολιτικών που, σήμερα, με την πανίσχυρη οικονομική και πολιτική δύναμη της Γερμανίας, καθορίζουν τη μοίρα των λαών της ΕΕ, δεν θα θέλαμε οι αναγνώστες να σχηματίσουν μια γενικευμένη εικόνα για το σύνολο των γερμανών πολιτών. Οι γενικευμένοι χαρακτηρισμοί για τους λαούς θυμίζουν χιτλερική αξιολόγηση των λαών. Στη Γερμανία υπάρχουν πολλοί, ίσως οι περισσότεροι, που έχουν δημοκρατικές και ανθρώπινες ευαισθησίες και αντιλαμβάνονται, ενδεχομένως, καλύτερα από άλλους που οδηγεί αυτός ο εθνικιστικός οίστρος της πολιτικής τους ηγεσίας. Την πολιτική της χώρας τους όμως την καθορίζουν, διαχρονικά, οι ηγέτες τους που παραδοσιακά δεν μπορούν να ξεφύγουν από τα παγγερμανικά τους στερεότυπα. Θα ήταν χρήσιμο να αναφερθώ και πάλι, όπως σε σχετικό άρθρο μου για το νέο παγγερμανισμό και νεοναζισμό, στον Ρεζί ντε Καστελνό και να εκφράσω την ίδια πικρία και απογοήτευση για την «Επιστροφή της Ύβρεως»(le retour de lhubris), υπογραμμίζοντας τη διπλή μορφή του Ιανού στη γερμανική ιστορία. Η Γερμανία, γράφει ο Καστελνό, είναι μια μεγάλη χώρα και ένας μεγάλος λαός. Όμως, έδειξε στη διάρκεια της ιστορικής διαδρομής της μια εκπληκτική ευκολία να περνά από ένα υψηλό επίπεδο πολιτισμού σε έναν «ολικό παραλογισμό» που οδηγεί στην καταστροφή. Από τη μια πλευρά οι γίγαντες της γερμανικής φιλοσοφίας και μεγαλοσύνης και από την άλλη οι ασύλληπτες στην κοινή ανθρώπινη λογική βαρβαρότητες που στοίχισαν στην Ευρώπη ποτάμια αίματος. Αυτό το δεύτερο σκοτεινό πρόσωπο του Ιανού που βρίσκεται στην πίσω πλευρά και ατενίζει με θαυμασμό ένα αιματοβαμμένο παρελθόν, εμφανίζεται σήμερα στη Γερμανία, η οποία προσπαθεί να επιβάλει την αλαζονική κυριαρχία της με οικονομικά όπλα, παίρνοντας εκδικητική ικανοποίηση γι’ αυτό που απέτυχε να καταφέρει με αληθινά όπλα. Αυτό το πρόσωπο αποκάλυψε η μεγάλη ευρωπαϊκή οικονομική κρίση και ταυτόχρονα με τον «ολικό παραλογισμό της» στο θέατρο των ευρωπαϊκών αντιθέσεων και συμφερόντων, έγινε και «η ελληνική αποκάλυψη» (la révélation grecque) με μια βάρβαρη και εκδικητική συμπεριφορά και μανία ενός τεράστιου ελέφαντα προς ένα μυρμηγκάκι. Όλοι πλέον κατάλαβαν πως η υπόθεση της διελκυστίνδας του ελληνικού χρέους με τεχνάσματα και δολοπλοκίες δεν είναι μόνον οικονομική, αλλά στο βάθος κρύβονται άλλοι στόχοι που έχουν γενικότερους αλαζονικούς σχεδιασμούς.


Σήμερα υπάρχει μια γενικευμένη αντίληψη στην Ευρώπη και στην Αμερική, πως η Γερμανία θυμήθηκε πάλι «τον εαυτό της» και γίνεται πλέον επικίνδυνη. Ο εθνικιστικός οίστρος ξύπνησε και σε άλλους λαούς και προπαντός στην πέραν του Ατλαντικού υπερδύναμη. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση θα αποτελεί από τώρα και ύστερα μια χίμαιρα, αν το ευρωπαϊκό ιερατείο δεν αποφασίσει να επαναφέρει τη μεταλλαγμένη Ένωση στην τροχιά των ιδρυτικών της αξιών. Η διαίρεση της Ευρώπης σε ζώνες επιρροής και σε «Ενώσεις δυο ταχυτήτων ή Ενώσεις Βορρά-Νότου», μοιραία θα επαναφέρει στο προσκήνιο το θέμα των αντιθέσεων μεταξύ κρατών ή ομάδων συμμαχικών κρατών με αναπόφευκτη κατάληξη τις αιματηρές συγκρούσεις. Η μια και ενιαία Ενωμένη Ευρώπη της αλληλεγγύης, του αλληλοσεβασμού και της πολιτικής και νομικής ισότητας των κρατών/μελών, είναι η μόνη εγγύηση για μια διαρκή ειρήνη και ευημερία των ευρωπαϊκών λαών.

Από τη στιγμή που έγινε εμφανής η απόλυτη κυριαρχία της Γερμανίας στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, η σύγκρουσή της με τις ΗΠΑ ήταν μη αναστρέψιμη. Οι Αμερικανοί ήταν βέβαιο πως δεν θα περίμεναν απαθείς τις διαμορφούμενες εξελίξεις, όπως ο Νέβιλ Τσάμπερλεν και ο Εντουάρ Νταλαντιέ (Αγγλία και Γαλλία) το 1938. Οι γιγάντωση της γερμανικής και πολιτικής δύναμης της μεταπολεμικής Γερμανίας, οφείλεται πρωτίστως στην αμερικανική βοήθεια και συμπαράσταση (χάρισμα πολεμικών χρεών, συμπαράσταση για ενοποίηση, πλαίσιο αναδιοργάνωσης της βαριάς βιομηχανίας κλπ), με σκοπό να υπάρχει ένα ισχυρό αντίβαρο στη σοβιετική απειλή για την Ευρώπη. Από τη στιγμή της διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης, οι ΗΠΑ θα επιθυμούσαν μια Γερμανία και γενικότερα μια Ενωμένη Ευρώπη, που θα διαχειρίζονταν τα θέματα οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής με τρόπο συμβατό με τα αμερικανικά οικονομικά και γεωστρατηγικά συμφέροντα. Αυτή η κυριαρχική για τους Αμερικανούς ισορροπία δυνάμεων διατηρήθηκε για αρκετά χρόνια, με μια υποτακτική Γερμανία και μια Γαλλία, στην οποία οι επίγονοι του Ντε Γκολ, εξοστρακίζοντας τις παρακαταθήκες του, υποτάχθηκαν πλήρως στις αμερικανικές υποδείξεις αναγνωρίζοντας τις ΗΠΑ ως την «ηγέτιδα υπερδύναμη του ελεύθερου κόσμου».


Το δέντρο, όπως λέει η λαϊκή θυμοσοφία, άρχισε να στραβώνει σχεδόν αμέσως μετά την υπογραφή της συμφωνίας ανάμεσα στον αμερικανό πρόεδρο Τζορτζ Μπους (τον πρεσβύτερο) και στον πρόεδρο της Σοβιετικής Ένωσης Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, για την ενοποίηση των δυο Γερμανιών. Η συμφωνία άρχισε να ισχύει από τον Οκτώβρη του 1990, ενώ με απόφαση της γερμανικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης, το 1991, μεταφέρθηκε η πρωτεύουσα του νέου ενιαίου κράτους από τη Βόννη στο Βερολίνο. Ήταν τότε που ο αμερικανός πολιτικός και πολιτειολόγος Πολ Γούλφοβιτς (που αργότερα ήταν ένα από τα «γεράκια» της κυβέρνησης Μπους του νεότερου), είχε επισημάνει τον «κίνδυνο» να μετατραπεί η Γερμανία σε έναν σοβαρό αντίπαλο που θα μπορούσε να πλήξει «ζωτικά συμφέροντα των ΗΠΑ». Δεν είχε καλά καλά στεγνώσει το μελάνι της ενοποίησης και η Γερμανία έδειξε «τα δόντια της χαμογελώντας καλοσυνάτα». Επικαλούμενη την αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών, επιτάχυνε τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας δηλώνοντας ρητά πως ανεξάρτητα από τις αποφάσεις της ΕΟΚ (ΕΕ) ήταν αποφασισμένη να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της Κροατίας. Ενεργούσε πλέον αυτόνομα και όχι ως κράτος/μέλος της Ένωσης. Η απόφαση αυτή δεν ήταν τυχαία. Στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι γερμανόφιλοι «Ουστάσι» που δημιούργησαν το ναζιστικό Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας και οι μουσουλμάνοι της Βοσνίας με την ίδρυση της μεραρχίας των SS «Χαντζάρι»,  αποτελούσαν τις ισχυρότερες φιλοναζιστικές στρατιωτικές μονάδες των Βαλκανίων. Οι δολοφονίες Σέρβων, Εβραίων και Αθίγγανων που διέπραξαν κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής διακρίνονταν για την ανελέητη βαρβαρότητά τους. Για κάποιους κρυφοναζιστές ηγέτες της μεταπολεμικής Γερμανίας, τα δυο αυτά κράτη θεωρούνταν πάντα «σύμμαχοι» στην υλοποίηση των παγγερμανικών οραμάτων, σε αντίθεση με τους Σέρβους και τους Έλληνες που συντέλεσαν  αποφασιστικά στην ήττα του Γ’ Ράιχ. Συνεπώς, η απέχθεια μιας σημαντικής μερίδας των σημερινών Γερμανών ηγητόρων για την Ελλάδα, έχει βαθύτερες ρίζες από αυτές που προβάλλονται ως δικαιολογία για την τιμωρητική συμπεριφορά τους στα πλαίσια των «εταιρικών σχέσεων» μέσα στην ΕΕ.


Δικαιολογημένα ο δημοσιογράφος Γκιγιόμ Ντιβάλ, συνδέοντας αυτή τη συμπεριφορά με τα προηγηθέντα ιστορικά γεγονότα και εμφανίζοντας μια φωτογραφία του Σόιμπλε με τη γνωστή σκληρή και βλοσυρή έκφρασή του, διερωτάται στις 13-7-2015, σε άρθρο του στη μηνιαία εφημερίδα «Alternatives Economiques»: «Γερμανία! γιατί τόσο μίσος εναντίον της Ελλάδας;» (Allemagne! pourquoi tant de haine contre la Grèce ?).


Οι ΗΠΑ στην αρχή δεν επιθυμούσαν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Αναγκάστηκαν από τις εξελίξεις, μετά από τις διακηρυγμένες θέσεις της Γερμανίας, να παρέμβουν για να δώσουν λύσεις σύμφωνες με τα δικά τους συμφέροντα. Για το σκοπό αυτό άσκησαν φοβερές πιέσεις για την είσοδο στην ΕΕ των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, τις οποίες ο τότε αμερικανός υπουργός άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ τις μετονόμασε διθυραμβικά σε «Νέα Ευρώπη». Η επιρροή των ΗΠΑ σ’ αυτές τις χώρες ήταν απόλυτη και αποτελεσματική, ως τη στιγμή που η αμερικανική ηγεσία διαπίστωσε πως η Γερμανία, με την κυριαρχική της θέση στην ΕΕ και την απόλυτη εξουσία της στους οικονομικούς μηχανισμούς της Ένωσης, κατέστησε αυτές τις χώρες του πρώην σοβιετικού μπλοκ «δορυφορικά της προτεκτοράτα». Οι εθνικορατσιστικές αντιλήψεις τους παραπέμπουν σε ιδεολογίες της προ του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου εποχής. Πολλοί ευρωπαίοι αναλυτές επισημαίνουν και την μέχρι απαξιωτικής δουλικότητας υποταγή αυτών των χωρών  στη Γερμανία και κυρίως όσων συμμετέχουν στο ελεγχόμενο από το Βόλφγκανγκ Σόιμπλε Γιούρογκρουπ.


 Αλλά και στο θέμα της ουκρανικής κρίσης, με τη Γερμανία να ενθαρρύνει τον νεοναζιστικό «Δεξιό Τομέα» για παρακρατική δράση, μετά την άρνηση υπογραφής από τον τότε πρόεδρο Βίκτορα Γιανουκόβιτς της συμφωνίας σύνδεσης και εμπορικής συνεργασίας με την ΕΕ, ανάγκασαν και πάλι τις ΗΠΑ να παρέμβουν. Τελικά και οι ΗΠΑ αλλά και η Γερμανία  ταπεινώθηκαν με θεαματικό τρόπο από τον πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, με την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία και τον ακρωτηριασμό και διχοτόμηση του ουκρανικού κράτους σε Ανατολικό και Δυτικό.


Οι πολιτικές θέσεις του νέου προέδρου των ΗΠΑ θεωρούνται, στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ως προσωπικές του απόψεις. Μερικοί έχουν απόλυτη άγνοια και ρομαντικές αντιλήψεις για τον τρόπο άσκησης της πολιτικής εξουσίας στις ΗΠΑ. Πίσω από τους προέδρους, αντιπροέδρους ή υπουργούς, που πολλές φορές είναι ασήμαντες προσωπικότητες και μερικοί, σαν το Ρίγκαν ή το Μπους (το νεότερο) είναι αμαθείς ή με βαθμό νοημοσύνης κάτω του μετρίου, κρύβονται ομάδες «εγκεφάλων» που σχεδιάζουν την αμερικανική εξωτερική πολιτική με ορίζοντα τριάντα ή ενδεχομένως και πενήντα ετών. Τα think tanks (δεξαμενές σκέψεις) και ιδιαίτερα ορισμένα μεγάλου κύρους, όπως είναι αυτά των πανεπιστημίων Χάρβαρντ  της Βοστόνης και Στάνφορντ της Καλιφόρνιας, αλλά και σύμβουλοι σαν τον Χένρι Κίσινγκερ ή το Σμπίγνιου Μπρεζίνσκι, είναι αυτοί που χαράσσουν τη μοίρα του κόσμου. Αυτά που με κάπως θεατρινίστικο τρόπο διακηρύσσει πως θα εφαρμόσει ο Ντόναλντ Τράμπ, θα τα εφάρμοζε, ίσως με διαφορετικό τρόπο και συγκαλυμμένα προσχήματα και η Χίλαρι Κλίντον, αν νικούσε τον Τραμπ στις εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου.  Οι σχεδιασμοί είναι προδιαγεγραμμένοι από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, με βάση τις επιστημονικές εισηγήσεις των think tanks και των ειδικών εμπειρογνωμόνων και συμβούλων. Ήδη, ο προηγούμενος πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα είχε αρχίσει σιωπηρά να εφαρμόζει κάποια από αυτά που, τώρα, φωναχτά διακηρύσσει πως θα εφαρμόσει ο Τραμπ. Οι δικαστικές ανακρίσεις για εταιρείες/κολοσσούς γερμανικών συμφερόντων (Ντόιτσε Μπανκ, Φολκσβάγκεν, την ελβετική αλλά γερμανικών συμφερόντων Νοβάρτις κ.ά.) και τα εξοντωτικά πρόστιμα δισεκατομμυρίων που επιβλήθηκαν από την κυβέρνηση Ομπάμα, δείχνουν πως τα σχέδια «για να γονατίσει η Γερμανία» άρχισαν πριν από την εμφάνιση του Τραμπ στο αμερικανικό πολιτικό προσκήνιο. Η Γερμανία άρχισε να γίνεται επικίνδυνη όχι μόνο για τους «μη δορυφόρους» εταίρους της στην ΕΕ, αλλά και για τις ΗΠΑ.


Οι Αμερικανοί γνωρίζουν πως η ενδυνάμωση της οικονομικής και πολιτικής δύναμης της Γερμανίας και η «επιστροφή της ύβρεως» (le retour de lhubris) κατά τον Ρεζί ντε Καστελνό, οφείλονται στο ευρώ, στις παγγερμανικές ιδεολογικές συμμαχίες της και στις εμπορικές σχέσεις της με τη Ρωσία και την Κίνα.  Η πρώτη μέριμνα του Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται πως επικεντρώνεται στη διάσπαση της ΕΕ, στη διάλυση της Ευρωζώνης και στην κατάργηση του Ευρώ (τη ρίζα της γερμανικής τερατογένεσης). Ακολουθεί η αποδυνάμωση της Γερμανίας στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την ενίσχυση των φυγόκεντρων δυνάμεων που οφείλονται στην επιβαλλόμενη, με αυταρχικό τρόπο, πολιτική της λιτότητας και στην ανάδειξη ισχυρών ακροδεξιών ευρωσκεπτικιστικών κομμάτων. Η βελτίωση των πολιτικών και εμπορικών σχέσεων των ΗΠΑ με τη Ρωσία θα πλήξει, μετά την ύφεση της ευρωπαϊκής οικονομίας και τη μείωση της ζήτησης των βιομηχανικών προϊόντων, την τεράστια διείσδυση των γερμανικών εταιρειών στη ρωσική αγορά. Ο μεγάλος αντίπαλος είναι η Κίνα. Ο στόχος των ΗΠΑ θα είναι η τροχοπέδηση της οικονομικής της ενδυνάμωσης και η αποφυγή μιας μεγαλύτερης οικονομικής και στρατιωτικής προσέγγισής της  με τη Ρωσία και τη Γερμανία. Σ’ αυτό το στόχο αποβλέπει η νέα πολιτική του προστατευτισμού και η χείρα φιλίας του Τραμπ προς τον Πούτιν. Διότι ο νεοφιλελευθερισμός και η παγκοσμιοποίηση που «εφευρέθηκαν» από το Μ. Φρίντμαν, τη γυναίκα του και τον κουνιάδο του στη «Σχολή του Σικάγου», αποσκοπούσαν στην περαιτέρω ενδυνάμωση της Αμερικής ως οικονομικής και στρατιωτικής υπερδύναμης. Τα δεδομένα άλλαξαν μετά από τρεις, περίπου, δεκαετίες και τα οφέλη άρχισε να τα καρπώνεται η Γερμανία (όχι η ΕΕ) και περισσότερο η Κίνα. Αυτή η αχανής χώρα της Ασίας κατάφερε, σε δυο δεκαετίες, με μια χωλαίνουσα αρχικά οικονομία, να αναρριχηθεί σταδιακά στην κορυφή του πίνακα των ισχυρών οικονομικά χωρών και βρίσκεται πλέον σε απόσταση αναπνοής από τις ΗΠΑ. Ο νεοφιλελευθερισμός την ευνόησε αφάνταστα, διότι εκμεταλλεύτηκε έξυπνα, με καπιταλιστική νοοτροπία, τις ευκαιρίες του ανταγωνισμού στις ελεύθερες αγορές, ενώ το αυστηρά ελεγχόμενο πολίτευμά της από το κομμουνιστικό κόμμα, της επιτρέπει να έχει υποπολλαπλάσιο κόστος παραγωγής λόγω της ανυπαρξίας αναστατώσεων από εργατικές διεκδικήσεις (απεργίες, αυξήσεις μισθών, ωράρια εργασίας, υπερωρίες κλπ). Η επιστροφή στον προστατευτισμό από την κυβέρνηση Τραμπ, αποτελεί μια κίνηση σωτηρίας για την Αμερική, η οποία θα επηρεάσει την παγκόσμια οικονομία και θα επιταχύνει τις πολιτικές εξελίξεις σε όλο τον κόσμο και κυρίως στην Ευρώπη, με έξαρση των εθνικισμών.


Επιχειρήσαμε να διερευνήσουμε τους οικονομικούς και ιδεολογικούς παράγοντες που συντέλεσαν στην αναζωπύρωση του παγγερμανισμού και στην αναγέννηση των εθνικισμών στην Ευρώπη. Υπάρχει ένα ακόμα ελάχιστα γνωστό στοιχείο που επηρεάζει αυτές τις εξελίξεις. Είναι οι πολιτιστικές επιδράσεις από τις οποίες διαμορφώνονται κάποιες άγνωστες και ακατανόητες, για τους πολλούς, οικονομικές και πολιτικές συμπεριφορές των προτεσταντών ηγετών της Γερμανίας. Οι πολιτικές αναλύσεις του κοινωνιολόγου Μαξ Βέμπερ, πριν από εκατόν δέκα περίπου χρόνια, στο έργο του «Η Προτεσταντική Ηθική και το Πνεύμα του Καπιταλισμού» είναι αυτή την περίοδο πάρα πολύ επίκαιρες, αν προσπαθήσουμε να αποκρυπτογραφήσουμε τις σημερινές  εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ελληνικό πρόβλημα του δημόσιου χρέους, με τη λογική και την «ηθική» επιχειρηματολογία του γερμανού υπουργού οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Θα το επιχειρήσουμε αν μας δοθεί η ευκαιρία σε κάποιο επόμενο άρθρο, αλλά ταυτόχρονα θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε και τη σκοτεινή προσωπικότητα ενός ανθρώπου, ο οποίος κυριάρχησε στη γερμανική πολιτική σκηνή αλλά και έχει καταστεί ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της σημερινής Ευρώπης. Η υποτιθέμενη «δεύτερη ατμομηχανή» της Ευρώπης και της Ευρωζώνης, η Γαλλία του Φρανσουά Ολάντ, έχει περιπέσει σε μακροχρόνια χειμερία νάρκη, λόγω του υπερβολικού χρέους της και την επιεική αντιμετώπισή της από τη Γερμανία. Όπως εύστοχα έγραψε ένας αναγνώστης της «Libération», οι γάλλοι οικονομικοί αξιωματούχοι στην Κομισιόν και στο Γιούρογκρουπ, ο Μοσκοβισί και ο Σαπέν, είναι χρήσιμοι κι’ απαραίτητοι «για να παραγγέλνουν τους καφέδες και να αδειάζουν τα σταχτοδοχεία».


Το πολυσύνθετο πρόβλημα της «προτεσταντικής ηθικής» στην εξέλιξη των οικονομικών και πολιτικών δεδομένων, απασχολεί τον τελευταίο καιρό έντονα τους ευρωπαίους πολιτικούς και οικονομικούς αναλυτές. Φυσικά αυτό δεν μπορεί να γίνει εύκολα κατανοητό από τον αναγνώστη που δεν έχει ασχοληθεί  συστηματικά με τέτοιου είδους εξειδικευμένη θεματολογία. Όσοι όμως επιθυμούν να αποκτήσουν μια γενική και κάπως εκλαϊκευμένη άποψη του προβλήματος, μπορούν να βρουν τέτοιες διεσπαρμένες αλλά αρκετά αναλυτικές πληροφορίες στις ερευνητικές εργασίες μου «Το Πελατειακό Κράτος» και «Το Θαύμα του Ελληνικού Πολιτισμού». Τα βιβλία μου αυτά δεν κυκλοφορούν στο εμπόριο (και γι’ αυτό δεν υπάρχουν στα βιβλιοπωλεία). Βρίσκονται όμως σε πολλές Κεντρικές Δημοτικές Βιβλιοθήκες, αλλά επίσης είναι δυνατή η δωρεάν ανάγνωση και εκτύπωσή τους  ΕΔΩ.  

 

ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 15.2.2017.


ΛΕΞΕΙΣ: ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ, Ευρωπη, παγγερμανισμος, Ευρωπαικη Ενωση, Σισκος, πανγερμανισμος, ΕΕ, ναζι, νεοναζι

Share on Google Plus

About ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

    ΣΧΟΛΙΑ
    ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ