Του Σωκράτη Κουρσούμη
Το δυτικό λιμάνι(*) της Κορίνθου βρίσκεται σε απόσταση 12 σταδίων βορείως της πόλης, στις ακτές του Κορινθιακού Κόλπου.
Αρχικώς επρόκειτο για βάλτο, ο οποίος διαμορφώθηκε καταλλήλως κατά τους αρχαϊκούς χρόνους (7ος – 6ος αι. π.Χ.), χάρη σε εκτεταμένες εκσκαφές και εκβαθύνσεις(**) , αλλά και με την ενίσχυση της λωρίδας ξηράς προς το μέρος της ανοιχτής θάλασσας, που λειτούργησε ως κυματοθραύστης.
Το Λέχαιον έγινε ο κύριος δίαυλος επικοινωνίας της Κορίνθου με την δυτική Μεσόγειο(6*), καθώς από εκεί ξεκίνησαν τα κορινθιακά πλοία για την εμπορική και αποικιακή κατάκτηση της. Λόγω της σπουδαιότητάς του για την ασφάλεια και την βιωσιμότητα της πόλης σε καιρό ειρήνης αλλά και πολέμου, το λιμάνι συνδέθηκε με την Κόρινθο με την κατασκευή των Μακρών Τειχών(***) . Η σημασία του επιβεβαιώνεται από την μαρτυρία του Πλουτάρχου ότι εκεί οργανώθηκε το συμπόσιο των «Επτά Σοφών», με οικοδεσπότη τον τύραννο Περίανδρο(5*), ενώ ο Ξενοφών αναφέρει την κατάληψή του από τον Σπαρτιάτη Αγησίλαο τον 4ο αιώνα π.Χ., με σκοπό την παρεμπόδιση του ανεφοδιασμού της Κορίνθου. Ο Στράβων αναφέρει ότι τον 1ο αιώνα π.Χ., το Λέχαιο είχε λίγους κατοίκους και παρέμενε τειχισμένο.Με αφορμή την ίδρυση της
Colonia Laus Iulia Corinthiensis, στην εποχή του αυτοκράτορα Κλαύδιου (41 - 54 μ.Χ.),
οι λιμενικές εγκαταστάσεις αναβαθμίζονται και κατασκευάζονται λιμενοβραχίονες
(μόλοι), οι οποίοι ακόμη και σήμερα διακρίνονται κάτω από την στάθμη της
θάλασσας.
Έναν αιώνα αργότερα ο Παυσανίας
βλέπει στο Λέχαιο ένα ιερό του Ποσειδώνος(7*) και το χάλκινο άγαλμα του θεού.
Το ρωμαϊκό λιμάνι
απεικονίζεται σε κορινθιακό νόμισμα του 3ου αιώνα μ.Χ., ενώ στον 4ο
αιώνα μ.Χ. μαρτυρείται επιγραφικά η εκτέλεση λιμενικών έργων για την αναβάθμισή
του, με πρωτοβουλία του ανθύπατου της επαρχίας της Αχαΐας, Φλάβιου Ερμογένη, ο
οποίος τιμήθηκε από τους πολίτες με την ανίδρυση του ανδριάντα του στον χώρο
του λιμανιού.
Στο β΄ μισό του 5ου
- αρχές του 6ου αιώνα μ.Χ. ανεγέρθηκε στην περιοχή μία πεντάκλιτη
χριστιανική βασιλική, μήκους 180 μ., αφιερωμένη στον μάρτυρα Λεωνίδη(4*).
ΠΗΓΗ: ΥΠΠΟΑ, ΕΦΑ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ, ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 2.12.2021.
ΣΧΟΛΙΑ Γ. Λεκάκη:
(*) Ως γνωστόν, η αρχαία Κορίνθος
ήταν διλίμενος: Είχε δύο επίνεια: Το Λέχαιον, ή «δυτικό λιμάνι», στον 37ο παράλληλο [37°55′58″N 22°53′17″E] στον
Κορινθιακό κόλπο και τις Κεγχριές / Κεγχρεαί, ή «ανατολικό λιμάνι», στον
Σαρωνικό κόλπο.
(**) Το λιμάνι του Λεχαίου είναι εξ ολοκλήρου τεχνητό. Είχε τρία εσωτερικά και τρία εξωτερικά λιμάνια! Ο τύπος αυτός λιμανιού ελέγετο «κώθων» (= τεχνητό λιμάνι, με δίκτυο τεχνητών λιμενολεκάνων). Παρόμοια κατασκευασμένο λιμάνι, στον σύγχρονο ελλαδικό χώρο, είναι στην Φαλάσαρνα Χανίων Κρήτης.
(***) Η οδός που ένωνε το Λέχαιον με την πόλη της Κορίνθου ήταν η «ὁδὸς ἐπὶ Λεχαίου εὐθεία» (Παυσανίας) και ήταν οχυρωμένη με μακρά τείχη, μήκους 2.300 μ. (δύο παράλληλα τείχη εκατέρωθεν της οδού, σαν αυτά που ένωναν την πόλη των Αθηνών με το επίνειόν της, τον Πειραιά).
(4*) Είναι ο μεγαλύτερος ναός
βασιλικού ρυθμού που έχει ανακαλυφθεί στην Ελλάδα.
(5*) Στα / στην Λεχαία, κοντά στο ναό της Αφροδίτης.
(6*) Κυρίως από και προς την Αδριατική Θάλασσα και την Χερσόνησο των Απεννίνων (την μετέπειτα γνωστή ως ιταλική).
(7*) Του Λεχαίου Ποσειδώνος - βλ. Καλλίμαχος. Μεταξύ δε, της Κορίνθου και της ακτής του Λεχαίου έκειτο ο ναός του Ολυμπίου Διός πιθανότατα σε χαμηλό έδαφος - βλ. Θεόφρ. "Cans. Plant." 5.14.
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης "Σύγχρονης Ελλάδος περιήγησις".
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Ι. Δ. Πάλλα για το Λέχαιον:
- 1960, “Ανασκαφαί εν Λέχαιω”, ΑΔ 16, 144-170.
- 1961, "Ανασκαφή βασιλικής εν Λεχαίω", Πρακτικά Αρχαιολογικής Εταιρείας 1956, Αθήναι, 164-178.
- 1962,
"Ανασκαφή της Βασιλικής του Λεχαίου", Πρακτικά Αρχαιολογικής
Εταιρείας 1957, Αθήναι, 95-104.
- 1963, "Ανασκαφαί Λεχαίου", Αρχαιολογικόν Δελτίον 17 (1961/2): Χρονικά, Αθήναι, 69-78.
- 1965 (α),
"Ανασκαφή της Παλαιοχριστιανικής Βασιλικής του Λεχαίου", Πρακτικά
Αρχαιολογικής Εταιρείας 1958, Αθήναι, 119-134.
- 1965 (β), "Ανασκαφή Βασιλικής Λεχαίου", Πρακτικά Αρχαιολογικής Εταιρείας 1959, Αθήναι, 126-140.
- 1969, "Αγρός Α. Tίντηρη - Π. Γεωργίου εν αρχαίω Λεχαίω", Αρχαιολογικόν Δελτίον 23 (1968): Χρονικά, τ. Β1, Αθήναι, 200-202.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook