Του Γιώργου Λεκάκη
ΕΚΘΕΣΗ με τίτλο «Η Κύπρος στην Μαρκιανή Βιβλιοθήκη της Βενετίας: Χειρόγραφα, κείμενα και χάρτες» με αφορμή το 24ο Διεθνές Συνέδριο Βυζαντινών Σπουδών / International Congress of Byzantines Studies προβάλλει την συλλογή χειρόγραφων και βιβλίων της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης, η οποία συνδέεται ποικιλοτρόπως με το νησί της Κύπρου.
Με την υποστήριξη Ιταλών και
διεθνών εμπειρογνωμόνων και μελετητών, οι οποίοι έχουν συμβάλει στον κατάλογό
της, η έκθεση προσφέρει στην επιστημονική κοινότητα και στο κοινό γενικότερα
ένα ταξείδι που συγκεντρώνει 40 χειρόγραφα και χάρτες από την Βιβλιοθήκη,
μερικές από τις οποίες μόλις πρόσφατα αναγνωρίστηκαν ως κυπριακής καταγωγής ή
προέλευσης…
Για περισσότερες πληροφορίες ΕΔΩ.
Η Μαρκιανή Βιβλιοθήκη είναι περίφημη για την συλλογή ελληνικών και λατινικών χειρογράφων της.Το 1468 ο ανθρωπιστής λόγιος καρδινάλιος
Βησσαρίων, επίσκοπος του Tusculum Λατίου και τιτουλάριος Λατίνος πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως, προσέφερε και την ιδική του συλλογή (λατινικών και
ελληνικών χειρογράφων), υπό τον όρο να επαναπατρισθούν στην Ελλάδα, όταν θα
απελευθερωνόταν. Ο όρος του διαθέτη δεν τηρήθηκε ποτέ!!![1]
Η βιβλιοθήκη ιδρύθηκε ουσιαστικά
το 1468, όταν ο καρδινάλιος Βησσαρίων, δώρισε την συλλογή του στην Δημοκρατία
της Βενετίας, με την προϋπόθεση ότι θα ιδρυθεί βιβλιοθήκη δημοσίας χρήσεως. Η
ιδιωτική βιβλιοθήκη του Καρδινάλιου Βησσαρίωνα αποτελεί τον ιστορικό πυρήνα της
Μαρκιανής. Η συλλογή ήταν το αποτέλεσμα των επίμονων προσπαθειών του Βησσαρίωνος
να εντοπίσει σπάνια χειρόγραφα, σε όλην την Ελλάδα και την Ιταλία, και εν
συνεχεία να τα αποκτήσει ή να τα αντιγράψει, για την διατήρηση των κειμένων των
κλασσικών Ελλήνων συγγραφέων και της λογοτεχνίας του Βυζαντίου, μετά την άλωση
της Κωνσταντινούπολης, το 1453. Η επιλογή του της Βενετίας οφειλόταν πρωτίστως
στην μεγάλη κοινότητα Ελλήνων, από την Κωνσταντινούπολη και στους ιστορικούς
δεσμούς της με την Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Δώρισε λοιπόν 482 ελληνικούς και 264
λατινικούς κώδικες[2] στην
Δημοκρατία της Βενετίας. Η επίσημη επιστολή που αναγγέλλει την δωρεά, φέρει
ημερομηνία 31.5.1468 και απευθύνεται στον δόγη Χριστόφορο Μόρο[3] και στην
Γερουσία. Λέει ότι μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 και τις καταστροφές
από τους Τούρκους, ο Βησσαρίων είχε επιφορτιστεί διακαώς το έργο να αποκτήσει
τα σπάνια και σημαντικά έργα της αρχαίας Ελλάδος και του Βυζαντίου και να τα
προσθέσει στην υπάρχουσα συλλογή του, ώστε να αποτρέψει την περαιτέρω διασπορά
και την πλήρη απώλεια του ελληνικού πολιτισμού. Και την δεδηλωμένη επιθυμία του
καρδινάλιου να προσφέρει συγκεκριμένα τα χειρόγραφα στην Βενετία ίνα
συντηρηθούν σωστά, σε μια πόλη όπου είχαν καταφύγει πολλοί Έλληνες πρόσφυγες,
και την οποία ο ίδιος είχε φτάσει να θεωρεί ένα «άλλο Βυζάντιο»! Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, επιτρεπόταν στους
αντιγραφείς να αντιγράψουν τα χειρόγραφα για ιδιωτικές βιβλιοθήκες. Μεταξύ
άλλων, ο ελληνικής καταγωγής Λορέντζο των Μεδίκων / ντε Μεδίκι παρήγγειλε
αντίγραφα 7 ελληνικών κωδίκων.
Η μεταρρύθμιση του 1626
καθιέρωσε θέσεις φύλακα και συνοδού, και οι δύο υποταγμένες στον
βιβλιοθηκονόμο, με την προϋπόθεση να γνωρίζει άπταιστα λατινικά
και ελληνικά.
Σήμερα είναι γνωστό, ότι μεταξύ
των χειρογράφων της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης υπάρχουν:
- δύο διάσημα χειρόγραφα του
10ου αιώνα της «Ιλιάδος», γνωστά και ως κώδικες Venetus A και
Venetus B. (BNM ms Gr. Ζ.
454 (=822), φάκ. 24r.) Περιέχουν το αρχαιότερο πλήρες
κείμενο της επικής «Ιλιάδας» του Ομήρου. Αγοράστηκε από τον καρδινάλιο
Βησσαρίωνα, πιθανώς από τον Τζιοβάνι Αουρίσπα.
- το μοναδικό αυτόγραφο
αντίγραφο των σχολίων της «Οδύσσειας» του Ομήρου από τον Ευστάθιο Θεσσαλονίκης - ΔΕΙΤΕ την σχετική ομιλία του Γ. Λεκάκη, ΕΔΩ.
- (τουλάχιστον) 1.200
βυζαντινά χειρόγραφα. Προέρχονται κυρίως από τις συλλογές του Καρδιναλίου
Βησσαρίωνος, του Φραντσέσκο Μπάρμπαρο, των αδελφών Γριμάνι, του Τζιάκομο
Κονταρίνι[4], του
Γαλικίου[5], του
Νάνι[6], καθώς
και από συλλογές μοναστηριακών βιβλιοθηκών και άλλων. Περιλαμβάνουν ευαγγελιστάρια,
λεξικά και αρχαία κείμενα ιστορικού, φιλοσοφικού, γεωγραφικού, ποιητικού,
ρητορικού κλπ. περιεχομένου.
- το χειρόγραφο «Chronologia
magna» του Fra Paolino,
- ένα χειρόγραφο του Πλινίου
του 1481, που ανήκε στον Ζαν Πικ ντε λα Μιραντόλ,
- ένα αντίγραφο του πρώτου
βιβλίου που εκτυπώθηκε στην Βενετία,
- πολλές εκδόσεις «aldine»[7],
- πλούσια συλλογή γεωγραφικών
χαρτών (Atlas Corbitis, 15ου αιώνα),
- μουσικά χειρόγραφα (ιδίως του Domenico Scarlatti), κλπ.
Οι συλλογές της Βιβλιοθήκης
περιλαμβάνουν:
- 1.000.000 παλαιά και σύγχρονα
έντυπα βιβλία
- 2.283 αρχέτυπα
- 13.000 χειρόγραφα
- 24.055 βιβλία του 16ου αιώνος.
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης «Ελληνική
Βιβλιογραφία». ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 7.4.2018.
- Labowsky «Bessarion's Library».
- Zanetti - Bongiovanni «Biblioteca Marciana. Venezia - Cataloghi di codici greci. Catalogo del Fondo Antico».
- Zorzi «Biblioteca Marciana».
- Zorzi «La libreria di san Marco».
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Περί υποχρέωσης απόδοσης των χειρογράφων στην Ελλάδα, βλ. Abel-François Villemain.
[2] Εκτός από λειτουργικά και θεολογικά κείμενα, η
βιβλιοθήκη του Βησσαρίωνος αντανακλούσε τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντά του για την
αρχαία ελληνική ιστορία, την πλατωνική φιλοσοφία και την επιστήμη, ιδιαίτερα
την αστρονομία. Μερικά από αυτά τα κείμενα έφερε ο Βησσαρίων στην Ιταλία (1438)
για το Συμβούλιο της Φεράρα-Φλωρεντίας. Άλλα του εστάλησαν σε άγνωστη
μεταγενέστερη ημερομηνία από την Μεθώνη Μεσσηνίας (Μοδόνε), πόλη κοντά στον
Μυστρά, όπου ο Βησσαρίων είχε σπουδάσει υπό τον Γεμιστό Πλήθωνα. Μεταξύ των
πρώιμων κωδίκων ήταν έργα των Ευκλείδη, Πτολεμαίου, Στράβωνα, Ανθολογία
Πλανούδη (Anthologia Planudea, η οποία περιέχει 2.400 ελληνικά ποιήματα), τους
λόγους του Δημοσθένη, την «Ρωμαϊκή Ιστορία» του Δίωνος του Κασίου, την «Βιβλιοθήκη»
του Φωτίου Αθηναίου, κ.ά. πολύτιμα χειρόγραφα του 10ου αιώνος έργων
του Αλέξανδρου Αφροδισιάδος, και της Αλμαγέστης του Πτολεμαίου (που κάποτε
ανήκαν στην βιβλιοθήκη του πάπα Βονιφάτιου Η') του Κυρίλλου Αλεξανδρείας, κ.ά. –
και μερικά από τα οποία ήταν σπάνια, αν όχι άγνωστα, στην Δύση)!..
Γύρω στο 1450, ο Βησσαρίων
άρχισε να τοποθετεί το εκκλησιαστικό του οικόσημο στα βιβλία του. Μετά την Άλωση
της Κωνσταντινούπολης και τις επακόλουθες καταστροφές, ανέθεσε στον Μιχαήλ
Αποστόλιο και τον Θεοφάνη (επίσκοπο Αθηνών), τον εντοπισμό και την αγορά έργων
σε όλην την Ελλάδα, κυρίως από την Αδριανούπολη, την Αθήνα, την Θεσσαλονίκη, την
Αίνο, την Καλλίπολη και την Κωνσταντινούπολη. Ίδρυσε επίσης scriptorium (κάτι
σαν εταιρεία / σχολή γραφέων) στην Κρήτη, υπό την διεύθυνση του Αποστόλιου,
όπου μισθωτοί γραφείς αντέγραφαν τα κείμενα που δεν μπορούσαν να βρεθούν προς
αγορά!
Ο Βησσαρίων συγκέντρωσε και μια
παράλληλη συλλογή λατινικών κωδίκων, έργων πατρολογίας, φιλοσοφίας (κυρίως της
μεσαιωνικής πλατωνικής και αριστοτελικής παράδοσης), ιστορίας, μαθηματικών και λογοτεχνίας.
Μερικά από αυτά αγοράσθηκαν κατά την διάρκεια της διαμονής του στην Μπολόνια
(1450–1455) ή αντιγράφηκαν από πρωτότυπα στο San Giovanni Evangelista (στην Ραβέννα),
όπως λ.χ. έργων των Quintilian, Lactantius, Augustine και Jerome. Ιδιαίτερο
ενδιαφέρον για τον Βησσαρίωνα είχαν οι Λατίνοι ιστοριογράφοι. Μεταξύ αυτών ήταν
ο Λίβιος και ο Τάκιτος. Οι λατινικοί κώδικες περιλάμβαναν και μεταφράσεις
ελληνικών έργων, κατ’ ανάθεση του Βησσαρίωνος. Άλλοι λατινικοί κώδικες
αγοράστηκαν κατά τη διάρκεια της πρεσβείας του στην Γερμανία (1460–1461),
κυρίως εκτελεστικά και θεολογικά έργα του Νικολάου Λύρα και του Γουλιέλμου της
Ωβέρνης.
Προς το τέλος της ζωής του,
τα έντυπα βιβλία γίνονταν ολοένα και πιο διαθέσιμα. Ο Βησσαρίων άρχισε να
προσθέτει στην βιβλιοθήκη του, βιβλία κυρίως από το τυπογραφείο του Arnold
Pannartz και του Konrad Sweynheim στην Ρώμη. Αυτά τα βιβλία περιελάμβαναν έργα
των Κικέρωνα, Πλούταρχου, Πλίνιου, Κουιντιλιανού και Θωμά Ακινάτη, καθώς και τη
λατινική μετάφραση του έργου του ίδιου του Βησσαρίωνα για την υπεράσπιση του
Πλάτωνα «Adversus calumniatorem Platonis» (1469).
Μεταξύ αυτών είναι και κώδικες
με έργα Μεσοπλατωνικών και Νεοπλατωνικών συγγραφέων, πολλοί από τους οποίους
αποτελούν την σημαντικότερη - εάν όχι την μοναδική - σωζόμενη πηγή για τα
γραπτά κείμενα αυτά…
Έτσι, η Μαρκιανή διαθέτει σήμερα
548 ελληνικούς κώδικες, 337 λατινικούς κώδικες και 27 incunabula, του
καρδινάλιου Βησσαρίωνος.
[3] ο οποίος ήταν στην υπηρεσία της Βενετίας, το 1462–1471.
[4] Το 1595 ο Jacopo Contarini da S. Samuele άφησε κληρονομιά που αποτελείτο από 175 ελληνικά και λατινικά χειρόγραφα, κ.ά. βιβλία.
[5] Το 1624 ο Τζιάκομο Γκαλίσιο / Giacomo Gallicio έκαμε δωρεά που αποτελείτο από 21 ελληνικούς κώδικες, οι οποίοι περιελάμβαναν περισσότερα από 90 έργα, που αφορούσαν κυρίως την εξήγηση, την φιλολογία και τη φιλοσοφία.
[6] Το 1797 ο Jacopo Nani, Βενετός συλλέκτης, κληροδότησε συλλογή που αποτελείτο από 716 ελληνικά, κ.ά βιβλία, με θέματα ιστορίας, ταξείδια, λογοτεχνία, πολιτική, επιστήμη, στρατιωτικά θέματα, αρχιτεκτονική, φιλοσοφία και θρησκεία.
[7] Επήραν το όνομά τους από τον Άλδο Μανούτιο / Alde Manuce, Βενετό εκδότη.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook