Η Πρόερνα, με ιερό της Δήμητρος Προερνίας, κοντά στην Θαυμακό / Δομοκό, και κατοίκηση 5.300 χρόνων…

Η Πρόερνα,
με ιερό της Δήμητρος Προερνίας,
κοντά στην Θαυμακό / Δομοκό,
και κατοίκηση 5.300 χρόνων…

Στην Κοινότητα Νέου Μοναστήριου, είναι προσβάσιμο και επισκέψιμο το Γυναικόκαστρο - η Αρχαία Ακρόπολις Πρόερνας, που παρουσιάζει μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον και γιατί ευρίσκεται μέσα στην ζώνη δράσεως των Μινύων.

Η Πρόερνα των ιστορικών χρόνων οικοδομήθηκε επάνω στα ερείπια παλαιοτέρων οικισμών, οι οποίοι αναπτύχθηκαν στο γήλοφο «Ταψί». Το προελληνικό όνομα της πόλης προδίδει την αδιάσπαστη συνέχεια της κατοίκησης της θέσης από την εποχή του Χαλκού, γεγονός που σταδιακά επιβεβαιώνεται και από την αρχαιολογική έρευνα.

Μέχρι στιγμής, οι πρωϊμότερες ενδείξεις κατοίκησης χρονολογούνται στο τέλος της Πρώιμης εποχής του Χαλκού (3300 - 2100 π.Χ.). Ωστόσο, τα περισσότερα στοιχεία, οικοδομικά κατάλοιπα αλλά και τάφοι, προέρχονται από την Ύστερη εποχή του Χαλκού ή Μυκηναϊκή περίοδο (1550 - 1050 π.Χ.). Στο τέλος της Πρωτογεωμετρικής περιόδου (τέλος 10ου - αρχές 9ου αι. π.Χ.) χρονολογείται μικρός θολωτός τάφος, που βρέθηκε στη νότια κλιτύ του γήλοφου. Οι επόμενοι οικισμοί τοποθετούνται στην Ύστερη Γεωμετρική (750 - 700 π.Χ.) και την Πρώιμη Αρχαϊκή περίοδο (7ος αι. π.Χ.). Πιθανώς από τον 9ο έως και τουλάχιστον τον 7ο αι. π.Χ. κατασκευασθήκαν στην θέση και ορισμένα μονόχρωμα αψιδωτά κτίσματα.

Τα ανασκαφικά δεδομένα μαρτυρούν για την ακμή της Πρόερνας κυρίως κατά τον 4ο και τμήμα του 3ου αι. π.Χ. Εν τούτοις, η αποκάλυψη, σε βραχώδεις ύψωμα στα νοτιοανατολικά της αρχαίας πόλης, τμήματος του ιερού της Δήμητρος(*) Προερνίας αποδεικνύει ότι η πόλη των ιστορικών χρόνων άρχισε να διαμορφώνεται ήδη από τους ύστερους αρχαϊκούς χρόνους. Στο ιερό αυτό η παλαιότερη από τις δύο οικοδομικές φάσεις χρονολογείται στο τέλος του 6ου ή στην αρχή του 5ου αι. ενώ η δεύτερη στον 4ο αι. π. Χ.

Η Πρόερνα τειχίστηκε εκ νέου κατά το τέλος του 4ου ή την αρχή του 3ου π.Χ. Η νεότερη αυτή οχύρωση, γνωστή σήμερα ως «Γυναικόκαστρο», ιδρύθηκε σε βραχώδη απόληξη του Ναρθακίου όρους στα ΒΑ του σύγχρονου οικισμού του Νέου Μοναστηρίου. Μετά από την ίδρυση της σημαντικό μέρος της δραστηριότητας της πόλης θα πρέπει να μεταφέρθηκε εντός των τειχών. Η κατασκευή της οχύρωσης αυτής, η έκδοση νομίσματος στη διάρκεια του 3ου αι. π.Χ. και η συνέχιση της λειτουργίας του ιερού της Δήμητρος(*) ως Θεσμοφορίου έως και τον πρώιμο 2ο αι. π.Χ. τουλάχιστον, όπως τεκμηριώνει αναθηματική επιγραφή που βρέθηκε στο ιερό, αποδεικνύουν ότι η ζωή στην πόλη συνεχίστηκε καθ’ όλη την διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων. 

Από την ανασκαφική έρευνα προκύπτει ότι η θέση εξακολούθησε να κατοικείται για ένα διάστημα και κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, αλλά σταδιακά ο οικισμός συρρικνώθηκε και εγκαταλείφθηκε.

Επίσης, στην ίδια περιοχή έχουν αρχαιολογικό ενδιαφέρον, όπως προαναφέρθηκε, το «Ιερόν της Δήμητρος» (4ος π.Χ.), ο πρωτογεωμετρικός θολωτός τάφος, ο γήλοφος Ταψί (προϊστορικός συνοικισμός της Χαλκοκερτίας), καθώς και το αρχαιολογικό περίπτερο με ευρήματα των ανασκαφών.

Πρέπει να σημειωθεί ότι ένα τμήμα της Ακρόπολης Πρόερνας, μετά την ολοκλήρωση των εργασιών ανάδειξής της από το Υπουργείο Πολιτισμού και την αρμόδια Εφορία Προϊστορικών και κλασικών Αρχαιοτήτων, έχει παραδοθεί προς χρήση στους επισκέπτες και τους κατοίκους της περιοχής, ενώ παράλληλα έχει ξεκινήσει η προσπάθεια διαμόρφωσης και παράδοσης στο κοινό περισσοτέρων επισκέψιμων αρχαιολογικών χώρων της Φθιώτιδας.

Ήδη, η ανάδειξη της ακρόπολης της Προέρνας έχει πραγματοποιηθεί από την ΙΔ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασσικών Αρχαιοτήτων Λαμίας, στο πλαίσιο του Γ’ ΚΠΣ, με μεγάλη δαπάνη (580.000 €) και αποτελεί το μοναδικό επισκέψιμο και διαμορφωμένο με σύγχρονες προδιαγραφές αρχαιολογικό χώρο στον Νομό Φθιώτιδας. Συγκεκριμένα το πρόγραμμα ανάδειξης και ανάπλασης, επικεντρώθηκε στο νότιο τμήμα του οχυρωματικού περιβόλου, περιλάμβανε αποψιλώσεις, καθαρισμούς και αποχωματώσεις για την πλήρη αποκάλυψη του τείχους, των πυλών και των πύργων του, στερεώσεις λίθων σε τμήματα που κινδύνευαν με κατάρρευση, κατασκευή περιπτέρου εισόδου, διαμόρφωση διαδρόμων περιήγησης και χώρων στάσης και θέασης, τοποθέτηση ενημερωτικών πινακίδων, πλήρη τοπογραφική, σχεδιαστική και φωτογραφική τεκμηρίωση και ηλεκτροφωτισμό. Επίσης με την συμβολή του πρώην Δήμου Θεσσαλιώτιδας, βελτιώθηκε το οδικό δίκτυο και δημιουργήθηκε χώρος στάθμευσης. Με τον τρόπο αυτό ο επισκέπτης έχει την δυνατότητα να περιηγηθεί σε ένα μεγάλο τμήμα της ακρόπολης, να γνωρίσει της αρχές της αρχαίας οχυρωματικής, τα επιμέρους στοιχεία του αμυντικού έργου καθώς επίσης τον ρόλο του και την ιστορία του, στο πλαίσιο της ιστορικής διαδρομής και της μνημειακής τοπογραφίας της αρχαίας Πρόερνας.

Στον χώρο διοργανώνονται πολιτιστικές εκδηλώσεις (μουσικές ή θεατρικές παραστάσεις), συνήθως τον Αύγουστο έκαστου έτους.

ΠΗΓΗ: ΔΗΜΟΣ ΔΟΜΟΚΟΥ.

Της Ελένης Ζάχου, αρχαιολόγου

Η ακρόπολη της Πρόερνας (μέσα του 4ου αι.π.Χ. - ελληνιστικών χρόνων) αποτελεί το ανατολικότερο και υψηλότερο τμήμα της αρχαίας πόλεως. Ο οχυρωματικός περίβολος είναι τραπεζιόσχημης κάτοψης και αναπτύσσεται πάνω στις δύο πεπλατυσμένες κορυφές του βραχώδους υψώματος Γυναικόκαστρο. Ο περίβολος παρουσιάζει τραπεζιόσχημη κάτοψη. Το νότιο σκέλος του τείχους διατηρείται σε μέγιστο ύψος 8 δόμων, ενώ το βόρειο δεν έχει πιθανότατα κτιστεί. Σε όλο το μήκος του ο οχυρωματικός περίβολος, κυμαινόμαινου πλάτους 1,50 - 2 μ. έχει δύο παρειές κτισμένες κατά το ακανόνιστο ή ισόδομο τραπεζιόσχημο σύστημα.

Η πόλη της Πρόερνας των ιστορικών χρόνων οικοδομήθηκε πάνω στα ερείπια παλαιοτέρων οικισμών, οι οποίοι αναπτύχθηκαν στο γήλοφο Ταψί. Η Πρόερνα βρισκόταν στο βορειοδυτικό άκρο της Αχαΐας Φθιώτιδας, πάνω στην αρχαία οδό που συνέδεε την περιοχή της δυτικής Όθρυος με την αρχαία Φάρσαλο, καθώς μνημονεύεται ως θεσσαλική πόλη μεταξύ των Θαυμακών και Φαρσάλων. Στα νοτιοανατολικά της πόλης υπήρχε το ιερό της Δήμητρος Προερνίας. Η ακρόπολη της Πρόερνας επιστέφει τις δύο πεπλατυσμένες κορυφές του βραχώδους υψώματος "Γυναικόκαστρο" στο ανατολικότερο και ψηλότερο σημείο του οικισμού. Η ανάπτυξη και οι κατασκευαστικές αρχές της οχύρωσης ακολουθούν σύστημα τεχνικών προδιαγραφών του τέλους του 4ου - αρχών του 3ου αι. π.Χ., εφ’ όσον παρουσιάζουν ομοιότητες με σύγχρονα έργα στην Θεσσαλία.

Οι διάδοχοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου και ιδιαιτέρως ο Κάσσανδρος και οι Αντιγονίδες επεδίωξαν να επιβληθούν στην Κεντρική Ελλάδα με τον έλεγχο και την ενίσχυση οχυρών τόπων. Ο οχυρωματικός περίβολός της παρουσιάζει τραπεζιόσχημη κάτοψη. Το νότιο σκέλος του τείχους διατηρείται σε ύψος οκτώ δόμων, αντίθετα το βόρειο δεν υφίσταται. Στον αυχένα, μεταξύ των δύο κορυφών, υπάρχει το διατείχισμα. Ο τοπικός φαιός ασβεστόλιθος παρείχε την πρώτη ύλη για την κατασκευή του τείχους. Οι δόμοι δεν είναι ισοϋψείς, ούτε ισομήκεις. Οι διαφορές αυτές δημιουργούν ασυνέχειες και οδοντώσεις στους οριζόντιους αρμούς. Οι κάθετοι αρμοί επίσης αποκλίνουν από την κατακόρυφο. Η πλοκή αυτή αυξάνει την συνοχή και διασπά την μονοτονία στην τοιχοποιία. Διάτονοι λίθοι παρεμβάλλονται μεταξύ τριών δρομικών κάθε στρώσης και στοιχίζονται σε κάθε δεύτερη. Στα σημεία αυτά δημιουργούνται εγκάρσια ζεύγματα για την σταθερότερη σύνδεση των δύο όψεων. Οι κατακόρυφες ακμές στις γωνίες των μεταπυργίων και των πύργων τονίζονται με λαξευμένη ταινία. Ανοικτοί αγωγοί για την παροχέτευση των ομβρίων υδάτων έχουν διανοιγεί στην εξωτερική πλευρά των μεταπυργίων διαστημάτων. Η οχύρωση διαθέτει δύο πύλες και δύο πυλίδες. Η πύλη στο νοτιοανατολικό άκρο της φαίνεται ότι ήταν η κεντρική, η οποία συνέδεε την πόλη με την ύπαιθρο. Έχει άνοιγμα πλάτους 6,65 μ. και περιβάλλεται από δύο πύργους, ενώ εσωτερικά διαθέτει αυλή. Οι πυλίδες είναι κάθετα ανοίγματα στο τοίχο του νότιου περιβόλου και προστατεύονται από έναν πύργο. Η οχύρωση της Πρόερνας, όπως και άλλες οχυρώσεις, ενισχύεται από ορθογώνιους πύργους. Πρόσεφεραν ιδανικό χώρο για την λειτουργία βαλλιστικών μηχανών στους ορόφους υπεράνω του συμπαγούς ισογείου. Οι πύργοι υψώνονταν σε τακτές αποστάσεις, κυμαινόμενες μεταξύ 18 και 47 μ. Κατ' αυτόν τον τρόπο καλύπτονταν με ισόρροπη δύναμη πυρός όλα τα μεταπύργια. Οι αλλαγές στην κατεύθυνση του τείχους, οι πύλες, καθώς και οι πυλίδες επεπτεύονταν από πύργους, ωστόσο είναι πυκνότεροι στην περιοχή της κεντρικής πύλης, η οποία πλαισιωνόταν από πρόσθετους πύργους. Στην οχύρωση αυτή, όπως και σε άλλες θεσσαλικές οχυρώσεις, οι πύργοι είναι κατά το ήμισυ ενσωματωμένοι στον τοίχο του περιβόλου. Όσοι πύργοι ελέγχουν πύλες και πυλίδες προβάλλουν και στο εσωτερικό του τείχους. Αυτή η διαπλάτυνση έδωσε την δυνατότητα διαμόρφωσης λιθόκτιστης υπαίθριας σκάλας για την πρόσβαση στα δωμάτια από το επίπεδο της παρόδου και πάνω. Οι πύργοι αυτοί είναι τετράγωνοι με πλευρά 6 μ., ενώ οι ορθογώνιοι έχουν διαστάσεις 6,40 Χ 7,10 μ. Σταυροειδείς τοίχοι στο εσωτερικό των πύργων ενίσχυαν την αντοχή τους στα κτυπήματα των βλημάτων, αλλά και την στατικότητά τους. Η ένδυση των εσωτερικών αυτών τοίχων στις εξωτερικές πλευρές των πύργων εισήγαγε διατονικούς λίθους στο μέσον κάθε δεύτερης δρομικής στρώσης στον ίδιο ρυθμό με τα μεταπύργια διαστήματα, δηλαδή κάθε 3 περίπου δωρικούς πόδες, Αυτή η τεχνική, καθώς και η επιλογή της ορθογώνιας τοιχοποιίας, συνδέεται με τους μηχανικούς των Κασσάνδρου και Δημητρίου Πολιορκητού, διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι οποίοι ανταγωνίζονταν για την ηγεμονία στην Ελλάδα στο τέλος του 4ου και στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ.

ΠΗΓΗ: ΥΠΠΟΑ, ΕΦΑ ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ.

Της Έ. Καράντζαλη, αρχαιολόγου

Ο Στράβων έγραφε (434) ότι η πόλης Πρόερνα τοποθετείται στην περιοχή ανάμεσα στα Φάρσαλα και στον Δομοκό με την ιδία άποψη συμφωνεί και ο Λίβιος.

Σήμερα πλέων γνωρίζουμε ότι η αρχαιολογική σκαπάνη έχει αποδείξει ότι η αρχαία Πρόερνα ήταν κτισμένη στο Νέο Μοναστήρι Δομοκού.

Από το διάταγμα μαθαίνουμε ότι στην εποχή του αυτοκράτορος Ανδριανού τα φυλετικά ονόματα είχαν καταργηθεί και οι κάτοικοι αναφέρονται με τα ονόματα των πόλεων τους.

Τα όρια για την αρχαία Πρόερνα προς τον νότο απ’ ότι φαίνεται ήταν ασαφή σε σχέση με τους Μαλιείς και τους Αινιάνες. Οι Προέρνοιοι είχαν υπό την κυριαρχία τους τον ορεινό όγκο της Όθρυς από την κοιλάδα του Δομοκού έως την κοιλάδα του Σπερχειού.

Από το 50 π.Χ, αιώνα, ολόκληρη η περιοχή της σημερινής Φθιώτιδας, ως φυσικό πέρασμα κάθε στρατιάς προς το νότο, μετατρέπεται συχνά σε πεδίο μάχης, Η αρχή αυτής της ιστορικής πορείας σηματοδοτείται από τη μάχη των Θερμοπυλών, αιώνιο σύμβολο ηρωισμού και αυτοθυσίας των Ελλήνων που έπεσαν στο λόφο Κολωνού, μαχόμενοι ενάντια στις ορδές των Περσών.

Για αμυντικούς λόγους, οι οικισμοί της Φθιώτιδας περιβάλλονται με τείχη (Λαμία, Αχινός, Στυλίδα, Τιθορέα, Δρυμαία, Πρόερνα), ενώ σε θέσεις κλειδιά κτίζονται φρούρια-βίγλες, για τον έλεγχο των χερσαίων και θαλάσσιων περασμάτων.

Ο αρχαιολογικός χώρος της ακρόπολης της Πρόερνας αποτελούσε τον οχυρωμένο χώρο της πόλης, όπου κατέφευγαν οι κάτοικοι σε περιόδους κινδύνου και εξωτερικών επιθέσεων. Το σχήμα της ακρόπολης είναι τραπεζιόσχημο, με κατεύθυνση ανατολικά – δυτικά και αποτελείται από δύο πεπλατυσμένες εξάρσεις στα άκρα με ένα στενό διάσελο ανάμεσά τους. Από αυτήν έχει διατηρηθεί σήμερα τμήμα της ισχυρής οχύρωσης με πύργους.

Η πρόσβαση στην ακρόπολη γινόταν από τέσσερις πύλες. Η κεντρική ήταν τοποθετημένη στα ΝΑ και οι άλλες τρεις στο νότιο σκέλος του τείχους. Το νότιο και ανατολικό τμήμα του τείχους, τα οποία διατηρούνται σε όλο το μήκος τους, είναι εφοδιασμένα με πολλούς μικρούς πύργους. Το τείχος είναι κατασκευασμένο από γκριζωπό ασβεστόλιθο και αποτελείται από εσωτερική και εξωτερική παρειά, κτισμένες με ογκώδεις λίθους και γέμισμα ανάμεσά τους. Το σύστημα δόμησης είναι το ισόδομο τραπεζιόσχημο. Στο ανατολικό και νότιο σκέλος της ακρόπολης είναι ορατοί σήμερα είκοσι πύργοι, δεκαπέντε στο νότιο και πέντε στο ανατολικό. Όλοι οι πύργοι είναι τετράπλευροι ορθογώνιοι, όπως άλλωστε είναι ο κανόνας για τις περισσότερες θεσσαλικές πόλεις. Η ανατολική πύλη προστατεύεται από δύο πύργους που την πλαισιώνουν, ενώ οι υπόλοιπες πύλες προστατεύονται από έναν πύργο. Το ισόδομο τραπεζιόσχημο σύστημα που αποτελεί το κύριο σύστημα δόμησης του τείχους και η ύπαρξη μεσοτοίχων στο εσωτερικό των πύργων υπαγορεύουν μία χρονολόγηση από τα μέσα του 4ου αι. π.Χ.

ΠΗΓΗ: Μυρμιδόνες. Γ. Λεκάκης "Σύγχρονης Ελλάδος περιήγησις". ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 3.3.2018.

(*) Δήμητρα, η προστάτις των βλαστών < ἔρνος: -εος, τὸ, νεαρὸς βλαστός, ὡς σύμβολον τῆς νεανικῆς τρυφερότητος καὶ καλλονῆς, ὁ δ’ ἀνέδραμεν ἔρνεϊ ἶσος Ἰλ. Σ. 56, 437, πρβλ. Ὀδ. Ξ. 175· οὕτως, οἷον δὲ τρέφει ἔρνος ἀνὴρ ἐριθηλὲς ἐλαίης Ἰλ. Ρ 53, πρβλ. Όδ. Ζ.163: - ὁ Πίνδ. μεταχειρίζεται τὴν λέξιν ἔρνεα (ἀπολ.) ἐπὶ τῶν στεφάνων οὓς ἐφόρουν οἱ νικηταί ἐν τοῖς ἀγῶσι, Ν. 11. 37, Ι. 1. 38, 94.

- ἀκολούθως, ἐπὶ τέκνου (πρβλ. θάλος), και σήμερα λέμε το τέκνο, το παιδί βλαστάρι - Πινδ. Ν. 6. 64, Ι. 4. 77 (3. 63), καὶ Τραγ., ὡς Αἰσχύλ. ἐν Ἀγ. 1525, Εὐμ. 661, 666, Σοφ. ἐν Ο. Κ. 1108· ἔρνος τῆς νηδύος Εὐριπ. Βάκχ.1307· τὶς ἀθανάτων ἢ βροτῶν τοιοῦτον ἔρνος θρέψεν ἐν ποίᾳ χθονί; Βακχυλ. 5. 87 (ἔκδ. Blass)· κεράων ἔρνος, περιφρ. ἀντὶ κέραα, Ὀππ. Κυν. 2, 194· ἡ Δῆλος καλεῖται ἔρνος ὡς ἀναδῦσα ἐκ τῆς θαλάσσης ὡς βλαστάνει τὸ ἔρνος ἐκ τῆς γῆς. Πινδ. Ἀποσπ. 58. 2. 2) καρπός, ἐπὶ τοῦ μήλου τῆς Ἔριδος, Κόλουθ. 60, 130, 147; Ἡσύχ.

Προερνα, ιερο θεα Δημητρα Προερνια Θαυμακος / Δομοκος φθιωτιδας φθιωτιδος φθιωτιδα φθιωτις κατοικηση 5.300 χρονι απριν Προερνη μινυες ορος οθρυς ταψι γυναικοκαστρο Θεσμοφοριος Θεσμοφορια Θεσμοφορος
Share on Google Plus

About ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

    ΣΧΟΛΙΑ
    ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ