Του Γιώργου Λεκάκη
Ένας τάφος της Εποχής του
Χαλκού με τα λείψανα ενός άνδρα, μιας γυναίκας και ενός αγοριού, εκτός από ένα
καλοδιατηρημένο χάλκινο ξίφος και άλλα αντικείμενα από μπρούτζο, ανακαλύφθηκε στην
πόλη Nördlingen[1] της έκτασης
που κατέχει νυν η Βαυαρία, στην νότια Γερμανία.
Η ταφή χρονολογείται στα τέλη
του 14ου αιώνα π.Χ.
Οι τρεις άνθρωποι του τάφου
πιστεύεται ότι θάφτηκαν σε γρήγορη διαδοχή, αλλά δεν είναι σαφές εάν έχουν
σχέση μεταξύ τους.
Ερευνητές από το Κρατικό Γραφείο της Βαυαρίας για την Διατήρηση των Μνημείων (BLfD) είπαν ότι το ξίφος έχει μια οκταγωνική λαβή, η οποία τώρα έχει μια πρασινωπή απόχρωση από την περιεκτικότητά του σε χαλκό. Η λαβή είχε χυτευτεί και συγκρατήθηκε με δύο πριτσίνια, χρησιμοποιώντας μια εξαιρετικά επιδέξια τεχνική, γνωστή ως «χύτευση επικάλυψης». Το καλοδιατηρημένο ξίφος θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιηθεί ως όπλο, αν και δεν φέρει εμφανή σημάδια φθοράς.
Παρόμοια ξίφη είναι γνωστό
ότι κατασκευάσθηκαν στην νότια και βόρεια Γερμανία και στην Δανία.
«Το σπαθί και η ταφή πρέπει
ακόμα να εξεταστούν, ώστε οι αρχαιολόγοι μας να μπορούν να ταξινομήσουν αυτό το
εύρημα με μεγαλύτερη ακρίβεια», κατέληξε ο επιμελητής του BLfD, κ. Mathias
Pfeil.
ΠΗΓΗ: L. Geggel «'Octagonal' sword
from Bronze Age burial in Germany is so well preserved it shines - Archaeologists
in Germany have unearthed a sword in a three-person burial dating to the late
14th century B.C.», Live Science, 16.6.2023. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 17.6.2023.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Ιστορική πόλις της Βαυαρίας, στον 48ο
παράλληλο [48°51′N 10°30′E]. Η περιοχή έχει δώσει ευρήματα (σπήλαια Ofnet) από
την ύστερη Παλαιολιθική. Τοποθεσίες από όλες σχεδόν τις «προϊστορικές» εποχές
έχουν ανακαλυφθεί στις συνοικίες του Nördlingen. Ιδιαιτέρως πυκνοκατοικημένη
ήταν μια περιοχή στο ανατολικό άκρον της συνοικίας Baldingen, όπου
ανακαλύφθηκαν οικισμοί από τον λεγόμενο Γραμμικό Πολιτισμό Κεραμικής και την
Ύστερη Νεολιθική, τον πολιτισμό Urnfield, την περίοδο Hallstatt και La Tène.
Γύρω στο 85 μ.Χ. αποτελούσε
τμήμα της επαρχίας Ραιτίας (Ρητία, Raetia > Ries), και επομένως μέρος της Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας. Από την εποχή αυτή ευρέθησαν:
- ένα ρωμαϊκών χρόνων φρούριο με οικισμό (vicus < οίκος) τα νότια της σημερινής πόλεως, που το 259 / 260 κατακτήθηκε από τους Αλαμάννους(*), όπως όλη η σημερινή νότια Γερμανία. Το όνομα αυτού του οικισμού ήταν (πιθανότατα) Septemiacum - βλ. πίνακα Peutinger (Tabula Peutingeriana).
- ένα ρωμαϊκών χρόνων κτήμα
– έπαυλις (βίλα rustica) με τάφο. Ανασκάφηκε στην περιοχή Holheim (και είναι
επισκέψιμο).
Η πόλις εξακολουθεί να
διαθέτει ολοκληρωμένο το τείχος που την περιέκλειε - οι άλλες δύο της Γερμανίας
είναι το Rothenburg ob der Tauber και το Dinkelsbühl.
(*) Οι Αλαμαννοί / Αλαμανοί (Αλεμάνοι, Αλλεμάνοι > λατινικά Alemanni, γερμανικά Alamannen) ήταν ομάδα γερμανικών φυλών στον Άνω Ρήνο – βλ. Δίων Κάσσιος, Αγαθ. 1.4.1, 1.6.3, D.C.77.14.2.
Ετυμολογούνται, λένε από το «alle Männer» / αρχ. «alle Mannan» = όλοι οι άνδρες.
Ως Αλεμανία και
Αλεμάνοι / Αλαμανοί χαρακτηρίζονται η Γερμανία και οι Γερμανοί αντίστοιχα:
- γαλλικά: Allemagne,
allemand
- καστιλιανικά: Alemania, Alemán
- πορτογαλικά: Alemanha, alemão
η γλώσσα,
- περσικά: Almaani (η φυλή) Almaan
(το σύγχρονο γερμανικό κράτος).
Αλλά και Αλαμάνα, παλαιά
ονομασία του ποταμού Σπερχειού της Στερεάς Ελλάδος (γνωστή η Μάχη και η Γέφυρα της
Αλαμάνας). Υπάρχουν ακόμη το χωριό Αλαμάνα (στις πηγές του Σπερχειού), η Αλαμαννιά Κορθίου Άνδρου, ο Αλαμάννος Αθικίων Κορινθίας και το όρος Αλαμάνος Τρικκάλων.
- αλαμάνος (ο) = αλλόθρησκος,
άπιστος, απάνθρωπος, βάρβαρος.
- αλαμάνα (η) = γυναίκα
μεγαλόσωμη, αντρογυναίκα, δόλια, πλανεύτρα.
- αλαμανικόν: βαρύτατος ετήσιος
φόρος, ο οποίος επεβλήθη το 1197 στο Βυζάντιο, από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Γ'
τον Άγγελο Κομνηνό (1195-1203), για τον Γερμανό αυτοκράτορα Ερρίκο Στ', ο οποίος - μετά
την κατάκτηση της Ιταλίας - απειλούσε να εισβάλει στην Ανατολή. Ο υπέρογκος
αυτός φόρος (το «αλαμανικόν»), έπρεπε να αποδοθεί στον βασιλιά των Αλαμαννών
Γερμανών.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook