Του Γιώργου Λεκάκη
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ / ΑΝΤΙΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ «διακηρύττει: Ἡ καταγωγή[1], ἥτις
προλαβόντως ἦτον ἀναγκαία ὡς ἕν τῶν κατά τοῦ ἐχθροῦ ὅπλων, τήν σήμερον, ὅτε ὁ ἐχθρικός
στόλος κατεστράφη παρά τῶν ἀνδρειοτάτων στολάρχων τῶν τριῶν κραταιῶν Δυνάμεων, ἀπεκατέστη
ὅλως διόλου περιττή. Ὅθεν τήν σήμερον ἀπαγορεύεται ὁλοτελῶς εἰς πᾶν Ἑλληνικόν
πολεμικόν πλοῖον τό ἔργον τῆς καταγωγῆς. Εἰδοποιοῦνται λοιπόν ἁπαξάπαντες οἱ
πλοίαρχοι τῆς Ἑλλάδος καί διατάττονται νά μήν ἐκπλεύσωσιν εἰς τό ἑξῆς εἰς
καταγωγήν, οὔτε νά ἀποτολμήσωσι τοῦ λοιποῦ νά κατασχῶσι κἀνέν ὁποιονδήποτε πλοῖον
ὑπό σημαίαν οὐδετέραν κατ’ οὐδένα τρόπον και ἐπ’ οὐδεμία προφάσει».
(Ἀριθ. 715)
Η διακήρυξη φέρει ημερομηνία Αίγινα,
21 Οκτωβρίου 1827.
Ἡ Ἀντικυβερνητική Ἐπιτροπή:
- Γεώργιος Μαυρομιχάλης.
- Ἱω. Μ. Μιλαΐτης.
- Ἰωαννούλης Νάκος.
- Ὁ προσωρινῶς ἐπί τῶν Ναυτικῶν Γραμματεύς
τῆς Ἐπικρατείας Γ. Γλαράκης. (Τ. Σ.)
Ἴσον ἀπαράλλακτον τῷ πρωτοτύπῳ.
Ἐν Αἰγίνῃ, τῇ 23 Ὀκτωβρίου
1827.
- Ὀ προσωρινῶς ἐπί τῶν Ναυτικῶν
Γραμματεύς τῆς Ἐπικρατείας.
Ήταν μονόφυλλο, 247 x 198 χλστ.
υπογεγραμμένο από τον Γραμματέα της Επικτατείας, Γ. Γλαράκη, σφραγίδα
[Μαζαράκης 189].
ΠΗΓΗ: Βέργος, 9.6.2021.
ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 9.5.2021.
ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ:
[1] Κατάγω / κατάγομαι [κατ(α) + ἄγω = οδηγώ, φέρω] > καταγωγή
(ἡ) = ἡ ἐκ τοῦ πελάγους εἰς τὴν ξηρὰν προσέγγισις, προσόρμισις, ἵνα μὴ ἀπορῶσιν
ὕδατος καὶ λιμένων καὶ τῶν ἐπιτηδείων ἐν ταῖς καταγωγαῖς (Θουκ. 6. 42), προσέγγιση
σε λιμάνι, άραγμα («κατὰ θάτερα μέρη τῆς νήσου ποιεῖται τὴν καταγωγήν», Στράβ.)
> σύρω κάτι από την θάλασσα, τραβώ προς την ξηρά.
> τόπος εἰς ὃν
καταλύουσιν οἱ ὁδοιποροῦντες, κατάλυμα, πανδοκεῖον, σταθμός (> λατ. statio)
> τὸ καταγώγιον (Ἡρόδ. 1. 181., 5. 52., 6. 35, Πλάτ. Φαῖδρ. 230Β) >
καταλύω, σταθμεύω για ανάπαυση ή διανυκτέρευση («καταγομένων εἰς τὴν οἰκίαν τὴν
ἐν Πειραιεῖ», Δημοσθ.).
> οικογενειακή
προέλευση ενός ατόμου, η γενεά. Άρα όταν ο Έλλην ρωτά «από πού είναι η καταγωγή
σου», ρωτά «από ποιο πέλαγος / ποια θάλασσα έρχεσαι»…
> κατεβάζω τις ψυχές
στον Άδη, οδηγώ στον Κάτω Κόσμο («ψυχὰς μνηστήρων κατάγων», Ομ. Οδ.)
> οδηγώ προς την
θάλασσα («ἵππους δ' ἐξελάσας δῶκεν ἑταίροισιν κατάγειν κοίλας ἐπὶ νῆας», Ομ.
Ιλ.)
> φέρω κάποιον /
κάτι από το ανοιχτό πέλαγος στην ακτή («τὸν Κρήτηνδε κατήγαγεν ἴς ἀνέμοιο», Ομ.
Οδ.)
> καθελκύω, ρίχνω
στην θάλασσα («κατασκευάσας γὰρ ἕλικα τὸ τηλικοῦτον σκάφος εἰς τὴν θάλασσαν
κατήγαγε», Καλλίξ.)
> επαναφέρω από
εξορία («τοὺς φυγάδας καταγάγοι οἴκαδε», Ξεν.).
> χαμηλώνω την φωνή, κάνω
κάποιον / κάτι με μαγικό τρόπο να έρθει σε μένα («ἐκείνους μὲν καταγαγεῖν τὸν
Δία μαγεύσαντας», Πλούτ.).
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook