Η επαναπροώθηση παράνομα εισερχομένων σε ευρωπαϊκό έδαφος, ΔΕΝ παραβιάζει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου - ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ σε ελληνική μετάφραση της ΑΠΟΦΑΣΗΣ του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων CASE OF N.D. AND N.T. v. SPAIN - της Μ.Βέργου


Η επαναπροώθηση
παράνομα εισερχομένων
σε ευρωπαϊκό έδαφος,
ΔΕΝ παραβιάζει
την Ευρωπαϊκή Σύμβαση
Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ, σε ελληνική μετάφραση,
της ΑΠΟΦΑΣΗΣ του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
CASE OF N.D. AND N.T. v. SPAIN

ΜΕ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΟΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΟΥΣΑΣ

Της Μαρίας Α. Βέργου,
Υ.Δ. Νομικής,
Μεταπτυχιακοί Τίτλοι Δημοσίου Διεθνούς και Αστικού Δικαίου Ε.Κ.Π.Α., 
Δικ. Πληρεξούσια Α’ ΝΣΚ

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε Μείζονα Σύνθεση με την απόφασή του της 13ης Φεβρουαρίου 2020 στην υπόθεση N.D. και N.T. κατά Ισπανίας (αρ. προσφ. 8675/15 και 8697/15), έκρινε ομόφωνα ότι η Ισπανία, με το να επαναπροωθήσει τους προσφεύγοντες στο Μαρόκο, από όπου μπήκαν παράνομα στην Μελίλα / Μελίγια (Μelilla), Ισπανική Επικράτεια της Βόρειας Αφρικής, δεν παραβίασε τα άρθρα 4 του 4ου Πρωτοκόλλου και 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.


Πρόεδρος του Δικαστηρίου είναι ο Έλληνας δικαστής Αλέξανδρος-Λίνος Σισιλιάνος και μέλη οι Δικαστές:

            Angelika Nußberger,

            Robert Spano,

            Vincent A. De Gaetano,
            Ganna Yudkivska,
            André Potocki,
            Aleš Pejchal,
            Faris Vehabović,
            Mārtiņš Mits,
            Armen Harutyunyan,
            Gabriele Kucsko-Stadlmayer,
            Pauliine Koskelo,
            Marko Bošnjak,
            Tim Eicke,
            Lәtif Hüseynov,
            Lado Chanturia,
            María Elósegui        


Οι προσφεύγοντες, εθνικότητας Μάλι και Ακτής Ελεφαντοστού αντιστοίχως, πέρασαν με άλλους τον φράχτη 13 χμ που έχουν κατασκευάσει οι ισπανικές αρχές κατά μήκος των συνόρων μεταξύ Melilla και Μαρόκου για να εμποδίσουν παράνομους μετανάστες να εισέλθουν στο ισπανικό έδαφος.
Οι προσφεύγοντες παραπονέθηκαν για την άμεση επιστροφή τους στο Μαρόκο, που αποτελούσε κατά την άποψή τους, ομαδική επαναπροώθηση, για έλλειψη αποτελεσματικού ενδίκου μέσου, και για κίνδυνο κακής μεταχείρισης που πιθανόν να αντιμετώπιζαν στο Μαρόκο. Ισχυρίστηκαν ότι δεν είχαν ευκαιρία να ταυτοποιηθούν, να εξηγήσουν τις ιδιωτικές τους συνθήκες ή να αντικρούσουν την επιστροφή τους με αποτελεσματικό μέσο (παρ. 3).
Στην διαδικασία συμμετείχε ο Nils Muižnieks, Επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης και υπέβαλε γραπτές παρατηρήσεις (παρ.5).
Το Δικαστήριο έλαβε γραπτές παρατηρήσεις από το Γραφείο του Υψηλού Επιτρόπου των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR), τον Επίτροπο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών (OHCHR), την Ισπανική Επιτροπή συμπαράστασης στους πρόσφυγες (CEAR) και, συλλογικά, το Συμβουλευτικό Κέντρο Ατομικών Δικαιωμάτων στην Ευρώπη, (the AIRE Centre), την Διεθνή Αμνηστία, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τους πρόσφυγες και τους εξόριστους (ECRE) και την Διεθνή Επιτροπή Νομικών, που παρενέβησαν (παρ.6).
Τα μέρη υπέβαλαν παρατηρήσεις και μετά την έκδοση στις 15.12.2016 της απόφασης Khlaifia και άλλοι κατά Ιταλίας (αρ. προσφ. 16483/12). (παρ.7)
 Με την πρώτη απόφαση της 3.10.2017 το τρίτο Τμήμα του Ε.Δ.Δ.Α. δέχθηκε ότι υπήρξε παραβίαση των άρθρων 4 του 4ου Πρωτοκόλλου και 13 της Σύμβασης. Το Τμήμα αποτελείτο από τους Branko Lubarda, Πρόεδρο, Luis López Guerra, Helen Keller, Dmitry Dedov, Pere Pastor Vilanova, Alena Poláčková, Georgios A. Serghides, δικαστές, και Fatoş Aracı, Γραμματέα. (παρ. 8).
 Στις 14.12.2017 η Ισπανία ζήτησε την παραπομπή της υπόθεσης στην Μείζονα Σύνθεση του Ε.Δ.Δ.Α. (παρ. 9).


Οι προσφεύγοντες και η Κυβέρνηση κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις (παρ.10).
Η Βελγική, η Γαλλική και η Ιταλική Κυβερνήσεις που είχαν ασκήσει παρεμβάσεις στην γραπτή διαδικασία, υπέβαλαν γραπτές παρατηρήσεις. Παρατηρήσεις κατατέθηκαν και από τον Επίτροπο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης και από τα UNHCR, CEAR AIRE, ECRE, την Διεθνή Αμνηστία και την Διεθνή Επιτροπή Νομικών βοηθούμενη από το Ολλανδικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (παρ. 12).
14. Η ακροαματική διαδικασία έλαβε χώρα δημοσίως στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο, στις 26 Σεπτεμβρίου 2018.
Η αυτόνομη πόλη της Μελίγια είναι ισπανικός θύλακας 12 τ.μ. στην βόρεια ακτή της Αφρικής περιτριγυρισμένη από Μαροκινό έδαφος. Βρίσκεται στην μεταναστευτική οδό από την Βόρεια και υποΣαχάρια Αφρική που χρησιμοποιείται επίσης από Σύρους μετανάστες. Τα σύνορα μεταξύ Μελίγιας και Μαρόκου είναι εξωτερικά σύνορα της ζώνης Σένγκεν και προσφέρουν πρόσβαση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με αποτέλεσμα να υφίστανται έντονη μεταναστευτική πίεση.(παρ. 15).
 Οι ισπανικές αρχές έχουν κατασκευάσει τείχος κατά μήκος των συνόρων 13 χμ που χωρίζουν την Μελίγια από το Μαρόκο, που από το 2014 περιλαμβάνει 3 παράλληλους φράχτες, με σκοπό να εμποδίσουν παράνομους μετανάστες να εισέλθουν στο ισπανικό έδαφος. Το τείχος αποτελείται από έναν φράχτη ύψους 6 μέτρων (τον εξωτερικό φράχτη), ένα τρισδιάστατο δίκτυο καλωδίων ακολουθούμενο από έναν δεύτερο ύψους 3 μέτρων φράχτη, και στην απέναντι πλευρά ενός δρόμου για περιπολίες, άλλον έναν 6μετρο, τον εσωτερικό φράχτη. Πύλες έχουν κατασκευαστεί για να υπάρχει πρόσβαση μεταξύ των φραχτών. Υπάρχει εσωτερικό κύκλωμα καμερών με αισθητήρες κίνησης και οι περισσότεροι από τους φράχτες είναι εφοδιασμένοι με αντι-αναρριχητικό πλέγμα. (παρ. 16).
Υπάρχουν τέσσερα συνοριακά περάσματα μεταξύ Μαρόκου και Ισπανίας, τοποθετημένα κατά μήκος του τριπλού φράχτη. Μεταξύ αυτών των περασμάτων, στην ισπανική πλευρά, η Πολιτική Φρουρά (Guardia Civil) είναι επιφορτισμένη να ελέγχει τα χερσαία σύνορα και την ακτή για να εμποδίσει την παράνομη είσοδο. Μαζικές απόπειρες να παραβιαστούν οι συνοριακοί φράχτες οργανώνονται συστηματικά από ομάδες αρκετών εκατοντάδων αλλοδαπών που επιχειρούν να εισέλθουν από την υπο-Σαχάρια Αφρική στην Ισπανία (παρ. 17).
Αυτοί οι μετανάστες που δεν καταφέρνουν να αποφύγουν την πολιτική φρουρά και τους οποίους οι αξιωματικοί καταφέρνουν να πείσουν να συμφωνήσουν να κατεβούν με σκάλες, επαναπροωθούνται αμέσως στο Μαρόκο και παραδίδονται στις Μαροκινές αρχές, εκτός αν χρειάζονται υγειονομική περίθαλψη (παρ. 18).
Οι προσφεύγοντες γεννήθηκαν το 1986 και 1985 αντιστοίχως. Ο πρώτος έφυγε από το χωριό του στο Μάλι εξ αιτίας της ένοπλης σύρραξης του 2012. Έμεινε σε προσφυγικό κατακλυσμό στην Μαυριτανία και στην Αλγερία, έφτασε στο Μαρόκο τον Μάρτιο 2013 και έμεινε στον «ανεπίσημο» προσφυγικό καταυλισμό του όρους Γκουρούγκου, κοντά στα σύνορα της Μελίγια. Ο δεύτερος έφτασε στο Μαρόκο στο τέλος του 2012 αφού ταξίδεψε μέσω Μάλι, και επίσης έμεινε στον καταυλισμό του Γκουρούγκου (παρ. 21-23)
Στις 13 Αυγούστου 2014 έγιναν δύο οργανωμένες προσπάθειες διέλευσης, 600 και 30 ατόμων αντιστοίχως, στην πρώτη από τις οποίες συμμετείχαν οι προσφεύγοντες. Σύμφωνα με την Κυβέρνηση, η Μαροκινή αστυνομία εμπόδισε 500 μετανάστες να ανεβούν τον φράχτη, αλλά παρά ταύτα 100 από αυτούς τον πέρασαν. 75 έφτασαν στην κορυφή του εσωτερικού φράχτη αλλά λίγοι μπήκαν στο ισπανικό έδαφος, όπου τους βρήκε η Πολιτική Φρουρά. Οι άλλοι έμειναν στην κορυφή του εσωτερικού φράχτη, η Πολιτική Φρουρά τους βοήθησε να κατεβούν με σκάλες και τους συνόδευσε στο Μαροκινό έδαφος (παρ. 24-26).

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ κείμενα ΝΟΜΙΚΑ ΕΔΩ.

Στις 2 Δεκεμβρίου και 23 Οκτωβρίου 2014 αντιστοίχως οι προσφεύγοντες κατάφεραν να σκαρφαλώσουν τους φράχτες και να μπουν στην Μελίγια. Τους ασκήθηκε δίωξη και δόθηκε εντολή απέλασής τους, κατά των οποίων προσέφυγαν. Ο πρώτος ζήτησε διεθνή προστασία, και η αίτησή του απερρίφθη, κατόπιν γνώμης του Γραφείου UNHCR, ότι η κατάστασή του δεν δικαιολογεί παροχή διεθνούς προστασίας, και επέστρεψε αεροπορικώς στο Μάλι στις 31.3.2015. Ο δεύτερος αποφυλακίστηκε μετά από την πάροδο του ανώτατου χρόνου κράτησης των 60 ημερών και ζει προφανώς παράνομα στην Ισπανία. (παρ. 28-30)
Στην απόφαση εκτίθεται το εσωτερικό εθνικό δίκαιο της Ισπανίας που προβλέπει την δράση της πολιτικής φρουράς (παρ. 19,20, 32-40), το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΙΙ) με νομολογία του Δ.Ε.Ε. (παρ. 41-52), έγγραφα του Συμβουλίου της Ευρώπης (παρ. 53) Αναφορά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την παρεμπόδιση των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης Μεταχείρισης (CPT) και Διεθνείς Συμβάσεις: την Χάρτα των Ηνωμένων Εθνών (1945), την Σύμβαση της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών (1969), την Σύμβαση της Γενεύης για το καθεστώς των προσφύγων (1951), την Σύμβαση κατά των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης μεταχείρισης (1984)(UNCAT), την Δήλωση για το Άσυλο που υιοθετήθηκε από την Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 14.12.1967 (Resolution 2312 (XXII), το σχέδιο άρθρων της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου για την απέλαση αλλοδαπών, τα συμπεράσματα διεθνούς προστασίας της εκτελεστικής επιτροπής του Προγράμματος UNHCR 1975 – 2017, καθώς και τις θέσεις της Επιτροπής για τα δικαιώματα του παιδιού που εκτέθηκαν κατά την διαδικασία προσφυγής ενώπιόν της (communication No. 4/2016) (παρ.68)
Η Ισπανική Κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι το άρθρο 4 του 4ου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ κατά το οποίο «Απαγορεύεται η ομαδική απέλαση αλλοδαπών», εφαρμόζεται σε αλλοδαπούς που έφτασαν ειρηνικά στο έδαφος του Κράτους και δεν έχει εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση, όπου το κράτος βασίστηκε στο άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και στο εγγενές δικαίωμα των Κρατών σε ατομική ή συλλογική άμυνα, όταν δέχεται ένοπλη επίθεση (παρ. 125 επ.).
Κατά την Ισπανία, η αρχή της μη επαναπροώθησης μπορεί να εφαρμοστεί μόνο σε πρόσωπα που κινδυνεύουν ή αντιμετωπίζουν κίνδυνο αναγνωρισμένο βάσει του διεθνούς δικαίου. Οι προσφεύγοντες στην παρούσα υπόθεση δεν αντιμετώπισαν κανένα τέτοιο κίνδυνο στο Μαρόκο, όπως επιβεβαίωσε το Δικαστήριο που απέρριψε τις προσφυγές. Επί πλέον, ακόμη και μετά την είσοδο στην Ισπανία, οι αιτούντες είχαν ζητήσει άσυλο με καθυστέρηση (N.D.) ή καθόλου (Ν.Τ.). Κατά την άποψη της κυβέρνησης, οι προσφεύγοντες δεν μπορούσαν επομένως να θεωρηθούν ως αιτούντες άσυλο. Οι προσφεύγοντες προέρχονταν από ασφαλείς τρίτες χώρες, δεν είχαν εκτεθεί σε κίνδυνο και θα μπορούσαν να εισέλθουν νόμιμα στην Ισπανία αν είχαν υποβάλει αιτήσεις ασύλου στην ισπανική πρεσβεία ή προξενεία στο Μαρόκο ή στις άλλες χώρες που είχαν ταξιδέψει μέσω ή στο εξουσιοδοτημένο σημείο διέλευσης των συνόρων της Beni Enzar. Εναλλακτικά, θα μπορούσαν να έχουν εξασφαλίσει συμβάσεις εργασίας στην Ισπανία από τις χώρες καταγωγής τους (παρ. 128).
 Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με την παρεμβαίνουσα Βελγική Κυβέρνηση, το να επιτρέπεται στα άτομα που παρακάμπτουν τους κανόνες διέλευσης των συνόρων να εισέλθουν στο έδαφος, όταν δεν έχουν υποβάλει αίτηση σε εξουσιοδοτημένο σημείο διέλευσης και δεν διαθέτουν τα απαραίτητα έγγραφα για να εισέλθουν και να παραμείνουν στη χώρα, είναι εντελώς αντίθετο προς τους ευρωπαϊκούς κανόνες για τους συνοριακούς ελέγχους καθώς και για τη διέλευση των συνόρων, οδηγεί στην καταστρατήγηση των κανόνων αυτών και ενθαρρύνει την εμπορία ανθρώπων. Τα άτομα που προσπάθησαν να διασχίσουν τα σύνορα με αυτόν τον τρόπο έπρεπε να αναχαιτιστούν και να παραδοθούν, αν χρειαζόταν με καταναγκαστικά μέσα, στις αρχές του κράτους από το έδαφος του οποίου είχαν επιχειρήσει να περάσουν παράνομα (παρ. 145).
Η παρεμβαίνουσα γαλλική Κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι οι προστατευτικές διατάξεις των οδηγιών της Ε.Ε. (2003/9, όπως αντικ. από 2013/33 και 2005/85 όπως αντικ. από 2013/32), εφαρμόζονται μόνον στις περιπτώσεις που έχει υποβληθεί αίτηση ασύλου, κάτι το οποίο δεν συνέβη στην προκειμένη περίπτωση, ενώ οι συνοριοφύλακες δεν είναι υποχρεωμένοι να ενημερώσουν για την διαδικασία αίτησης ασύλου (παρ. 149).
Η Ιταλική Κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι ούτε η ΕΣΔΑ ούτε τα Πρωτόκολλα προστατεύουν το δικαίωμα σε πολιτικό άσυλο (παρ. 150). Επεσήμανε ότι οι προσφεύγοντες δεν είχαν εισέλθει στο ισπανικό έδαφος. Στην προκειμένη περίπτωση υπήρξε απόπειρα των υπηκόων τρίτων χωρών να εισέλθουν παρανόμως στο ισπανικό έδαφος, παρά το γεγονός ότι είχαν τη δυνατότητα να ζητήσουν διεθνή προστασία και επομένως εμπίπτουν στη σφαίρα της πολιτικής ασφάλειας και κυριαρχίας των κρατών και της Ευρώπης στο σύνολό της. Η ιταλική κυβέρνηση υπογράμμισε ότι τα κράτη έπρεπε να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά την παρακολούθηση και τον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς όφελος όλων των κρατών μελών της και των προσπαθειών για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και της παράνομης μετανάστευσης (παρ. 151).
Το Ε.Δ.Δ.Α. με την απόφασή του εφάρμοσε το άρθρο 4 του 4ου Πρωτοκόλλου, στην προκειμένη περίπτωση σε σχέση με την μετανάστευση και το άσυλο. Τόνισε ότι, αποτελεί καθιερωμένο κανόνα διεθνούς δικαίου ότι, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη Σύμβαση, τα Συμβαλλόμενα Κράτη έχουν το δικαίωμα να ελέγχουν την είσοδο, τη διαμονή και την απομάκρυνση αλλοδαπών. Το Δικαστήριο επαναλαμβάνει επίσης το δικαίωμα των κρατών να καθορίζουν τις δικές τους μεταναστευτικές πολιτικές, ενδεχομένως στο πλαίσιο της διμερών συνεργασιών ή σύμφωνα με τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από την συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση (παρ. 167).
Με αυτές τις σκέψεις το Δικαστήριο υπογραμμίζει τη σημασία της διαχείρισης και της προστασίας των συνόρων και του ρόλου που διαδραματίζουν τα εμπλεκόμενα κράτη, σύμφωνα με τον κώδικα συνόρων του Σένγκεν, κατά τον οποίο «ο έλεγχος των συνόρων είναι προς το συμφέρον όχι μόνο του κράτους μέλους των οποίων τα εξωτερικά σύνορα διεξάγονται, αλλά και όλων των κρατών μελών που έχουν καταργήσει τον έλεγχο των εσωτερικών συνόρων» και «πρέπει να συμβάλει στην καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης και της εμπορίας ανθρώπων και στην αποτροπή κάθε απειλής για την εσωτερική ασφάλεια, τη δημόσια τάξη, τη δημόσια υγεία και τις διεθνείς σχέσεις των κρατών μελών"(αιτιολογική σκέψη 6, βλ. ανωτέρω σκέψη 45). Για το λόγο αυτό, τα συμβαλλόμενα κράτη μπορούν κατ'αρχήν να θεσπίσουν κανόνες στα σύνορά τους, με σκοπό να επιτρέψουν την πρόσβαση στο εθνικό τους έδαφος μόνο σε πρόσωπα που πληρούν τις σχετικές νομικές απαιτήσεις» (παρ. 168).
Επισημαίνεται επίσης ότι η Σύμβαση έχει σκοπό να προστατέψει όχι τα δικαιώματα που είναι θεωρητικά, φανταστικά και αποτελούν εικασίες, αλλά τα δικαιώματα που είναι πραγματικά και αποτελεσματικά (παρ. 171).
Όσον αφορά τους κανόνες του διεθνούς δικαίου σχετικά με την απαγόρευση της επαναπροώθησης, το Δικαστήριο σημειώνει ότι, σύμφωνα με τα ερμηνευτικά σχόλια του άρθρου 6 της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου, η έννοια του πρόσφυγα καλύπτει όχι μόνο τους πρόσφυγες νόμιμα στο έδαφος του κράτους απομάκρυνσης αλλά και κάθε πρόσωπο που βρίσκεται παρανόμως στο έδαφος αυτό, έχει υποβάλει αίτηση για το καθεστώς του πρόσφυγα, ενώ η αίτησή του εξετάζεται. Ωστόσο, αυτό δεν θίγει το δικαίωμα του κράτους να εκδιώξει έναν αλλοδαπό του οποίου η αίτηση για το καθεστώς του πρόσφυγα είναι προδήλως καταχρηστική (παρ. 179).
Σχετικά με την αρχή της μη επαναπροώθησης, ο κώδικας συνόρων του Σένγκεν προβλέπει ότι στους υπηκόους τρίτων χωρών που δεν πληρούν όλες τις προϋποθέσεις εισόδου απαγορεύεται η είσοδος στα εδάφη των κρατών μελών με αιτιολογημένη απόφαση, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που αφορούν το δικαίωμα ασύλου και την διεθνή προστασία.
Ως προς την εφαρμογή της Ενωσιακής Νομοθεσίας, κατά το Δικαστήριο, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν την οδηγία περί επιστροφής (2008/115) στους υπηκόους τρίτων χωρών, στους οποίους έχει γίνει άρνηση εισόδου ή που συλλαμβάνονται ή παρεμποδίζονται από τις αρμόδιες αρχές κατά την παράνομη διέλευσή τους στα σύνορα του Κράτους Μέλους από ξηράς, θαλάσσης ή αέρος, και που δεν έχουν λάβει άδεια κυκλοφορίας ή δικαίωμα διαμονής στο εν λόγω κράτος μέλος. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν απλουστευμένες εθνικές διαδικασίες επιστροφής, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 4 της οδηγίας, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της μη επαναπροώθησης (παρ. 182).
Το Δικαστήριο υπογραμμίζει, επίσης, ότι ούτε η Σύμβαση ούτε τα πρωτόκολλά της προστατεύουν το δικαίωμα ασύλου. Η προστασία που παρέχεται περιορίζεται στα δικαιώματα που κατοχυρώνονται σε αυτά, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται ιδίως τα δικαιώματα του άρθρου 3. Η διάταξη αυτή απαγορεύει την επιστροφή οποιουδήποτε αλλοδαπού που βρίσκεται σε ένα από τα συμβαλλόμενα κράτη, για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 1 της σύμβασης, δηλ. σε Κράτος, όπου θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή ακόμη και βασανιστήρια. Αυτή είναι η έννοια της απαγόρευσης της επαναπροώθησης σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης (παρ. 188).
Σε σχέση με την συγκεκριμένη περίπτωση το Δικαστήριο έκρινε ότι:
Ως προς τα συμβαλλόμενα κράτη, όπως η Ισπανία, των οποίων τα σύνορα συμπίπτουν, τουλάχιστον εν μέρει, με τα εξωτερικά σύνορα του χώρου Σένγκεν, η αποτελεσματικότητα των δικαιωμάτων της σύμβασης απαιτεί να παρέχουν αυτά τα κράτη πραγματική και αποτελεσματική πρόσβαση στις διαδικασίες νόμιμης εισόδου στα σύνορα (παρ. 209).
Ωστόσο η Σύμβαση δεν απαγορεύει στα Κράτη κατά την εκπλήρωση της υποχρεώσεώς τους να ελέγχουν τα σύνορα, να απαιτούν την υποβολή αιτήσεων στα συνοριακά σημεία διέλευσης. Ως εκ τούτου, μπορούν να αρνηθούν την είσοδο στο έδαφός τους αλλοδαπών, συμπεριλαμβανομένων αυτών που θα μπορούσαν να ζητήσουν άσυλο, οι οποίοι, χωρίς αποχρώσα αιτία, δεν τήρησαν την νόμιμη διαδικασία, αλλά επεδίωξαν να περάσουν τα σύνορα από διαφορετικό μη προβλεπόμενο σημείο, και ειδικότερα, όπως συνέβη στην προκειμένη περίπτωση, εκμεταλλευόμενοι τον μεγάλο αριθμό τους και με χρήση βίας (παρ. 210).
Έτσι στην προκειμένη περίπτωση το Δικαστήριο πρέπει να διαπιστώσει, εάν οι προσφεύγοντες είχαν πρόσβαση στις νόμιμες διαδικασίες, ώστε να μπουν νόμιμα στην Ισπανία, και αντί να κάνουν χρήση των νόμιμων μέσων, χωρίς δικαιολογημένη αιτία, πέρασαν τα σύνορα με απαγορευμένο τρόπο, εκμεταλλευόμενοι τον μεγάλο αριθμό τους και με χρήση βίας (παρ. 211, 218).
Από αυτήν την άποψη το Δικαστήριο επισημαίνει ότι ο ισπανικός νόμος έδινε την δυνατότητα στους προσφεύγοντες να ζητήσουν να εισέλθουν νόμιμα στο εθνικό έδαφος, είτε με υποβολή αιτήματος χορήγησης βίζα, είτε με υποβολή αιτήματος διεθνούς προστασίας, ειδικά στο διασυνοριακό φυλάκιο Beni Enzar, αλλά επίσης στις ισπανικές διπλωματικές και προξενικές αρχές της χώρας καταγωγής τους ή transit ή ακόμη και στο Μαρόκο. Η διαθεσιμότητα και προσβασιμότητα αυτών των νομικών μέσων εξετάστηκε διεξοδικά στην προκειμένη περίπτωση, κατά την διαδικασία στην Μείζονα Σύνθεση και στο ακροατήριο (παρ. 212).
Το Δικαστήριο επισημαίνει ότι προστατεύει εντός της δικαιοδοσίας του όχι τα δικαιώματα που είναι θεωρητικά και βασίζονται σε εικασίες και υποθετικές καταστάσεις, αλλά τα δικαιώματα που είναι πραγματικά και αποτελεσματικά. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν συνεπάγεται γενική υποχρέωση του Κράτους Μέλους να δέχεται στο έδαφός του πρόσωπα από άλλο Κράτος Μέλος.

[ΣΗΜ.: Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΕΙΝΑΙ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ, ΕΠΟΜΕΝΩΣ Η ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΓΕΝΙΚΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΝΑ ΔΕΧΕΤΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ].

Στην προκειμένη περίπτωση, ακόμη κι αν γίνει δεκτό ότι υπήρχαν δυσκολίες να πλησιάσει κανείς στο συνοριακό πέρασμα της Μαροκινής πλευράς, αυτό πάντως δεν αποδίδεται σε ευθύνη της Ισπανίας (παρ. 221).
Μετά τα ανωτέρω το Δικαστήριο καταλήγει ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν υπήρξε παραβίαση του Άρθρου 4 του 4ου Πρωτοκόλλου. Το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, σύμφωνα με την Ισπανική κυβέρνηση, οι προσφεύγοντες, είχαν τη δυνατότητα να μπουν νόμιμα στο ισπανικό έδαφος από το συνοριακό φυλάκιο Beni Enzar, και συμπληρωματικά είχαν πρόσβαση στις ισπανικές πρεσβείες και προξενεία, όπου σύμφωνα με τον ισπανικό νόμο, καθ’ένας μπορεί να υποβολή αίτημα διεθνούς προστασίας (παρ. 222).

ΣΗΜ.: ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥΝ ΠΟΣΟΙ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΜΠΑΙΝΟΥΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΤΗΝ ΧΩΡΑ ΕΧΟΥΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΣ ΑΠΕΥΘΥΝΘΕΙ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΡΕΣΒΕΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΞΕΝΕΙΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ, Ή ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΤΟΥΣ, Ή ΑΛΛΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ, ΑΠΟ ΟΠΟΥ ΠΕΡΑΣΑΝ, ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΤΗΣΟΥΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΝΟΜΙΜΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ;

Στην προκειμένη περίπτωση το Δικαστήριο δεν πείστηκε, ότι η Ισπανία δεν παρείχε δυνατότητα γνήσιας και αποτελεσματικής πρόσβασης σε διαδικασίες για νόμιμη είσοδο στην χώρα και ότι οι προσφεύγοντες δικαιολογημένα δεν έκαναν χρήση των διαδικασιών αυτών, από αντικειμενικές αιτίες, ευθύνης της Ισπανίας (παρ. 229)

Υπό το φως των ανωτέρω παρατηρήσεων, το Δικαστήριο έκρινε ότι μόνοι τους οι προσφεύγοντες έθεσαν τους εαυτούς τους σε κίνδυνο, με την συμμετοχή τους στην παραβίαση του συνοριακού φράχτη της Μελίγια στις 13 Αυγούστου 2014, εκμεταλλευόμενοι τον μεγάλο αριθμό των μελών της ομάδας και με χρήση βίας. Δεν χρησιμοποίησαν τις υφιστάμενες νομικές διαδικασίες για την απόκτηση νόμιμης εισόδου στο ισπανικό έδαφος σύμφωνα με τις διατάξεις του κώδικα συνόρων του Σένγκεν σχετικά με τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων του χώρου Σένγκεν. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι προσφεύγοντες, αν πράγματι επιθυμούσαν να διεκδικήσουν δικαιώματα δυνάμει της Συμβάσεως, δεν χρησιμοποίησαν τις επίσημες διαδικασίες εισόδου που υφίστανται για τον σκοπό αυτό και συνεπώς η κατάσταση που δημιουργήθηκε ήταν συνέπεια της δικής τους συμπεριφοράς. Συνεπώς, δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 4 του Πρωτοκόλλου αριθ. 4 αλλά ούτε και του άρθρου 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.) (παρ. 231, 243-244).

ΣΗΜ.: ΜΕ ΑΛΛΑ ΛΟΓΙΑ, ΑΦΟΥ Η ΙΣΠΑΝΙΑ ΠΑΡΕΙΧΕ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΝΟΜΙΜΗΣ ΕΙΣΟΔΟΥ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΤΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ, ΧΩΡΙΣ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΑΙΤΙΑ ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΕΥΘΥΝΗ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ, ΔΕΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑΝ ΤΗΝ ΝΟΜΙΜΗ ΟΔΟ, ΑΛΛΑ ΕΠΕΛΕΞΑΝ ΝΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΟΥΝ ΝΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΤΟΝ ΦΡΑΧΤΗ ΚΑΤΑ ΜΕΓΑΛΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΚΑΙ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΒΙΑΣ, ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΕΥΘΥΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΠΕΡΙΗΛΘΑΝ.
ΚΑΙ Η ΙΣΠΑΝΙΑ, ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΕΠΕΣΤΡΕΨΕ, ΔΕΝ ΠΑΡΑΒΙΑΣΕ ΤΗΝ Ε.Σ.Δ.Α.


Σημ: Οι αριθμοί των παραγράφων παραπέμπουν στην απόφαση.

ΟΛΗ Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΔΩ.

ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 14.2.2020.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ κείμενα της Μ. ΒΕΡΓΟΥ, ΕΔΩ.

ΛΕΞΕΙΣ: επαναπροωθηση, παρανομα εισερχομενοι, ευρωπη, παραβιαση, Ευρωπαικη Συμβαση Δικαιωματων του Ανθρωπου, ΕΣΔΑ,Ευρωπαικο Δικαστηριο Ανθρωπινων Δικαιωματων, Βεργου, ΕΔΔΑ, 2020, Ισπανια, Μαροκο, Μελιλα, Μελιγια, Μελιλια, Αφρικη, Πρωτοκολλο, φραχτης, μεταναστες, μεταναστευτικο, προσφυγες, προσφυγικο, Σισιλιανος, συνθηκη Σενγκεν
Share on Google Plus

About ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

    ΣΧΟΛΙΑ
    ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ