Ιούνιος, μήνας Θερισμού - του Γ. Σ. Γκανάσου

Ιούνιος, μήνας Θερισμού

Του Γιάννη Σ. Γκανάσουganassosi@gmail.com

 

Τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ὁ Ἥλιος φθάνει στὸ ὑψηλότερο σημεῖο τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοῦ χρειάζονται πολλὲς ὧρες γιὰ νὰ διαβεῖ ὅλη αὐτὴ τὴν οὐράνια διαδρομή, ἀνατέλλοντας νωρὶς τὸ πρωὶ καὶ δύοντας ἀργὰ τὸ βράδυ. Οἱ σχεδὸν κάθετες ἀκτίνες του πυρπολοῦν τὴν γῆ καὶ ἡ ἄπειρη ζωογόνα ἐνέργεια τους θέτει σὲ ἀναγεννητικὴ ἐγρήγορση καὶ ὀργιώδη παραγωγικὴ διαδικασία τόσο τὴν χλωρίδα ὅσο καὶ τὴν πανίδα. Ἡ ξερὴ γῆ πίνει λαίμαργα τὸ νερὸ ποὺ τῆς προσφέρεται ἀπὸ τὰ πηγάδια καὶ τὰ ποτάμια, μαλακώνει τὸ ρηγματώδες σῶμα της καὶ ἐπιτρέπει στὶς ρίζες τῶν φυτῶν νὰ χωθοῦν βαθιά στὰ σπλάχνα της, βυζαίνοντας τὰ διυλισμένα συστατικά της ποὺ θὰ μετουσιωθοῦν σὲ θρεπτικοὺς χυμοὺς γιὰ τὴν ὡρίμανση τῶν καρπῶν τους, στὸν ἀέναο ἀγώνα τῆς ἐπιβίωσης καὶ τῆς διαιώνισης τῶν εἰδῶν. Ὁ βιολογικὸς κύκλος τῆς ζωῆς στὴν καλύτερη καὶ μεγαλόπρεπη στιγμή του. Στιγμὴ ἀναγέννησης, πραγμάτωσης, συγκομιδῆς καὶ ἐλπίδας γιὰ τὸ μέλλον.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ για τον ΙΟΥΝΙΟ, ΕΔΩ.

Τὰ γαλαζόφτερα τζιτζίκια σκορποῦν κύματα μονότονης ρυθμικῆς μουσικῆς, σὰν νὰ προσπαθοῦν νὰ δώσουν ρυθμὸ καὶ ἁρμονία στὴν παλλομένη κάψα ποὺ στροβιλίζεται καὶ χορεύει πάνω ἀπὸ τὴν γῆ διαθλώντας σὲ μία καυτὴ παραζάλη ὅτι ἀγκαλιάζουν καὶ ποθοῦν.

Τὰ προικισμένα μὲ χνούδι φυλλαράκια τοῦ σταριοῦ, ἄντεξαν τὸ κρύο καὶ τὸ χιόνι τοῦ χειμώνα, ὅπως ἡ Περσεφόνη στὸ σκοτεινὸ καὶ ὑγρὸ βασίλειο τοῦ Πλούτωνα, γιὰ νὰ στηθοῦν ὀρθὰ τὴν Ἄνοιξη, νὰ πάρουν ὕψος καὶ λυγερὴ κορμοστασιά, θρέφοντας ὡραῖα, μεστά, πολύσπορα στάχυα μὲ μακριές μαῦρες ἀκίδες ποὺ κυρτώνουν ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ καρποῦ. Τὸ ἀνοιξιάτικο πράσινο χρῶμα ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ τὸ πυρρόξανθο χρυσὸ τοῦ Ἡλίου. Τὰ φύλλα ἔχουν πλέον ξεραθεῖ καὶ ὁ κορμὸς στεγνὸς ἀπὸ χυμοὺς καὶ εὔθραυστος ἔφτασε στὸ τέλος τοῦ προορισμοῦ του.

Βρισκόμαστε πλέον στὴν ἐποχὴ τοῦ θερισμοῦ τοῦ εὐλογημένου καρποῦ τῆς Δήμητρας καὶ τοῦ ἀγαπημένου τῶν ψωμοφάγων θνητῶν, ὅπως θὰ ἔλεγε κι ὁ θεῖος Ὅμηρος.

Οἱ γεωργοὶ ἔχουν ἑτοιμάσει ἀπὸ καιρὸ τὰ σιδερένια καμπύλα δρεπάνια τους μὲ τὰ πριονωτὰ πυκνὰ καὶ σὰν ξυράφι κοφτερὰ μικρά τους δόντια. Ὅλοι τους, μικροί καὶ μεγάλοι, μὲ ροῦχα ἐλαφρά, συνήθως βαμβακερά, ξεχύνονται στὰ χωράφια κάτω ἀπὸ τὸ ἀδυσώπητο, γιὰ τὸ ἀνθρώπινο δέρμα, λιοπύρι. Οἱ ἄνδρες μὲ παντελόνια καὶ πουκάμισα μὲ μακριά μανίκια, καπέλλα στρογγυλὰ μὲ μεγάλο γεῖσο ἢ τὴν κλασσική τραγιάσκα μὲ τὸ χειρομάντιλο νὰ καλύπτει αὐχένα καὶ αὐτιά. Οἱ γυναῖκες μὲ μακριά φουστάνια καὶ μανίκια ποὺ καλύπτουν καὶ τὰ δάκτυλά τους. Βαμβακερὸ λευκὸ μαντήλι καὶ ἀπὸ μέσα βαμβακερὴ ὑφαντὴ λινὴ πετσέτα. Σκεπάζουν μὲ χάρη τὸ μέτωπο καὶ τὰ μάγουλα ἔτσι ποὺ μόλις τὰ μάτια τους διακρίνονται.

Ὁ Ἥλιος καὶ ἡ σκόνη μαζὶ μὲ τὸν ἱδρώτα ξηραίνουν τὴν ἐκτεθειμένη τρυφερὴ καὶ εὐαίσθητη ἐπιδερμίδα τους καὶ οἱ νεώτερες ἰδίως γυναῖκες καὶ τὰ κορίτσια, δὲν παραλείπουν νὰ λάβουν ἁπλὰ ἀλλὰ ἀπαραίτητα μέτρα γιὰ τὴν προστασία της, ὅσο αὐτὸ βεβαίως εἶναι ἐφικτό.

Ἐργατιές ἀπὸ ἄνδρες καὶ γυναῖκες μὲ τραγούδια, ἱστορίες καὶ διηγήσεις, σκυμμένοι προχωροῦν, ὁ ἕνας πλάι στὸν ἄλλο, μὲ κινήσεις μελετημένες τῶν χεριῶν καὶ σὲ σταθερὴ ἀπόσταση μεταξυ τους. Μὲ τὸ ἀριστερὸ χέρι ἁρπάζουν χεράδα (δέσμη) ἀπὸ στελέχη μὲ μεστωμένα στάχυα ἐνῶ τὸ δεξὶ χέρι μὲ κίνηση ζυγισμένη, χαμηλή, κοντὰ στὸ ἔδαφος καὶ ἡμικυκλικὴ ἀπὸ δεξιὰ πρὸς τὰ ἀριστερὰ καὶ πίσω, κόβει διαδοχικὰ καὶ τὰ τοποθετεῖ τὴν μία ἐπάνω στὴν ἄλλη τὶς χεράδες μὲ τάξη στὰ πίσω τοῦ ἁλωνιστή. Κι ὅταν συμπληρωθεῖ ἡ ἐκτιμημένη ποσότητα κάποιος ἀπὸ τοὺς θεριστὲς θὰ ἀναλάβει νὰ τὰ δέσει σὲ ὁμοιόμορφα καὶ ἰσόβαρα δέματα, ἀπὸ στριμμένη βουρλιά, λυγαριὰ ἢ καὶ ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν καλαμιά. Τὸ βιομηχανικὸ σύρμα, ἂν καὶ πολὺ πιὸ εὔχρηστο, θὰ ἀργήσει ἀκόμη νὰ ἔχει εὐρεία ἐφαρμογή, ἕνεκα τοῦ κόστους. Ἡ νοικοκυρὰ τοῦ χωραφιοῦ ἢ κάποιος μικρὸς θεριστὴς θὰ φέρει κάθε τόσο νερὸ στοὺς θεριστές, ἀπὸ τὴν στάμνα ποὺ ἱδρώνει καὶ ψύχεται ἐκτεθειμένη στὸ ἀνεπαίσθητο ἀεράκι κάτω ἀπὸ τὸν ἴσκιο τοῦ κοντινότερου δένδρου.

Πρόγευμα ἐλαφρὺ καὶ γεῦμα ὁμοίως στὴν σκιά, μὲ τυρὶ ἢ χαλβά, κρεμμύδι, ντομάτα, ἀγγούρι καὶ τὸ δυναμωτικὸ κρασί.

Ὅταν συμπληρωθοῦν ἀρκετὰ δέματα, σὰν πρόβατα ποὺ βόσκουν ἀκίνητα μέσα στὸ κουρεμένο χωράφι, θὰ φορτωθοῦν σὲ ἄλογα καὶ γαϊδούρια καὶ θὰ μεταφερθοῦν κοντὰ στὸ ἀνατολικὸ μέρος τοῦ χωριοῦ, στὴν θέση ἁλώνια, ὅπου ὁ καθένας θὰ στήσει τὴν δικη του θημωνιά.

Μὲ τὸ πέρασμα τῶν ἡμερῶν καὶ ἐνῶ ἀπὸ κάθε κατεύθυνση συνεχίζεται ἡ μεταφορὰ τῶν δεμάτων, τὸ τοπίο διαφοροποιεῖται αἰσθητά. Ζῶα φορτωμένα ποὺ μόλις ἔφτασαν, ἄλλα ποὺ φεύγουν, ζῶα μισοφορτωμένα καὶ τριχιὲς ποὺ σέρνονται σὰν πελώρια φίδια ἀνάμεσα στὰ σκορπισμένα καὶ ριγμένα ἐδῶ καὶ ἐκεῖ δέματα, ποὺ κάποιος ἄλλος ἀναλαμβάνει καὶ τακτοποιεῖ μὲ σχέδιο καὶ χάρη, σὲ ἀλλεπάλληλες στρώσεις, στήνοντας τὶς θημωνιὲς ποὺ συνεχῶς αὐξάνουν σὲ ὄγκο τὰ πρισματικὰ κυρίως σχήματά τους, θυμίζοντας κάποια αἰγυπτιακὰ ἀρχαιολογικὰ τοπία. Κάτω ἀπὸ τὸν καυτὸ Ἥλιο ποὺ συνεχίζει καὶ ἐδῶ νὰ ψήνει τὴν πυρρόξανθη καλαμιὰ τοῦ σταριοῦ, διευκολύνοντας τὸν διαχωρισμὸ τοῦ πολύτιμου καρποῦ ἀπὸ τὸ ἄχυρο, τὰ χαμόγελα τονίζουν τὰ κουρασμένα πρόσωπα μαζὶ μὲ μιὰ διάχυτη ἀγωνία, καὶ μιὰ εὐχὴ μὴν βρέξει καὶ ἂς συνεχιστεῖ τὶς ἑπόμενες ἡμέρες τὸ δυσβάσταχτο αὐτὸ λιοπύρι, ἕως ὅτου καὶ τὸ τελευταῖο σπυρὶ τοῦ σταριοῦ μεταφερθεῖ στὶς ἀποθῆκες τῶν σπιτιῶν.

Και αφού σχεδόν όλοι έχουν συγκεντρώσει, το ευάλωτο ακόμη βιος τους στα αλώνια, καταφθάνει και η αργοκίνητη τεράστια αλωνιστική μηχανή που την σέρνει πίσω του ένα αργοκίνητο τρακτέρ. Θα πάρει επίκαιρη και επίπεδη θέση, κάπου στο κέντρο των θημωνιών και θα αρχίσει η κουραστική ευθυγράμμισή της στο ανώμαλο έδαφος, σκάβοντας εδώ και εκεί, όπου θα αγκιστρωθούν οι τροχοί της. Όντας ετεροκίνητη, θα συνδεθεί με ένα φαρδύ και αρκετών μέτρων μακρύ ιμάντα, με το τρακτέρ, που της δίνει την κίνηση για να λειτουργεί. Αμέσως μετά θα ακουμπήσουν, επάνω στην μηχανή και σε επικλινή θέση, μια αυτόματη κλίμακα που σε μεταλλικό σκαφιδένιο λείο αυλάκι ανεβάζει τα δέματα μέχρι ψηλά, όπου πέφτουν σε ένα κατάλληλα διαμορφωμένο κρατήρα τετράγωνης χοάνης, αφού πριν, ένας πολύ γρήγορος και σε συνεχή εγρήγορση εργάτης, τους αφαιρέσει τα δεματικά που πολλές φορές είναι και συρμάτινα - επικίνδυνα για τα εκατοντάδες γρανάζια και τα δεκάδες ποικίλα παλλόμενα κόσκινα - και προωθήσει προοδευτικά την ποσότητα των σταχυών.

Τὸ τεράστιο αὐτὸ μηχάνημα, στὰ μάτια τῶν μικρῶν παιδιῶν – ποὺ καὶ αὐτὰ συμμετέχουν στὴν ὅλη διαδικασία τοῦ ἁλωνίσματος – μὲ τὶς δεκάδες τροχαλίες του, ἄλλες ἐξωτερικὲς καὶ ἄλλες ἐσωτερικές, μικρές, μεγάλες καὶ μεγαλύτερες, σύνθετες καὶ ἁπλές, μὲ πολύπλοκους συνδυασμοὺς στενῶν, φαρδιῶν, κοντῶν καὶ μακριῶν ἱμάντων, περιπεπλεγμένων σὲ ὀχτάρια ἢ σὲ ἁπλὲς ἐλλειπτικὲς τροχιές, κινοῦν πολλαπλές, κάθετες καὶ ὁριζόντιες, στενὲς καὶ κοντὲς ἢ ἄλλες μακρύτερες παλλόμενες ξύλινες λουρίδες, συγκρατοῦν στὰ ἐλεύθερα ἄκρα τους ποικίλα κόσκινα. Τὸ ὀγκῶδες αὐτὸ μηχάνημα, μὲ τὸν παταγώδη καὶ ἀπόκοσμο θόρυβό του, μοιάζει, ἰδίως τὴν νύκτα μὲ τὰ διάσπαρτα φῶτα καὶ τὶς φωτοσκιάσεις ποὺ δημιουργοῦνται, σὰν θηρίο τοῦ κάτω κόσμου τῆς φαντασίας καὶ τοῦ ὀνείρου, μὲ ἀνεστραμμένα τὰ σωθικά του καὶ τὶς βιολογικὲς του λειτουργίες, μιᾶς καὶ οἱ φλέβες του, τὰ νεῦρα του καὶ τὰ ἔντερά του λειτουργοῦν, καὶ πολὺ καλὰ μάλιστα, ἔξω ἀπὸ τὸ σῶμα του.

Ὁ παταγώδης θόρυβος ποὺ ἀκολουθεῖ τὴν ρυθμικὴ διάθλαση τοῦ λιοπυριού ποὺ ψήνει τὴν γῆ, ἐνῶ σκόνη χώματος καὶ ψιλοκομμένης καλαμιᾶς ποὺ πήζει τὸν ἱδρώτα στὸ δέρμα, ἀεικίνητοι ἐργάτες καλυμμένοι μὲ καπέλλα, μαντήλια καὶ γυαλιὰ ἀνθρακωρύχων, ποὺ χρειάζεται νὰ φωνάζουν δυνατὰ γιὰ νὰ συνεννοοῦνται μεταξυ τους, ταΐζουν ἀδιάκοπα μὲ δέματα σταριοῦ, καὶ ἀρμέγουν τὰ σωθικὰ τοῦ τεράστιου μηχανήματος, γεμίζοντας μὲ καρπὸ τὰ σακκιά τους, ἐνῶ μιὰ τεράστια προβοσκίδα του φυσᾶ δυνατὰ καὶ ξερνᾶ συνεχῶς ψιλοκομμένο ἄχυρο ποὺ στοιβάζεται σὲ ὡραίους κωνικοὺς λόφους ποὺ μεγαλώνουν ἀκατάπαυστα ὅσο τὸ θηρίο τρώει. Τὸ τεράστιο αὐτὸ μηχανικὸ θηρίο, λὲς καὶ μόλις βγῆκε ἀπὸ τὸ ἐργαστήριο τοῦ Δαιδάλου, ἀγκομαχᾶ, βρυχᾶται, χτυπιέται, τρέμει σύγκορμο, τρώει μανιωδῶς δέματα σταριοῦ καὶ βγάζει καρπὸ σιτάρι καὶ ψιλοκομμένο ἄχυρο.

Κάθε σοδειὰ καὶ θημωνιά, κάθε θημωνιὰ καὶ λόφος, κάθε λόφος καὶ ἡ συμπύκνωση τοῦ ἱδρώτα καὶ ὁ συσσωρευμένος κόπος μιᾶς οἰκογενείας γεωργῶν.

Τὸν ὡραῖα διαμορφωμένο καὶ εὐάλωτο στὶς καιρικὲς συνθῆκες λόφο, θὰ τὸν πλησιάσει ἕνα ἄλλο πιὸ μικρὸ καὶ πιὸ κοντὸ καὶ πιὸ ἁπλὸ μηχανικὸ ἐξ ὁλοκλήρου σιδερένιο στιβαρὸ θηρίο, ποὺ φέρει κι αὐτὸ κρατήρα στὴν ράχη, ἑτεροκινούμενο καὶ αὐτὸ ἀπὸ ἕνα ἄλλο τρακτέρ. Ἕνα ἔμβολό του σπρώχνει μὲ τεράστια δύναμη, πιέζοντας τὸ ἄχυρο ποὺ ρίχνουν στὴν χοάνη του ἐργάτες, ἐνῶ κάποιοι ἄλλοι ἑκατέρωθεν αὐτοῦ ἀνταλλάσσουν σὰν σὲ ἀργαλειὸ σύρματα ὁ ἕνας στὸν ἄλλον ποὺ αὐτὸ τὰ πλέκει σὲ συμμετρικὰ καὶ ἰσχυρὰ δεμάτια, φτιάχνοντας καὶ ρυθμικὰ σπρώχνοντας ἀπὸ τὴν μία ἄκρη του πρὸς τὰ ἔξω, ὁμοιόμορφα καὶ περίτεχνα συμπιεσμένα βαριὰ δέματα ἀχύρου. Ἡ ὅλη διαδικασία συνοδεύεται ἀπὸ μιὰ ἀργὴ βαριὰ μεταλλικὴ καὶ ρυθμικὴ βουὴ σὰν νὰ πέφτουν τεράστιοι βράχοι σὲ βαθὺ σπήλαιο. Τὰ ὡραῖα δέματα ἀπὸ ξερή καλαμιὰ θὰ ἀποθηκευτοῦν στὸν ἀχυρώνα καὶ θὰ ἀποτελέσουν μέρος τῆς χειμερινῆς τροφῆς τῶν ζώων τοῦ σπιτιοῦ.

Ἐμεῖς τὰ παιδιά, ὡς αὐτονόητη οἰκογενειακὴ ὑποχρέωσή μας, θὰ λάβουμε ἐνεργὰ μέρος στοὺς κόπους ὅλης αὐτῆς τῆς διαδικασίας, βοηθώντας τοὺς μεγαλυτέρους κατὰ τὶς δυνάμεις μας, ἀλλὰ δὲν θὰ παραλείψουμε κιόλας νὰ ἐκμεταλλευτοῦμε τὸ ἐποχιακὸ αὐτὸ συμβὰν γιὰ νὰ παίξουμε κρυφτὸ στὶς θημωνιές. Τρέχοντας μὲ φόρα θὰ προσπαθήσουμε νὰ ἀνέβουμε ὅσο πιὸ ψηλὰ γίνεται, στοὺς τόσο εὐπαθεῖς σωροὺς ψιλοκομμένου ἀχύρου (λόφους ἀχύρου) χωρὶς ποτὲ βεβαίως νὰ κατορθώσουμε νὰ φθάσουμε στὴν κορυφή, πρὶν διαλυθεῖ ἐν μέρει ὁ εὔθραυστος λόφος καὶ ἐμεῖς χωθοῦμε μέχρι τὸ λαιμὸ στὸ ἄχυρο, γεμίζοντας τὰ ροῦχα μας, κι ἀρχίζοντας νὰ ξυνόμαστε ἀπὸ τὴν σκόνη καὶ τὸν ἱδρώτα ποὺ ἔγιναν ἕνα ἐπάνω μας μὲσ’ τὸ ἀβάσταχτο λιοπύρι.

Τὸ κυκλικὸ πλακόστρωτο ἁλώνι, μὲ τὰ ζῶα ποὺ γυρίζουν γύρο ἀπὸ ἕνα πάσσαλο ἀποτελεῖ ἀνάμνηση παληότερων ἐποχῶν καὶ ἀφήγηση τῶν παππούδων μας. Ἐμεῖς ζοῦμε πλέον στὴν ἐποχὴ τῆς τεχνολογικῆς ἐξέλιξης ἢ μήπως δὲν εἶναι ἔτσι τὰ πράγματα καὶ βιάζομαι λίγο νὰ τὰ ἐπιταχύνω;

Τὸ λίχνισμα στὸν πρωινὸ ἀέρα ἐπάνω στὴν ἁπλωμένη, ὑφασμένη στὸν σπιτικὸ ἀργαλειό βελέντζα, ἔχει περιορισθεῖ, γιὰ κάποιες μικρὲς σοδειὲς ὀσπρίων καὶ κυρίως τοῦ σπιτικοῦ σουσαμιοῦ.

Ἤδη καὶ αὐτοῦ τοῦ τύπου οἱ μὴ μετακινούμενες θεριστικὲς μηχανὲς ἔχουν ἀρχίσει νὰ ἀντικαθίσταται ἀπὸ ἄλλες, ἐντελῶς αὐτόματες καὶ αὐτοκινούμενες ποὺ θερίζουν τὸ σιτάρι, ἐπὶ τόπου, στὸ χωράφι τοῦ καθενός. Ἔτσι τὰ δρεπάνια καὶ τὰ ἄλλα σύνεργα τοῦ θερισμοῦ καὶ τοῦ ἁλωνιοῦ θὰ κρεμαστοῦν ὡς μουσειακὰ πλέον ἀντικείμενα.

ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 1.6.2022.


ιουνιος Μηνας Θερισμος, Γκανασος, εποχη ηλιος ουρανος ουρανια διαδρομη ανατολη δυση καθετες ακτινες γη απειρη ζωογονα ενεργεια αναγεννηση παραγωγη χλωριδα πανιδα ξερη νερο πηγαδι ποταμι ριζες φυτο χυμος καρπος επιβιωση βιολογικος κυκλος ζωη πραγματωση, συγκομιδη ελπιδα γαλαζοφτερα τζιτζικι μονοτονη ρυθμικη μουσικη ρυθμος αρμονια καψα χνουδι φυλλαρακι σταρι χειμωνας, Περσεφονη Πλουτωνας, πλουτων ανοιξη, σταχυ ακιδα πρασινο χρωμα φυλλα θερισμα θεα Δημητρα ψωμοφαγος θνητος ομηρος γεωργοι δρεπανι βαμβακερα χωραφια ανθρώπινο δερμα, λιοπυρι ανδρες καπελλο γεισο τραγιασκα χειρομαντιλο αυχενα αυτι γυναικες φουστανι Βαμβακερο λευκο μαντηλι υφαντη λινη πετσετα επιδερμιδα εργατιες τραγουδια, υστοριες διηγησεις, αριστερο χερι χεραδα δεσμη σταχυα δεξι ημικυκλικη χεραδες αλωνιστης θεριστες δεμα βουρλια, λυγαρια καλαμια βιομηχανικο συρμα, νοικοκυρα χωραφι θεριστης νερο σταμνα δενδρο προγευμα σκια, τυρι χαλβας, κρεμμυδι, τοματα, αγγουρι κρασι δεματα, αλογο γαιδουρι ανατολικὸ μερος χωριο αλωνι, θημωνια φορτωμα τριχια θημωνιες αιγυπτιακα αρχαιολογικα τοπια καλαμια σιταρι αχυρο, αγωνια ευχη βροχη σπυρι βιος αλωνια, αλωνιστικη μηχανη τρακτερ αυλακι χοανη κοσκινο γεωργια λιχνισμα αργαλειος βελεντζα, οσπρια σουσαμι

Share on Google Plus

About ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

    ΣΧΟΛΙΑ
    ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ