Του Γιώργου Λεκάκη
Το αρχαίο ελληνικό ρήμα πλάζω / πλάσσω / πλάγγω (> πλάζον[1], ἔπλαγξα, πλάγξα, πλαζόμην, πλάγξομαι, ἐπλάγχθην, πλάγχθην, πλάγξασθαι, κλπ.), σημαίνει:
- εκτρέπω της οδού, ή του σκοπού > πλαγιά, πλάγιος (= ελαφρά κλίσις εδάφους προς την θάλασσα > παραλίες με το όνομα Πλάκα)...
- πλάζομαι = περιφέρομαι, περιπλανώμαι («…ὃς μάλα πολλὰ πλάγχθη…») > αλίπλαγκτος, πολύπλαγκτος ο πλαζόμενος Οδυσσεύς, αιγίπλαγκτος (όπου περιπλανώνται αίγες - όπως και το Αιγίπλαγκτον βουνό των Μεγάρων)
> αμφιπεριπλάζω = κάμνω κάποιον να περιπλανάται ολόγυρα...
> αποπλάζω = αποπλανώ, εκτρέπω κάποιον έξω της οδού,
> επιπλάζω (> επιπλαγχθείς) = κάμνω κάποιον να περιφέρεται τήδε κακείσε),
> νυκτίπλαγκτος = ο εν νυκτί περιπλανώμενος > νυκτίπλαγκτος ευνή = ανήσυχος κλίνη, ερωτική...
> παλίμπλαγκτος = ο περιπλανώμενος και επιστρέφων πάλι πίσω...
> παλιμπλάζομαι = οπισθοδρομώ, περιπλανώμαι προς τα πίσω...
> παλιμπλανής = πλανώμενος τήδε κακείσε
> παραπλάζω = κάμνω κάποιον να πλανηθεί...
> πλαγκτήρ = ο πλάνος, οδηγών έξω της οδού, > πέτραι Πλαγκταί (= Συμπληγάδες ή Κυάνεαι) > λατ. plango, planxi, planctus > flacor, flake (βέλος), κλπ.
> πλαγκτόν > plancton plankton, κλπ.
> πλάνη, πλανήτες, κλπ.
> πλάζομαι = και πωλώ / πωλέω / πολέω (> πελάτης) διότι οι πρώτες αγοραπωλησίες έγιναν δια της περιπλανήσεως στην θάλασσα...
> προσπλάζω = προσκρούω / προσπελάζω = έρχομαι πλησίον, > προσπέλαση, προσπλάτος (= προσιτός), κλπ.
- ζαλίζω > πλάθω (το ζυμάρι),
- χάνω,
- περιπλανώ, αποπλανώ, εκκλίνω, πετώ μακριά, > άγω, οδηγώ τινα έξω της οδού, συγχύζω, διαταράσσω, εξαπατώ, δελεάζω, ξελογιάζω (μάτια πλάνα)...
Ακόμη:
- επί κυμάτων, κτυπώ, πλήττω: προσπλάζον κύμα και …«μέγα κῦμα πλάζ’ ὤμους καθύπερθε» (δηλ. μέγα κύμα κτύπησε τους ώμους του)[2].
Εξ αυτού του ομηρικού ρήματος πλάζω και
- το… «γαλλικό» plage / πλαζ,
- το ισπανικό playa / baya / bahia [> αγγλικό bay],
- το γαλικιακό / πορτογαλικό praia,
- το ιταλικό spiaggia,
- το κροατικό plaža,
- το ρουμανικό plajă,
- το μαλτέζικο bajja, κλπ.
και όλα εννοούν ένα μέρος όπου κτυπούν τα κύματα της
θαλάσσης…
Αλλά και το ηχοποίητο πλατς / σπλατς / πλάτσα
- πλούτσα, κλπ. και εν τέλει η λούτσα και η Λούτσα Αττικής, όπου κτυπούν τα
κύματα και σε καταβρέχουν…
Αντιστοίχως τα κύματα των
ανέμων εκτρέπουν οι πλαγιές, κλπ.
Από την αρχαία ελληνική
γραμματεία:
…πλάζει δ’ ἀπὸ πατρίδος αἴης[3]
…ἀλλά με δαίμων πλάγξ’ ἀπὸ
Σικανίης δεῦρ’ ἐλθέμεν…
…πλάγχθη δ’ ἀπὸ χαλκόφι
…πάλιν πλαγχθέντας ὀΐω ἂψ ἀπονοστήσειν
…τίς πλάγχθη πολὺ μόχθος ἔξω
…κεῖθεν δὲ πλαγχθέντες ἱκάνομεν
ἐνθάδε[4]
…Σκύρου μὲν ἅμαρτε,
πλαγχθέντες δ’ εἰς Ἐφύραν ἵκοντο
…Ἀλέξανδρος ἐπλάζετο ἄγων Ἑλένην
…ἀκταῖσιν ὁρμεῖ, δαρὸν ἐκ
Τροίας χρόνον ἄλαισι πλαγχθείς
…ἔνθα δύω νύκτας δύο τ’ ἤματα
κύματι πηγῷ πλάζετο[5].
…οἵ με μέγα πλάζουσι καὶ οὐκ
εἰῶσ’ ἐθέλοντα Ἰλίου ἐκπέρσαι… πτολίεθρον.[6]
…πλάζε δὲ πίνοντας
…πίνοντες ἐπλάζοντο
…μαινομένῳ πιτύλῳ πλαγχθείς
…ὁκόσα ἰνδαλμοῖσι
διαλλάττοντα ἀνὰ τὸν ἠέρα πλάζει ἡμέας
…πλάζει τὸν παῖδα τὰ σάνδαλα
…ἐπλάζοντο πρὸς οὐδένα σκοπόν
…πλαγχθέντα ἧς ἀπὸ νηός
…μανδρῶν πλαζομένων χοίρων
τρειῶν
…πλάζομαι ὧδ’
…ἐπὶ πόντον πλαζόμενοι κατὰ ληΐδ’
…πλάζεσθαι μετ’ ἐκεῖνον
…ἀλλά πῃ ἄλλῃ πλάζετ’ ἐπ’ ἀνθρώπους
…κατὰ δὲ πτόλιν αὐτὸς ἀνάγκῃ πλάγξομαι
…οἱ πλαζόμενοι,
Εκ της αντικατάστασης κ-γ-χ: πλαγ- > πλακ- > πλαγ-
και πλαγξ-,
πλαξ-, πλαχθ-, πλαθ-… δίνοντας μια πλειάδα σχετικών λέξεων… που δεν έχουν τέλος...
ΠΗΓΗ: Λεξικό Liddell & Scott (LS), ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 1.8.2014.
[1] Οδ. 2.396.
[2] Ιλ. 21.269.
[3] Οδ. 1.75.
[4] Οδ. 13.278.
[5] Οδ .5.389.
[6] Ιλ. 2.132.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook