Του Γιώργου Λεκάκη
Από το ρήμα εκπλήσσω προκύπτει η λέξις έκπληξις,
ενέργεια που σε βγάζει από την πλήξη, τον τρόμο…
(εκπλήττω < πλήττω[1] = χτυπώ, τρομάζω, κέρκω, λήγω[2]
> έκπληξις = άγω / άζω αάγη / άγη[3] / άκη / άγος, αιδώς, αμφασία / αφασία, αφωνία, βασκανία, εκφόβηση[4], ενθουσία[5], ετεροίωση, θάμβος, θαύμα[6], μίασμα, νεωστασία / νεωτερισμός[7], πτοία / πτώση, ξένισμα[8], σέβας, τάφος / ταφός, τιμή
> εκπλήττομαι = αταίω, θαυμάζω, )…
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ, ΕΔΩ.
Αλλά το ζητούμενο των αρχαίων Ελλήνων και δη των φιλοσόφων ήταν η αδιαταραξία / αταραξία, το ανέκπληκτον. Να διάγεις έναν βίο, με τέτοια γνώση, που τίποτε να μη μπορεί να σε εκπλήσσει πλέον…
Να είσαι ἀνέκπληκτος (> το ἀνέκπληκτον[9]), δηλ. αυτός που δεν εκπλήσσεται, απτόητος.
Ποιος μένει ἀνέκπληκτος; Ο «ἀνδρεῖος»[10], ο
θαρραλέος, «ἀνέκπληκτος ανήρ»[11]…
Οι αρχαίοι μας συγγραφείς όμως
έγραψαν ιδία να μένεις «ἀνέκπληκτος ὑπὸ πλούτων […και…] υπό κακών»[12].
Αναφέρεται δε και το ἀνέκπληκτότατον[13] και ο
τύπος «ἀνεκπλήκτως» (υπομένειν)[14].
Κατά την έκπληξη, μένει
κανείς άφωνος, ακίνητος, ακρής, ήσυχος, ενεός…
Το επίθετο απαντάται ήδη από τον 5ο π.Χ. αιώνα και αναφέρεται 55 φορές στην ελληνική γραμματεία.
ΠΗΓΗ: TLG. Μ. Ετυμ. Λεξ. ΣΟΥΔΑΣ. Pl.Tht.165b, Hyp.Fr.117, Plu.2.7a. Γ. Λεκάκης "Ταξείδια με τις λέξεις". ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 1.11.2021.
[1] Εκ του πλήττω > πλήκτρον > PLECTRE, plettro, plectro, plectrum, pIectrum, κλπ.
[2] Εξ αυτού: λαξ = κτύπημα, πυξ λαξ, κλπ.
[3] Αγηρός, αγαυρός, κλπ.
[4] Βλ. Ευρ. «Φοίν.», 729.
[5] Εξ αυτού: ενθουσιασμός.
[6] Βλ. Καλλίμαχος.
[7] Κάθε νεωτερισμός προκαλεί έκπληξη.
[8] Η έκπληξις μας ξενίζει.
[9] Βλ. Ξεν.
[10] Βλ. Αριστοτέλη «Ηθ. Νικομ.» {0086.010}, Bekker, 1115b.11.
[11] Βλ. Πλάτων «Θεαίτ.» {0059.006}, Stephanus 165b.9.
[12] Βλ. Πλάτων «Respublica»
{0059.030}, Stephanus 619a.2.
[13] Βλ. X. Ages. 6.7. Adv.
[14] Βλ. Πλούτ. 2.260c, Ιεροκλ. CA10p.434M.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook