Μασάλια Μαναστηριώτκα
στο γλωσσικό ιδίωμα των Μοναστηριωτών
επαρχίας Καβακλή,
της Ανατολικής Ρωμυλίας
Θράκης
Του Δἠμου
Γκανίδη,
απ’ το Νέο Μοναστήρι
Χρόνια πουά Πατριώτοι!!
Ούλου ιτσιά αστουχιούμι πιρνά
η ώρα κι ύστρας δέχουμι σκληρή κριτική. Ούτι ίχνους ιπιείκειας!!
Ιγώ όμους δα του βάου του
μασαούδι, μι ουμούτι να μη σας καταλαντίσου στου διάβασμα!!
Ιέουα ιδώ Δημούδι ισύ
μ΄αφκράζισι, ιέουα να σι πού ιστουρίις.
Ούλου τσιάνα μι ΄λιγιν ι
πάππους μ΄ ι Δήμους.
Ιστουρίις που μι σ΄
πιρισσότιρις δάκρυζιν χεμ, αμά χάλιβιν να σ΄ ξέρουμι κι να σ΄ λιέμι κι μείς.
Πουλύ ζόρκα ΄κείνα τα χρόνια
για ουλνούς, δεν ήταν μαναχά η αγουνία τ΄ς να ιξασφαλίσ΄ν του καθημιρνού φαΐ ια
τ΄ν οικουγένεια, είχαν κι σ΄ ντουσμάντις, σ΄ αρρώστειις που θέρζαν τουν κόσμουν
νο σ΄ όρθις.
Αρρώστινιν η κόσμους κι
ξέϊρνιν σ΄ στράτα απ΄ τ΄ν αρρώστια κι ούλοι χάλιβαν να βρούν, απ΄ τίου μάτι
ματιάσκιν.
Μ ΄φτό του μάτι μπακ ήταν η
χειρότιρους ντουσμάν΄ς ια ουλνούς.
Μι μαϊλίκια κι ξιμάτιασμα
ιένουνταν οι θεραπείις πουλλές φουρές.
Ιατροί καπ΄ κι που απού
κάνας, φάρμακα λιγούτσκα, κανιά χάπια, κανιά ανέσα, έδινιν η ιατρός ντα τουν
ίβρισκις.
Κι αφού δεν ΄ταν ιατροί,
οράδα βρίσκουνταν πρακτικοί ιατροί κι νουσουκόμις.
Πρακτικός “ορθουπεδικός” ζ΄
πιριουχή μας, ηταν η ονουμαστός Μπούχρας απ΄ν΄ Αγόριαννη κουντά στου τσιαμάσι.
Χαμνός πουλύ, τσιακ απ΄ τ΄ν
Αθήνα είχιν πιλατεία
Κανγκούρτζις του χέρι η του
πουδάρι, σι πουνούσιν η μέση ή η ουάκρους, στου Μπούχρα πήγινις.
Σ΄ έδινιν ενα πουτηρούδι
τσίπουρου, κάτι νο τ΄σημιρνή μέθη, σι πατούσιν ένα στραγγούλζμα η ζούλγμα στου
πουνημένου κι έτμους.
Στου χουριό μας είχαμι μόνι
νουσουκόμα πρακτική για ούλα, τ΄ μπάμπου τ΄ν Κύρου, π΄τα θκά μας τα Τρίκαλα αμά
ήταν παντριμένη στου χουριό μας.
Ηταν σι μας μι απόσπασ΄,
είχιν ουργανκή θέση στου χουριό τ΄ς!!
Είχαμι όμους κι ιατρό στου
χουριό τουν νιαρό τότι Γώγου π΄ τουν Δουμουκό που έριταν νιάφρα τ΄ν βδουμάδα κι
εξέταζιν στ΄ αγρουτικού ιατρείου.
Νιάφρα αρρώχστιν κι ι Λιόκας,
απ΄ ήταν μπαμπάτσκους κι π΄ σ΄ τιλιφταίοι π΄ έβγανιν του σιαλβάρι κι του ζνάρι.
Κι αρρώχτσιν χαμνά, πρίσκιν
κι τουν πουνούσιν η γκρίτσκους , ανάσα δεν μπουρούσιν να πάρει κάϊρι, αμά στουν
ιατρό δε χάλιβιν να πάει.
Ι ιατρός ούλου ανέσεις έδινιν
κι ΄φτος φοβάταν σ΄ ανέσεις κι μόνι που του βγάριαζιν χαμνά ιένιταν.
Ιπέμινιν όμους η Ρώτου η κυρά
τ΄, ιατί τουν ίγλιπιν ούλου κι χειρότιρα, δεν άκουιν κι καγκάνα, να μη παένει
στα πρόουατα κι κρυιώνει κόμα πουλύ κι ιένιτι χειρότιρα.
Μι πουλλή τζιβαλιά η Ρώτου
τουν κατάφιριν να πάει στουν ιατρό.
Ντά ΄φτανειν κουντά στου
ιατρείου τουν έριταν να του κόψει πέρα να φύβγει, αμά τουν κρατούσιν μι του
ζόρι η Ρώτου!
Μι του ζόρι έφτασιν στου
ιατρείου, συβαίνει μέσα, τουν καλμηρνά η ιατρός.
Καλώς τον Κύριο Γιώργο.
΄Αφκι τα καλμηρίζματα ιατρέ
κι δώσι μι καννιά χάπια να πιού ιατί χαμνά ίγκα!
Να σε εξετάσω πρώτα κύριε
Γιώργο!!
Τι α εξιτάϊ΄ς εε, ΄φου δε
γλέπ΄ς, δε μπουρού ούτι να ΄νασάνου!!
Τότε θα χρειαστείς αντιβίωση
ενέσιμη!
Τα ΄κούει ι Λιόκας
κιτίρνιασιν π΄ τουν φόβου ΄τ κι ΄ταν έτμους να του κόψει πέρα, τον κράτσιν πάλι
η Ρώτου.
Κάτσι ε Λιόκα δεν απκάειιζ ια
του καουό σ΄ είνι τζιάναμ!!
΄Ελα γύρνα, κατέβασε το
παντελόνι, ια τέτοιου του ΄γλιπιν ι ιατρός του σιαλβάρι, να κάνουμε την ένεση
και θα είσαι καλύτερα αμέσως, λέει ο γιατρός.
Κόθι ι Λιόκας τουν κώου τ΄,
έκαμιν τ΄ν ανέσα η ιατρός, τσιούρξιν απ΄τουν πόνου ι Λιόκας, τμάσκιν να φύβγει
κι ταμάν μπουσιάντσιν, τουν λιέει η Ιατρός.
Σε δύο μέρες, θα κάνεις μια
ένεση ακόμη και την άλλη εβδομάδα που θάρθω, θα κάνουμε και την τρίτη και
τελευταία δόση, αλλά όμως πρέπει να πέσει λίγο και η κοιλιά για το καλό σου.
Του τιλιφταίου έκαμιν οτι δεν
τ΄ άκσιν, αμά τουν έζουσαν τα φίδια τουν Λιόκα ια τ΄άου, κόμα δυό ανέσεις μάνα
μοόου, πως ι να τα ΄ντέξει!!
Σκέφτιταν ότι τ΄ν δεύτιρη η
να τ΄ν κάμει η μπάμπου Κύρου, που καγκάνας άντρας δεν χάλιβιν να πάει ιατί σ΄
παίδιβιν χαμνά.
Είδιν η Λιόκας ότι τ΄ν άλλη
τ΄ μέρα ήταν καλύτιρα, λιέει παγάλια μη πάου σ΄ν Κύρου, να μι ξιμπιρδέψει ΄φτη
η χαμνή.
Πιρνούν δυό μέρις, κινά η
Ρώτου.
Μ΄ αϊντι Λιόκα, δα πάμε σ΄ν
μπάμπου τ΄ν Κυρου ια τ΄ν ανέσα τζιάναμ;
Αφκι μι τζιάναμ, ΄γω νια χαρά
είμι!!
Κίντσιν παλι τζιαβαλιά η
Ρώτου κι μι τα πουά τουν κατάφιριν.
Παέν΄ μαζί στου σπίτι σ΄ν
Κύρου, αμά είχιν άουν μέσα κι καϊτηρούσαν στου ξιστρόχι.
Ι τόπους δεν τουν χουρούσιν.
Ικει που πήγινιν κι έριταν η Λιόκας γλιέπει νιά γκαζιρούδα σ΄ν άκρα κάτι να
βράζει.
Τηρά καουά, κι τι γλιέπει,
νιιιά τρανή σύριγγα κι νιιιά χουντρή βιόνα μάννα μοόου, παταγώθκιν κι άσπρισιν
νο του μάρμαρου!
Ιμένα τμάζιτι να σαμπλατίσει
μι τουτινά τ΄βιόνα άτζιπα; Ριτσίνιασιν κι κίντσιν να φύβγει, δεν πρόλαβιν
όμους.
Μπίτσιν κι βήκιν όξου η Κύρου,
τουν φουνάζει , ιέουα Λιόκα μέσα κουσκούνκα, αϊντι να μπιτίζουμι τουν λιέι.
Σιβαίνει μέσα η Λιόκας
κάτασπρους κι μι τ΄ν ανάσα τ΄κουμμένη απού ντίπ.
Βγάνει του ζνάρ΄ς τουν λιέει.
Τια κάμου λιέει; Αντι τζιάναμ
κάμει μι δα τ΄ν ανέσα να φύβγου ιατί δεν αντέχου τ΄λιέει.
Βγάνει του ζνάρι κι κατέβασι
του παλιουσιάλβαρους κι του βρακί, ιατί αλλιώς δε ιένιτι ανέσα τουν ξαναλιέι.
Τι α κάμει κι Λιόκας
σκιάθκιν, κίντσιν ν΄αγρεύει χεμ η μπάμπου, ξυτλίγει του ζνάρι κι τνάζιτι η κλιά
νο ιλατήριου, ιατί τ΄ είχιν τλίξει του ζνάρι μι βαθά ανάσα, ια να τουν μαζώνει
τ΄ν κλιά κι να μη φαίνιτι.
Βγάνει του σιαλβάρι κι τηρά
μι δάκρα τ΄ν Κύρου, να τμάζει τ΄ν ανέσα μι τ΄ χουντρή τ΄ βιόνα.Τιου σκιάξιμου
πάτσιν δε λιέειτι, να του έκουφτις ιόμα δε ι να βγάνει.
Κατιβάζει κι του βρακί, τουν
γλέπει η Κύρου, γκρουώνει τα μάτια κι χιρνά.
Μπιιιίι Λιόκα τιου χουντρά
κουλιά είνι ΄φτα εϊ!! Μάνα μοοου χουντρά κουλιά!!
Μπίτζι μουρή, δα λιγουθμίσου,
δεν αντέχου άουου, μπίτζι σι λιέου.
Μπιιιίι Λιόκα, κουλιά είνι
ταταϊά τα σουμούνια εϊ; Μ΄πόθιν να χειρίσου κι προς να κάμου εϊ.
Τουν τραβά νια ανέσα, νο να
πολιμούσιν ακόντιου!
Τσιούρξιν ι Λιόκας π΄τουν
πόνου, αμά άλφρας δεν ξαναπάτσιν ζ΄ ν Κύρου!
ΠΗΓΗ: Ανατολική Ρωμυλία Έβρου, 20.4.2020. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ,
20.4.2020.
ΛΕΞΕΙΣ: Μασαλια Μαναστηριωτκα, Μασαλια Μοναστηριωτκα, γλωσσικο ιδιωμα των Μοναστηριωτων, Καβακλη, Καβακλι, Ανατολικη Ρωμυλια, Θρακη, Γκανιδης, Νεο Μοναστηρι, Μοναστηριωτες
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook