Του Γιώργου Λεκάκη
Η Ίδη είναι μια από τις
σημαντικότερες και ιστορικότερες οροσειρές της Τρωάδος Φρυγίας Μικράς Ασίας.
Μία εκ των κορυφών της Ίδης,
λέγεται (ακόμη και σήμερα) Φαλάκρα (αρχαίαι Φαλάκραι Άκραι)…
Η ονομασία της προήλθε από
την εποχή κατά την οποία τα δάση της αποψιλώθηκαν για την προμήθεια ύλης /
ξυλείας για την κατασκευή του στόλου των Τρώων, από τον αρχιτέκτονα Φέρεκλο /
Φερεκλό (υιό του Τέκτονος, εγγονό του σιδηρουργού Άρμωνος / Αρμόνιου), ο οποίος
διενεργούσε για λογαριασμό του Αλέξανδρου – μετέπειτα Πάριδος - προκειμένου ο τελευταίος να μεταβεί στην
Ελλάδα, ενώ ο πατέρας του, Πρίαμος, είχε μόλις καταστεί βασιλεύς της Τροίας,
έπειτα από τον θάνατο του Λαομέδοντος…
Ο Φέρεκλος πράγματι αποψίλωσε
ένα βουνό της οροσειράς της Ίδης Φρυγίας, που έκτοτε έμεινε γνωστό με το όνομά
του (το) Φέρεκλον… Και επειδή οι άνθρωποι έβλεπαν το Φέρεκλο γυμνό από δένδρα
(άδενδρο), είπαν κάθε γυμνή επιφάνεια φαλάκρα, και κάθε γυμνό από μαλλιά άνδρα
φαρακλό > φαλακρό και ακόμη-ακόμη (με απλή αντιμετάθεση) καραφλό[1]… «ἄδενδρος
γυμνὴ ἄκρα ὄρους Φαλάκραι, ἄκρα τῆς Ἴδης, ἥτις οὐκ ἔχει ζῶν φυτὸν διὰ τὴν χιόνα
καὶ τὸν κρύσταλλον, ἀλλ’ ἐψίλωται· καὶ πάντα δὲ τὰ ἐψιλωμένα ὄρη ἐλέγοντο
φαλάκραι» - βλ. Στέφ. Βυζ. Σήμερα είναι γνωστό το Φαλακρόν όρος της Δράμας
Μακεδονίας, εξακολουθώντας την ίδια παράδοση ορωνυμίας!
Ο Πρίαμος είδε σε αυτή την «εκδρομή»
του υιού του, την ευκαιρία να στείλει μια πρεσβεία στους Έλληνες, και να
αναζητήσει την αδερφή του, Ησιόνη, την οποία είχε απαγάγει ο Ηρακλής, σε
προηγηθείσα εκστρατεία του Θηβαίου κατά της Τροίας. Ως προς αυτό, η πολιτική
κίνηση του Πριάμου, ήταν αποτυχημένη.
Υπήρχε όμως χρησμός, που
προέβλεψε ότι οι Τρώες θα έπρεπε να ασχολούνται με την γεωργία, και όχι με την ναυσιπλοΐα,
για να μην καταστρέψουν την πόλη τους…
Η ετυμολογία όμως έχει πάντα δυο ποδάρια:
-Το ένα είναι το ιστορικό (αναφέρθηκε πιο πάνω)
και
- το άλλο είναι
το γραμματικό:
Το επίθετο φαλακρός (-ά, -όν)
(εκ του φαλός[3] + άκρα),
απαντάται αργότερα σε Ηρόδοτο, Πλάτωνα, «πρόσωπον φαλακρόν», σε Ευριπίδη, κλπ.
> φαλακρόομαι (παθ.), γίνομαι φαλακρός (Ηρόδ.).
> φαλακράω = είμαι ή
γίνομαι φαλακρός,
> αωρόλειος = όποιος παρά την
ώρα και την ηλικια του «λειαινόμενος και φαλακρών» - βλ. ΣΟΥΔΑΣ.
Η λέξις μας έδωσε και παροιμίες:
- «φαλακρῷ κτένας δανείζειν» ἐπὶ
τῶν μάτην πονούντων
- «φαλακρὸν τίλλειν»[4] - βλ.
Παροιμ. ΣΟΥΔΑΣ.
Ενώ το «Φαλάκρας ἐγκώμιον», είναι
πραγματεία του Συνεσίου (72Α).
Στην αρχαιότητα, όμως, όποιος
κατέστεφε δάση, είχε άσχημο τέλος. – ΔΙΑΒΑΣΤΕ: Γ. Λεκάκης εισήγηση στο Συνέδριο
«Οι δραματικές αλλαγές στον πλανήτη και οι αρχαιοελληνικές ρίζες της
οικολογικής ηθικής», Πανεπιστήμιο Πατρών, 17-20.6.2018 - τον Τρωικό εμφύλιο των
Ελλήνων Πόλεμο ο Φέρεκλος σκοτώθηκε από τον Κρητικό Μηριόνη (προστατευόμενο του
θεού Άρεως). Τον κατεδίωξε, τον πρόφθασε και τον κτύπησε με ακόντιο στον δεξιό
μηρό. Το τραύμα ήταν θανάσιμο, αφού η λόγχη προχώρησε και έσκισε την ουροδόχο
κύστη! – βλ. Ομ. «Ιλιάς», Ε, στίχοι 59 κ.ε.).
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης «Ελληνικό Λεξικό – Ρίζες λέξεων». Γ. Λεκάκης «Ελληνική Μυθολογία». Γ. Λεκάκης «Η άγνωστη Μικρά Ασία». ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 20.12.2018.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- Όμηρος «Ιλιάς», Ε,59-68. Ελλάνικος.
- Coluthos «L'Enlèvement
d'Hélène».
- Κρούσιος «Λεξικόν Ομηρικόν»,
διασκευή από την στ’ γερμανική έκδ. υπό Ι. Πανταζίδου, έκδ. «Βιβλιεκδοτικά
καταστήματα Αναστασίου Δ. Φέξη», Αθήναι, 1901.
- Darès le Phrygien «Histoire
de la destruction de Troie».
- Dindorfius Gulielmus «Scholia Graeca in Homeri Iliadem / Σχόλιον επί
της Ιλιάδος του Ομήρου», άσμα 14, 284,. Εκδ. A. Macmillan et Socios, Λονδίνο,
1875.
- Τζέτζης Σχ. Λυκόφρ., 24,
Κρ. Γκ. Μύλερ, εκδ. Sumtibus F.C.G. Vogelii, Λειψία, 1811.
- Zaitsev A. I. «Σχόλια στον
Όμηρο», εκδ. Nauka, 1990.
[1] Καραφλός < κάρα + φαλός.
[2] Τέκτων = εργάτης που δουλεύει το ξύλο, ξυλουργός.
[3] Φαλός (-ή, -όν) < ρ. φάω = λαμπερός, λευκός.
Σχετικά τα: φάλανθος, φάλαρος, φάληρος, φαλιός, κλπ. αλλά και φαλλός. Ο φάλος ήταν μέρος της
περικεφαλαίας που φορούσαν οι ομηρικοί ήρωες, είτε η μεταλλική ράχη στην οποία
στηριζόταν το λοφίο (< λόφος) ή (μάλλον) η κορυφή της περικεφαλαίας. Η «ἀμφίφαλος
κυνέη», ήταν η περικεφαλαία που είχε μια κορυφή πίσω και μια εμπρός.
[4] όπως το «ωόν τίλλεις», που εξακολουθεί να λέγεται
ακόμη παροιμιωδώς από τους Έλληνες, ως «πιάσ’ τ’ αυγό και κούρευ’ το», για την
προσπάθεια που δεν θα αποδώσει τίποτε.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook