Ο επαναπατρισμός των πολιτιστικών αγαθών ως διεθνές έθιμο – Επανένωση Μνημείων και τα Γλυπτά του Παρθενώνα - της Μ. Αν. Βέργου

Ο επαναπατρισμός

των πολιτιστικών αγαθών

ως διεθνές έθιμο

Επανένωση Μνημείων

και τα Γλυπτά του Παρθενώνα 


 

Της Μαρίας Αν. Βέργου

Δικαστικής Πληρεξουσίας Α’ Νομικού Συμβουλίου του Κράτους

Υποψηφίας Διδάκτορος Νομικής

Ομιλία στην επιστημονική εκδήλωση
«Ο Επαναπατρισμός Πολιτιστικών Αγαθών και τα Γλυπτά του Παρθενώνα»,

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, 7 Ιουνίου 2019 


Πρώτη δημοσίευση στο ΝΟΜΙΚΟ ΒΗΜΑ

τόμος 68/2020, τ.6 Αύγουστος - Σεπτέμβριος 2020, σελ. 1224-1237.

 


Α. ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗ

1. Οι Πολιτιστικοί Θησαυροί υπήρξαν θύματα καταστροφής και παράνομης διακίνησης κατά τη διάρκεια πολέμων και ένοπλων συγκρούσεων, από την αρχαιότητα - με πιο γνωστή την λεηλασία πολιτιστικών αγαθών από τις ρωμαϊκές δυνάμεις κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής κατάκτησης και της λεηλασίας της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους -, έως τους πρώτο και δεύτερο Παγκοσμίους Πολέμους, την εισβολή στη Βόρεια Κύπρο, τον πόλεμο του Κόλπου και τον πόλεμο της Συρίας. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των Αλόγων της Χίου, τα οποία υπέστησαν την διαδρομή Χίος-Ρώμη-Βυζάντιο-Κωνσταντινούπολη-Βενετία-Ρώμη-Βενετία και σήμερα κοσμούν την πλατεία του Αγίου Μάρκου στην Βενετία.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της UNESCO "... Μαζί με το λαθρεμπόριο ναρκωτικών και όπλων, η μαύρη αγορά των αρχαιοτήτων και του πολιτισμού αποτελεί μία από τις πλέον σταθερές παράνομες εμπορικές δραστηριότητες παγκοσμίως". Όσον αφορά στις ηλεκτρονικές αγορές, εκτιμάται ότι το 80% των 100.000 αρχαιοτήτων που διατίθενται ηλεκτρονικά δεν έχουν καταγεγραμμένη προέλευση – το οποίο σημαίνει ότι είναι πιθανώς λεηλατημένες ή κίβδηλες. Σύμφωνα με την έρευνα, τα αντικείμενα αυτά έχουν συνολική αγοραστική αξία άνω των 10 εκατομμυρίων δολαρίων. Οι λεηλασίες του ISIS στη Μέση Ανατολή τα τελευταία χρόνια, διοχετεύοντας παράνομα αντικείμενα στην αγορά και προσφέροντας την εύκολη πρόσβαση στα αρχαία μέσα από το Facebook, το WhatsApp, το eBay και το Amazon, συνέβαλαν στην αύξηση των κίβδηλων και λεηλατημένων αρχαιοτήτων. Οι αρχαιότητες σε όλο τον κόσμο έχουν υποστεί εκτεταμένες καταστροφές.

2. Υπό το φως αυτών των θεμελιωδών αρχών, το Διεθνές Δίκαιο για την Προστασία και την Επιστροφή Πολιτιστικών Θησαυρών έχει ιδιαίτερα εξελιχθεί κατά τον 20ό αιώνα, καλύπτοντας όλες τις περιστάσεις κατά τις οποίες μπορεί να κινδυνέψει η Πολιτιστική Κληρονομιά, κατά τη διάρκεια ενόπλων συγκρούσεων εν γένει ή σε καιρό ειρήνης.

3. Oι αρχές προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς και του επαναπατρισμού των πολιτιστικών αγαθών έχουν ήδη αποκρυσταλλωθεί και εκφράζονται όχι μόνο σε μεγάλο αριθμό πολυμερών Συνθηκών, αλλά και σε πολυάριθμες διμερείς συμφωνίες, σε πολλές εθνικές νομοθεσίες, στη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, στις Αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών και του Συμβουλίου της Ευρώπης, στις συστάσεις της Διακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO για την προώθηση της επιστροφής πολιτιστικών αγαθών, καθώς και στους κώδικες δεοντολογίας των Μουσείων και των εμπόρων. Παράλληλα με τα προαναφερθέντα νομικά εργαλεία, έχουν εκδοθεί δικαστικές αποφάσεις σχετικά με την επιστροφή πολιτιστικών αγαθών, ενώ αυξάνονται συνεχώς οι περιπτώσεις επαναπατρισμού, είτε μέσω της διπλωματίας είτε και εθελοντικά.

4. Κατά τα τελευταία χρόνια οι αρχαιότητες εμπλέκονται με την τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα. Οι πολιτιστικοί θησαυροί χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων τρομοκρατικών ομάδων στο Ιράκ και τη Συρία, όπως αναγνώρισε το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στα Ψηφίσματά του 2199 (2015), 2253 (2015), 2322 (2016), 2347 (2017), 2368 (2017), τα οποία καταδικάζουν την καταστροφή της Πολιτιστικής Κληρονομιάς στο Ιράκ και τη Συρία, ιδίως από τον ISIL και τον ANF, και υπογραμμίζουν την υποχρέωση όλων των κρατών μελών να εμποδίζουν το εμπόριο πολιτιστικών αγαθών του Ιράκ και της Συρίας, καθώς και άλλων αντικειμένων αρχαιολογικής, ιστορικής και θρησκευτικής σημασίας, που έχουν εξαχθεί παράνομα και να εξασφαλίζουν την ενδεχόμενη ασφαλή επιστροφή τους στον ιρακινό και συριακό λαό. Τα δε Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών δεσμεύουν τα Κράτη –Μέλη του Οργανισμού.

5. Τα κράτη σε όλο τον κόσμο έχουν κάνει χρήση όλων των υπαρκτών νομικών εργαλείων και της διπλωματίας, για να δείξουν την πεποίθησή τους ότι οι πολιτιστικοί θησαυροί πρέπει να επιστρέψουν στη χώρα τους και τους λαούς καταγωγής τους, οι οποίοι τους δημιούργησαν και τους θεωρούν τμήμα της πολιτιστικής τους ταυτότητας. Οι διοικητικές πράξεις ή συμπεριφορές, ιδίως στον διπλωματικό τομέα, οι εθνικές νομοθεσίες, οι πράξεις της δικαστικής εξουσίας και οι διεθνείς και διμερείς συνθήκες, όπως συμπληρώθηκαν με κανόνες ήπιου δικαίου και κατευθυντήριες γραμμές, που εκτίθενται στην παρούσα μελέτη, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι έχει διαμορφωθεί κρατική πρακτική επαναπατρισμού πολιτιστικών θησαυρών. Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται από την έκρηξη του επαναπατρισμού πολιτιστικών θησαυρών τα τελευταία χρόνια.

 

Β. ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΘΙΜΟ

6. Το άρθρο 38 (1) (β) του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης ορίζει το διεθνές έθιμο ως «γενική πρακτική που γίνεται δεκτή ως νόμος». Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έχει υποστηρίξει κατηγορηματικά ότι «για να θεμελιώσει έναν διεθνή εθιμικό κανόνα, πρέπει να ελέγξει την πρακτική και την πεποίθηση δικαίου των κρατών.

7. H κρατική πρακτική επαναπατρισμού πολιτιστικών αγαθών, συμπεριλαμβανομένων ειδικότερα των κρατών, των οποίων τα συμφέροντα επηρεάζονται, είναι και εκτεταμένη και κατά βάση ομοιόμορφη, ώστε αναγνωρίζεται ότι οι επαναπατρισμοί βασίζονται σε κανόνα δικαίου και συνιστούν νομική υποχρέωση των κρατών. Αυτή η πρακτική έχει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία, τα οποία επιτρέπουν να θεωρηθεί ως διαδικασία παραγωγής εθιμικού δικαίου, δηλαδή: α. Διάρκεια: Από πολλές δεκαετίες, οι διεθνείς συνθήκες και οι διμερείς συμφωνίες, οι εθνικές νομοθεσίες, οι αποφάσεις του δικαστηρίου και η διπλωματική διαδικασία, καθώς και η πρακτική των διεθνών οργανισμών συμπίπτουν στην ίδια αρχή, στην υποχρέωση επιστροφής των πολιτιστικών θησαυρών στη χώρα και τους λαούς καταγωγής τους. β. Γενικότητα, σταθερότητα και ομοιομορφία: Η πρακτική αυτή υιοθετείται, με διάφορες εκφάνσεις και εκδηλώσεις, από το σύνολο των κρατών εξαγωγής και εισαγωγής πολιτιστικών αγαθών, των οποίων τα συμφέροντα επηρεάζονται, σε όλες τις ηπείρους και με χρήση κάθε είδους νομικών εργαλείων, πραγματοποιούνται δε σε ένα γενικότερο πλαίσιο. Περαιτέρω, υπάρχει αδιαμφισβήτητη απόδειξη της πεποίθησης δικαίου, ότι η πρακτική των επαναπατρισμών κατέστη υποχρεωτική βάσει ισχυρού νομικού κανόνα, που καθιστά αναγκαίο τον επαναπατρισμό πολιτιστικών θησαυρών και συνεπώς πληρούται η προϋπόθεση της opinio juris sive necessitates. Η πεποίθηση δικαίου εκδηλώνεται σε μεγάλο αριθμό διεθνών και διμερών συνθηκών, εσωτερικών νομοθεσιών και δικαστικών αποφάσεων, αλλά και στο διπλωματικό πεδίο, όπου τα κράτη συμφωνούν οικειοθελώς με αυτούς τους κανόνες και αρχές, γεγονός που αποδεικνύει την παγκόσμια συναίνεση για τη νομιμότητα τέτοιων αξιώσεων. Έτσι, η αρχή του Επαναπατρισμού Πολιτιστικών Θησαυρών στον λαό και τη χώρα προέλευσής τους, έχει καθιερωθεί ως κανόνας του Διεθνούς Εθιμικού Δικαίου.[1] Η καθιέρωση διεθνούς εθιμικού κανόνα έχει ως συνέπεια, ότι ο κανόνας αυτός δεσμεύει και τα κράτη που δεν έχουν ακόμη επικυρώσει τις σχετικές Διεθνείς Συμβάσεις.

 

Γ. ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

8. Ήδη από τα μέσα του 18ου αι. οι συνθήκες προέβλεπαν την επιστροφή των πολιτιστικών αγαθών που λεηλατήθηκαν κατά τον πόλεμο και τον 19ο αι. ήταν δεκτό ότι η λεηλασία έργων τέχνης ήταν αντίθετη στους κανόνες του πολέμου. Βρετανικό Δικαστήριο έκρινε το 1812 ότι αντικείμενα καλλιτεχνικής αξίας προστατεύονται κατά την διάρκεια του πολέμου. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η επιστροφή των πολιτιστικών αγαθών στο τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων. Με την Συνθήκη του Tolentino (1797) τα Παπικά Κράτη έδωσαν στην Γαλλία 100 θησαυρούς από τις συλλογές του Βατικανού και 500 χειρόγραφα από τα παπικά αρχεία. Επίσης τα ηττημένα Ιταλικά Κράτη έδωσαν τα άλογα της Πλατείας του Αγ.Μάρκου στην Βενετία και την Αφροδίτη από την Φλωρεντία (Τα άλογα της Χίου είχαν αφαιρεθεί κλαπεί από τους σταυροφόρους από την Κωνσταντινούπολη, στην οποία είχαν μεταφερθεί από την Χίο). Σε άλλες εκστρατείες ο Ναπολέων πήρε για την Γαλλία αριστουργήματα από την Πρωσία και την Ολλανδία. Μετά την ήττα του Ναπολέοντα (Waterloo in 1815), και την στρατιωτική σύμβαση, αποφασίστηκε να επιστραφούν στα κράτη καταγωγής όλα τα λεηλατημένα πολιτιστικά αγαθά, πολλά από τα οποία ήταν στο Μουσείο του Ναπολέοντα (τωρα Μουσείο του Λούβρου). Πρωτεργάτες αυτής της απόφασης, με την μεγαλύτερη επιρροή, ήταν μέλη της Βρετανικής αντιπροσωπείας (the British Foreign Secretary, Viscount Castlereagli, and the Duke of Wellington). Δεσμεύτηκαν ότι θα επιστραφούν τα έργα και εκπροσώπησαν την Μ. Βρετανία σε συμμαχικές ενέργειες για την επιστροφή των μνημείων στις χώρες καταγωγής τους, αφού και οι δύο εξέφρασαν ότι πρέπει να υπάρχει κοινή θέση προς την κατεύθυνση ότι ο Ναπολέων με τις λεηλασίες είχε παραβιάσει τους διεθνείς κανόνες του πολέμου και της «δικαιοσύνης». Όπως προκύπτει, η Μ. Βρετανία επέμενε στην επιστροφή των αρχαιοτήτων που αφαιρέθηκαν παράνομα από τον Ναπολέοντα, ωστόσο λίγο αργότερα το βρετανικό κοινοβούλιο αγόρασε από τον Έλγιν τα λεηλατημένα από την Ακρόπολη γλυπτά. …

9. Η Σεβασμός των πολιτιστικών αγαθών σε καιρό πολέμου κωδικοποιήθηκε στον American Lieber Code 1863, και στις Συμβάσεις της Χάγης 1899,1907 και 1954, καθώς και στην Roerich Pact των κρατών της Αμερικής 1935. Επιστροφές πολιτιστικών αγαθών προβλέπουν οι συνθήκες των Βερσαλλιών 1919 (άρθρα 245 και 247). Και οι συμμαχικές δυνάμεις εγκαθίδρυσαν το Monuments, Fine Arts and Archives Section (MFAA orMonuments Men’) σε εφαρμογή της London Declaration  1943 για την επιστροφή των λεηλατημένων από τους Ναζί στις χώρες καταγωγής.

10. Σύμφωνα με το άρθρο 41 των κανόνων της Διεθνούς Επιτροπής Ερυθρού Σταυρού (ICRC) για το Διεθνές Ανθρωπιστικό Εθιμικό Δίκαιο με τίτλο "Εξαγωγή και επιστροφή πολιτιστικών αγαθών σε κατεχόμενα εδάφη, «η δύναμη κατοχής πρέπει να εμποδίζει την παράνομη εξαγωγή πολιτιστικών αγαθών από κατεχόμενα εδάφη και να επιστρέφει την παρανόμως εξαχθείσα περιουσία στις αρχές του κατεχόμενου εδάφους».

11. Σύμφωνα με το άρθρο I του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης της Χάγης για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς σε περίπτωση Ένοπλης Σύρραξης της 14 Μαΐου 1954, που ρυθμίζει της επιστροφή των πολιτιστικών αγαθών (Ν 1114/1981 και 3317/2005):

3.  Εκαστον  Υψηλόν συμβαλλόμενον Μέρος αναλαμβάνει να επιστρέψη εις το τέλος των εχθροπραξιών εις  τας  αρμοδίας  αρχάς  του  εδάφους,  το οποίον  είχε  καταληφθή  προηγουμένως,  τα  πολιτιστικά αγαθά τα οποία ευρίσκονται εντός του εδάφους του, εάν τοιαύτα αγαθά είχον εξαχθή κατά παράβασιν της αρχής της πρώτης παραγράφου. Τοιαύτα αγαθά  ουδέποτε  θα κατακρατηθούν ως πολεμικαί επανορθώσεις.

12. Σύμφωνα με το άρθρο 12 της Συνθήκης Ειρήνης μεταξύ των Συμμαχικών Δυνάμεων και της Ιταλίας (1947) «Η Ιταλία θα επιστρέψει στη Γιουγκοσλαβία όλα τα αντικείμενα καλλιτεχνικού, ιστορικού, επιστημονικού, εκπαιδευτικού ή θρησκευτικού χαρακτήρα ... τα οποία, ως αποτέλεσμα της ιταλικής κατοχής, αφαιρέθηκαν μεταξύ 4 Νοεμβρίου 1918 και 2 Μαρτίου 1924 από τα εδάφη που παραχωρήθηκαν στη Γιουγκοσλαβία σύμφωνα με τις συνθήκες που υπογράφηκαν στο Rapallo στις 12 Νοεμβρίου 1920 και στη Ρώμη στις 27 Ιανουαρίου 1924.» Σύμφωνα με το άρθρο 37 η Ιταλία υποχρεώθηκε να «επιστρέψει όλα τα έργα τέχνης, τα θρησκευτικά αντικείμενα, τα αρχεία και τα αντικείμενα ιστορικής αξίας που ανήκουν στην Αιθιοπία ή τους υπηκόους της και μεταφέρθηκαν από την Αιθιοπία στην Ιταλία από τις 3 Οκτωβρίου 1935».

13. Κατά το άρθρο 1, παρ.1 του Πρώτου Κεφαλαίου («Εξωτερική Αποκατάσταση») της Σύμβασης Διακανονισμού των Ζητημάτων που προκύπτουν από τον Πόλεμο και την Κατοχή (1952) «Με την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας θα δημιουργήσει, στελεχώσει και εξοπλίσει έναν διοικητικό οργανισμό ο οποίος θα ... αναζητεί, ανακτά και αποκαθιστά κοσμήματα, ασημικά και έπιπλα αντίκες ... και πολιτιστικά αγαθά, εάν τα αντικείμενα ή τα πολιτιστικά αγαθά κατά την κατάληψη οποιουδήποτε εδάφους, απομακρύνθηκαν από αυτές, από τις δυνάμεις ή τις αρχές της Γερμανίας ή των συμμάχων της ή των μεμονωμένων μελών τους (κατ’εντολήν ή μη), και αποκτήθηκαν με καταναγκασμό κλοπή ή άλλες μορφές κτήσης με την βία».

14. Με την Διασυμμαχική Διακήρυξη κατά των Πράξεων Κατοχής (Λονδίνο 1943) εκφράζεται η πρόθεση των συμμαχικών κυβερνήσεων να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να νικήσουν τις μεθόδους εξόντωσης που εφαρμόζουν τα εμπόλεμα κράτη κατά των χωρών και των λαών στους οποίους έχουν επιτεθεί. Οι κυβερνήσεις που καταρτίζουν τη δήλωση αυτή και η γαλλική εθνική επιτροπή, διατηρούν όλα τα δικαιώματά τους να κηρύξουν άκυρες όλες τις μεταβιβάσεις ή άλλες συμβάσεις που έχουν σχέση με περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα και συμφέροντα οιασδήποτε μορφής που βρίσκονται ή βρίσκονταν στα εδάφη που είναι υπό την κατοχή ή τον έλεγχο των κυβερνήσεων με τις οποίες βρίσκονται σε κατάσταση πολέμου ή ανήκουν ή ανήκαν σε πρόσωπα (συμπεριλαμβανομένων των νομικών προσώπων) που διαμένουν σε αυτά τα εδάφη. Αυτό ισχύει για τις μεταβιβάσεις ή συναλλαγές που έχουν λάβει τη μορφή λεηλασίας ή νομιμοφανών συναλλαγών προφανώς νόμιμων μορφής, ακόμη και αν υποτίθεται ότι πραγματοποιήθηκαν οικειοθελώς.

15. Το 1991 η Γερμανία δήλωσε ότι «δέχεται απολύτως το γεγονός ότι τα πολιτιστικά αγαθά πρέπει να επιστραφούν μετά το τέλος των εχθροπραξιών». Η Γερμανία επέστρεψε πολιτιστικά αγαθά σε όλες τις περιπτώσεις που βρέθηκαν και ταυτοποιήθηκαν, άλλως πλήρωσε αποζημιώσεις στις χώρες προέλευσης. Το 1997, η κυβέρνηση της Γερμανίας επανέλαβε τις αρχές που περιέχονται σε μια γενική δήλωση του 1984, σύμφωνα με την οποία "οι κλοπές και η καταστροφή πολιτιστικών αγαθών από το ναζιστικό καθεστώς καθώς και η απομάκρυνση πολιτιστικών αγαθών από τη Σοβιετική Ένωση κατά τη διάρκεια και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου”. 

16. Η Βρετανική κυβέρνηση σε συνεργασία με το Βρετανικό Μουσείο τον Ιούνιο 2015, έλαβε μέτρα για την προστασία των αρχαιοτήτων που κινδύνευαν από τον ISIS στο Ιράκ με προσωρινή μεταφορά τους στο Βρετανικό Μουσείο και την δέσμευση επιστροφής τους μόλις αυτό θα είναι ασφαλές.

17. Η σημαντικότερη Διεθνής Συνθήκη είναι η Σύμβαση UNESCO Διεθνής Σύμβαση της ΟΥΝΕΣΚΟ - ληπτέα Μέτρα για την Απαγόρευση και Παρεμπόδιση της Παράνομης Εισαγωγής, Εξαγωγής και Μεταβίβασης της Κυριότητος των Πολιτιστικών Αγαθών (Παρίσι, 1970) (Ν.1103/1980) είναι η πρώτη που θέτει τους κανόνες κατά της παράνομης μεταφοράς πολιτιστικών θησαυρών. Αυτή η συνθήκη κρυσταλλώνει το βαθμιαία αναπτυγμένο, μετά τους καταστροφικούς δύο Παγκόσμιους Πολέμους και το τέλος της αποικιοκρατίας, γενική θέση της ανθρωπότητας, ότι η πολιτιστική κληρονομιά όλων των εθνών πρέπει να γίνεται σεβαστή και προστατευμένη και επομένως δεν μπορεί να είναι αντικείμενο παράνομης διακίνησης.

18. Η Κατευθυντήρια Γραμμή 103 της Σύμβασης καταδεικνύει τον τρόπο προσέγγισης των προσυμβατικών παράνομων ενεργειών:

“Όσον αφορά παρανόμως εξαχθέντα, αφαιρεθέντα ή κλεμμένα πολιτιστικά αγαθά που εισήχθησαν σε Κράτος Μέλος πριν την θέση σε ισχύ της Σύμβασης … τα Κράτη Μέλη καλούνται να έλθουν σε αμοιβαία συμφωνία που να είναι σε αρμονία με το πνεύμα και τις αρχές της Σύμβασης λαμβάνοντας υπ’όψιν όλες τις συνθήκες ”.,

Η Κατευθυντήρια 103 εγκρίθηκε στις 18 Μαΐου 2015 στην Συνάντηση των Κρατών Μελών της Σύμβασης.

19. Στο σημείο αυτό αναφέρεται απλώς η Σύμβαση UNIDROIT Σύμβαση του UNIDROIΤ για τα Κλαπέντα και Παρανόμως Εξαχθέντα Πολιτιστικά Αγαθά (Ρώμη, 24 Ιουνίου 1995) (ν. 3348/2005), δεδομένου ότι δεν υπάρχει περιθώριο περαιτέρω ανάλυσής της στην παρούσα ομιλία.

 

Δ. ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

20. Το Δίκαιο Προστασίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων εφαρμόζεται και στον τομέα των πολιτιστικών αγαθών, κυρίως επειδή η πολιτιστική κληρονομιά κάθε έθνους αποτελεί την ταυτότητά του και έτσι η διατήρησή του είναι απαραίτητη για την επιβίωση της ιστορίας και της μνήμης του έθνους. Η ιδέα ότι το δικαίωμα των μελών μιας κοινότητας για την πολιτιστική κληρονομιά αυτής της κοινότητας αποτελεί ανθρώπινο δικαίωμα, το οποίο προστατεύεται από το Δίκαιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ενέπνευσε τη Σύμβαση των Ιθαγενών και των Φυλών της ILO του 1989. Η Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Αυτοχθόνων Λαών (UNRIP) που εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση την Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2007, αναγνωρίζει στο άρθρο. 5 το δικαίωμα των αυτοχθόνων λαών να διατηρούν και να ενισχύουν τους διακριτούς πολιτικούς, νομικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς και πολιτιστικούς τους θεσμούς. Επιπλέον, τα άρθρα 11 και 12 αναγνωρίζουν ένα αυτόνομο δικαίωμα στον επαναπατρισμό ανθρωπίνων λειψάνων των αυτοχθόνων πληθυσμών, ενώ το άρθρο 31 θεσπίζει το δικαίωμα διατήρησης, ελέγχου, προστασίας και ανάπτυξης της πνευματικής ιδιοκτησίας τους σε σχέση με την πολιτιστική αυτή κληρονομιά, τις παραδοσιακές γνώσεις και τις παραδοσιακές πολιτιστικές εκφράσεις ως αναγνωρισμένο προστατευόμενο ανθρώπινο δικαίωμα. Ο Νόμος για την Προστασία της Κληρονομιάς των Αβοριγίνων - Aboriginal και Torres Strait Heritage Protection Act 1984 (Αυστραλία) βασίζεται επίσης στην ιδέα της προστασίας και της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς ως ανθρώπινου δικαιώματος. Ο Νόμος για την Προστασία και τον Επαναπατρισμό των τάφων Ιθαγενών Αμερικανών (NAGPRA), 1990 (ΗΠΑ) θεωρείται ότι ερμηνεύεται και εφαρμόζεται υπό το πρίσμα του Δικαίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.

21. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 της σύμβασης πλαισίου του Συμβουλίου της Ευρώπης για την αξία της πολιτιστικής κληρονομιάς για την κοινωνία, Faro, 27.10.2005, τα δικαιώματα σχετικά με την πολιτιστική κληρονομιά είναι συνυφασμένα με το δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή, όπως ορίζεται στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Επιπλέον, όπως αναφέρεται στο προοίμιο της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα αδικήματα πολιτιστικών αγαθών, Λευκωσία, 19.05.2017, τα συμβαλλόμενα κράτη είναι πεπεισμένα ότι τα διαφορετικά πολιτιστικά αγαθά που ανήκουν σε λαούς αποτελούν μια μοναδική και σημαντική μαρτυρία του πολιτισμού και της ταυτότητας των λαών αυτών και αποτελεί την πολιτιστική τους κληρονομιά. Συνεπώς, η προστασία των πολιτιστικών θησαυρών εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του νόμου περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

22. Έχει υποστηριχθεί ότι «δεδομένου ότι η «ταυτότητα μειονότητας» και η «εθνική ταυτότητα» ορθώς αποτελούν αντικείμενα προστασίας, κατά λογική ακολουθία και η "πολιτιστική ταυτότητα" επίσης προστατεύεται από το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ.[2]  Για την υποστήριξη αυτού του επιχειρήματος, υπενθυμίζεται ότι «Το Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΑΔ) αναφέρεται όλο και περισσότερο σε άλλα νομικά εργαλεία ανθρωπίνων δικαιωμάτων προκειμένου να επιβοηθηθεί στην ορθή ερμηνεία της ΕΣΔΑ και να εξαγάγει αποδείξεις ως προς τα σύγχρονα πρότυπα, κατά την ερμηνεία της Σύμβασης ως «ζωντανό εργαλείο». Έτσι, μπορεί να γίνει αναφορά στο δικαίωμα αυτοδιάθεσης, το οποίο προστατεύεται δυνάμει του άρθρου 1 παράγραφος 1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ICCPR), το οποίο ήδη αναγνωρίζεται ως δικαίωμα κάθε ανθρώπου σύμφωνα με το εθιμικό διεθνές δίκαιο. Το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει αναγκαίως το δικαίωμα των λαών στην πολιτιστική τους ανάπτυξη, στην οποία ενσωματώνεται το δικαίωμα στην πολιτιστική ταυτότητα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος επιστροφής των πολιτιστικών θησαυρών, οι οποίοι συνιστούν σύμβολο της πολιτιστικής ταυτότητας του λαού αυτού (όπως είναι τα Γλυπτά του Παρθενώνα). Κατά συνέπεια, το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ θα πρέπει να ερμηνεύεται κατά τέτοιο τρόπον, ώστε να λαμβάνεται υπόψη το δικαίωμα των λαών για αυτοδιάθεση με ό,τι συνεπάγεται το δικαίωμα αυτό. Έως σήμερα δεν έχει εκδοθεί απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σχετικά με το περιεχόμενο και τη μορφή των θετικών υποχρεώσεων ενός κράτους δυνάμει του άρθρου 8 για την προστασία της πολιτιστικής ταυτότητας των λαών και του δικαιώματος αυτοδιάθεσης και, συνεπώς, για την επιστροφή πολιτιστικών αγαθών, ούτε υπάρχει νομολογιακό προηγούμενο κατά το οποίο η εθνική πολιτιστική ταυτότητα να έχει υιοθετηθεί ως ξεχωριστή αξία που προστατεύεται από το άρθρο 8. Ωστόσο, δεδομένου ότι το ΕΔΔΑ είναι ένα «ζωντανό εργαλείο» [3], το πεδίο εφαρμογής αυτής της διάταξης έχει διευρυνθεί ιδιαίτερα και, ως εκ τούτου, περιλαμβάνει την ανθρώπινη προσωπικότητα εν ευρεία εννοία, ως ανθρώπινο δικαίωμα, που προστατεύεται από τη Σύμβαση. Ως εκ τούτου η πολιτιστική κληρονομιά, ως στοιχείο της ανθρώπινης προσωπικότητας, επίσης προστατεύεται.

 

Ε. ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ

23. Στο Ψήφισμα 2347 (2017) το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ καταδικάζει την παράνομη καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς, την συστηματική εκστρατεία παράνομης ανασκαφής και λεηλασίας της, καθώς και την παράνομη αφαίρεση και διακίνηση πολιτιστικών αγαθών από αρχαιολογικούς χώρους, μουσεία, βιβλιοθήκες, αρχεία, και άλλες περιοχές, κατά την διάρκεια ένοπλης σύρραξης, ιδίως από τρομοκρατικές ομάδες, καθώς και κάθε εμπλοκή αυτών των θησαυρών σε άμεσο ή έμμεσο εμπόριο από το ISIL, το Front of Al-Nusra (ANF) και όλα τα άλλα άτομα, ομάδες, επιχειρήσεις και οργανισμούς που συνδέονται με την Al -Qaida. Το Συμβούλιο Ασφαλείας χαρακτηρίζει τέτοιες ενέργειες ως εγκλήματα πολέμου. Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ τονίζει την πρωταρχική ευθύνη των κρατών μελών για την προστασία της πολιτιστικής τους κληρονομιάς και, ως εκ τούτου, ζητείται από τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα για την πρόληψη και την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης και εμπορίας πολιτιστικών αγαθών. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη πρέπει να απαγορεύσουν το διασυνοριακό εμπόριο τέτοιων παράνομων αντικειμένων, ώστε να επιτρέπουν έτσι την ενδεχόμενη ασφαλής επιστροφή, όταν υπάρχουν εύλογες υποψίες ότι τα αντικείμενα αφαιρέθηκαν κατά την διάρκεια ένοπλης σύγκρουσης, ιδίως από τρομοκρατικές ομάδες, και δεν διαθέτουν σαφώς τεκμηριωμένη και πιστοποιημένη προέλευση. Επιπλέον, φέρουν την υποχρέωση να θεσπίσουν επειγόντως αποτελεσματικά εθνικά μέτρα σε νομοθετικό και διοικητικό επίπεδο για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας πολιτιστικών αγαθών και των συναφών αδικημάτων. Τέτοιο μέτρο είναι και η νομοθετική καθιέρωση των δραστηριοτήτων που μπορούν να ωφελήσουν οργανωμένες εγκληματικές ομάδες, τρομοκράτες ή τρομοκρατικές ομάδες ως σοβαρών εγκλημάτων σύμφωνα με το άρθρο 2 (β) της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά του Διακρατικού Οργανωμένου Εγκλήματος. Περαιτέρω, σε επαρκή συνεργασία με το UNODC, την UNESCO και την INTERPOL, τα κράτη οφείλουν να υιοθετήσουν σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις και να επιβάλουν τη δικαστική συνεργασία και άλλα πιθανά μέτρα για τον σκοπό αυτό (παράγραφοι 5, 8, 9, 11), καθώς επίσης και για την επιστροφή ή τον επαναπατρισμό παρανόμως εξαχθέντων ή εισαχθέντων, κλεμμένων, λεηλατημένων, παρανόμως ανασκαφέντων ή διακινηθέντων πολιτιστικών αγαθών (παράγραφος 12).

24. Το Ψήφισμα 2368 (2017), του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στις 20 Ιουλίου 2017 επαναλαμβάνει τις ανωτέρω διατάξεις, καταδικάζει την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς στο Ιράκ και τη Συρία, ιδίως από τα ISIL και ANF, υπενθυμίζει την απόφασή του ότι όλα τα κράτη μέλη θα λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για να εμποδίζουν την παράνομη μετακίνηση των πολιτιστικών αγαθών του Ιράκ και της Συρίας και άλλων αντικειμένων αρχαιολογικής, ιστορικής, πολιτιστικής, σπάνιας επιστημονικής και θρησκευτικής σημασίας και να εξασφαλίσουν την ενδεχόμενη ασφαλή επιστροφή τους στον ιρακινό και συριακό λαό (προοίμιο, παράγραφος 8).

Τα Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ δεσμεύουν τα Κράτη Μέλη του Οργανισμού.

25. Η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών με το ψήφισμά της 69/196 της 18ης Δεκεμβρίου 2014 ενέκρινε τις διεθνείς κατευθυντήριες γραμμές για την πρόληψη του εγκλήματος και την ποινική δικαιοσύνη στον τομέα της εμπορίας πολιτιστικών αγαθών και άλλων συναφών αδικημάτων. Η κατευθυντήρια γραμμή 46 με τίτλο "Επιστροφή, αποκατάσταση ή επαναπατρισμός" καλεί τα κράτη να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για την ανάκτηση πολιτιστικών αγαθών που έχουν αποτελέσει αντικείμενο εμπορίας, παράνομης εξαγωγής ή εισαγωγής, κλοπής, λεηλασίας, παράνομης ανασκαφής ή παράνομης εμπορίας με σκοπό την επιστροφή, αποκατάσταση ή επαναπατρισμό τους. Επιπλέον, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών υιοθέτησε μεγάλο αριθμό ψηφισμάτων από 18.12.1972 έως 12.12.2012. Το ψήφισμα A/RES/70/76 της 9ης Δεκεμβρίου 2015, με τίτλο «επιστροφή ή αποκατάσταση πολιτιστικών αγαθών στις χώρες προέλευσης», επαναλαμβάνει τις ήδη αποκρυσταλλωμένες βασικές αρχές της επιστροφής ή της αποκατάστασης πολιτιστικών αγαθών στη χώρα προέλευσης, αναγνωρίζοντας τον ρόλο της UNESCO στην καταπολέμηση της εμπορίας πολιτιστικών αγαθών, συμπεριλαμβανομένης της ειδικής εντολής της στο πλαίσιο του ψηφίσματος 2199 (2015) του Συμβουλίου Ασφαλείας.

 

ΣΤ. ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΚΡΑΤΩΝ

26. Η πρακτική των κρατών περιλαμβάνει διακρατικές συμβάσεις, εθνικές νομοθεσίες, νομολογία, καθώς και έναν μεγάλο αριθμό επαναπατρισμών με χρήση της διπλωματικής οδού και οικειοθελώς. Η στάση των μουσείων και άλλων οργανισμών αποδεικνύει την καθολική συναίνεση των εμπλεκομένων φορέων ότι η επιστροφή των λεηλατημένων αρχαιοτήτων στον τόπο καταγωγής τους, είναι η δίκαιη λύση.

Στις 28.11.2017 κατά τη διάρκεια της επίσημης επίσκεψής του στη Μπουρκίνα Φάσο, ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν χαρακτήρισε τον επαναπατρισμό της αφρικανικής κληρονομιάς που βρίσκεται στην Γαλλία ως κορυφαία προτεραιότητα. Σε μια ομιλία που πραγματοποιήθηκε μπροστά σε περίπου 800 μαθητές του Πανεπιστημίου της Ουαγκαντούγκου, πρωτεύουσα της Μπουργκίνα Φάσο, δήλωσε ότι επιθυμεί «να υπάρξουν οι προϋποθέσεις για την προσωρινή ή μόνιμη επιστροφή της αφρικανικής κληρονομιάς στην Αφρική». Ο Macron δήλωσε μεταξύ άλλων: «Δεν μπορώ να δεχθώ ότι ένα μεγάλο μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς από πολλές αφρικανικές χώρες βρίσκεται στη Γαλλία. Υπάρχουν ιστορικές εξηγήσεις γι 'αυτό, αλλά δεν υπάρχουν ισχυρές δικαιολογίες με απεριόριστη διάρκεια και χωρίς περιορισμούς. Η αφρικανική κληρονομιά δεν μπορεί να είναι μόνο σε ευρωπαϊκές ιδιωτικές συλλογές και μουσεία.» Ο Macron δημοσίευσε σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης (tweet) σχετικά με το θέμα, γράφοντας ότι "η αφρικανική κληρονομιά δεν μπορεί να είναι φυλακισμένη στα ευρωπαϊκά μουσεία". Οι γαλλικές εφημερίδες μίλησαν για τη δέσμευση του Macron να επιστρέψει τους αφρικανικούς πολιτιστικούς θησαυρούς. Πρόκειται για μια πολύ σοβαρή εξέλιξη, καθώς η Γαλλία, μαζί με τις Η.Π.Α., το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία, είναι ένα από τα σημαντικότερα κράτη εισαγωγής αρχαιοτήτων, με μερικές από τις μεγαλύτερες συλλογές μουσείων και τέχνης παγκοσμίως. Μια τέτοια δέσμευση που εκφράζεται από τον Πρόεδρο της Γαλλίας αντανακλά την πεποίθηση, ότι η επιστροφή των πολιτιστικών θησαυρών στη χώρα τους και στους λαούς καταγωγής τους καθίσταται υποχρεωτική λόγω της διαμόρφωσης σχετικού κανόνα δικαίου που την επιτάσσει.

Ταυτόχρονα, οι διοικητικές πράξεις ή συμπεριφορές, ιδίως στον διπλωματικό τομέα, οι εθνικές νομοθεσίες, οι πράξεις της δικαστικής εξουσίας και οι διεθνείς και διμερείς συνθήκες, όπως συμπληρώθηκαν με κανόνες ήπιου δικαίου και κατευθυντήριες γραμμές, που εκτίθενται στην παρούσα μελέτη, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι έχει διαμορφωθεί κρατική πρακτική επαναπατρισμού πολιτιστικών θησαυρών. Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται από την έκρηξη του επαναπατρισμού πολιτιστικών θησαυρών τα τελευταία χρόνια. [4]

27. Διμερείς Συμβάσεις Συνεργασίας:

- Ελβετική Συνομοσπονδία και Ελληνική Δημοκρατία

-Ηνωμένες Πολιτείας Αμερικής και Δημοκρατία της Γουατεμάλας και του Περού

-Μεξικό και Η.Π.Α.

-Συμφωνία μεταξύ των Σοσιαλιστικών Κρατών

-Τσεχική και Σλοβακική Δημοκρατία και Δημοκρατία της Πολωνίας

-Μνημόνιο μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κίνας

-Μνημόνιο Πολιτιστικής Συνεργασίας (MOU) μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής

-Μνημόνιο Πολιτιστικής Συνεργασίας (MOU) μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και της Αιγύπτου

-Συνθήκη Καλής Γειτονίας και Συνεργασίας μεταξύ της Γερμανίας και της Σοβιετικής Ένωσης

 

Ζ. ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

28. Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ICJ), Ναός του Preah Vihear (Καμπότζη κατά Ταϊλάνδης)

Στην υπόθεση αυτή, που κατά βάση απεφάνθη επί ζητήματος οριοθέτησης μεταξύ της Καμπότζης και της Ταϊλάνδης, το Δικαστήριο, αφού έκρινε ότι ο Ναός του Preah Vihear βρισκόταν σε έδαφος υπό την κυριαρχία της Καμπότζης, έκρινε ότι η Ταϊλάνδη ήταν υποχρεωμένη να αποσύρει τις στρατιωτικές ή αστυνομικές της δυνάμεις από τον Ναό και να επιστρέψει στην Καμπότζη τα γλυπτά, στήλες, θραύσματα μνημείων, έργα από ψαμμίτη και αρχαία κεραμικά τα οποία  θα μπορούσαν να έχουν αφαιρεθεί από τον ναό και την περικείμενη περιοχή, από τις αρχές της Ταϊλάνδης κατά την κατοχή του Ναού από την Ταϊλάνδη το 1954.

29. Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ)

Το ΕΔΔΑ ερμηνεύει το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, με τρόπο που διασφαλίζει τα δικαιώματα στην προσωπικότητα του ατόμου, στον αυτοπροσδιορισμό και στην φυσική και πνευματική ακεραιότητα. Το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού και κατ’επέκταση της ιδιωτικής ζωής αναγνωρίζεται στην απόφαση Parrillo κατά Ιταλίας (§ 159). Στις αποφάσεις Chapman κατά Ηνωμένου Βασιλείου (§ 73) and McCann κατά Ηνωμένου Βασιλείου (§ 55) αναγνωρίζεται βάσει του άρθρου 8 το δικαίωμα της διατήρησης της μειονοτικής ταυτότητας και της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής σύμφωνα με την παράδοση. Θεμελιώνεται επίσης η θετική υποχρέωση του Κράτους να εξασφαλίσει στον προσφεύγοντα τον αποτελεσματικό σεβασμό στην ιδιωτική του ζωή (Ciubotaru κατά Μολδαβίας § 53). Δεδομένου ότι η «προσωπική ταυτότητα», ο «αυτοπροσδιορισμός», η «μειονοτική ταυτότητα» και η «εθνική ταυτότητα» αποτελούν αντικείμενα προστασίας βάσει του άρθρου 8 ΕΣΔΑ, η «πολιτιστική ταυτότητα» επίσης προστατεύεται.

30. Τα Ψηφιδωτά της Κανακαριάς – Αυτοκέφαλη Ελληνορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου και Κύπρος κατά Goldberg

Μετά τη στρατιωτική εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1974 και τον de facto διαχωρισμό της Κύπρου, η οποία εξακολουθεί να κατέχεται κατά ένα τμήμα από την Τουρκία, το νησί γνώρισε τεράστια καταστροφή και λεηλασία θρησκευτικών χώρων και αντικειμένων. Όπως ισχυρίζεται η Κυπριακή Κυβέρνηση και η Εκκλησία της Κύπρου, οι θρησκευτικοί τόποι αποτελούν μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου και έχουν ύψιστη σημασία για τη συλλογική ιστορία και τη μνήμη του λαού της Κύπρου ως έθνος, καθώς και για την ανθρωπότητα. Η Κύπρος πέτυχε να επαναπατρίσει μερικά θρησκευτικά και αρχαιολογικά αγαθά μέσω διπλωματικής οδού ή με νομικές ενέργειες.

Η πιο γνωστή περίπτωση αφορά στα ψηφιδωτά της Κανακαριάς, ένα σπάνιο αριστούργημα του 6ου αιώνα μ.Χ., κλεμμένα από την Κυπριακή Εκκλησία της Παναγιάς Κανακαριάς στη Λυθρανκόμη, μετά την τουρκική στρατιωτική παρέμβαση. Στη συνέχεια, αγοράστηκαν από έναν Αμερικανό έμπορο τέχνης, τον Peg Goldberg. Το 1989, η Αυτοκέφαλη Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου και η Κυπριακή Δημοκρατία εντόπισαν τα μωσαϊκά στην Ιντιάνα και υπέβαλαν νομικό αίτημα για την επιστροφή τους. Το περιφερειακό δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών της Ιντιάνα διέταξε να επιστραφούν τα ψηφιδωτά στους ενάγοντες.

Επισημαίνεται ότι τα ψηφιδωτά της Κανακαριάς είναι τμήμα μεγαλύτερου ψηφιδωτού που κοσμεί τους τοίχους της Εκκλησίας της Παναγιάς της Κανακαριάς.

31. Αφροδίτη της Κυρήνης – Ιταλία και Λιβύη

Η «Αφροδίτη της Κυρήνης» βρέθηκε το 1913 από Ιταλούς στρατιώτες που εγκαταστάθηκαν στην Κυρήνη. Το άγαλμα μεταφέρθηκε στην Ιταλία και εκτέθηκε στο Museo Nazionale delle Terme της Ρώμης το 1915. Μετά την συνθήκη ειρήνης του 1947 και τη δήλωση ανεξαρτησίας της Λιβύης (1951), η Ιταλία και η Λιβύη συνήψαν συμφωνία για τον επαναπατρισμό της Αφροδίτης της Κυρήνης (2000). Η συμφωνία αυτή ήταν συνέχεια του αιτήματος των αρχών της Λιβύης για επιστροφή της Αφροδίτης της Κυρήνης (1989) και το Κοινό Ανακοινωθέν (1998), το οποίο αφορούσε, μεταξύ άλλων, την επιστροφή όλων των πολιτιστικών περιουσιακών στοιχείων που απομακρύνθηκαν από την πρώην ιταλική αποικία. Το 2002, το Υπουργείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Δραστηριοτήτων της Ιταλίας εξέδωσε, βάσει του Κοινού Ανακοινωθέντος του 1998 και της Συμφωνίας του 2000, διάταγμα για την επιστροφή του αγάλματος στη Λιβύη. Το 2002 η ιταλική μη κυβερνητική οργάνωση Italia Nostra προσέφυγε κατά της ιταλικής κυβέρνησης  ενώπιον του Tribunale Amministrativo Regionale ("TAR"), ζητώντας την ακύρωση του διατάγματος. Η προσφυγή απορρίφθηκε από το Δικαστήριο (2007). Το 2008 το Consiglio di Stato επιβεβαίωσε την απόφαση του TAR, αφού έκρινε ότι η Ιταλία ήταν υποχρεωμένη να επιστρέψει τη Αφροδίτη της Κυρήνης στη Λιβύη, βάσει τόσο του Κοινού Ανακοινωθέντος του 1998 όσο και της Συμφωνίας του 2000. Τέλος στις 30 Αυγούστου 2008 η Αφροδίτη της Κυρήνης επιστράφηκε στη Λιβύη.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το Κοινό Ανακοινωθέν του 1998 περιείχε τη συγγνώμη της ιταλικής κυβέρνησης για τα δεινά που προκλήθηκαν στον λαό της Λιβύης εξαιτίας της ιταλικής αποίκισης, καθώς και τη δέσμευση της ιταλικής κυβέρνησης να επιστρέψει "όλα τα χειρόγραφα, τα αρχεία, τα έγγραφα, αρχαιολογικά θραύσματα που μεταφέρθηκαν στην Ιταλία κατά τη διάρκεια και μετά την ιταλική κατοχή της Λιβύης σύμφωνα με τη Σύμβαση της UNESCO για τους τρόπους απαγόρευσης και πρόληψης της παράνομης εισαγωγής, εξαγωγής και μεταβίβασης πολιτιστικών αγαθών ". Επιπλέον, οι δύο χώρες συμφώνησαν να «συνεργαστούν για να καθορίσουν ποια είναι αυτά τα χειρόγραφα, τα έγγραφα, τα αντικείμενα τέχνης και τις αρχαιότητες.

Με την πράξη επαναπατρισμού της Αφροδίτης, η ιταλική κυβέρνηση τήρησε την αρχή του διεθνούς δικαίου σύμφωνα με την οποία, σε περίπτωση παράνομης πράξης - όπως η υποταγή ενός λαού μέσω στρατιωτικής κατοχής -, το κράτος έχει υποχρέωση αποκατάστασης  με επαναφορά της κατάστασης που υπήρχε πριν η παράνομη πράξη διαπράχθηκε. Μόνο όταν κάτι τέτοιο είναι αδύνατο, τα κράτη μπορούν να προσφεύγουν σε άλλες μορφές αποκατάστασης, συμπεριλαμβανομένης της αποκατάστασης σε είδος και της αποζημίωσης.

Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι το Δικαστήριο της ουσίας (TAR) απεφάνθη ότι η Ιταλική κυβέρνηση δεσμεύεται από τη διμερή συμφωνία, ενώ το Ανώτατο Δικαστήριο απεφάνθη ότι το ιταλικό κράτος έχει υποχρέωση σύμφωνα με το εθιμικό δίκαιο. Το TAR αναφέρθηκε στον εθιμικό κανόνα που επιβάλλει τον επαναπατρισμό των έργων τέχνης που απομακρύνθηκαν κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής κατοχής και της αποικιοκρατίας. Το Consiglio di Stato, βελτιώνοντας την αιτιολογία του TAR, έκρινε ότι η διεθνής υποχρέωση που επιβάλλει την επιστροφή πολιτιστικών αγαθών, τα οποία αφαιρούνται παρανόμως σε καιρό πολέμου και αποικιοκρατίας, είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης μεταξύ δύο αρχών του γενικού διεθνούς δικαίου, και συγκεκριμένα της αρχής απαγόρευσης χρήσης βίας - η οποία περιγράφεται στο άρθρο 2 παράγραφος 4 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών – και της αρχής της αυτοδιάθεσης των λαών - που κατοχυρώνεται στα άρθρα 1, παράγραφος 2 και 55 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Επιπλέον, το Consiglio di Stato αναγνώρισε ότι η αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών περιλαμβάνει την πολιτιστική ταυτότητα καθώς και την πολιτιστική κληρονομιά που συνδέεται είτε με την επικράτεια ενός κυρίαρχου κράτους είτε με τους λαούς που υπόκεινται σε ξένη κυβέρνηση. Κατά συνέπεια, ο επαναπατρισμός έργων τέχνης εξυπηρετεί την προστασία τέτοιων πολιτιστικών δεσμών, όταν αυτοί διακυβεύονται από πολεμικές ενέργειες ή χρήση βίας δυνάμει αποικιακής κυριαρχίας.

Επισημαίνεται ότι η Αφροδίτη της Κυρήνης είναι τμήμα του ευρύτερου αρχαιολογικού χώρου της Κυρήνης που έχει κηρυχθεί μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ.

32. Άλλες υποθέσεις επαναπατρισμών με αποφάσεις Εθνικών Δικαστηρίων

-Τα Ισλανδικά Χειρόγραφα

- ΗΠΑ κατά Hollinshead, ΗΠΑ κατά McClain, ΗΠΑ κατά Schultz και ΗΠΑ κατά Portrait of Wally

- Συλλογή Jiroft – Ιράν κατά Γκαλλερί Μπαρακάτ ΕΠΕ

- Ετρουσκική Μελανόμορφη Κάλπη – Ιταλία κατά Μουσείου Τέχνης του Τολέδο

- Υπόθεση Νικηφόρου Νέου – Ιταλία κατά Μουσείου Γκετύ

- Κεφαλή Μαορί της Ρουέν – Γαλλία και Νέα Ζηλανδία

- Φρέσκο του Casenoves – Μουσείο Τέχνης και Ιστορίας της πόλης της Γενεύης και Γαλλία

 

Η. ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΟΔΟΣ

33. Μωσαϊκό του Ορφέως – Τουρκία και Μουσείο Τέχνης του Ντάλλας

Το 1999 το Μουσείο Τέχνης του Ντάλλας απέκτησε ένα τμήμα μωσαϊκού που απεικονίζει τον Ορφέα να εξημερώνει τα άγρια ​​ζώα (το μωσαϊκό του Ορφέα) σε δημοπρασία των Christie's στη Νέα Υόρκη αντί 85.000 δολ.ΗΠΑ. Οι τουρκικές αρχές παρείχαν στο Μουσείο «αδιάσειστες αποδείξεις» ότι το μωσαϊκό προέρχεται από το Şanlıurfa και ότι το 1998 παρανόμως απομακρύνθηκε. Ειδικότερα, το γραφείο εισαγγελίας του Şanlıurfa παρουσίασε φωτογραφίες του μωσαϊκού επί τόπου, προφανώς ληφθέντων από τους λαθρανασκαφείς. Στις 3 Δεκεμβρίου 2012, η ​​Τουρκία και το Μουσείο Τέχνης του Ντάλλας υπέγραψαν μνημόνιο συνεργασίας για την επιστροφή του ψηφιδωτού και την ίδρυση προγράμματος ανταλλαγής και στις 6 Δεκεμβρίου 2012 το ψηφιδωτό του Ορφέα επεστράφη στην Τουρκία. Η συμφωνία αυτή κατέστη δυνατή χάρη στις λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με την προέλευση του ψηφιδωτού, και ιδίως τα στοιχεία που προέκυψαν από τις συνεχιζόμενες ποινικές έρευνες.

34. Ο Ηρακλής της Πέργης – Τουρκία και Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστόνης Χαρακτηριστική περίπτωση συνένωσης αγάλματος είναι αυτή του «Ηρακλή της Πέργης», ενός μαρμάρινου αγάλματος, που ανασκάφηκε το 1980, κατά το κάτω τμήμα του, στην Πέργη της σημερινής Τουρκίας. Τον Σεπτέμβριο του 2011, μετά από μακρές διαπραγματεύσεις, το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης επέστρεψε στην Τουρκία το πάνω μέρος του γλυπτού, που είχε αποκτήσει το 1981, καθώς το άλλο μισό βρισκόταν στο Μουσείο της Αττάλειας.[5]

35.  Περισσότερες περιπτώσεις Επαναπατρισμών βάσει διμερών συμφωνιών[6]:

-Πίνακες Norman Rockwell

-Κορεατικά Χειρόγραφα – Γαλλία και Νότιος Κορέα

-Ο Κριός του Μάλι – Γαλλία και Μάλι

-Κρατήρας του Ευφρονίου και άλλα Αρχαιολογικά Αντικείμενα – Ιταλία και Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης

-15 Αρχαιολογικά Αντικείμενα – Ιταλία και Μουσείο Τέχνης του Πανεπιστημίου του Πρίνστον

-Θησαυρός των Αηδονιών – Ελλάς και Γκαλλερί Ward (ΗΠΑ)

-Τα βιτρό της Εκκλησίας της Μαρίας – Γερμανία και Ρωσία, Κρατικό Μουσείο Ερμιτάζ

-Κρατικό Μουσείο Καλών Τεχνών Πούσκιν

36. Πλείστοι επίσης επαναπατρισμοί πολιτιστικών Θησαυρών έχουν πραγματοποιηθεί υπό την αιγίδα της Διακυβερνητικής Επιτροπής της ΟΥΝΕΣΚΟ για την Προώθηση της Επιστροφής των Πολιτιστικών Αγαθών στις Χώρες Προέλευσης ή την Αποκατάσταση σε περίπτωση Παράνομης Ιδιοποίησης (ICPRCP)

-Η Σφίγγα του Bogazköy – Τουρκία και Γερμανία

-Makondé Mark – Γαλλία και Τανζανία

-Phra Narai Lintel – Ταϊλάνδη και ΗΠΑ

-Οι πινακίδες του Bogazköy – Τουρκία και Γερμανία

-Το πάνελ της Τύχης – Μουσείο Τέχνης του Cincinnati και η Υπηρεσία Αρχαιοτήτων του Αμμάν (Ιορδανία)

-12,000 προ-Κολομβιανά αντικείμενα – Ιταλία και Εκουαδόρ

37. Ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός αρχαιοτήτων έχουν επαναπατριστεί οικειοθελώς μεταξύ Κρατών, καθώς και από Μουσεία και άλλα Ιδρύματα, ή μετά από ένοπλη σύρραξη.[7]

 

Θ. ΤΑ ΓΛΥΠΤΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ – ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ, ΚΑΡΥΑΤΙΔΑ, ΚΙΩΝ ΤΟΥ ΕΡΕΧΘΕΙΟΥ - ΕΛΛΑΣ ΚΑΙ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

38. Η πιο διάσημη διεθνώς εκκρεμής υπόθεση επαναπατρισμού πολιτιστικών θησαυρών και συνένωσης μνημείου είναι το αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για επιστροφή από το Ηνωμένο Βασίλειο των Θησαυρών της Ακρόπολης που εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο, δηλαδή του 60% των Γλυπτών του Παρθενώνα, της μιας από τις έξι Καρυάτιδες και μιας Ιωνική Στήλη που παρανόμως αφήρεσε ο Λόρδος του Έλγιν από τον Παρθενώνα και το Ερέχθειο, αντιστοίχως, κατά τα έτη 1801-1803, στην εποχή της αποικιοκρατίας, ενώ η Ελλάδα ήταν υπό Οθωμανική κατοχή, λίγα μόλις χρόνια πριν από την Ελληνική Επανάσταση (1821), η οποία οδήγησε στην Ελληνική Ανεξαρτησία.

39. Η καταστροφή των μνημείων και η αφαίρεση του διάκοσμου πραγματοποιήθηκαν "υπό αμφισβητήσιμες συνθήκες". Όταν ο Τόμας Μπρους (Λόρδος του Έλγιν) ρωτήθηκε από το βρετανικό κοινοβούλιο σχετικά με τη νομιμοποίησή του να αφαιρέσει τα γλυπτά, ισχυρίστηκε ότι είχε επίσημη άδεια από τις αρχές κατοχής, ωστόσο δεν μπόρεσε να παράσχει σχετικές αποδείξεις. Ο συνεργάτης του, Hunt, ο οποίος κλήθηκε ως μάρτυρας στο τέλος των ακροάσεων, έκανε για πρώτη φορά αναφορά σε μια ιταλική μετάφραση του επικαλούμενου εγγράφου. Το εν λόγω σημείωμα παρήχθη υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, ήταν δε  ανυπόγραφο και επομένως δεν συνιστά έγγραφο με έννομες συνέπειες κατά την έννοια του νόμου. Περαιτέρω το αγγλικό κείμενο που τελικώς προσκόμισε ο Έλγιν για να στηρίξει τον ισχυρισμό του ήταν στην πραγματικότητα μια παραποιημένη μετάφραση της ιταλικής μετάφρασης του δήθεν γνήσιου οθωμανικού κειμένου, το οποίο, υπογραμμίζεται, ότι δεν συνιστούσε στην πραγματικότητα φιρμάνι, αλλά μόνον ένα γράμμα. Συνεπώς το κείμενο αυτό δεν έχει νομικές συνέπειες. Συμπληρωματικά αξίζει να αναφερθεί ότι κατά τον ισχυρισμό του Έλγιν, το δήθεν φιρμάνι εξεδόθη την 1η Ιουλίου 1801, ωστόσο δεν έχει εντοπισθεί στα αρχεία του Σουλτάνου, όπου φυλάσσονταν όλα τα φιρμάνια που εξέδιδε ο Σουλτάνος εκείνη την εποχή. Σε κάθε περίπτωση, αυτό το αμφίβολου περιεχομένου έγγραφο, στο οποίο ο Έλγιν και οι διάδοχοί του, και δη η Βρετανική Κυβέρνηση το Βρετανικό Μουσείο στηρίζουν τα δικαιώματά τους, παρέχει μόνον άδεια σε «…καλλιτέχνες υπό την υπηρεσία του Βρετανού Πρέσβη...να εισέλθουν  ελεύθερα στα τείχη του Ακρόπολης και να ζωγραφίσουν και να σχεδιάσουν εκεί τους αρχαίους Ναούς, … χωρίς να προβούν σε οποιαδήποτε επέμβαση στα έργα και στα τείχη της Ακρόπολης». Αυτό το σημείωμα, επομένως, δεν παρείχε εξουσία αφαίρεσης γλυπτών από τους ναούς ή  καταστροφής τους με οποιονδήποτε τρόπο και ο Έλγιν δεν είχε άδεια να αφαιρέσει τα γλυπτά. Στη μέση της δεύτερης παραγράφου του εγγράφου τονίζεται ότι οι ντόπιοι αξιωματούχοι της Αθήνας θα πρέπει να σεβαστούν το έγγραφο που χορηγήθηκε στον Λόρδο Έλγιν "αφού δεν θα υπάρχει βλάβη στα έργα και στα κτίρια". Ο Hunt ομολόγησε το γεγονός αυτό στην Επιτροπή Επιλογής το 1816, όταν δήλωσε ότι ο Διοικητής της Ακρόπολης δέχτηκε πιέσεις για να «υπερβεί την άδεια που παρείχε το έγγραφο». Επιπλέον, δεν υπάρχουν γραπτές αποδείξεις για οποιαδήποτε άδεια εκ μέρους των αρμοδίων αρχών για τη μεταφορά των αρχαιοτήτων στη Βρετανία. Ακόμη και ο τοποτηρητής της Ακρόπολης, διαμαρτυρήθηκε, αλλά αγνοήθηκε. Περαιτέρω επισημαίνεται, ότι η στρατιωτική κατοχή της Ελλάδας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν παρείχε στην τελευταία εξουσία αφαίρεσης πολιτιστικών θησαυρών.

40. Ο Λόρδος του Έλγιν, με το πλεονέκτημα που του έδινε η ασυλία του ως Βρετανού Πρέσβη και με κύριο σκοπό να διακοσμήσει με τα γλυπτά το σπίτι του στη Σκωτία, απέκοψε βιαίως από τον Παρθενώνα πενήντα πλάκες και δύο μισές πλάκες της ζωφόρου και δεκαπέντε μετόπες, καθώς και διάφορα γλυπτά από άλλα κτίρια στην Ακρόπολη - όλα όσα, όπως ανέφερε αργότερα ο Χαντ, είχαν αξία για να τα μεταφέρει. Υπό τις δικές του, το μνημείο υπέστη σοβαρές φθορές, αφού πριόνισαν διαμέσου των πλακών, αφαίρεσαν το γείσο για να αποσπάσουν τις μετόπες και έσπασαν τον σηκό, όπου ακουμπούσαν. Οι λέξεις βανδαλισμός και λεηλασία είναι οι κατάλληλες να περιγράψουν όσα έκανε ο Λόρδος του Έλγιν στην Ακρόπολη. Αναμφισβήτητα, τα μνημεία υπέστησαν ανυπολόγιστη ζημιά, όπως ομολόγησε ο ζωγράφος Lusieri, ο οποίος έγραψε στον λόρδο του Έλγιν: «Πρέπει να προσπαθήσω πολύ, ώστε να ξεχαστούν οι βαρβαρότητες που υποχρεώθηκα να διαπράξω όσο ήμουν στην υπηρεσία σας...». Έχει καταγραφεί ότι οι πλάτες των γλυπτών πριονίστηκαν, όταν το πάχος τους ήταν τέτοιο που δυσκόλευε την μεταφορά. Εκτός από τα γλυπτά που αποσπάστηκαν, καταστράφηκαν το γείσο πάνω από τις νότιες μετόπες και ένα τμήμα της νότιας γωνίας του ανατολικού αετώματος. Επιπλέον, το πλοίο Μέντωρ που έφερε τους θησαυρούς στην Αγγλία βυθίστηκε κοντά στο δρόμο το Σεπτέμβριο του 1802 και οι θησαυροί παρέμειναν για δύο χρόνια στο βυθό.

41. Το 1816 το βρετανικό κοινοβούλιο ψήφισε να αγοράσει τα γλυπτά για 35.000 λίρες, 5000 περισσότερα από αυτά που είχε προσφέρει μια δεκαετία νωρίτερα. Εντός τους βρετανικού κοινοβουλίου υπήρξαν σοβαρές αρνητικές αντιδράσεις και οι ενέργειες του Λόρδου Έλγιν επικρίθηκαν έντονα. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης στο κοινοβούλιο, ο Sir John Newport M.P., μέλος της ειδικής επιτροπής, δήλωσε ότι «ο αξιότιμος Λόρδος είχε χρησιμοποιήσει τα πιο παράνομα μέσα ... και έχει διαπράξει τις πιο ευώδεις λεηλασίες. Ήταν, φαίνεται, μοιραίο ένας εκπρόσωπος της χώρας μας να λεηλατήσει τον τόπο που οι Τούρκοι και άλλοι βάρβαροι θεωρούσαν ιερό». Ο Λόρδος Βύρων έγραψε στην «Κατάρα της Αθηνάς»: «Ο Αλάριχος και ο Έλγιν έκαναν τα υπόλοιπα. Όλοι θα μάθουν από πού ήρθε αυτός που λεηλάτησε. Ο τοίχος που προσέβαλε θα θυμίζει το μισητό του όνομα». Ο Βύρων αναφέρεται στη ματαιοδοξία του Έλγιν και στους δύο ζωγράφους (Lusieri και Fauvel) οι οποίοι  στην αρχή αμφισβητούν το δικαίωμα να λεηλατήσουν τον Παρθενώνα αλλά στην συνέχεια ακολουθούν. Ο Βύρων δήλωσε: «Είμαι αντίθετος και πάντα θα είμαι στην ληστεία αρχαιοτήτων από την Αθήνα για να διδαχθούν οι Άγγλοι γλυπτική (που είναι ικανοί για Γλυπτική όσο οι Αιγύπτιοι για πατινάζ)».

42. Το 1835 η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε επισήμως την επιστροφή των παρανόμως αποσπασμένων και εξαχθέντων θησαυρών, των οποίων το Βρετανικό Μουσείο έχει δώσει γύψινα αντίγραφα. Αιτήματα επιστροφής υπεβλήθησαν κατά τα έτη 1842, 1924, 1927, 1941 και 1961 από τις ελληνικές αρχές, την Ακαδημία Αθηνών, τον δήμαρχο της Αθήνας, αρχαιολόγους και άλλους φορείς. Το 1982 κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου της UNESCO στο Μεξικό, η Υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη ζήτησε την επιστροφή των γλυπτών από το βρετανικό μουσείο στην Ελλάδα. Τον Οκτώβριο του 1983 η ελληνική κυβέρνηση υπέβαλε επίσημο αίτημα στο Ηνωμένο Βασίλειο για επιστροφή, η οποία απορρίφθηκε. Το 1984 η ελληνική κυβέρνηση υπέβαλε επίσημο αίτημα για την επιστροφή των γλυπτών στην Διακυβερνητική Επιστροφή της UNESCO για την Προώθηση της Επιστροφής Πολιτιστικών Αγαθών (ICPRCP). Το 1987 η Επιτροπή ζήτησε από τον Πρόεδρό της να προωθήσει τις διαπραγματεύσεις για την επιστροφή των γλυπτών. Η υπόθεση αυτή συζητήθηκε στους αρμόδιους διεθνείς και μη διεθνείς οργανισμούς, το ΟΗΕ, την UNESCO, το Συμβούλιο της Ευρώπης, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ICOM, το ICOMOS και το ICCROM.

43. Η UNESCO ενέκρινε το 1999 σύσταση να διεξαχθούν διμερείς συνομιλίες μεταξύ της Ελλάδας και του Ηνωμένου Βασιλείου και της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Προώθηση της Επιστροφής Πολιτιστικών Αγαθών (ICPRCP). Κατά τη διάρκεια αρκετών συνεδριάσεων, συγκεκριμένα το 1989, το 1991, το 1994, το 1996, το 1999, 2011 και 2016, ενέκρινε συστάσεις με τις οποίες καλεί σε φιλικό διακανονισμό της διαφοράς. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε το 1998 δήλωση υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα.

44. Στις 2 Μαΐου 2017, το 115ο Συνέδριο των Ηνωμένων Πολιτειών με το Ψήφισμα 51[8], αφού χαρακτήρισε τον Παρθενώνα ως «παγκόσμιο σύμβολο του πολιτισμού, της δημοκρατίας και της ελευθερίας, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι τα Μάρμαρα του Παρθενώνα ενδιαφέρουν όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά όλον τον κόσμο», εξέφρασε την πεποίθησή του, ότι τα γλυπτά του Παρθενώνα πρέπει να επιστρέψουν στην Ελλάδα, «Αφού ο Παρθενώνας χτίστηκε στο λόφο της Ακρόπολης στην Αθήνα, στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. υπό την καθοδήγηση του Αθηναίου στρατηγού Περικλή και τον σχεδιασμό του γλύπτη Φειδία.», και είναι «... η απόλυτη έκφραση της καλλιτεχνικής ιδιοφυΐας της Ελλάδας, το εξέχον σύμβολο της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς, συμπεριλαμβανομένης της τέχνης, της αρχιτεκτονικής και της δημοκρατίας, συνεισφορές των σύγχρονων Ελλήνων και των προγόνων τους στον πολιτισμό ".

45. Τέλος επισημαίνονται οι απαράδεκτες συνθήκες που επικρατούν στο Βρετανικό Μουσείο. Η τοποθέτηση σε όλα τα σημεία ειδικών κυτίων για «δωρεές» 5 λιρών, ή 5ευρων και η λειτουργία εντός του μουσείου καφετέριας, εστιατορίου, ζαχαροπλαστείου και καταστημάτων καταδεικνύει την πλήρη εμπορευματοποίηση των αρχαιοτήτων και είναι τουλάχιστον προσβλητική για τα εκθέματα. Ως πολίτης του Κόσμου και φορέας του πολιτισμού φρονώ ότι προσβάλλεται η Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά.


ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ περι ΕΠΑΝΑΠΑΤΡΙΣΜΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ, ΕΔΩ.

 

Ι. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

46. Οι διεθνείς συμβάσεις, η νομολογία, καθώς και η πρακτική κρατών, μουσείων και εμπόρων τέχνης καταδεικνύουν ότι έχει αποκρυσταλλωθεί διεθνής κανόνας που επιβάλει στα Κράτη να αποκαταστήσουν παρανόμως κτηθέντα πολιτιστικά αγαθά ιδιαίτερης ιστορικής αξίας.[9]

47. Η άποψη αυτή ενισχύεται από την Σύμβαση της UNESCO του 1970 που αναγνώρισε το δικαίωμα στα Κράτη να διεκδικήσουν τα «κλειδιά στην κληρονομιά τους» («keys to their heritage»), που αφαιρέθηκαν παρανόμως. Βεβαίως τα δικαιώματα που απορρέουν από τη Σύμβαση αφορούν αγαθά που αφαιρέθηκαν μετά την υπογραφή της, όμως η αρχή αυτή μπορεί να εφαρμοσθεί αναλογικά για να θεμελιώσει εθιμικό κανόνα που εφαρμόζεται σε πολιτιστικά αγαθά παρανόμως αφαιρεθέντα νωρίτερα.

48. Το διεθνές δίκαιο κατά τον χρόνο της πώλησης των Γλυπτών από τον Έλγιν στο Βρετανικό Κοινοβούλιο (1816) απαιτούσε την επιστροφή των μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς που αφαιρέθηκαν σε καιρό πολέμου, και η αρχή που δικαιολόγησε την επιστροφή των θησαυρών που έκλεψε ο Ναπολέων θα μπορούσε να εφαρμοσθεί στις λεηλασίες του Έλγιν.[10]

Εξ άλλου η λεηλασία από τον Λόρδο του Έλγιν μπορεί να θεωρηθεί ότι έγινε σε καιρό πολέμου, αφού λίγο μετά ξέσπασε ο Αγγλοτουρκικός πόλεμος[11] και αμέσως μετά ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος που οδήγησε στην Ελληνική Ανεξαρτησία και στην δημιουργία ελληνικού κράτους. Εξ άλλου η Ελληνική Επανάσταση του 1821 ήλθε ύστερα από άλλες μικρότερες επαναστάσεις, τοπικές εξεγέρσεις και αδιάκοπη σχεδόν ανταρσία επάνω στα βουνά εναντίον του οθωμανού δυνάστη.[12] Επομένως κατά την κρίσιμη περίοδο αφαίρεσης των Γλυπτών από τον Λόρδο του Έλγιν, η Ελλάς ήταν υπό κατοχή, υπό ξένη κυριαρχία, ενώ στον Ελλαδικό χώρο ήταν σε εξέλιξη συνεχή επαναστατικά κινήματα. Επιπροσθέτως η λεηλασία του Έλγιν διατηρεί όλα τα χαρακτηριστικά της αποικιοκρατικής περιόδου.

49. Παρ’όλο που η Σύμβαση UNESCO δεν έχει αναδρομική ισχύ, ως προς το διεθνές εθιμικό δίκαιο, αντανακλά πρακτική κρατών κατά τον χρόνο που συνήφθη και opinio juris, ότι η κλοπή αρχαιοτήτων είναι παράνομη και ότι τα κατέχοντα κράτη οφείλουν να τις επιστρέψουν. Η Σύμβαση συνήφθη το 1970, και παρ’ότι η λεηλασία πραγματοποιήθηκε ενάμιση αιώνα πριν την υπογραφή της, η Σύμβαση  συνεπάγεται την ενεστώσα υποχρέωση επιστροφής των λεηλατημένων αρχαιοτήτων. Η Κατευθυντήρια Γραμμή 103 της Σύμβασης, που υπεγράφη στις 18.5.2015 (ανωτέρω αριθ. 18), υποχρεώνει τα Κράτη να εφαρμόζουν τους Κανόνες της Σύμβασης και σε υποθέσεις, που οι παράνομες ενέργειες πραγματοποιήθηκαν προ της ενάρξεως ισχύος της Σύμβασης δηλ. προ του 1970.

50. Εξ άλλου οι συνεχείς και αυξανόμενοι επαναπατρισμοί καταδεικνύουν ότι διαμορφώνεται πρακτική των Ευρωπαϊκών Κρατών για επαναπατρισμό ζωτικής σημασίας πολιτιστικής κληρονομιάς, εκείνων δηλ. των πολιτιστικών αγαθών που είναι ιδιαιτέρως σημαντικά για την πολιτιστική κληρονομιά των κρατών.

51. Περαιτέρω υπάρχουν πολλά κοινά στοιχεία μεταξύ της υπόθεσης της Αφροδίτης της Κυρήνης και αυτής των Γλυπτών του Παρθενώνα. Η Ελλάς, όπως η Λιβύη, ήταν κατεχόμενη κατά τον χρόνο της λεηλασίας. Η Αφροδίτη δεν ήταν μεμονωμένο άγαλμα, αλλά εντασσόταν στο ευρύτερο σύμπλεγμα του ιδιαίτερης σημασίας αρχαιολογικού χώρου της Κυρήνης, που έχει χαρακτηρισθεί μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Επί πλέον οι Ιταλικές Αρχές και τα δικαιοδοτικά στηρίχθηκαν στην Σύμβαση 1970 UNESCO  και της Βιέννης 1983 (Vienna Convention on Succession όργανα of States in respect of State Property, Archives and Debt, 1983), για να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η Ιταλία οφείλει να επιστρέψει το άγαλμα στην Λιβύη[13].

Άλλο κοινό στοιχείο είναι ότι η Λιβύη, όπως και η Ελλάδα, δεν ήταν ανεξάρτητο Κράτος κατά τον χρόνο αφαίρεσης, αυτό όμως δεν εμπόδισε την Ιταλία να επιστρέψει στην Λιβύη το άγαλμα, βάσει της Σύμβασης 1970.

51. Τέσσερις αρχές μπορούν να εξαχθούν από την νομολογία αυτή, αλλά κυρίως από την Venus of Cyrene και την υπόθεση Cambodian Temple, που εφαρμόζονται και στα Γλυπτά του Παρθενώνα:

α. Το κυριαρχικό δικαίωμα των εθνών να κατέχουν, απολαμβάνουν, ρυθμίζουν την διάθεση και γενικά να ασκούν εξουσία  στα κλειδιά της αρχαίας ιστορίας τους.

β. Η αξία των πολιτιστικών αγαθών για την ταυτότητα και την ευημερία των εθνών και των κοινωνιών.

γ. Η υποχρέωση των κρατών να συνεργάζονται μεταξύ τους για την επιστροφή παρανόμως αφαιρεθέντων εθνικών πολιτιστικών θησαυρών στην χώρα καταγωγής τους. και

δ. Το νόμιμο ενδιαφέρον των εθνών να επιδιώκουν τον επαναπατρισμό των εθνικών πολιτιστικών τους συμβόλων[14].

52. Κατόπιν των ανωτέρω συνάγεται ότι έχει διαμορφωθεί εθιμικός κανόνας επιστροφής των πολιτιστικών αγαθών, με το κατωτέρω περιεχόμενο και αρχές που εφαρμόζονται και στην απαίτηση της Ελλάδος για επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα βάσει εθιμικού δικαίου:

α. Υποχρέωση επαναπατρισμού πολιτιστικών αγαθών ζωτικής σημασίας, που συνιστούν σύμβολα πολιτιστικής ταυτότητας.

β. Υποχρέωση συνένωσης μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς ιδιαίτερης αξίας ή ιστορικής σημασίας. Το μνημείο που έχει αποσυναρμολογηθεί, κατακερματιστεί και διανεμηθεί μεταξύ των διαφόρων χωρών με αποτέλεσμα την καταστροφή της ακεραιότητάς του, θα πρέπει να αποκατασταθεί στην αρχική του κατάσταση, ως σύνολο, με τον επαναπατρισμό των θραυσμάτων.[15]

γ. Υποχρέωση επιστροφής μνημείων που αφαιρέθηκαν σε καιρό πολέμου ή κατοχής ή σε περίοδο αποικιοκρατίας.

53. Μετά ταύτα είναι σαφές ότι η Βρετανία, στον παρόντα χρόνο, με την άρνηση επιστροφής των Γλυπτών της Ακρόπολης, τα οποία έχουν αφαιρεθεί παρανόμως και έχουν όλα τα ανωτέρω χαρακτηριστικά, αλλά και με την άρνηση σχετικής διαπραγμάτευσης, παραβιάζει τις ανωτέρω αρχές. Κατά συνέπειαν, είναι ανοιχτός ο δρόμος της προσφυγής ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, δεδομένου ότι το Ηνωμένο Βασίλειο αρνείται τον επαναπατρισμό και την διαπραγμάτευση. Εξ άλλου έχει προταθεί να ζητηθεί η γνωμοδότηση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης σχετικά με την διαμόρφωση εθιμικού κανόνα που επιβάλλει την υποχρέωση επαναπατρισμού και επανένωσης μοναδικών μνημείων ζωτικής σημασίας, που συνιστούν σύμβολα πολιτιστικής ταυτότητας και έχουν ιδιαίτερη ιστορική σημασία.[16] Επί πλέον έχει προταθεί η προσφυγή της Ελλάδος κατά του Ηνωμένου Βασιλείου ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, καθώς και του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ, ως διακρατική αγωγή βάσει του άρθρου 33.[17]

54. Τα γλυπτά του Παρθενώνα των ζωοφόρων, των αετωμάτων και των μετώπων, η Καρυάτιδα και η Ιωνική Στήλη δεν είναι απλώς αγάλματα, κινητά έργα τέχνης, αλλά αναπόσπαστα μέρη των ναών του Παρθενώνα και του Ερεχθείου και θα πρέπει να επαναπατριστούν στη χώρα και στον λαό που τα δημιούργησαν, με τους οποίους συνδέονται με μια ιστορία περίπου 2.500 χρόνων και να επανενωθούν στους ναούς του Παρθενώνα και του Ερεχθείου. Για τους Έλληνες τα αγάλματα έχουν ψυχή και οι Καρυάτιδες περιμένουν την αδελφή τους.

55. Κλείνω αυτήν την παρουσίαση με την πεποίθηση ότι είναι αδιαμφισβήτητη η νομιμότητα της απαίτησης για την επιστροφή των Γλυπτών στην Πατρώα Γη και την ευχή ο επαναπατρισμός τους να πραγματοποιηθεί άμεσα, ώστε τα γλυπτά του Παρθενώνα, η Καρυάτιδα και ο κίων να βρίσκονται στην γενέθλια Γη κατά την επέτειο των 200 ετών από την Εθνική μας Παλιγγενεσία το 2021!!! Το σύμβολο του Ελληνικού, του Ευρωπαϊκού και του Παγκόσμιου Πνεύματος, που εκφράζει πανανθρώπινες αξίες, μια που ο Ελληνικός Πολιτισμός είναι ουσιωδώς Ανθρωπιστικός και Οικουμενικός, πρέπει να είναι συνενωμένο και ατόφιο αυτήν την κρίσιμη για το ελληνικό Έθνος χρονική στιγμή!

Η Αθηνά, θεά της Σοφίας, στην οποία είναι αφιερωμένος ο Παρθενών, θα είναι αρωγός στον αγώνα αυτόν που διεξάγεται στο όνομα της Αλήθειας και της Δικαιοσύνης.

 

ΠΗΓΗ: ΝΟΜΙΚΟ ΒΗΜΑ, τ. 68/2020, τ.6 Αύγουστος - Σεπτέμβριος 2020, σελ. 1224-1237. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 29.12.2020.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[2] Geoffrey Robertson, Norman Palmer, Amal Clooney, The Case for Return of the Parthenon Sculptures, p.130

[3] Geoffrey Robertson, Norman Palmer, Amal Clooney, ibid, p.132

[5] Alessandro Chechi, Raphaël Contel, Marc-André Renold, “Case Weary Herakles – Turkey and Museum of Fine Arts Boston,” Platform ArThemis ibid

[6] Βέργου Μαρία, TheRepatriation of Cultural Treasures as an International Custom, 2018, σελ. 85 επ.  

[7] Βέργου Μαρία, The Repatriation of Cultural Treasures as an International Custom, 2018, σελ. 103 επ.

[8] The Resolution submitted by Mrs. Carolyn B. Maloney of New York (for herself, Mr. Bilirakis and Mr. Payne) was referred to the Committee on Foreign Affairs, The Congress had adopted a similar Resolution in 2016, H.Con.Res.162 - Expressing the sense of the Congress that the Parthenon Marbles should be returned to Greece 114th Congress (2015-2016) , Lekakis G., Kontra news, The US congress Resolution for the return of Parthenon Sculptures, 14.10.2016 (in greek)

[9] Geoffrey Robertson, Norman Palmer, Amal Clooney, ibid, p.93

[10] Geoffrey Robertson, Norman Palmer, Amal Clooney, ibid, p. 110

[11] Geoffrey Robertson, Norman Palmer, Amal Clooney, ibid, p.111-112

[12] ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ, ΒΡΑΒΕΙΟΝ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ, τ. 27, Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ, σελ. 12

[13] Geoffrey Robertson, Norman Palmer, Amal Clooney, ibid, p.97

[14] Geoffrey Robertson, Norman Palmer, Amal Clooney, ibid, p.102

[15] Geoffrey Robertson, Norman Palmer, Amal Clooney, ibid, p.104-106

[16] Geoffrey Robertson, Norman Palmer, Amal Clooney, ibid, p.93, 140-141

[17] Geoffrey Robertson, Norman Palmer, Amal Clooney, ibid, p.140-141


επαναπατρισμος πολιτιστικων αγαθων, διεθνες εθιμο, Επανενωση Μνημειων, Γλυπτα Παρθενωνα, Μαρια Βεργου, πολιτιστικα αγαθα, διεθνη εθιμα, Επανενωση Μνημειου, Γλυπτα Παρθενωνος, επαναπατρισμος, πολιτιστικο αγαθο, Επανενωσις Μνημειων, Γλυπτα Φειδια, Παρθενωνας, Παρθενων, Preah Vihear, Καμποτζη, Ταιλανδης, Ευρωπαικο Δικαστηριο Ανθρωπινων Δικαιωματων, ΕΔΔΑ, Ψηφιδωτα Κανακαριας, Κανακαρια, Αυτοκεφαλη Ελληνορθοδοξη Εκκλησια Κυπρου, Κυπρος, Goldberg, 1974, 6ος μΧ αιωνας, Λυθρανκομη, Αφροδιτη Κυρηνης, Ιταλια, Κυρηνη, Λιβυη, Ισλανδικα Χειρογραφα, Ισλανδια, ΗΠΑ, Ιραν, Γκαλλερι Μπαρακατ, Ετρουσκικη Μελανομορφη Καλπη, ετρουσκοι, Μουσειο Τεχνης Τολεδο, Νικηφορος Νεος, Μουσειο Γκετυ, Κεφαλη Μαορι, Ρουεν, Γαλλια, Νεα Ζηλανδια, Φρεσκο του Casenoves, Μουσειο Τεχνης και Ιστοριας, Γενευη, μωσαικο Ορφεως, Ορφεας, Τουρκια, Μουσειο Τεχνης Νταλλας, Ηρακλης Περγης, Μουσειο Καλων Τεχνων Βοστονης, Περγη, Βοστωνη, 1981, Ατταλεια, επαναπατρισμοι, Κορεατικα Χειρογραφα, Νοτιος Κορεα, Κριος του Μαλι, Κρατηρας Ευφρονιου, Ευφρονιος, Μητροπολιτικο Μουσειο Τεχνης, Μουσειο Τεχνης Πανεπιστημιου Πρινστον, Θησαυρος των Αηδονιων, Γκαλλερι Γουαρντ, βιτρο, Εκκλησια της Μαριας, Γερμανια, Ρωσια, Κρατικο Μουσειο Ερμιταζ, Κρατικο Μουσειο Καλων Τεχνων Πουσκιν, Σφιγγα Bogazköy, Μπογαζκιοι, Τανζανια, Τυχη, Μουσειο Τεχνης Σινσινατι, Cincinnati, Αμμαν Ιορδανια, προΚολομβιανα, Εκουαδορ
Share on Google Plus

About ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

    ΣΧΟΛΙΑ
    ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ