Η ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΚΡΟΡΑ ή ΚΡΩΡΑ (νυν Στεφάνη Βοιωτίας), είναι γνησίως ελληνική – και όχι αλβανική - του Ευ. Δημοπούλου


Η ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ
ΚΡΟΡΑ ή ΚΡΩΡΑ
(νυν Στεφάνη Βοιωτίας),
είναι γνησίως ελληνική
και όχι αλβανική

Του Ευ. Δημοπούλου
ΓΕΝ. ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΟΥ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΕΩΣ

Κρόρα ή Κρώρα ονομάζεται χωρίον τι προς τα Βοιωτικά όρια κείμενον, εγγύς των Θηβών.


Κατέστη γνωστόν εκ της εις το χωρίον τούτο συγκεντρώσεως των υπό των Κ.Κ.Ε. κατά το Δεκεμβριανόν κίνημα του 1944 συλληφθέντων και μεταχθέντων εκεί εθνικοφρόνων και φιλησύχων Αθηναίων και των πέριξ χωρίων πολιτών. Η λέξις Κρόρα ή Κρώρα πόθεν ετυμολογείται;

Η λέξις Κουρόρα προέρχεται εκ του Αλβανικού τύπου Koronë, ενάρθρως δέ Korona, όπερ σημαίνει στέμμα, και εις την νεοελληνικήν γλώσσαν λέγεται «κορώνα» ενώ υπό τον τύπον Kororë, ή Krorë και Kurorë σημαίνει «στέφανα γάμου» και ουχί ως ισχυρίζεται ο κ. Σαρής εις την μελέτην του «τοπωνύμια Αττικής» (Περιοδ. Αθηνά τομ. Μ. 131 Μ.A. 120): στεφάνην όρος.

Η Αλβανική λέξις Coronë προήλθεν εκ της Λατινικής λέξεως Corona = στέμμα, στεφάνι, διάδημα (ταινία). Αι Λατινικαί λέξεις Corona, Cornu = κέρας Corneus: κεράτινος, και αι Ελληνικαί «κράνος, Κρόνος, κέρας, κρανίον, κράνα» C Δωριστί) κρήνη (Αττ) = κεφαλή, κραναός κρόσσαι, κρόταφος, κορώνη, κόρος κλπ. έχουσι την προέλευσίν των εκ της Πελασγικής γλώσσης και δη εκ Πελασγικού τινός ρήματος, όπερ ως ρήμα μεν σημαίνει: συνάπτω δύο όμοια, συνδέω, ως ουσιαστικόν δε σημαίνει: η κορυφή, η αιχμή, το άκρον, το ύψωμα ως και παν οστεώδες ή σκληρόν πράγμα.
Ο Δ. Στουραΐτης ισχυρίζεται ότι η λέξις «Κρόρα ή Κρώρα», ονομασία του χωρίου, προήλθεν εκ της λέξεως «Κρουνός» δια της μετατροπής του εις ν, διότι εις το χωρίον αυτό, ως λέγει, υπάρχουν τρείς «κρουνοί».
Καθ’ ημάς οι «Κρουνοί» ουδεμίαν σχέσιν έχουσι με την ονομασίαν του χωρίου «Κρόρα». Εάν παραδεχθώμεν, έστω και προς στιγμήν, ότι η λέξις αύτη έχει σχέσιν τινά με την λέξιν «Κρουνοί», έδει τότε άλλως να ονομάζηται το χωρίον, διότι «κρουνός» δεν είναι ο στρόφαλος, δι’ ού ρυθμίζεται το χεόμενον ύδωρ, αλλά η πρώτη πηγή αναβλύσεως ύδατος, ήτις Αλβανιστί καλείται Kro ή Kru, ενάρθως δέ Kro-i ή Kros και Krua και εις τον πλθ. αριθ. Kronieze, όπερ ερμηνεύεται βρυσάκια ή βρύσες. Το χωρίον ως έχον, κατά την μαρτυρίαν του τρεις βρύσες «κρουνούς» θα εκαλείτο κανονικώς Κρόνιζα και ουχί Krora. Η πηγή ή βρύση αναλόγως του τόπου, εξ ού πηγάζει και αναβρύει αύτη λαμβάνει και την ονομασίαν της π χ. εάν το ύδωρ αναβρύη κάτωθεν πέτρας ή βράχου ονομάζεται Αλβανιστί Curr ή Gurê (Meyer alb. Wörterbuhn) και κατά παράφρασιν Ελληνιστί «Κούριζα ή Κούρζα ή Γκούρα». Ονομασίας τοιαύτας πηγών ή βρυσών έχομεν εις πολλά μέρη της Ελλάδος ως π.χ. εις το Πέτα, βρύση τις απέχουσα του χωρίου ½ ώρας και έχουσα ψυχρόν και διαυγές ύδωρ, διότι αναβρύει κάτωθεν βράχων, είναι γνωστή με το όνομα «Κούρζα». Τοποθεσία τις κειμένη επί κορυφής παραφυάδος του Κιθαιρώνος, άνωθεν των Βιλλίων Κιθαιρώνος, διότι εξ αυτής αναβρύει ύδωρ λίαν ψυχρόν και διαυγές, είναι γνωστή ως «Γκούρα».
Αι Αλβανικαί λέξεις Kro ή Kru και Gurr ή Gurê προήλθον εξ Ελληνικών λέξεων. Η Kro ή Kru προέρχεται εκ της Ελληνικής ρίζης  κρη ή κρο ή κρα ή κρυ, εξ ών αι Ελληνικαί λέξεις: κρήνη, κράνα (Δωριστί) κρουνός και κρύος: το «κρύος» = ψυχρός, κυριολεκτείται επί του δροσερού και διαυγούς ύδατος π.χ. κρύο νερό ή απλώς «φέρε μου ένα κρύο» (ένν νερό) και είτα επί άλλων πραγμάτων και επί των ανθρώπων ως π.χ. κρύος = άνθρωπος αδιάφορος. Δια την Gurr ή Gurê αι γνώμαι των ειδικών διίστανται ως προς την προέλευσιν ταύτης. Οι μεν ισχυρίζονται, ότι προήλθεν εκ των Ελληνικών λέξεων «Γρώνη» (ένν πέτρα) = σπήλαιον, κοίλη πέτρα (Νικ. Αλ. 77 Σ.Μ. 241, 52 Lycophr. 20 Anon Lege Cum codice Taurinensi Clxv) και Γρώνος, η, ον = κατατρυπημένος κοίλος (Λυσ. 631.1280) εξ ης και η νεοελληνική λέξις «γούρνα» = λάκκος, κοίλη βαθουλή πέτρα πλήρης ύδατος. Τοιαύται «γούρναι» υπάρχουσιν εις πλείστα χωρία, χρησιμεύουσαι προς πότισιν των ζώων των, οι δε ότι προέρχεται εκ του βενετ. Gorna «γρώνη» Ελληνιστί. Κατά τον Κοραή η λέξις γούρνα προήλθεν εκ του Λατινικού Urna = υδρία (Λεξ. νεοελλ. I. Σταματάκου 625). Καθ’ ημάς εκ της αρχαίας Ελληνικής λέξεως «Γρώνη» και «γρώνος» προήλθον αι λέξεις «γρουνός» «γρουνή» (δηλ. δια της του ω προφοράς ως ου) ως και αι λέξεις γώρνη και γούρνη (δι’ αλλαγής της θέσεως του συμφώνου ρ (αναγραμματισμός). Εκ της λέξεως «γούρνη» προήλθεν η λέξις «γούρνα» (δια τροπής του η εις α). Καθ’ ημάς η Αλβανική λέξις Gurr ή Gurë δεν προήλθεν εκ της Ελληνικής «Γρώνη» αλλά εκ της λέξεως «κρουνός» ήτις σημαίνει την πρώτην πηγήν ύδατος, εξ ης λαμβάνουσι την αρχήν αι πηγαί (Ιλ. X. 147, 208) δια τροπής του Κ εις G. Τούτο είναι τι σύνηθες, διότι το κ είναι το ψιλόν ουρανισκόφωνον άφωνον έχον αντίστοιχον το μέσον γ και το δασύ χ. Εν ταις Ινδο-ευρωπαϊκαίς γλώσσαις το Ελλην. κ εις την Λατ. είναι C (Κ) q, Γοτθ. αρκτικώ Η και (ενίοτε) εν τω μέσω G. Και ούτω δια της τροπής του Κ εις G έχομεν την λέξιν Gurr ή Gurê αντί του Cru ή Cruë.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ για την ΒΟΙΩΤΙΑ, ΕΔΩ.

Η αντικατάστασις της παλαιάς τοπωνυμίας «Κρώρα» δια της λέξεως «Στεφάνη» προήλθε εξ εσφαλμένης ερμηνείας της λέξεως «Κρώρα», διότι εκλαμβάνεται ως Αλβανική.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ επίσης:

Το τοπωνύμιον Κρόρα ή Κρώρα προέρχεται εκ ρίζης Κρο ή Κορ ή Κρι. Εκ της ταύτης προήλθον και αι λέξεις
α) Κόρση, κατά την Αττικήν διάλεκτον Κόρρη και Κόρρα-Δωριστί (εκτεταμ. εκ της ρίζης καρ-κάρα = το παρά το μέτωπον πλαγίως κείμενον μέρος, ο κρόταφος Πολυδ. Β. 32) ή η κεφαλή (Εμπεδ. 307 Νικ. Θηρ. 905)
β) κόρυς = περικεφαλαία
γ) κορώνη = το άκρον καθόλου (Αρτεμιδ. 5,65)
δ) κρόσσαι (Ησύχιος = αι κλίμακες προς ανάβασιν επί των τειχών επάλξεων, αι βαθμίδες, δι’ ων τα οχυρώματα επεξετείνοντο επί της κλιτύος λόφου, ως δύναταί τις να ίδη τοιούτον εις οχυρωμένας πόλεις και τέλος «αι στεφάναι των πύργων»
και
ε) Η ονομασία του αρχαίου χωρίου Κριώα, ού αγνοείται η τοποθεσία. Το ιώτα (ι) της λέξεως Κριώα ατονίσαν εξέπεσε και επροφέρετο η λέξις ως «Κρώα». Συν τω χρόνω ανεπτύχθη λόγω της συνεκφοράς έν δεύτερον ρ μεταξύ των ω και α και εσχηματίσθη ούτω το «Κρώρα». Ούτω δικαιολογείται και η με ω γραφή του χωρίου «Κρώρα».
Το χωρίον πρέπει να ονομασθή «Κρώριον» ή Κρονιάς ή Κορωνιάς ή Κρώα και το υπερκείμενον όρος «Κρώριον ή Κορώνιον ή Κρώον».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ επίσης:

Δια της ονομασίας ταύτης διατηρούμεν ού μόνον την αρχικήν ετυμολογίαν της λέξεως «Κρώρα» ήτις είναι γνησίως Ελληνική - ενώ μετονομάζοντες τα «Κρώρα» εις «Στεφάνην» ως μετωνομάσθη ή εις «Κρουνοί ή Βρύση» κατά Δ. Σταυραΐτην αποδεχόμεθα, ότι άπασαι αι τοπωνυμίαι των πέριξ της Αττικής και αλλαχού της Ελλάδος χωρίων είναι Αλβανικαί ή Σλαυϊκαί ή Βλαχικαί - αλλά και την Ιστορικήν προέλευσιν της τοπωνυμίας Κρώρα. Πιθανώς κάτωθεν της τοπωνυμίας ταύτης να διατηρείται η εκ των πραγμάτων προέλευσίς της. Τούτο θα το λύση η αρχαιολογική σκαπάνη και η επισταμένη εξέτασις του εδάφους και της τοποθεσίας του χωρίου από στρατιωτικής απόψεως εν σχέσει προς τα πέριξ.

ΠΗΓΗ: ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ 1961. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 2.1.2020.

ΛΕΞΕΙΣΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ, ΧΩΡΙΟ ΚΡΟΡΑ, ΚΡΩΡΑ, Στεφανη Βοιωτιας, ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ, Θηβα. ΚΚΕ, Δεκεμβριανο κινημα 1944, Δεκεμβριανα, Αθηναιοι, ετυμολογια, Κουρορα, στεμμα, κορωνα, στεφανα γαμου, Σαρης, τοπωνυμια Αττικης, ορος στεφανη, αλβανικη λεξη, λατινικα, διαδημα, ταινια, κερας, κερατινος, κρανος, Κρονος, κρανιο, κρανιον, κρανα, δωριστι, κρηνη, κεφαλη, κραναος κροσσαι, κροταφος, κορωνη, κορος, Πελασγικη γλωσσα, Πελασγικα, συναπτω, συνδεω, κορυφη, αιχμη, ακρον, υψωμα, Στουραιτης, Κρουνος, στροφαλος, υδωρ, πηγη αναβλυση, αλβανιστι κρο, κρου, βρυσακι, βρυση, Κρονιζα, Μαιερ, Κουριζα, Κουρζα, Γκουρα, Πετα, Κιθαιρωνας, Βιλλια Κιθαιρωνος, κρη, κρα, κρυ, κρυος, ψυχρος, Γρωνη, πετρα, σπηλαιο, κοιλη πετρα, γρωνος, τρυπα, κοιλος, γουρνα, λακκος, Κοραης, υδρια, Σταματακος, Λεξικο Σταματακου, γρουνος, γρουνη, γωρνη, γουρνη, αλβανικα, ψιλο ουρανισκοφωνο αφωνο, Ινδοευρωπαικες γλωσσες, Γοτθικα, Κορ, Κρι, Κορση, Αττικη διαλεκτος, Κορρη, Κορρα, καρα, κορυς, περικεφαλαια, κορωνη, ακρο, κλιμακα, τειχος, επαλξεις, βαθμιδα, οχυρωση, πυργος, Κριωα, Κρωα, Κρωριον, Κρονιας, Κορωνιας, Κρωα, ορος Κρωριον, Κορωνιον, Κρωον, Κρωριο, Κορωνιο, Κρωο
Share on Google Plus

About ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

    ΣΧΟΛΙΑ
    ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ