Του μουσικού Γιάννη Χατζή
Διθύραμβος: δίς θύραζε
βεβηκώς (δίς + θύρα + βαίνω)
Αποτελείται από δύο μακρές
συλλαβές: ( __ __)
Λατρευτικό αυτοσχέδιο χορικό θρησκευτικό
άσμα, προς τιμήν του αρχαίου θεού Διόνυσου των Ελλήνων.
Ψαλλόταν από ομάδα εξήντα ανδρών
ή γυναικών, πάντα με συνοδεία τυμπάνου, αυλού, και φόρμιγγας. Ως γνωστόν, ο
θεός ονομάζεται και βρόμιος, λάτρης των τυμπάνων - ΔΙΑΒΑΣΤΕ: Γ. Λεκάκης "Διόνυσος, ο θεός που τα έχει 400".
«’Μπρός και με του χρυσορρέματου
του Τμώλου πλούτο
υμνήστε τόν Διόνυσο
χαιράμενες
με τύμπανα βαρύβοα κιι οι
θεϊκές φωνές σας να ηχήσουν
καθώς ο αυλός παίζει
τραγούδια Ιερά»
(βλ. Ευριπίδης «Βάκχαι», 150,
155)
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ: Γ. Λεκάκης "Μουσικής μύησις".
Η λέξις διθύραμβος εμφανίζεται για πρώτη φορά σε απόσπασμα του Αρχιλόχου του Πάριου:
«ως Διόνυσ’, άνακτος καλόν έξαρξαι μέλος οίδα διθύραμβον»
(«Γιατί ξέρω ν’ αρχίσω τ’ ωραίο τραγούδι του άνακτα Διονύσου, τον διθύραμβο»)
έκδ. BERGK.
ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 20.11.2021.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook