Ολίγα τινά περί των Ευαγγελιακών - του Γ. Κ. Κατσιφάρα

Ολίγα τινά περί των Ευαγγελιακών

Του ιστορικού Γεωργίου Κ. Κατσιφάραgkkatsifaras@gmail.com

 

Σήμερον δ᾿ ἐγράφη ἐν ἀθηναϊκῇ ἐφημερίδι (7.11.2021) ἄρθρον περὶ τοῦ θέματος ὑπό τινος ἐφημεριδογράφου ὅλως στερουμένου ἱστορικῆς ἅμα καὶ φιλολογικῆς σκευῆς τε καὶ ἐξαρτύσεως. Πρὸς τοῖς ἄλλοις ἀπροσδιονύσοις ὑπὸ τοῦ ἐφημεριδογράφου γράφονται καὶ τάδε τὰ ἀνιστόρητα, τὰ πάντῃ βλακώδη: «Κι ὅμως, ὁ σπινθῆρας ποὺ πυροδότησε ἐκείνη τὴ βραχύβια συλλογικὴ ἔκρηξη δὲν ἦταν καθόλου μὰ καθόλου προοδευτικός, ἀλλὰ ὅ,τι ἀντιδραστικότερο μπορεὶ κανεὶς νὰ φανταστεῖ: ἡ προάσπιση τῆς «καθαρότητας» τῶν γραφῶν ἐνάντια στὸ νεωτερικὸ ἐγχείρημα τῆς μετάφρασης τῶν Εὐαγγελίων (καὶ τοῦ δημοτικισμοῦ γενικότερα), μ’ ἕνα ἰδεολογικὸ περιτύλιγμα ποὺ συνδύαζε τὸν πιὸ στεῖρο «ἑλληνοχριστιανισμό» καὶ φαντασιώσεις φυλετικῆς ἀνωτερότητας μ’ ἕναν μνησίκακο, ταπεινωμένο ἐθνικισμό.» 

Τί πρῶτον καὶ τί ἔσχατον νὰ θαυμάσῃ τις ἐν τῇ παραγράφῳ ταύτῃ; Τί πρῶτον νὰ ἐλέγξῃ; Τί δέ τι νὰ εἴπῃ τις; Ὅτι ὁ γράφων καταφωρᾶται ὡς ἀμαθής, ὡς ἀπειρόκαλος; Ὡς ὅλως ἄγευστος ἱστορικῆς παιδείας, οὐδὲ ἄκρῳ τῷ δακτύλῳ ἁψάμενος; Ἀρκεῖ νὰ ἀναμνησθῇ τις τί ἔγραφε ποτὲ ὁ τὰ πρῶτα φέρων τοῦ δημοτικισμοῦ Ἰωάννης Ψυχάρης: «Ὅποιος μὲ διαβάςῃ θὰ καταλάβῃ μὲ τί σκοπὸ ἔγραψα τὸ Ταξίδι μου. Γλῶσσα κὰι πατρίδα εἶναι τὸ ἴδιο. Νὰ πολεμᾷ κανεὶς γιὰ τὴν πατρίδα του ἢ γιὰ τὴν ἐνθικὴ τὴ γλῶσσα, ἕνας εἶναι ὁ ἀγῶνας. Πάντα ἀμύνεται περὶ πάτρης. […] [Ἕνα ἔθνος] Πρέπει νὰ μεγαλώσῃ ὄχι μόνο τὰ φυσικά, μὰ καὶ τὰ νοερά του σύνορα.» (Ψυχάρης, 1888, Τὸ Ταξίδι μου, Ἀθήνα, σελ. α΄) Ἀλλὰ δυστυχῶς τανῦν τὴν ἱστορίαν λυμαίνονται ἀνθρωπίσκοί τινες σκαιότατοι τὸν νοῦν, ἀγελαῖοι σύρφακες καὶ δὴ καὶ ὅλως ἀνιστόρητοι. Νομίζω ὅτι ἁρμόζει τὸ ὑπὸ τοῦ μακαρίτου διδασκάλου Δημήτρη Κιτσίκη ῥηθὲν εἴς τινα μαθητήν του: [Ὄνομα μαθητοῦ], σταμάτα, σὲ ἐκτιμῶ ἀλλὰ στὴν διεθνῆ πολιτικὴ (ἐνταῦθα εἰς τὴν ἱστορίαν) εἶσαι κουμπούρας. Παραμένεις μετεξεταστέος.»

Ἴδωμεν τί γράφει ὁ ἱστορικὸς Παῦλος Καρολίδης ἐν τῇ ὑπ᾿ αὐτοῦ συμπεπληρωμένῃ Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους τοῦ Κωνσταντίνου Παπαρηγοπούλου ( ἐν Ἀθήναις, 1932: κεφάλαιον Δ΄ σελ. 108-110):

«Κατὰ Νοέμβριον τοῦ ἰδίου ἔτους ἐσημειώθησαν ἐν τῇ πρωτευούσῃ λυπηραὶ σκηναὶ ἐξ ἀφορμῆς τῶν «Εὐαγγελιακῶν», αἱ ἐπονομασθεῖσαι «Τὰ Νοεμβριανά».

Τὸ Εὐαγγελιακὸν λεγόμενον ζήτημα προῆλθεν ἐκ τοῦ ἑξῆς γεγονότος. Ἡ Βασίλισσα Ὄλγα ἀφιεροῦσα τὸ πολὺ τοῦ χρόνου αὐτῆς εἰς παντοίας εὐεργεσίας τοῦ λαοῦ καὶ εἰς ἐπισκέψεις φιλανθρωπικῶν καταστημάτων, ἐπισκεπτομένη τοὺς τραυματίας τοῦ πολέμου καὶ συνιστῶσα εἰς τοὺς ἀσθενεῖς τὴν ἀνάγνωσιν τοῦ Εὐαγγελίου ἐλάμβανε συνήθως ἀπάντησιν παρὰ ἀμαθῶν, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, στρατιωτῶν ὅτι δὲν ἐνόουν τὸ κείμενον τοῦ Εὐαγγελίου· διὸ εἶχεν ὑποσχεθῆ ὅτι ἔμελλε νὰ φροντίσῃ περὶ παραφράσεως τοῦ Εὐαγγελίου εἰς γλῶσσαν καταληπτὴν εἰς τοὺς στρατιώτας. Τοιαύτην δ’ἀπόφασιν λαβοῦσα ἀνεκοίνωσε τὴν ἐπιθυμίαν αὑτῆς εἰς τὸν τότε μητροπολίτην Ἀθηνῶν Προκόπιον, πρῴην διδάσκαλον τῶν βασιλοπαίδων ἐν τοῖς ἱεροῖς μαθήμασιν. Ὁ Προκόπιος ἀνὴρ φρονημάτων οὐχὶ σθεναρῶν, ἵνα εὐαρεστήσῃ τῇ βασιλίσσῃ ἐδέχθη ἀμέσως τὴν πρότασιν, ἀλλ’ὅτε ἀνεκοίνωσε τὸ πρᾶγμα εἰς τοὺς συνοδικοὺς προσέκρουσε εἰς ἀντιρρήσεις. Ἡ ἀγαθὴ βασίλισσα ἀκούσασα παρὰ τοῦ μητροπολίτου περὶ τῶν ἀντιρρήσεων τούτων ἠθέλησε νὰ ἔλθῃ εἰς ἐπικοινωνίαν πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς τοὺς ἀντιλέγοντας καὶ ἐκάλεσεν αὐτοὺς εἰς τὰ ἀνάκτορα, ἵνα συνηγορήσῃ ὑπὲρ τοῦ σκοποῦ. Ἡ πρᾶξις τῆς βασιλίσσης ἦτο τυπικῶς οὐχὶ σύμφωνος πρὸς τὰ ἐκκλησιαστικὰ θέσμια, διότι συμβούλιον ἀρχιερέων εἶνε ταὐτὸν πρὸς συνοδικὸν ἀρχιερέων, ἥτις δὲν εἴθισται νὰ συνέρχεται ἐν ἰδιωτικοῖς οἴκοις ἢ ἐν ἀνακτόροις διὸ καὶ οἱ ἀντιλέγοντες αρχιερεῖς ἀπέσχον τοῦ συμβουλίου. Οὕτω δὲ προσεκλήθη μέγα σκάνδαλον ἐν τῇ δημοσιογραφίᾳ, διότι ἡ πρᾶξις τῆς βασιλίσσης ἐθεωρήθη ὡς ἐπέμβασις εἰς τὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ πολιτικὴ τῆς κακοβούλου φιλαρχίας, ἵνα ἀνατρέψῃ τὴν κυβέρνησιν, διέδωκεν ὅτι ἡ πρᾶξις τῆς βασιλίσσης ὠφείλετο εἰς ἔμπνευσιν πανσαλυϊστικήν, ἐχθρὰν πρὸς τὸν Ἑλληνισμόν, ἐπιζητοῦσαν νὰ ἀντικαταστήσῃ τὴν Ἑλληνικὴν γλῶσσαν διὰ τῆς χυδαίας. (περὶ τοῦ χυδαία γλῶσσα ἰδὲ τὴν 1ην ὑποσημείωσιν) Καὶ ἤρξαντο συκροτοῦμεναι διαδηλώσεις, ἀρχῆς γενομένης ὑπὸ τῶν φοιτητῶν, πολλῶν ἐξ αὐτῶν ἐπὶ καλῇ πίστει ἀποδιδόντων σημασίαν εἰς τὰ σπερμολογούμενα, ἐν ᾧ ὁ μητροπολίτης ἐξ ἄλλου δὲν εἶχε τὸ θάρρος νὰ διακηρύξῃ τὴν ἀλήθειαν ἵνα μὴ δυσαρεστήσῃ τῇ βασιλίσσῃ καὶ τοῖς ἀντιπολιτευομένοις.

Οὕτω πολυπληθὴς ἐγένετο συνάθροισις φοιτητῶν ἐν τῇ πλατείᾳ τοῦ Πανεπιστημίου τῇ 7ῃ Νοεμβρίου. Ἡ Κυβέρνησις τοῦ Γ. Θεοτόκη ἀπερισκέπτως φερομένη ἔπεμψε στρατὸν περικυκλώσαντα τοὺς ἐν τῷ συλλαλητηρίῳ φοιτητάς· ἠπειλεῖτο δὲ ῥῆξις μεταξὺ τοῦ στρατοῦ καὶ τῶν φοιτητῶν ἑτοίμων νὰ ἀμυνθῶσι διὰ λίθων καὶ ῥάβδων. Κατὰ τὴν κρίσιμον ἐκείνην ἡμέραν ὁ ταῦτα γράφων (σσ. ὁ Παῦλος Καρολίδης) ἔλαβε ἐντολὴν παρὰ τῆς πρυτανείας νὰ διευθύνῃ τὸ κίνημα τῶν φοιτητῶν εἰρηνικῶς καὶ νομιμοφρόνως, ὅπερ καὶ ἔπραξεν, ἀφοῦ ἔλαβεν ὑπόσχεσιν παρὰ τοῦ διοικοῦντος τὸν ἀποκλείοντα τὸ Πανεπιστήμιον στρατὸν ὅτι οὗτος θ’ἀπεῖχε πάσης ἐπιθέσεως ἐπὶ τῇ διαβεβαιώσει ὄτι οὐδὲν ἄτακτον ἐκ μέρους τῶν φοιτητῶν ἤθελε σημειωθῆ. Οὕτω οἱ φοιτηταί, ὧν τὸ πλῆθος ηὐξήθη ἐν τῷ μεταξὺ διὰ χιλιάδων λαοῦ ἐκ πασῶν τῶν ὁδῶν προσερχομένων, ὡδηγήθησαν εἰς τὴν Μητρόπολιν. Ἀλλ’ὁ μητροπολίτης, δι’ὀλίγων λέξεων, ὑπαγορευθεισῶν αὐτῷ παρὰ τοῦ διευθύνοντος τὸ κίνημα καθηγητοῦ (σσ. τοῦ Γεωργίου Μιστριώτου), προσπαθήσας νὰ κατευνάσῃ τὸν θόρυβον, οὐδὲν κατώρθωσε· τότε δὲ αὐτὸς ὁ καθηγητὴς λαλήσας πρὸς τὸ πλῆθος ἐν πνεύματι εἰρηνικῷ, ἀλλὰ καὶ ἐπαινέσας τὸν ζῆλον τοῦ λαοῦ ὑπὲρ τῶν πατρίων, ἐπανήγαγεν ἐν τάξει τοὺς φοιτητὰς εἰς τὸ Πανεπιστήμιον, τοῦ ἄλλου πλήθους διαλυθέντος ἀνὰ τὰς ὁδούς. Οὕτω ἐθεωρεῖτο τὸ ζήτημα λῆξαν· ἀλλ’ἡ κυβένρησις τοῦ Θεοτόκη δὲν εὑρέθη εἰς τὸ ὕψος τῆς θέσεως αὐτῆς. Τὴν ἑπομένην 8ην Νοεμβρίου ἄγημα ναυτῶν ἀπὸ τοῦ Πειραιῶς ἐκλήθη ὑπὸ τοῦ ὑπουργοῦ τῶν Ναυτικῶν Β. Βουδούρη καί, ὡσεὶ ἐπρόκειτο μάχη κρατερὰ καὶ φονική, διήλαυνε τὰς ὁδοὺς τῶν Ἀθηνῶν ἐξάψαν οὕτω ἔτι μᾶλλον τὴν ἀγανάκτησιν τῶν ζηλωτῶν, ἕως οὗ προεκλήθη σύρραξις καὶ ὁ στρατὸς πυροβολήσας ἐφόνευσεπολίτας ἀθῴους. Ἀποτέλεσμα τῶν γενομένων ἦτο ἡ τὴν νύκτα ἐκείνην ὑποβληθεῖσα ἐν τοῖς ἀνακτόροις παραίτησις τοῦ μητροπολίτου Προκοπίου, ἵνα δῆθεν κατευνασθῇ ἡ ὀργὴ τοῦ λαοῦ, ἐκνόμως ἐκβιασθέντος εἰς ταύτην, τὴν ὁποίαν ἠκολούθησε τὴν ἑπομένην ἡ παραίτησις αὐτῆς ταύτης τῆς κυβερνήσεως Θεοτόκη. Ταύτην διεδέχθη κυβέρνησις ὑπὸ τὸν Ἀλ. Ζαΐμην, λύσις ἣν ὑπέδειξεν ὁ παραιτηθεὶς πρωθυπουργός, παραμείνασα ἐν τῇ ἀρχῇ καὶ ἐνεργήσασα τὰς ἐκλογὰς τῆς 17ης Μαρτίου 1902

Οὐχὶ ἄσκοπον φαίνεταί μοι νὰ μετενέγκω ἐνταῦθα ἅτινα ὅσα γράφει ὁ Γιάνης Κορδᾶτος ἐν τῷ Δημοτικισμὸς καὶ Λογιωτατισμὸς ἐπιγραφομένῳ βιβλίῳ αὑτοῦ, καὶ δὴ καὶ ὅσα ἔχουσιν εἰς λόγον τὰ περὶ ξένου δακτύλου εἰς τὴν ὑπόθεσιν τῶν Εὐαγγελιακῶν. Τῇ ἀληθείᾳ ἔνια τῶν ὅσων γράφει ὁ μακαρίτης ἔχουσι διαφέρον.

«Ἐν πρώτοις οἱ φοιτητὲς δὲ στασίασαν γιατὶ τάχατες ξεχείλισε «τὸ πατριωτικὸ πῦρ τῆς καρδίας των», οὔτε γιατὶ εἶχαν πειστήρια πὼς πρόκειται γιὰ προδοσιὰ τοῦ Ἔθνους. Τοὺς ἔπρωξε στὰ ὀχλοκρατικὰ κινήματα ὁ τύπος ὁ ἀντιδραστικὸς ἀπὸ τὴ μιὰ μεριά, μὲ τὰ πύρινα συκοφαντικά του ἄρθρα, καὶ μερικοὶ καθηγητὲς τοῦ Πανεπιστημίου ἀπὸ τὴν ἄλλη.

Μὰ πίσω ἀπὸ τοὺς ἀνίδεους φοιτητές, ἀπὸ τὸ φοιτητικὸ ὄχλο, ὑπῆρχα μερικοὶ ξένοι πράχτορες. Στὰ σῳστὰ λοιπὸν «ξένος δάχτυλος»!

Ξέρουμε ἀπὸ τὶς συκοφαντίες τῶν ἐφημερίδων πὼς μόνον οἱ μαλλιαροὶ «γίνονται ὄργανα ξένων δαχτύλων»! Καὶ ὅμως αὐτὴ τὴ φορά, οἱ καημένοι οἱ μαλλιαροὶ ἦταν ὁλότελα ἀθῶοι. Τοὺς κόλλησαν τὴ ρετσινιὰ τῶν ρουβλίων μὲ σατανικὸ τρόπο, ἐνῶ ἄλλοι παίρναν μάρκα γιὰ νὰ βαφτίσουν τοὺς μαλλιαροὺς προδότες καὶ ὄργανα τῆς ξένης προπαγάνδας. Δὲν ἀστειεύομαι. Ὑπάρχει πίσω ἀπὸ τὰ εὐαγγελικὰ μιὰ σελίδα ἱστορικὴ ἄγνωστη, παραμορφωμένη. Χρέος μου, ἀφοῦ μοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία καὶ προπάντων τὰ στοιχεῖα, ν’ἀποκαταστήσω τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ πῶ τὰ σῦκα σῦκα καὶ τὴ σκάφη σκάφη.

Παρακαλῶ τὸν ἀναγνώστη μου νὰ θυμηθεῖ λιγάκι τὴν ἱστορία τὴ διπλωματικὴ τῆς Εὐρώπης στὰ χρόνια ἐκεῖνα. Ἦταν ἡ ἐποχὴ ποὺ οἱ δυὸ μεγάλες εὐρωπαϊκὲς ὁμάδες στὰ διπλωματικὰ παρασκήνια προετοίμαζαν τὸν παγκόσμιο πόλεμο. Τὴν ἴδια χρονιὰ ποὺ γίναν τὰ Εὐαγγελικά, ἡ Γαλλορωσικὴ προσέγγιση ἦταν ἕνα «τετελεσμένο» γεγονός. Τριξίματα δοντιῶν καὶ διπλωματικοὶ ἑλιγμοὶ στὴ Γερμανία. Μὰ θὰ μοῦ πεῖ ὁ ἀνυπόμονος ἀναγνώστης μου, καὶ τί σχέση ἔχουν αὐτά. Μεγάλη καὶ παραμεγάλη μάλιστα. Λίγη ὑπομονὴ καὶ θὰ φτάσουμε στὸ πρόκείμενο. Λοιπὸν λέγαμε πὼς ὁ ἰμπεριαλιστικὸς ἀνταγωνσιμὸς τῶν δυὸ μεγάλων ἰμπεριαλιστικῶν ὁμάδων τῆς Εὐρώπης στὰ διπλωματικὰ παρασκήνια προετοίμαζε τὸν παγκόσμιο πόλεμο. Γι’αὐτὸ ἀκριβῶς ἡ Ἑλλάδα ἐξαιτίας τῆς γεωγραφικῆς της θέσης συγκέντρωσε τὴν προσοχὴ καὶ τῶν δυὸ αὐτῶν ἰμπεριαλιστικῶν συνασπισμῶν. Ἐξ άλλου καὶ ἡ Βαλκανικὴ πάντα ἦταν ἡ πέτρα τοῦ σκανάδου ἀπὸ τὰ παλιὰ τὰ χρόνια καὶ στὴν ἐποχὴ αὐτὴ ἐπίσης. Ἡ Ρουσία ἡ τσαρικὴ γιὰ νὰ κατέβει στὴν Πόλη ἤθελε τὰ Βαλκάνια τοῦ χεριοῦ ρης. Ἡ γερμανία γιὰ νὰ σταθεροποιηθεῖ στὴν Ἀσία καὶ νὰ ἀποικιοποιήσει τὴν Τουρκία ἐργαζότανε νὰ πάρει τὰ Βαλκάνια μαζί της. Ἡ βασίλισσα Ὄλγα ἀπὸ τὶς διπλωματικὲς αὐτὲς ζυμώσεις πηγαινοερχόταν στὴν Πετρούπολη. Τὰ ταξίδια της εἶχαν πολιτικὸ σκοπό. Μὰ μέσα στὸ Παλάτι ὑπῆρχε ἕνας ἄσπονδος ἐχθρὸς τῆς Ὄλγας, ὁ ἐπισημότερος πράχτορας τοῦ γερμανικοῦ ἰμπεριαλισμοῦ στὴν Ἀθήνα, ἡ Σοφία (ὑπ. 1η). Ἡ γυναίκα τοῦ Διαδόχου ἐκτελοῦσε τὶς γερμανικὲς διαταγές. Καὶ σκοπός της ἦταν νὰ κλονίσει τὸ κύρος τῆς Ὄλγας καὶ νὰ προπαρασκευάσει τὴν ἀναγκαστικὴ παραίτηση τοῦ Γεωργίου-Ὄλγας γιὰ νὰ μπορέσει, βασίλισσα πιὰ αὐτή, νὰ κατευθύνει τὴν ἐξωτερικὴ πολιτικὴ ἐνάντια στὴ γαλλορουσικὴ συμμαχία. Καὶ βρῆκε τὴν εὐκαιρία. Ἡ Ὄλγα, ὅπως εἴδαμε καὶ ὅπως ἦταν γεγονός, ἄσχετὰ μὲ τὴν μετάφραση τοῦ Πάλλη, ἔκανε μιὰ ἄλλη μετάφραση τοῦ εὐαγγελίου. Ἡ Σοφία μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτή, μέσο τῆς γεργανικῆς πρεσβείας, ἔριξε τὸ σύνθημα τῶν «ρούσικων ρουβλίων». Τὸ ἔδαφος ἦταν κατάλληλο. Ἡ γερμανικὴ προσβεία, ὅ,τι δὲν ἔκαναν οἱ Σλάβοι, τὸ ἔκανε αὐτή. Ἀντὶς λοιπὸν γιὰ ρούβλια πέσαν μάρκα. Τὸ ἴδια εἶναι. Ὁ Κανελλίδης κι ὁ Καλαποθάκης μπουκώθηκαν. Καὶ μπουκώθηκαν γιὰ τὰ καλά. Ἔτσι φαμπρικαρίστηκε ἡ ἱστορία τῶν ρουβλίων. Οἱ «Καιροὶ» τὸ πρωὶ τῆς 8 τοῦ Νοέμβρη (1901) γράφαν σὲ ὕφος ἐπαναστατικοῦ μανιφέστου λίβελλους γιὰ τὴ μετάφραση τῆς Σλάβας. Καὶ τὸ «Ἐμπρὸς» πλειοδοτοῦσε στὸν ἴδιο συκοφαντικὸ τόνο.

Παραλίγο, ἂν ὁ Θεοτόκης δὲν πατοῦσε ποδάρι, στὸ Παλάτι νὰ γίνουν μαλλιὰ κουβάρια.

Ἡ Σοφία κι ὁ Γερμανὸς πρεσβευτὴς τρίβαν τὰ χέρια τους ἀπὸ χαρά. Ὁ Θεοτόκης ὅμως διαχειρίστηκε καλὰ τὸ ζήτημα κι ἐξουδετέρωσε τὶς ραδιουργίες τῶν πραχτόρων τοῦ γερμανικοῦ ἰμπεριαλισμοῦ, παίρνοντας ὁ ἴδιος ὅλο τὸ βάρος ἀπὸ τὶς εὐθύνες πάνω στὸ ζήτημα τῶν ταραχῶν.» (Γιάνης Κορδᾶτος, 1974δ, Δημοτικισμὸς καὶ Λογιωτατισμός, Ἀθήνα, σελ. 104-106).


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

Ὑποσημείωσις 1η: «Τῷ 1888 ἐξεπροσώπησε τὸν πατέρα του εἰς τὴν κηδείαν τοῦ Κάιζερ Γουλιέλμου Α΄ τῆς Γερμανίας, οπότε καὶ ἐγνώρισε τὴν κόρη τοῦ Κάιζερ Φριδερίκου Γ΄. Τῇ 27ῃ Ὀκτωβρίου 1889, τὴν 22α ἐπέτειον τῶν γάμων τῶν γονέων του, ὁ Διάδοχος Κωνσταντῖνος ἐνυμφεύθη τὴν Πριγκίπισσα Σοφία τῆς Πρωσίας, ἀδελφὴ τοῦ Κάιζερ Γουλιέμου Β΄ τῆς Γερμανίας. (Ἰδὲ Γεώργιον Κ. Κατσιφάραν, Βασιλεὺς Κωνσταντῖνος Α΄, Ἐνδιάμεση Περιοχή: Τριμινιαῖο Περιοδικὸ Γεωπολιτικῆς· ἐκδιδόμενον ὑπὸ τοῦ Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ Ἱστορίας ἐν τῷ Πανεπιστημίῳ τῆς Ὀττάβας καὶ Τακτικοῦ Μέλους τῆς Βασιλικῆς Ἀκαδημείας τοῦ Καναδᾶ †Δημήτρη Νικ. Κιτσίκη, ΚΓ΄ 91, 2019, 16-23· σελ. 17)

Ὑποσημείωσις 2α: Τὸ ὄνομα δὲν ἔχει ἠθικὴν χρειάν παράβαλε τὰ ὑπὸ τοῦ ἀοιδίμου Ἀκαδημεικοῦ καὶ Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ ἐν τῷ Ἀριστοτελείῳ Πανεπιστημίῳ καὶ Πρυτάνεως τῶν καθ᾿ ἡμᾶς Γραμαμτικῶν, Χαρίτωνος Χ. Χαριτωνίδου (Λόγος εἰς Ἀδαάντιον Κοραῆν, ἐν Θεσσαλονίκη, 1933 σ. 10-11) λεχθέντα: «Περὶ δὲ τοῦ λεχθέντος ἐν τῇ βουλῇ τῶν Ἑλλήνων ἐν ἔτει 1911 26 Φεβρ. ὑπὸ τοῦ φιλοπάτριδος καὶ λεπτοῦ ποιητοῦ Μαβίλη ὅτι «χυδαία γλῶσσα δὲν ὑπάρχει ἀλλὰ χυδαῖοι ἄνθρωποι», ἐφ᾿ ᾧ καὶ ἐχειροκροτήθη, ἡμεῖς οὔτε τὰς χεῖρας οὔτε τοὺς πόδας κροτοῦμεν. Διὰ τὸν γραμματικὸν ἡ λέξεις δὲν ἔχει ἠθικὴν σημασίαν, εἶναι ἁπλούστατα ὅρος πρὸς ἀντιδιαστολὴν τῆς ἀστειοτέρας καὶ φιλολόγου συνηθείας. Οὕτω ἔλεγον ἀπὸ τοῦ Φωτίου καὶ πρὸ τοῦ Φωτίου ἡ χυδαία λαλιά, ἡ χυδαία ὁμιλία, ὁ χυδαῖος ὄχλος, οἱ χύδην βάζοντες, ἡ χύδην ῥέουσα γλῶσσα, ἡ χυδαιολογία, ἡ χυδαιότης, ἡ πεδινὰ λαλοῦσα γλῶσσα, ἡ ταπεινὰ λαλοῦσα, καὶ μύρια ὅσα, ἅτινα παραλείπω, διότι τὸ ὕδωρ ῥέον ἐπείγει.» Δῆλον ἄρα ἐκ τούτων ὅτι τὸ ὄνομα ἔχει ὑγιῶς. Παράβαλε αὐτόθι ὑποσημ. 22: «Τὰ ἔργα τοῦ Λορ. Μαβίλη 180 (1915). Πλὴν τῶν μνημονευθεισῶν φράσεων ἡ ταπεινὰ λαλοῦσα γλῶσσα, ἡ πεδινὰ λαλοῦσα γλῶσσα (Ἴδε τὰ γεγραμμένα μοι ἐν Byzantinische Zeitschrift τόμ. ΚΘ, 1929, σ. 197.), κτλ. Καταλέγομεν ἐνταῦθα καὶ τάσδε: ἡ εἰκαία γλῶσσα, ἡ ἀπερίεργος γλῶσσα, ἡ παράκοπος ὁμολογία, ἡ ἀπερίσκεπτος, ἡ ἀπεριλάλητος, ἡ κοινὴ γλῶσσα, ἡ κοινὴ φράσις, ἡ κοινὴ χρῆσις, ὁ κοινὸς λόγος, (κοινῶς), ἡ κοινὴ συνήθεια, κοινολογία, κοινότης, οἱ κοινοί, παρὰ τοῖ κοινοῖς, οἱ μὴ λαλοῦντες εὐγενῶς, ἡ συνήθεια, ἡ ἰδιωτικὴ συνήθεια, ἡ ίδιωτικὴ ὁμιλία, ἡ ἀπεριμέριμνος ἰδιωτεία, οἱ ἰδιῶται, ἡ ἰδιῶτις φωνή, ὁ ἰδιωτισμός, οἱ ἰδιωτίζοντες, ἡ τῶν ἰδιωτιζόντων γλῶσσα (Χαριτωνίδης, Χ. Χ., Ποικίλα Φιλολογικά, Ἀθήνησι, 1904, σελ. 326) ἰδιωτικῶς, ἰδίως, ἐπιχωρίως, ἐπιδημίως, δημοτευόμενος, τὸ δημοκοπούμενον, οἱ πολλοί, παρὰ τοῖς πολλοῖς, ὁ πολύς, ὁ πολὺς ἰδιώτης δῆμος, λεώς, ἄνθρωπος κοινός, τὸ ἀγελαῖον πλῆθος, ἀγελαῖοι, οἱ πολλοὶ τῶν ἀγελαιοτέρων, τὸ πλῆθος, ὁ ὄχλος, ὁ πολὺς ὄχλος, ὁ ἀμαθὴς ὄχλος, ὁ συμφορητὸς ὄχλος, ὁ ἀπαίδευτος, ὁ ἀγροῖκος, ἀγράμματος, καὶ ἄγροικος, ἀγροικιστί, ἀγροικικῶς, ὁ σύρφαξ, οἱ σύρφακες, ὁ συρφετώδης, ὁ συρφετός, οἱ ἀγοραῖοι, οἱ μὴ λαλοῦντες εὐγενῶς, οἱ μὴ κατὰ τὴν λογάδα γλῶσσαν ὁμιλοῦντες, ἡ τετριμμένη, ἡ καθωμιλημένη, ἡμεῖς. Ἐν παρόδῳ δὲ χάριν τῆς ἱστορίας τῆς γλώσσης λέγομεν καὶ τοῦτο, ὅτι πρό τινος χρόνου συνάδελφος ἐν Ἐφημερίδι ποιεῖται νέαν διάκρισιν τῶν δημοτικιστῶν, εἰς δημοτικιστὰς ἀριστοκράτας καὶ δημοτικιστὰς πληβείους. Δὲν πιστεύομεν νὰ ἐλλοχᾷ ἐν τῇ διακρίσει ταύτῃ τῶν ἀπορρήτων τι -τίς οὕτως ἀνδρεῖος;- ἀλλ᾿ ἐλάλησεν ὡς ἐλάλησεν ὁ ἄνθρωπος μᾶλλον, ἵνα κρότος καὶ θόρυβος γένηται, κοινῶς ντόρος.»

Ὑποσημείωσις 3η: Τὸ ὅλον τῆς σκέψεως τοῦ Γ. Μιστριώτου ὑπὲρ τῆς καθαρᾶς γλώσσης συνοψίζεται ἐν τοῖσδε τοῖς λόγοις «Τι σκοποῦσιν οἱ χυδαϊσταὶ Καὶ ὅμως οἱ ἄνθρωποι οὗτοι τυγχάνουσι προστασίας παρὰ τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως, ἐνῷ σκοποῦσι·

1) Ἵνα διὰ τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης κυρωθῇ, ὅτι δὲν εἴμεθα ἀπόγονοι τῶν ἡμετέρων προγόνων, καὶ οὕτω στερηθῶμεν τῶν συμπαθειῶν καὶ τῆς συνδρομῆς τοῦ πεπολιτισμένου κόσμου.

2) Ἵνα στερηθῶμεν πλουσιωτάτης καὶ καλλίστης γλώσσης καὶ ἀντικαταστήσωμεν ταύτην διὰ τῆς γελοίας καὶ πτωχῆς, ὅπως μειώσωμεν τὴν διανοητικὴν ὑπεροχήν, ἥν ἔχομεν ἐν τῇ Ἀνατολῇ.

3) Ἵνα διαρραγῇ ἀδαμάντινος κρίκος συνδέων τὰ πολυπληθὴ μέλη τῆς Φυλῆς, ὅπως διευκολυνθῶσι νέαι καταστήσεις ἐπὶ τῶν Ἑλληνικῶν χωρῶν.

4) Ἵνα στερηθῶμεν τῶν ἀπείρων τῆς διανοίας ησαυρῶν τῶν περιεχομένων ἐν τοῖς συγγράμμασι τῶν ἡμετέρων προγόνων, καὶ

5) Ἵνα οἱ ἡμέτεροι ὁμογενεῖς πρὸ πάντων οἱ ἐν τῇ Μ. Ἀσίᾳ καὶ οἱ ἐν τῇ Μακεδονίᾳ καταλίπωσι τὴν Ἑλληνικὴν γλῶσσαν καὶ δεχθῶσι τὴν τῶν συνοίκων καὶ περιοίκων λαῶν, διότι αὕτη εἶναι ὑπερτέρα τῆς χυδαίαςΜιστριώτης Γεώργιος, Ῥητορικοὶ Λόγοι, ἐν Ἀθήναις, 1911, σελ. 220-221.

ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 21.12.2021.


Ευαγγελιακα Κατσιφαρας, Ευαγγελικα Ευαγγελικη γλωσσα ευαγγελιων βασιλισσα Ολγα, Σοφια Κορδατος, θεοτοκης, πρακτορες, πρακτορας, γερμανοι, γερμανια Ζαιμης, Μιστριωτης, ευαγγελιο, ευαγγελια, ελληνικη γλωσσα
Share on Google Plus

About ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

    ΣΧΟΛΙΑ
    ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ