Του Γιώργου Λεκάκη
Βρέθηκαν ίχνη από ένα σκάφος
4.000 χρόνων, από μια θέση που κάποτε ήταν ποτάμι, που έρρεε στα περίχωρα της
αρχαίας πόλης Ουρούκ, στο νυν νότιο Ιράκ. Όταν η διάβρωση της κοίτης του
ποταμού αποκάλυψε για πρώτη φορά το περίγραμμα του σκάφους, το 2018, οι
αρχαιολόγοι τεκμηρίωσαν το σκάφος, το οποίο έχει μήκος περίπου 6,7 μ. και 1,5 μ.
Ο πρόσφατος αυξανόμενος ρυθμός διάβρωσης στην ίδια τοποθεσία ώθησε τους
ερευνητές να αφαιρέσουν τα ευαίσθητα αποτυπώματα της πίσσας, που κάποτε
κάλυπταν τα καλάμια, τα φύλλα φοίνικα και το ξύλο του σκάφους. Οι αρχαιολόγοι
στο Μουσείο του Ιράκ θα μελετήσουν και θα συντηρήσουν ό,τι έχει απομείνει από
το κύτος για ενδεχόμενη έκθεση.[1]
Όλοι γνωρίζουν ποιοι ήταν οι μεγάλοι θαλασσοπόροι και ποταμιάνοι πριν 4.000 χρόνια...
H αρχαία ελληνική Ωρύγεια >
Ορχόη > Όρχος, Όρχους - θυμηθείτε τον Ορχομενό Βοιωτίας (και Αρκαδίας), πόλη των Μινυών - νυν Ουρούκ / Uruk[2], στην νυν έκταση του Ιράκ[3], ήταν
αρχαία ελληνική πόλη στην επικράτεια των Σουμερίων (αργότερα της Βαβυλωνίας)
ανατολικά του ποταμού Ευφράτη.
Η 4η χιλιετία π.Χ.
στην περιοχή φέρει το όνομά της («περίοδος Ουρούκ»), όταν ξεκινά και η γραφή
στην περιοχή.
Επί Σουμερίων, την περίοδο
ακμής της, είχε έκταση 6 τ.χλμ. Ήταν περιφραγμένη με μεγάλα τείχη. Είχε πληθυσμό
80.000 κατοίκων – ήταν η μεγαλύτερη πόλη του τότε γνωστού κόσμου!!!
Ήταν η πόλη του ήρωα Γκιλγαμές,
γνωστού από το ομώνυμο έπος, διαδόχου του Ενμερκάρ, ιδρυτού της πόλεως. Ο Γκιλγαμές
ταυτίζεται με τον Θηβαίο ήρωα Ηρακλή (γνωστή η εκστρατεία του στην Ασία) ενώ το
Έπος αναφέρεται και σε κατακλυσμό. Είχε περίφημο ναό της Εάννα > Ινάννα,
Νάννα > Ιστάρ. Ουρούκ και Νιρμούντ είχαν Ιατρικές Σχολές για την διδασκαλία
της θεραπευτικής (βλ. Στρ.). Ο Στράβων αναγνωρίζει τους Ορχενούς (κατοίκους της
Ουρούκ) ως διάσημους αστρονόμους.
Επίσης λατρευόταν μια άγνωστη
θεότητα, με το ελληνικό όνομα Γαρέας, από έναν λαό που ονομαζόταν Δολλαμενοί. Κιονόκρανα
ιωνικού τύπου, παντού!
Επί Σαργώνος, η πόλις εξουσίαζε
όλην την Βαβυλωνία!
Στα νότια της πόλεως, ευρέθη
μεγάλη κατασκευή, το Irigal (προστατευμένη από έναν εσωτερικό περίβολο 205 ×
198 μ.), όπου η Ishtar και η Nanaya συλλατρεύονταν ιδιαιτέρως. Αποκαταστάθηκε
το 201 π.Χ. από τον κυβερνήτη της πόλεως με το ελληνικό όνομα Κέφαλος (τοπικά Anu-uballit).
Η πιο ισχυρή οικογένεια της πόλεως είναι αυτή
των απογόνων των Ah'ûtu (Αχαιών;), που ήταν αξιωματούχοι. Μεταξύ των οποίων ο
Κέφαλος, ο Νίκαρχος[4], κ.ά. Στα
περίχωρα της πόλεως, στο Frehat en-Nufegi, σε τάφους που ευρέθησαν κάτω από δύο
τύμβους, ανακαλύφθηκαν, εποχής των Σελευκιδών[5] Ελλήνων,
το πλούσιο ταφικό τους υλικό (κτερίσματα) δείχνει επίπεδο πλούτου και
σημαντικού κύρους, μιας περιοχής (της Ουρουκίας[6] όπως λέγεται)
που βρίσκεται υπό «ελληνική επιρροή» (αμφορείς κρασιού, στέμμα «ελληνικού τύπου»
από χρυσό και φύλλα ελιάς, κλπ). Η «ελίτ» της Ουρούκ είχε ελληνικά ονόματα, και
η πόλις ήταν και τυπικά «ελληνική πόλη», αλλά ακόμη οι αρχαιολόγοι έχουν
ατολμία να τα πουν όλα αυτά…
Στην ελληνική (και όχι ελληνιστική)
περίοδο μετονομάσθηκε σε Αντιόχεια («στο κανάλι της Ιστάρ»), από τον Έλληνα
βασιλιά Αντίοχο Α΄ Σωτήρα (Μάρτιος του 270 π.Χ.).[7]
Οι μελετητές της Ουρούκ μιλούν
για εξελληνισμό της πόλεως και «ελληνο-βαβυλωνιακά» κείμενα… Λεξιλογικοί κατάλογοι
και επιστημονικά κείμενα, γραμμένα στην σφηνοειδή γραφή μετεγράφησαν λένε στο
ελληνικό αλφαβητικό σύστημα «για να γίνει ευκολότερη η κατανόησή τους, σε έναν
κόσμο όπου οι χρήστες της σφηνοειδούς γραφής γίνονταν όλο και πιο σπάνιοι[8], μπροστά
στον θρίαμβο του ελληνικού αλφαβήτου (και του «παιδιού» του, του αραμαϊκού)»[9].
Ανασκαφές έγιναν, για πρώτη
φορά, από μια ομάδα Γερμανών αρχαιολόγων προ του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Συστηματικές
ανασκαφές, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έφεραν στο φως αρχαία σουμεριακά
έγγραφα και νομικές πινακίδες από την περίοδο των Σελευκιδών Ελλήνων.
[1] Βλ. Συμβούλιο Αρχαιοτήτων του Ιράκ και Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο. ΠΗΓΗ: K. Smith «Archaeologists unearth ancient Sumerian riverboat in Iraq - The bitumen-coated boat once plied the waterways around one of the world’s first cities», Ars Technica, 4.8.2022.
[2] σουμεριακά Unug, βιβλική Erech, αραβική Warka.
[3] Περ. 230 χλμ. ΝΑ. της Βαγδάτης.
[4] με διάταγμα του βασιλιά Αντίοχου Β'.
[5] Αρχικώς ειπώθηκε πως ανήκαν στην περίοδο των Πάρθων,
αλλά αυτό έχει αναθεωρηθεί…
[7] ΠΗΓΗ: Από μια επιγραφή, με σφηνοειδή γραφή, βλ. Getzel Cohen «The
Hellenistic Settlements in the East from Armenia and Mesopotamia to Bactria and
India» και Andrew Erskine «A Companion
to Hellenistic World».
[8] Το πιο πρόσφατο κείμενο στην σφηνοειδή γραφή είναι
του 79/80 μ.Χ.
[9] Βλ. S. Maul «Neues zu den Greaco-Babyloniaca», στο περιοδικό Ασσυριολογίας / Assyriologie 81, 1991, σελ. 87-106. Id. «La fin de la tradition cunéiforme et
les Graeco-Babyloniaca», στο Cahiers du centre
Gustave Glotz, 1995, σελ. 3-17. (en) M. J.
Geller «The Last Wedge», στο Zeitschrift für
Assyriologie 87, 1997, σελ. 43-95.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook