Του Γιώργου Λεκάκη
Το χωριό Χωριάνα[1]
(> grico Choriàna ή Koriàna, σαλεντιανά[2]
Curiànu > Corigliano[3])
του Υδρούντος (d'Otranto), ανήκει στην επαρχία Λουπιών (> Lecce) στην Απουλία της Μεγάλης
Ελλάδος, της Κάτω Ιταλίας, στον 40ός παράλληλος [40°10′N 18°15′E].
Βρίσκεται
στο Salento, στην ιστορική περιοχή Grecìa Salentina, ένα «γλωσσικό νησί» εννέα
δήμων, όπου ομιλείται η grico, μια
αρχαία γλώσσα ελληνικής καταγωγής.
O L.
Alberti, ο οποίος στο έργο του «Περιγραφή όλης της Ιταλίας», σε μια αφήγησή του,
του ταξειδιού του στο Σαλέντο, το 1525, μας πληροφορεί ότι «οι φρουροί που
υποδέχτηκαν το καραβάνι του (όπως πιθανώς και οι υπόλοιποι ιθαγενείς του
Corigliano) μιλούσαν μόνον ελληνικά».
Η περιοχή
κατοικήθηκε από πρωτοϊστορικούς πολιτισμούς, όπως μαρτυρούν τα μεγαλιθικά
ερείπια ντολμέν και μενίρ. Σώζονται δύο ντολμέν, που στηρίζονται στην ίδια
βραχώδη όχθη, περίπου 2 μ. μακριά το ένα από το άλλο. Ανακαλύφθηκαν το 1993 από
τον τοπικό ερευνητή Ορέστη Καρόπο (εξ ου και Caroppo I και II).
Το πρώτο είναι ένα ντολμέν καλυμμένο από τρεις πλάκες, με τρία μικρά δωμάτια-κελλιά. Ο
μεγάλιθος, ύψους περίπου 1 μ., στηρίζεται από μονολιθικό ορθοστάτη στα ΒΑ. και
από επικαλυπτόμενους λίθους, που βρίσκονται επίσης στο εσωτερικό του. Ο δεύτερος
έχει άνοιγμα προς τα ΒΑ. και ακανόνιστη πλάκα οροφής που στηρίζεται σε δύο
μονολιθικούς πυλώνες και μερικές από επάλληλες πέτρες.
Αλλά η εποχή ίδρυσης της πόλεως είναι αβέβαιη.
Χρονολογείται
στην περίοδο της ιδρύσεως της Μεγάλης Ελλάδας, με τους Βοιωτούς-Λοκρούς Μεσσαπείς.
Από την
ρωμαϊκή περίοδο σώζεται οικιστικό / πολεοδομικό ορθογώνιο, δομημένο σε οικόπεδα, που
αντιστοιχούν σε πολλαπλάσια ή υποπολλαπλάσια του ρωμαϊκού actus (μεταξύ via
Capiterra και via Cavour).
Η Καπόρτα (Κάτω Πόρτα) του Κοριλιάνο Υδρούντος, της Σαλεντιανής Ελλάδος. |
Στην Νότια
Πύλη, που τοπικά ονομάζεται Caporta (< grico cau / κάτω + porta = νότια πύλη)[4],
κοντά στο κάστρο σώζεται μικρό τμήμα αρχαίων τειχών.
Στην χριστιανική
βασιλική μονή του Αγίου Γεωργίου, η οποία εκτίσθη τον 9ο
αιώνα, λειτούργησε Σχολή Ελληνικής Γλώσσης και βυζαντινού πολιτισμού. Συνέβαλε
στην ανάπτυξη του μικρού κέντρου και άφησε πολλά ελληνικά χειρόγραφα, που
σήμερα φυλάσσονται σε σημαντικές βιβλιοθήκες. Αλλά παρήκμασε στα τέλη του 15ου
αιώνα, με την καταστροφή του μοναστηριού του Αγίου Νικολάου /San Nicola di
Casole di Otranto, του οποίου ήταν εξάρτημα / grange.
Το πρώτο
γραπτό έγγραφο στο οποίο εμφανίζεται το όνομα του Corigliano χρονολογείται από
το 1192 , όταν ο Νορμανδός βασιλιάς Tancredi d'Altavilla το παραχώρησε ως
φέουδο στον Pietro Indini.[5]
Στην μητροπολιτική
εκκλησία του Αγίου Νικολάου / San Nicola Vescovo (κτισμένη το β΄ μισό του 16ου αιώνα, στα
θεμέλια ενός προϋπάρχοντος παρεκκλησίου, επί αρχαίας δομής), με πύλη εισόδου
του 1573, σώζεται καμπαναριό (του 1465), λαξευμένο με ελληνικούς χαρακτήρες,
που υποδηλώνει ότι χρησίμευε ως παρατηρητήριο.
Στην εκκλησία
της Madonna delle Grazie - ο σημερινός ΙΝ ανοικοδομήθηκε το α΄ μισό του 17ου
αιώνα - επί παλαιότερης εκκλησίας, με τον ίδιο τίτλο, σώζεται μια βυζαντινή
τοιχογραφία της Παναγίας της Κωνσταντινούπολης.
Το κομψό Palazzo
Comi (υψηλό διώροφο κτήριο του 1755) επί προϋπαρχόντων κτηρίων (στην Via
Moncenisio) έχει σε δωμάτια του ισογείου απόσπασμα επιγραφής με ελληνικούς
χαρακτήρες, μια από τις λίγες μαρτυρίες του βυζαντινού ελληνικού παρελθόντος
του Corigliano.
Στο Palazzo
Peschiulli (του 1781) διέμενε συνήθως ο αρχιμανδρίτης όλων των ελληνοθρήσκων
Σαλεντίνων.
Κάθε 22
Απριλίου, τ’ άη Γιώργη, γίνεται μεγαλη εμποροπανήγυρις, στην οποία συρρέουν από
μακριά μεγάλος αριθμός εμπόρων.
Διάσημοι Κοριλιανοί
καλλιτέχνες οι Gaetano και Orazio Carrone.
Η Χωριάνα είναι αδελφοποιημένη με το Ίλιον Αττικής.
Τέλος, μπορείτε να θαυμάσετε ένα υπεραιωνόβιο δένδρο βελανιδιάς[6] - ιερόδενδρο του Διός - (Vallonea quercus ithaburensis subs, macrolepis Kotschy), της οικογένειας των fagaceae. Από τα μεγάλα βελανίδια του έπαιρναν στην αρχαιότητα την τανίνη, που χρησιμοποιείτο, μεταξύ άλλων, για την βυρσοδεψία. Είναι ένα από τα λίγα σωζόμενα παραδείγματα στο Σαλέντο. Η βελανιδιά Corigliano έχει διάμετρο κορμού 1 μ. και στέμμα 20 μ., με ύψος περίπου 15 μ. Στην ελληνική διάλεκτο grico είναι γνωστό με το όνομα βαλάνι, από την ελληνική λέξη βάλανος (> μπαλανος = βελανίδι). Ο δημόσιος κήπος στον οποίο βρίσκεται φιλοξενεί, εδώ και μερικά χρόνια, πολυάριθμες εκδηλώσεις που συνδέονται με τον ελληνικό πολιτισμό, που προωθούνται από τον πολιτιστικό σύλλογο «Αργάλι» (= Αργαλειός), που έχει την έδρα του σε μερικές αρχαίες αίθουσες, κτισμένες ακριβώς κάτω από το κουβούκλιο της μεγάλης βελανιδιάς!
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης "Σύγχρονης Ελλάδος Περιήγησις" (απόσπ.). ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 7.4.2015.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- R. Guarini, Corigliano nell'Ottocento. Evoluzione di
un paese, εκδ. Conged, Galatina, 2005.
- V. C. Galati, Fr. Di G. Martini e le strutture
fortificate della Puglia aragonese: considerazioni sulle strutture tipologiche
e sul caso emblematico della committenza dei De'Monti a Corigliano d'Otranto
(tra Giuliano da Maiano, Francesco di Giorgio Martini e Antonio Marchesi), in
"Bollettino della Società di Studi Fiorentini", 11, 2002.
- G. D'Urso, Corigliano d'Otranto. Memorie dimenticate, εκδ. del Grifo, 2000.
- A. Campa – V. Peluso, Guida di Corigliano - Tra le
case e la fortezza nella Grecìa Salentina, Galatina, εκδ. Congedo, 1999.
- F. Canali - V. Galati, La committenza baronale degli
'Orsini' nel Regno meridionale e i 'molti modi' dei Fiorentini, per Vicovaro e
Galatina, fino alle 'Torri dei Venti' (Guglia e Campanile) di Soleto e
Corigliano d'Otranto, στο Architetture
e ornamentazioni dalla Toscana al Lazio agli Umanesimi Baronali del regno di
Napoli (1430-1510), στο «Bollettino della
Società di Studi Fiorentini», 5, 1999.
- M. Cazzato, Guida ai Castelli Pugliesi: la Provincia
di Lecce, εκδ. Congedo, Galatina, 1997.
- M. Cazzato, Ant. Costantini (επιμ. L. Orlando), Grecia Salentina, Arte, Cultura e
Territorio, εκδ. Congedo, Galatina, 1996.
- R. Guarini, Corigliano d'Otranto. Economia e società
nel '700: il catasto onciario, εκδ. Capone L., 1987.
[1] Από την ελληνική λέξη χωρίον, > χώρα = χωριό, πόλη,
αγρόκτημα, γη, τόπος, τμήμα. Βλ. και Don Mauro
Cassoni «Γκρικο-Ιταλικό Λεξικό».
Η δε κατάληξις -ανα / -ανο είναι τυπικώτατη και συνηθέστατη στα τοπωνύμια των ελληνόφωνων χωριών της Κάτω Ιταλίας.
[2] η διάλεκτος του Salento που ομιλείται στην Grecìa Salentina είναι ελληνική, τα λεγόμενα «κατωιταλιώτικα». Σήμερα η grico στο Corigliano χρησιμοποιείται γενικά, και είναι κατανοητή, στην ηλικιακή ομάδα από 30 ετών και άνω! Μάλιστα από τον Franco st'Anguria Lo "Schiacúddhi" παίχτηκαν δύο θεατρικά έργα σε ελληνική διάλεκτο, από μαθητές του Δημοτικού Σχολείου του Χωριάνα (Corigliano d'Otranto), στο πλαίσιο του προγράμματος "Lingue e Multimedia" [per la valorizzazione della lingua grika ai sensi della legge 482-99 e dei PON FSE].
[3] μέχρι το 1862 ονομαζόταν απλώς Corigliano. Πολλά
χωριά στην Ιταλία λέγονται Κοριλιάνο, για τον ίδιο λόγο, λ.χ. στην Καλαβρία, κ.α.
[4] Αντίστοιχα η βόρεια λέγεται Anu-porta (< grico anu / άνω + porta = βόρεια πύλη).
[5] Στους επόμενους αιώνες πέρασε στον έλεγχο διαφόρων
φεουδαρχικών οικογενειών. Το 1465 αγοράστηκε από την οικογένεια de' Monti,
γαλλικής καταγωγής, η οποία έφθασε σε αυτά τα εδάφη την εποχή των Angevins. Ο
Νικόλα Αντόνιο αγόρασε το φέουδο απ’ ευθείας από την Βασιλική Αυλή. Μετά τον
θάνατό του, το 1480, επέρασε στον μεγαλύτερο γιο του, Φραντσέσκο, στρατιωτικό,
διπλωμάτη και ανώτατο αξιωματούχο της αυλής του Φεραντίνο ντ' Αραγόνα. Από τον
Francesco το φέουδο επέρασε στον γιο του, Giovan Battista, ο οποίος το 1534
απέκτησε τον τίτλο του μαρκήσιου, από τον αυτοκράτορα Κάρολο Ε'. Μεταξύ 1514 -
1519, οχύρωσε την πόλη και επέκτεινε σημαντικά το κάστρο, εξοπλίζοντάς το με
ισχυρό πυροβολικό, τέσσερις γωνιακούς πύργους, πυρομαχικά και ισχυρά
αμυντικά μέσα. Μετά πήγε στην κατοχή γιου του, Francesco II (1537 – 1557), του
Giovanni II (1557 – 1594), του Geronimo (1594 – 1644) και του Giorgio (1644 –
1649). Με τον Γεώργιο η μαρκησία των ντε Μόντι έφτασε στο τέλος της.
Μεταξύ
1649 και 1651 το φέουδο πέρασε πρώτα στην αδελφή του, Τζούλια, υπανδρεμένη με
τον Φρ. Σανφελίτσε και από αυτόν στον γιο του, Αλφ. Σανφελίτσε ντε
Μόντι. Το 1651, στο τέλος των συγκρούσεων που προέκυψαν, σε σχέση με την
κληρονομική διαδοχή του Giorgio de' Monti, ολόκληρη η κληρονομιά δημοπρατήθηκε
και αγοράστηκε από τον πλούσιο βαρόνο του Τ. Λ. Τρανό / Tutino Luigi Trane.
[6] Βρίσκεται κατά μήκος της Via Moncenisio.
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook