Του Γιώργου Λεκάκη
Ο Διονύσιος «ο εκ Φουρνάς» (Ευρυτανίας),
«ο εξ Αγράφων», ή Φουρνοαγραφιώτης, ή Φουρναίος (1670; - 1746;) ήταν
ιερομόναχος και αυτοδίδακτος ζωγράφος / αγιογράφος. Συγγραφέας του έργου «Ερμηνεία
της ζωγραφικής τέχνης», το οποίο έγινε βασικό εγκόλπιο των Ελλήνων και των
ξένων αγιογράφων για τη συνέχιση, τη διάδοση και την αναγέννηση της βυζαντινής
αγιογραφικής τέχνης από τις αρχές του 18ου αιώνα και εξής.
Υιός του ιερέως Παναγιώτη
Χαλκιά. Όταν πέθανε ο πατέρας του αναγκάστηκε, μόλις 12 ετών, να πάει στην
Κωνσταντινούπολη για να εργαστεί. Έμεινε εκεί 4 χρόνια. Στα 16 του εγκαταστάθηκε
στο Άγιον Όρος (1686). Έγινε μοναχός και ιερομόναχος.
Στις Καρυές συνεπλήρωσε τις
γραμματικές του γνώσεις. Διδάχθηκε την τέχνη της αγιογραφίας.
Το 1711 ανέγειρε εκ βάθρων το
κελλί του, στις Καρυές, και το προς τιμήν του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου
παρεκκλήσιό του, το οποίο εικονογράφησε. Το 1721 αγιογράφησε το παρεκκλήσι του
Αγίου Δημητρίου στο Βατοπέδι, όπως και στην ΙΜ Δοχειαρίου και τον «άγρυπνο
Σωτήρα» στην ΙΜ Κουτλουμουσίου, κ.ά. στο Άγιον Όρος.
Το 1724 - 1728 διέμενε στην Φουρνά, όπου με τους μαθητές του τοιχογράφησε τον καθεδρικό ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος - ο οποίος, δυστυχώς, πυρπολήθηκε από τους Τούρκους, πριν από την Επανάσταση του 1821.
Το 1729 - 1734 ξαναεπέστρεψε
στο Άγιον Όρος. Με την συνεχή μελέτη των έργων του Μανουήλ Πανσελήνου και του
Θεοφάνη, κατάφερε να αναδειχθεί σε έναν από τους αξιολογότερους αγιογράφους της
εποχής του. Σε αυτό το διάστημα - και με την βοήθεια του μαθητή του, Κύριλλου Φωτεινού
του Χίου, έγραψε την «Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης και αι κύριαι πηγαί αυτής»
(1730 – 1733/1734). Το εγχειρίδιο του Διονυσίου ἐκ Φουρνᾶ απετέλεσε το βασικό εγχειρίδιο
αγιογραφίας στον ελληνικό και βαλκανικό χώρο, από τα μέσα του 18ου αιώνος!
Εγνώρισε τεράστια επιτυχία και συνέβαλε στην επιστροφή σε πρότυπα της
παλαιολόγειας ζωγραφικής. Ενδεικτικό της ευρείας διάδοσής του είναι ότι σώζεται
σήμερα σε (τουλάχιστον) 41 κώδικες.[1]
Η πραγματεία αυτή δεν είναι
πολύτιμο μνημείο για την αγιογραφία, αλλά και γι την ελληνικη καλλιτεχνία του
μεσαίωνα και την κατάσταση της τότε λαλουμένης νεοελληνικής γλώσσης!
Το βιβλίο διαδόθηκε ευρέως
στα Βαλκάνια…
Η «Ερμηνεία των ζωγράφων ως
προς την εκκλησιαστικήν ζωγραφίαν, υπό Διονυσίου του ιερομονάχου και ζωγράφου,
του εκ Φουρνάς των Αγράφων» εκδόθηκε / μεταφράσθηκε:
- 1845, στα γαλλικά από τον
Paul Durand,
- 1855, από τον αρχαιολόγο
Adolphe Napoléon Didron («Manuel d'iconographie canadienne grec et latina»), από
το πρωτότυπο χειρόγραφο (εκδ. Lintz, Trier),
- 1960, από τον Godehard
Schäfer (εκδ. Σλαβικό Ινστιτούτο, Μόναχο), κ.ά.
Το έργο περιλαμβάνει 72
παραγράφους με τεχνικές οδηγίες για την αγιογραφία και περίπου 560 παραγράφους
με περιγραφή της εικονογραφίας της Αγίας Γραφής και των διαφόρων αγίων. Αφιέρωσε
το έργο του στην Παναγία, λέγοντας στην αφιέρωση στην εισαγωγή ότι, μιμούμενος
τον απόστολο Λουκά, που σύμφωνα με την παράδοση ήταν ο πρώτος αγιογράφος[2],
αποφάσισε να γράψει το έργο του για την αγιογραφία…
Το 1734 - λόγω φθόνου των
ομοτέχνων του! - αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Άγιον Όρος. Επανεγκατεστάθη στην
Φουρνά[3]. Ασχολήθηκε
με την οικοδόμηση της ΙΜ Ζωοδόχου Πηγής, της οποία έγινε κτήτωρ. Το 1741 επήρε
την άδεια από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως να ιδρύσει σχολείο
στα Άγραφα! Δίπλα στην ΙΜ Ζωοδόχου Πηγής ίδρυσε και Σχολείο των Κοινών Γραμμάτων
- από το 1755 έγινε Σχολή για ανώτερες σπουδές! Η Σχολή λειτούργησε μέχρι το
1784. Απ’ αυτήν αναδείχθηκαν σπουδαίοι διδάσκαλοι και διαφωτιστές του υπόδουλου
Γένους. Ίδρυσε δε και εργαστήριο αγιογραφικής τέχνης!
Περιστασιακώς ξανα-επισκέφθηκε
τον Άθω (1739) και την Κωνσταντινούπολη (1740, 1744).
Από όλο το ζωγραφικό του έργο
στην Φουρνά, μετά από τους σεισμούς του 1966, σώζονται μόνο 4 εικόνες του 1733
που παριστάνουν:
- τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο,
- τον Ένθρονο Χριστό,
- την Ζωοδόχο Πηγή, καθώς και
- τους αποστόλους Πέτρο και
Παύλο (του 1725).
Έργα του σώζονται επίσης στην εκκλησία του Αγίου Βασιλείου στην Ρεντίνα Θεσσαλίας, στους Δομηνιανούς Ευρυτανίας, κ.α.
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης «Ελληνική
Βιβλιογραφία». ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 3.4.2020.
[1] Βλ. G. Kakavas «Dionysios of Fourna (c.1670–c.1745).
Artistic Creation and Literary Description», Leiden 2008, Appendix I.
Κάποια κεφάλαια στα αωζόμενα
χειρόγραφα είναι συντετμημένα.
[2] Κάτι τέτοιο δεν προκύπτει ιστορικά.
[3] Η Φουρνά Ευρυτανίας απέχει 42 χλμ. από το Καρπενήσι.
Είναι κτισμένη στην δυτική πλαγιά του λόφου του Προφήτη Ηλία, σε υψόμετρο 850 μ.
Στην αρχαιότητα, στην περιοχή κατοικούσαν οι Δόλοπες. Θεμέλια αρχαίου τείχους,
που ανακαλύφθηκαν στην κορυφή του λόφου του Προφήτη Ηλία, ακριβώς επάνω από την
Φουρνά, αποδίδονται σε κάποια αρχαία πόλη ή κέντρο - πιθανόν την Κτιμένη /
Κτημένη - ιδρυτής της οποίας θεωρείται ο ήρωας Κτίμενος / Κτήμενος. Στην αρχαία
Δολοπία βασιλιάς της ήταν ο Πηλεύς, ο πατέρας του Αχιλλέως.
Σε διάφορες εποχές,
λεηλατήθηκε και ερημώθηκε (από Βουλγάρους κ.ά. επιδρομείς). Οι Τούρκοι την
έλεγαν «Κιοστένι» (= παρατηρητήριο).
Η Φουρνά δεν έδωσε στο
ελληνικό πνευματικό στίβο μόνο τον Διονύσιο, αλλά και τον Ιωσήφ εκ Φουρνά, κ.ά.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook