Τομές στην Φιλοσοφία του Πολιτισμού - του Χρ. Γ. Μαλτέζου

Τομές στην Φιλοσοφία

του Πολιτισμού

Του Χρήστου Γ. Μαλτέζου

  

 Εάν ανατρέξουμε στην ιστορία του ανθρώπου, θα διαπιστώσουμε ότι μεταξύ της κοινωνικής πραγματικότητας (του εκάστοτε κοινωνικού σχηματισμού) και του πολιτισμού υπάρχει κάποια σχέση αντιστοιχίας και αλληλεπίδρασης.

 Όταν ένας λαός κατώτερης πολιτισμικής ανάπτυξης δεχθεί με βίαιο τρόπο μια υπερβολική πολιτιστική ανάπτυξη χωρίς παράλληλα να αναπτυχθεί πολιτισμικά, σύμφωνα με τον δικό του ενδογενή τρόπο και νόμο, αυτό όχι μόνο συνεπάγεται την πνευματική αποσύνθεση αυτού του λαού αλλά προξενεί και κοινωνικές διαταραχές που ενδεχομένως να οδηγήσουν σε επανάσταση.

 Για παράδειγμα, οι έγχρωμοι πληθυσμοί που εισέβαλαν κατά τρόπο σχεδόν βίαιο στη χώρα μας, στην προσπάθειά τους να προσαρμοστούν προς τον τεχνικό πολιτισμό, να αφομοιώσουν και να οικειοποιηθούν αμέσως τα αγαθά ενός πολιτισμού δυσανάλογα υπέρτερου από τον δικό τους, αποκολλώνται από την καθιερωμένη στη χώρα τους πολιτιστική και κοινωνική τάξη και περιπίπτουν σε μια πρωτογενή αγριότητα.

 Συνεπώς, επειδή ο πνευματικός τους ορίζοντας δεν τους επιτρέπει να αφομοιώσουν σωστά τα αγαθά της τεχνολογικής προόδου, αυτό μπορεί να οδηγήσει την ιστορία σε τραγωδία.

 Επομένως σε έναν οποιοδήποτε κοινωνικό σχηματισμό η τεχνολογική πρόοδος θα πρέπει να συμβαδίζει με την πνευματική και πολιτιστική πρόοδο.

 Στη χώρα μας, ο υπερτονισμός της παντοδυναμίας της τεχνικής, έχει καταντήσει μόδα την οποία χρησιμοποιούν όπου θέλουν να αποκτήσουν απατηλή επιβολή και γοητεία.

 Σε άλλες περιπτώσεις, ο υπέρμετρος ζήλος για τη εισαγωγή ξένων πολιτιστικών αγαθών, μπορεί να καταλήξει στην απώλεια του ενδογενούς πολιτισμού χωρίς τελικά να πετύχει να εξασφαλίσει τα αγαθά που παράγονται στον έξωθεν πολιτισμό.

 Ο ζήλος αυτός, καταδαπανάται στην εκμάθηση ξένων γλωσσών και το πλημμύρισμα της γλώσσας μας σε ξενισμούς (φεστιβάλ, πάρτυ, κρουαζιέρα, ουίσκυ, γουικ εντ κλπ).

 Από όλα αυτά μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι η ανάπτυξη της κοινωνίας ως προς την απόκτηση ξένων πολιτιστικών αγαθών πρέπει να ακολουθείται από ενδογενή πνευματική και πολιτισμική πορεία.

 Πρέπει να ζούμε την Ευρώπη σαν Έλληνες και όχι την Ελλάδα σαν ευρωπαίοι, έλεγε ο αείμνηστος διανοητής Χρήστος Μαλεβίτσης.

 Πρέπει επομένως να λαμβάνεται σοβαρή πρόνοια προς σταθεροποίηση των γνήσιων στοιχείων του εγχώριου πολιτισμού.

 Αυτό, σε συνδυασμό ότι δεν είμαστε ακόμα σε θέση, για διάφορους λόγους να εκμεταλλευόμαστε τον φυσικό μας πλούτο, μπορεί να μας χαρακτηρίσει σαν υποανάπτυκτους.

 Θα πρέπει λοιπόν να εμπεδώσουμε τις πνευματικές μας ρίζες. Κρίνεται μάλιστα απολύτως απαραίτητο να δώσουμε μεγάλη έμφαση στα ελληνογενή στοιχεία του πολιτισμού μας μέσα στην ευρωπαϊκή κουλτούρα και αυτό θα πρέπει να το κάνουμε, εμείς οι ίδιοι, η δική μας γενιά.

 Ας πάψουμε λοιπόν να θεωρούμε τον εαυτό μας σαν τον περιούσιο λαό με την όποια πολιτιστική κληρονομιά που έτσι, σαν κακομαθημένα παιδιά θα ζητούμε από την «μητέρα Ευρώπη» να μας δώσει «αυτό που αξίζει» στην κληρονομιά μας γιατί αλλιώς «και καλά» θα σβήσει ο πολιτισμός παγκοσμίως (sic).

 Ας μη γελιόμαστε. Τα 400 χρόνια της τουρκοκρατίας έσβησαν ήδη αυτόν τον πολιτισμό, που αναζωπυρώθηκε χάρη στην αναγέννηση και τη γαλλική επανάσταση δηλαδή στην Ευρώπη και χάρη στα ιδεολογικά ή άλλα συμφέροντα της ιεράς συμμαχίας.

II

 Στον Ελληνοχριστιανικό κόσμο υπερείχε ο εναρμονισμός μεταξύ της θρησκείας και του πολιτισμού. Απόδειξη ήταν η συχνή χρησιμοποίηση στη λατινική γλώσσα της λέξης «cultus” και “cultura”.

 Αυτό σημαίνει ακριβώς τις λατρευτικές πράξεις, μέσω των οποίων εκδηλωνόταν ο σεβασμός προς την θεότητα. Συγχρόνως, όμως, σημαίνει και την μέριμνα για την πνευματική ανάπτυξη του ανθρώπου.

 Από τη λατινική λέξη “cultus”, προέκυψε η λέξη Kultur-culture, που δηλώνει, όπως είπαμε τον πολιτισμό και την πνευματική καλλιέργεια.

 Με την διάδοση του Χριστιανισμού, παρουσιάζεται στην αρχή μια «πάλη» της νέας θρησκείας με τον παραδοσιακό πολιτισμό.

 Αλλά η χριστιανική θρησκεία, κατά τους πρώτους αιώνες της διάδοσής της, δεν ήρθε σε ανοιχτή σύγκρουση με το σύνολο της υπάρχουσας μέχρι τότε πολιτισμικής πραγματικότητας. Ο πραγματικός αγώνας ήταν κυρίως κατά του θρησκευτικού τομέα του ισχύοντος πολιτισμού.

 Και όταν κατά τον 4ο αιώνα η θρησκευτική πίστη κατόρθωσε να επιβληθεί, άρχισε να αφομοιώνει τα πολιτισμικά στοιχεία που κληροδοτήθηκαν από τον ελληνικό πολιτισμό.

 Η παιδεία του Χριστού ήρθε να συνεχίσει το έργο της ελληνικής παιδείας, και ο Λόγος του Ιωάννη, έγινε ένα με τον Λόγο του Ηράκλειτου.

 Ο άνθρωπος εκπίπτει από την χριστιανική πίστη και για να καλύψει το κενό που πηγάζει από αυτή την έκπτωση, αναγκάζεται να στέψει τη ζωή του στην οικονομική δραστηριότητα και στην παραγωγή έργων και επιτευγμάτων που θα έχουν μόνο οικονομικό αντίκρισμα. Μια τέτοια αναπόφευκτη μετατόπιση των αξιών γεννά μια πηγή σκλήρυνσης του συνειδητού και του εγωισμού.

 Η επίδοση στην εξειδικευμένη εργασία, οδηγεί στην αποξένωση μεταξύ των ανθρώπων και λόγω έλλειψης κοινωνικότητας σε ένα μίσος που υπολανθάνει, τις περισσότερες φορές μη συνειδητό. Αλλά όσο και να κάνει η επίδοση στην εργασία ελαφρότερη την πίεση των υλικών αναγκών της ζωής, οδηγεί σε μια αδυσώπητη δουλεία.

 Ο άνθρωπος, έχει ανάγκη να ανυψώσει τη ζωή του, πάνω από την κάθε εργασιακή δέσμευση. Η υπερβολική εργασία , όπως τονίσαμε, μετατρέπεται σε δουλεία που καταδυναστεύει την πραγματική ζωή.

 Μέσα στον άνθρωπο, υπάρχει η ενδόμυχη τάση να υψώσει την ζωή του, πάνω από την σκέτη εργασία, σε έναν άλλο πιο πλατύ πνευματικό ορίζοντα. Έτσι, η θρησκεία με την πνευματική ζωή που την συνοδεύει αποκαλύπτει την ανεπάρκεια της στυγνής καθημερινότητας, που οδηγεί στα λεφτά… δουλειά.

 Και όσο πιο θρήσκος, (όχι θρησκόληπτος), γίνεται ένας άνθρωπος , (όσο πιο ανοικτός δηλ στο «επέκεινα» το «υπέρλογο», την «εντελώς άλλη» διάσταση της ύπαρξης, τόσο συναισθάνεται τον πόνο για κάθε τι που ταπεινώνει το επίπεδο της πνευματικότητας του.

 Η τάση ανύψωσης προς μια καθολική δημιουργική αρχή, όχι μόνο αποκαλύπτει το δαιμονικό και αντιθετικό στοιχείο που υπάρχει στον φυλακισμένο σ’ αυτόν τον κόσμο τεχνοκρατικό πολιτισμό, αλλά βοηθά στην μεταμόρφωση και την ανθοφορία του σε καθοδηγητική αρχή, για να ανω- θρώσει, ένας πολιτισμός που έχει παρακμάσει.

 Τα τελευταία τριάντα χρόνια οι αλλαγές στον τομέα της τεχνικής προόδου και οι συνεπακόλουθες αλλαγές στην ψυχή των ατόμων, των κοινωνιών, διέγειραν στην ψυχή του σύγχρονου ανθρώπου, ορισμένα συναισθήματα.

 Οι καταπληκτικές πρόοδοι βάσει των οποίων η φύση μας διαθέτει τεράστιες ποσότητες ενέργειας, προκαλούν ένα συναίσθημα θαυμασμού και αισιοδοξίας. Αλλά οι καινοτομίες και οι μεταλλαγές που εμφανίζονται είναι φυσικό να διεγείρουν την ανησυχία.

 Οι αλλαγές αυτές που συνεχώς επιταχύνονται σε όλους τους τομείς, (και ιδιαίτερα στις επιστήμες), δημιουργούν έναν ορίζοντα αβεβαιότητας. Μας αφαιρούν το συναίσθημα της εμπιστοσύνης στην σταθερότητα των καταστάσεων. Αντικρίζουμε το παρόν με δυσπιστία.

 Αυτές οι συρρέουσες αλλαγές , που οδηγούν σε ακαθόριστα αποτελέσματα, δημιουργούν αυτό που λέμε μια «κρίση».

 Σε μια κρίση του πολιτισμού, επίκειται και μια ριζική αλλοίωση των αισθητικών και αρχών, που στηρίζουν ή στήριζαν τον πολιτισμό αυτό. Υπάρχουν στην ιστορία της ανθρωπότητας περίοδοι, όπου ο πολιτισμός εμφάνιζε μια σταθερότητα, όπως κατά τον μεσαίωνα, όπου η υπάρχουσα πολιτιστική τάξη καθαγιάζονταν από την εκκλησία. Από την Αναγέννηση όμως και τα χρόνια του διαφωτισμού, άρχισε να κλονίζεται η πίστη του ανθρώπου στην θρησκευτική θεμελίωση του πολιτισμού.

 Αυτή τη αβεβαιότητα, έρχεται να ενισχύσει η εμφάνιση νέων κοσμοθεωριών που στηρίζονται πλέον στη φιλοσοφία και την επιστήμη. Αυτά όμως τα «θεμέλια» δεν είναι δυνατόν να αναστρέψουν τα αγωνία και την ανησυχία που συνεχώς διογκώνονται.

 Μια παραπάνω αύξηση σ’ αυτή την αγωνία έδωσε και η θεωρία της σχετικότητας. Έτσι, όπως προείπαμε, η εποχή μας περιέπεσε σε πολιτισμική κρίση, που έγινε περισσότερο εμφανής στον πνευματικό και ηθικό τομέα του σύγχρονου πολιτισμού.

 Φαεινό παράδειγμα αυτής της κρίσης που περιγράφουμε, αποτελεί η διάδοση της υπαρξιακής φιλοσοφίας, που πήρε πολλές διαστάσεις γρήγορα.

 Η υπαρξιακή φιλοσοφία σε γενικές γραμμές, χαρακτηρίζει την ανθρώπινη ύπαρξη σαν μια διαρκή ανησυχία, φροντίδα και μέριμνα για το μέλλον του πολιτισμού. Η αγωνία είναι η θεμελιώδης κατάσταση που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο. Η έννοια της αγωνίας, η καθολική διάδοση της απελπισίας και η «ασθένεια προς θάνατο» (Κίρκεγκωρ), όλο σχεδόν το έργο του Κάφκα, το περισσότερο από το έργο του Χάιντεγκερ, τέλος, το έργο του Σάμουελ Μπέκετ , με κορύφωση το «περιμένοντας τον Γκοντό», αλλά και η «Έρημη Χώρα», του Έλιοτ.

 Η αγωνία αυτή, προκύπτει από την επίγνωση που έχει ο σύγχρονος άνθρωπος, ότι η ύπαρξή του είναι εφήμερη και πεπερασμένη, και ότι η ζωή του καθορίζεται από τυφλές και μοιραίες συγκυρίες.

 Η απασχόληση με την καθημερινότητα, είναι για τους υπαρξιακούς, ένα τέχνασμα στο οποίο καταφεύγει η ανθρώπινη ύπαρξη για να ξεχάσει την τραγική εμπλοκή του στον κόσμο.

Ξυπνάει διαρκώς μέσα του ο φόβος του ψυχρού και νεκρού σύμπαντος που δεν μπορεί να κατανικηθεί και η οντολογική μέριμνα που ρίχνει την ύπαρξη σε αγωνία. (Φ Κάφκα «Δίκη»: «Nα πεθάνω σαν κάποιος που δεν ξέρει τι του συμβαίνει;»)

ΙΙΙ

 Ορισμένα από τα κυριότερα πλήγματα που υπέστη ο δυτικός πολιτισμός και κατ’ επέκταση όλη η ανθρωπότητα είναι:

1.                   Η αρχή της αναγωγής ή αναφορικότητας. Δεν υπάρχει ένα κεντρικό σημείο αναφοράς κατ’ εξοχήν πνευματικό πχ «η αρχική του πατρίδα», πάνω στο οποίο ο άνθρωπος να κτίσει την ζωή του και τις σταθερές αξίες της. Αν εκλείψει αυτή η αρχή της αναφορικότητας, δηλαδή αναγωγής σε μια ανώτερη πνευματική αρχή, τότε ο άνθρωπος μεταμορφώνεται σε δαίμονα.

2.                   Η αρχή της περιαγωγής γύρω από την αρχή της αναφορικότητας που αλλού την ονομάσαμε «ΝΟΣΤΟ».

3.                   Η αρχή της προοπτικής. Τα πράγματα του κόσμου ανασύρρονται από το συμβολικό τους βάθος και γίνονται απλά αντικείμενα «του κόσμου τούτου».

4.                   Η αρχή της ταυτότητας. Οι ζωντανοί οργανισμοί δεν είναι τίποτε άλλο από μηχανές που αποτελούνται από άλλες μηχανές οι οποίες λειτουργούν σαν ρολόγια που όταν ξεκουρδίζονται τα ξανακουρδίζουν ή σαν αυτοκίνητα που όταν σπάνε τα επισκευάζουν κάτι επαγγελματίες που τους αποκαλούν «γιατρούς», αλλά που στην ουσία δεν διαφέρουν από τους «φαναρτζήδες» των αυτοκινήτων ή τους υδραυλικούς.

5.                   Έχει χαθεί το τραγικό αίσθημα της ζωής, το ότι δηλαδή ο άνθρωπος είναι ένα όν παραμεθόριο και οριακό, που στα όρια αυτά ενίοτε συντρίβεται.

6.                   Έχει χαθεί η εσωτερική ζωή (παράλληλα με την παρακμή του Χριστιανισμού), και ο άνθρωπος κωφεύει πλέον προς την εσωτερική καθοδηγητική φωνή που θα τον οδηγούσε προς την σωτηρία.

7.                   Αμβλύνθηκε η σημασία των ονείρων που διανοίγουν το δρόμο προς την εσωτερική ζωή.

8.                   Έχει χαθεί η μοναδικότητα του προσώπου.

9.                   Έχει επικυριαρχήσει η εικόνα και ο «εικονάνθρωπος», δηλαδή τα όρια του γραπτού κυρίως, αλλά και προφορικού λόγου στενεύουν. Ο μέσος μαζάνθρωπος δεν μπορεί να διαβάσει μακροσκελή κείμενα οι συναντήσεις είναι κατά το πλείστον «στο πόδι» και οι διάλογοι σύντομοι και χωρίς βάθος.

10.                Η μοναχικότητα που είναι βέβαια απαραίτητη για να φτάσουμε στην μοναδικότητα. Ο σύγχρονος άνθρωπος προτιμά να στριμώχνεται μέσα σε «μαντριά» και δεν έχει χάσει ούτε κατά ένα ελάχιστο το ένστικτο της αγέλης.

11.                Ο κινηματογράφος κατάντησε σχεδόν το μόνο μέσο μαζικής παιδείας του “Vulgus- profanus” (βέβηλο πλήθος).

12.                Η καταπολέμηση του άγχους του θανάτου και του μηδενός, με το πάθος της υλικής δύναμης και του κέρδους.

13.                Ένα αίσθημα κενού που όλο διογκούνται και που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο πανικός του Μηδενικού Σύμπαντος που τείνει να κατακυριεύσει τις ψυχές και συνέχεια αντικατοπτρίζει την ανείπωτη φρίκη που αντικρίζουν καθημερινά τα μάτια του σύγχρονου ανθρώπου.

ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 2.6.2023.

Φιλοσοφια Πολιτισμος Μαλτεζος χριστιανισμος

Share on Google Plus

About ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

    ΣΧΟΛΙΑ
    ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ