Του Γιώργου Λεκάκη
Η αρχαία Ἁλασάρνα ή Ἁλισάρνα ή
Ἁλασάρνη[1], ήταν
πόλη της αρχαίας Ελλάδας, στην νότια ακτή του νησιού της Κω Δωδεκανήσων, σε μια
παράκτια πεδιάδα, κοντά στην σύγχρονη Καρδάμαινα, στο ακρωτήριο Λακτήριον[2].
Ο πολίτης της ελέγετο Αλασαρνίτης
και ο Δήμος Αλασαρνιτών.
Οι συστηματικές ανασκαφές άρχισαν
το 1985, όταν ανακαλύφθηκαν αρχαία αρχιτεκτονικά κατάλοιπα και ευρήματα, κατά
την ανέγερση των θεμελίων ενός ξενοδοχείου…
Το πότε ξεκίνησε η
εγκατάσταση ανθρώπων στην περιοχή είναι άγνωστο.
Έχουν βρεθεί κάποια κατάλοιπα
της Νεολιθικής και της Εποχής του Χαλκού: Κεραμικά θραύσματα έχουν επίσης
βρεθεί από την γεωμετρική περίοδο, έως και κατά την κλασσική περίοδο.
Το μέγεθος της Αλασάρνας,
καθώς και το αν ήταν ανεξάρτητη πόλη (πόλη-κράτος) ή μικρό χωριό, είναι ανοιχτό
σε ερμηνεία.
Θα μπορούσε να ήταν μια
ανεξάρτητη πόλη πριν από την επανίδρυση της πόλεως της Κω, μετά από μια
εξέγερση το 366 π.Χ. Στην συνέχεια ήταν πιθανότατα ένας δήμος της Κω (υπολογίζεται
ότι ήταν μικρότερος από 25 τ.χλμ.).
Έχουν ανασκαφεί τα ερείπια ενός ιερού του θεού Απόλλωνα Πυθαίου [σ.σ. δείχνει σχέση με Δελφούς] που πιστεύεται ότι ανήκουν στον 4ο αιώνα π.Χ (*). Ήταν ένα μεγαλοπρεπές κτήριο. Δυστυχώς, μεγάλο τμήμα του ναού καταστράφηκε κατά την θεμελίωση ξενοδοχείου...
Από το ιερόν έχουν μέχρι σήμερα
ανασκαφεί τρία οικοδομήματα:
- Το οικοδόμημα Α. Αποκαλύφθηκε
το 1981 και περιέχει το γνωστό από επιγραφές ιερόν του Απόλλωνος στην αρχαία
Αλασάρνα.
- Το οικοδόμημα Β. Πιθανότατα βωμός
ή επικλινής είσοδος στον ναό.
- Το οικοδόμημα Γ. Αποκαλύφθηκε
το 1995. Ίσως ναός των Ύστερων Κλασσικών ή Πρώιμων ελληνιστικών χρόνων.
Ο ναός ανακαλύφθηκε κατόπιν σωστικής ανασκαφής που πραγματοποίησε η αρχαιολόγος της ΚΒ’ Εφορείας Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου, Χ. Κάντζια, από το 1985. Οι ανασκαφές συνεχίζονται από ομάδα διδακτικού προσωπικού του Πανεπιστημίου Αθηνών σε συνεργασία με ομάδες φοιτητών. Το ιερόν αυτό θα έπρεπε να ήταν το δεύτερο σημαντικότερο στο νησί, μετά από αυτό του Ασκληπιού. Στην πόλη υπήρχαν, και τα ιερά - της Αφροδίτης,
- της Αρτέμιδος,
- του Ασκληπιού,
- της Εκάτης Στρατίου και
- του Ηρακλέους!
Αυτό μας κάνει να εικάζουμε πως η Αλασάρνα αποτελούσε θρησκευτικό κέντρο της Κω, παράλληλα με το Ασκληπιείο της νήσου, που ήταν το ιαματικό.
Η ακρόπολις της Αλασάρνης ένας
λόφος δυτικά της Καρδάμαινας (36°46′37″N, 27°07′43″E ), ήταν μια μικρή
στρατιωτική βάση.
Ο οικισμός συνέχισε να
κατοικείται κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο. Από αυτές τις περιόδους
έχουν βρεθεί θραύσματα αγγείων, αγάλματα από μάρμαρο και τερακότα και
επιγραφές, καθώς και λείψανα αρχαίου θεάτρου (σώζονται τρεις σειρές εδωλίων του)…
Σύμφωνα με τα ανασκαφικά
στοιχεία, η Αλασάρνα εγνώρισε νέα μεγάλη ακμή κατά την παλαιοχριστιανική
περίοδο (324 - 7ος αι. μ.Χ.) και έγινε ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά κέντρα
στην Κω. Ο χριστιανισμός πρέπει να διαδόθηκε εδώ ενωρίς, λόγω του ταξειδιού
στην περιοχή από τον ίδιο τον Σαούλ / Παύλο. Η παλαιοχριστιανική βασιλική που
χτίστηκε στα ερείπια της αρχαίας πόλης είναι σαν σημάδι αυτού. Ομοίως, ο Μελίφρων,
ο επίσκοπος της περιοχής, το 325 μ.Χ., ο οποίος είναι μεταξύ των συμμετεχόντων
στην Α' Οικουμενική Σύνοδο.
Ευρέθησαν δυο παλαιοχριστιανικές
βασιλικές:
- Η Βασιλική της Αγίας Θεότητας
(!) του 4ου αιώνα, ήταν τρίκλιτη, με νάρθηκα και βαπτιστήριο στο
δυτικό άκρο, και
- ερείπια και άλλης βασιλικής.
Στην περιοχή έχουν βρεθεί
επίσης λείψανα οικισμού και νεκροταφείου παλαιοχριστιανικής περιόδου.
Πιστεύεται ότι ο τόπος
εγκαταλείφθηκε γύρω στον 7ο αιώνα μ.Χ., λόγω σεισμού και φόβου για αραβικές
επιδρομές.
Το καλοκαίρι στην Καρδάμαινα τελούνται τα «Αλασάρνεια», έτσι για να μην ξεχνιέται το αρχαίο τοπωνύμιο, και η αρχαία ιστορία…
(*) Το Ιερό του Απόλλωνα
Στον χώρο που εκτείνεται
σήμερα η Καρδάμαινα, το σύγχρονο τουριστικό- παραθεριστικό κέντρο, βρισκόταν
κατά την αρχαιότητα ο δήμος των Αλασαρνιτών. Ήταν ο δεύτερος σε θρησκευτική
σημασία δήμος από τους 6, στους οποίους ήταν διαιρεμένη η αρχαία Κω. Από
διάφορα επιστημονικά στοιχεία -κυρίως επιγραφικά -, προκύπτει ότι η αρχαία
Αλάσαρνα ήταν ένα σημαντικό αστικό κέντρο με 1,000 πολίτες κατά τον 2ο αιώνα
π.Χ. Σ' αυτούς όμως πρέπει να προστεθεί και ένας ακόμη αρκετά μεγάλος αριθμός
δούλων και παροίκων, δηλαδή μη ντόπιων κατοίκων του δήμου, που δεν είχαν
πολιτικά δικαιώματα.
Δε γνωρίζουμε δυστυχώς ακόμη
πότε ακριβώς ξεκινάει η κατοίκηση της περιοχής, αν και λιγοστά ευρήματα από την
νεολιθική – πρώιμη εποχή του χαλκού μαρτυρούν ύπαρξη ανθρώπινης δραστηριότητας
στον χώρο ήδη από τους νεολιθικούς - πρώιμους χρόνους της εποχής του χαλκού, 5η
και 4η χιλιετία π.Χ., καθώς και αργότερα κατά τη μυκηναϊκή περίοδο, 14ο και 13ο
αι. π.Χ. Μυκηναϊκά όστρακα βρέθηκαν επίσης στην περιοχή "Ελαιώνας",
στα βόρεια της σημερινής Καρδάμαινας.
Λιγοστά είναι και τα ευρήματα
των γεωμετρικών χρόνων - 10ου έως και 8ου αι. π.Χ. - καθώς και της
"ανατολίζουσας" εποχής, του 7ου δηλαδή αι. π.Χ.
Πλουσιότερα και
σαφέστερα είναι τα κατάλοιπα κεραμικής κυρίως του 6ου αι. π.Χ. Τα θραύσματα
–όστρακα - που ανήκαν σε πήλινα αγγεία, ντόπια και εισηγμένα από κέντρα της Μ.
Ασίας αλλά και της Αθήνας μαρτυρούν ότι στο χώρο της σημερινής Καρδάμαινας
υπήρχε όχι μόνο κατοίκηση αλλά και ζωηρή, εκτεταμένη, εμπορική δραστηριότητα,
αφού προϊόντα από τη μακρινή για την εποχή εκείνη Αθήνα και την Κόρινθο φθάνουν
στην αρχαία Αλάσαρνα. Όμως δεν γνωρίζουμε προς το παρόν την έκταση και τη μορφή
που θα είχε αυτός ο οικισμός κατά τους πρώιμους χρόνους -γεωμετρικούς και
αρχαϊκούς-, αλλά ούτε και κατά τους κλασσικούς - τον 5ο και 4ο αι. π.Χ. -, αν
δηλαδή ήταν χωριό, κωμόπολη ή μικρή πόλη. Περισσότερες και ασφαλέστερες
πληροφορίες διαθέτουμε για το ιερό του Απόλλωνα Πυθαίου ή Πυθαέως των ελληνιστικών
και ρωμαϊκών χρόνων (3ος αι. π.Χ. – 4ος μ.Χ.). Η ύπαρξη του δήμου των
Αλασαρνιτών, καθώς και ιερού του Απόλλωνα, λατρείας της Άρτεμης και ναού του
Ασκληπιού, ήταν γνωστά στους αρχαιολόγους και αρχαιοδίφες ήδη από τα μέσα του
19ου αι., χάρις στις επιγραφές που είχαν βρεθεί στην περιοχή της σημερινής
Καρδάμαινας.
Οι γερμανικές ανασκαφές από
τον R. Herzog στις αρχές του 20ού αι. στο νότιο άκρο της Καρδάμαινας πέρα από
τον ξεροπόταμο Βασιλική και λίγο βορειότερα από το λόφο Θόλος, στην περιοχή που
είναι γνωστή ως "Τσουκαλαριά" και "Καμίνια", ονομασίες που
οφείλονται στα εργαστήρια αγγειοπλαστικής που υπήρχαν εδώ και στην υπερβολική
ζέστη, έφεραν στο φως τη Βασιλική της Αγίας Θεότητας. Το 1828 ο Ιταλός
αρχαιολόγος L. Laurenzi ανέσκαψε στην βορειοανατολική πλαγιά της Θόλου, που
πιστεύεται ότι ήταν η ακρόπολη της αρχαίας Αλάσαρνας, αρχαίο θέατρο, από το
οποίο σώζονταν έξι εδώλια (βαθμίδες-καθίσματα) και μέρος της σκηνής. Σήμερα
δυστυχώς δε διακρίνεται τίποτε στο σημείο εκείνο και υπάρχει φόβος η άγνοια των
κατοίκων να συνετέλεσε στην καταστροφή όλων των λειψάνων του θεάτρου, αφού
σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες αρχιτεκτονικά μέλη του χρησιμοποιήθηκαν για την
οικοδόμηση σπιτιών της Καρδάμαινας.
ΠΗΓΗ: ΕΚΠΑ.
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης "Σύγχρονης Ελλάδος περιήγησις". ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 3.2.2013.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- Διόδωρος Σικελιώτης, 15.76.2. Στρ. Γεωγρ. 14.2.19, εκδ. Isaac Casaubon's.
- Adrados Fr. R. και Somolinos J. R. «Diccionario griego-español».
- Γεωργιάδης Μερκ. «Η Κως στη Νεολιθική και την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού: Τα ευρήματα της Χαλάσαρνα και το μοτίβο οικισμών του Αιγαίου», σελ. 288, σειρά: Προϊστορικές Μονογραφίες, τ. 38, εκδ. INSTAP Academic Press, jstor, 2012. eISBN: 978-1-62303-114-5
- Frederiksen R. «The Greek Theatre. A Typical Building in the Urban Centre of the Polis?», Teoksessa Heine Nielsen, T. (ed.): Even More Studies in the Ancient Greek Polis, s. 65–124. Copenhagen Polis Centre 6. Historia Einzelschriften 162, εκδ. Franz Steiner Verlag, Στουτγκάρδη, 2002.
- Lund University. Digital Atlas of the Roman Empire.
- Smith W. ed. (1854–1857). "Halisarna". Dictionary of Greek and Roman Geography. Λονδίνο, εκδ. John Murray.
- Talbert R. ed. «Barrington Atlas of the Greek and Roman World»,
Princeton University Press, 2000.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Η δασεία της λέξεως αλός (= αλς = θάλασσα > άλας
κλπ.) έγινε «χ», και “h” και σήμερα
αναφέρεται και ως Χαλάσαρνα, Χαλίσαρνα, Χαλίσαρνη (Halasarna, Halisarna, Halisarne).
Το τοπωνύμιο σχετικό με αυτό της Τρωάδος Μυσίας Μικράς Ασίας (Αλίσαρνα), και της
Κρήτης (Φαλάσαρνα), κ.ά.
[2] Λακετήριον, Laceterium, Laketer, Laketerion.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook