Του Γιώργου Λεκάκη
Σε τυπική μεσογειακή περιοχή, με ελιές, συκιές, αμυγδαλιές και αμπέλια, ευρίσκεται Κάστρο των Ελλήνων, στο μέσον της Ελλάδας της Σαλεντίας:
- 26 χλμ. από το Λύκειο / Λέτσε,
- 18 χλμ. από τον Υδρούντα / Οτράντο
και
- 34 χλμ. από την Καλλίπολη,
στον 40ό
παράλληλο [40°12′N 18°18′E]… Οι ελιές και τα αμπέλια είναι οι κύριες
καλλιέργειες, ακόμη και σήμερα…
To Κάστρο των Ελλήνων / Castrignano[1]
de' Greci συνδέεται με πολλούς δημοφιλείς θρύλους.
Η ίδρυση της πόλης
- αποδίδεται στους απογόνους των Ηρακλεωτών (< Ηράκλειο) / Κανδιωτών
(< Κάντια) του Μίνωος ή στους Αθηναίους και Κρητικούς οπαδούς του Ιάπυγος[2]
– βλ. ιστορικός C. de Giorgi.
- Κατ’ άλλους,
η ίδρυση έγινε με τον ελληνικό αποικισμό του Salento, κατά την περίοδο της
Magna Graecia – βλ. D. de Rossi.
- Τέλος,
άλλοι λένε πως ιδρύθηκε από Ρωμαίους, όταν είχαν κατακτήσει την χερσόνησο του
Σαλέντο, τον 3ο αιώνα π.Χ. (αλλά αυτό απορρίπτεται από τα αρχαιολογικά
ευρήματα) και λόγω των υδάτων του, εγκατέστησαν εδώ στρατιωτική τους φρουρά
("Praesidium Castrinianum" ή "Castrinius").
Τα νερά της περιοχής
πρώτοι εκτίμησαν οι Έλληνες κάτοικοί της, γι’ αυτό και η περιοχή όπου
ευρίσκονται οι δεξαμενές λέγεται Grico ta fréata / Φρεάτια των Ελλήνων.
Πρόκειται για μια ομάδα μικρών δεξαμενών συλλογής νερού. Οι λακκούβες, λαξευμένες
στον βράχο, καλύφθηκαν με διαπερατές ασβεστολιθικές πέτρες, για να φιλτράρεται το νερό
της βροχής. Έχουν βάθος που κυμαίνεται από 4 - 6 μ. Και σχήμα ανεστραμμένου
χωνιού. Στην κορυφή έχουν ένα μεγάλο πέτρινο ογκόλιθο διάτρητο στο κέντρο, από
το οποίο έπαιρναν το νερό. Η καταβόθρα, όπου ευρίσκονται περίπου 100 μικρά
πηγάδια, είναι σήμερα πάρκο, που λέγεται Pozzelle (Πάρκο Πόσης / Πόσιμο) σε
άμεση γειτνίαση με το ιστορικό κέντρο. Σώζονται οι αυλακώσεις των αλυσίδων και
των σχοινιών, των κουβάδων, οι κυκλικές κοιλότητες όπου τοποθετούσαν τις
κανάτες, ποτίστρες αλόγων, κοπαδιών, κλπ. ζώων.
Μεταξύ του
9ου και του 10ου αιώνα μ.Χ., ήταν υπό την κυριαρχία των Βυζαντινών Ελλήνων, οι
οποίοι διέδιδαν τους νόμους, τα έθιμα τους και την γλώσσα τους. Το Castrignano
έγινε οχυρή αγροτική πολιτεία και εκτίσθη και το κάστρο. Η μακρά βυζαντινή
παραμονή είναι ακόμα ορατή σε ορισμένα έθιμα και ιδιαίτερα στην τοπική γλώσσα,
την grico, διάλεκτο της ελληνικής.
Με το Καστρινιάνο των Ελλήνων είχε ιδιαιτέρα σχέση και ο πρίγκηψ της Ηπείρου Γεώργιος Καστριώτης[3], που είχε και ιδιαιτέρα αλληλογραφία με τον πρίγκηπα του Τάραντα, Ι. ντε Ορσίνι. Η μνήμη του ήταν και είναι ζωντανή, μεταξύ των Αρμπερέσων (δηλαδή της αρβανιτόφωνης μειονότητας της νότιας Ιταλίας).
Το κάστρο, ξανακτίσθηκε
τον 16ο αιώνα και φέρει ενδιαφέροντα ζωόμορφα γαργκόιλ.
Το Castrignano
διατήρησε την ελληνικότητά του και την ελληνικές θρησκευτικές τελετές, μέχρι το
1614… Μετά ήρθαν οι Νορμανδοί, έγινε μέρος της κομητείας του Soleto, και φέουδο…
Στην μητροπολιτική
εκκλησία της Annunziata (1878, κτισμένη στα θεμέλια προϋπάρχουσας, του 16ου
αιώνα) με βωμό της Παναγίας της Κωνσταντινούπολης, έχει μια κολυμβήθρα για βάπτισμα
κατά την ελληνική ιεροτελεστία.
Ο ΙΝ Madonna
dell'Arcona (= αρχόντισσα) στο νεκροταφείο εκτίσθη το 1731 μετά την ανακάλυψη
μιας βυζαντινής εικόνας της Παναγίας και του Βρέφους και την θεραπεία ενός
ανάπηρου, το 1725.
ΠΗΓΗ: Γ.
Λεκάκης «Σύγχρονης Ελλάδος περιήγησις» (απόσπ.). ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 5.3.2015.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- C. De Giorgi
«Φυσική και περιγραφική χορογραφία της επαρχίας του Λέτσε», 1897.
- D. De Rossi «Ιστορία
των δήμων του Σαλέντο», 1972.
[1] Kascignàna / Cascignanu.
[2] Υιός του Δαιδάλου και ανώνυμης Κρητικιάς. Ηγήθηκε των
Κρητικών του Μίνωος στην Σικελία, δύο γενεές πριν από τον Τρωϊκό εμφύλιο των
Ελλήνων πόλεμο. Μετά τον θάνατο του Μίνωα οι Κρητικοί θέλησαν να επιστρέψουν
στην πατρίδα τους, αλλά τρικυμία τους έριξε στην Νότια Ιταλία. Εκεί, στον
μετέπειτα Τάραντα (αποικία της Σπάρτης), ίδρυσαν αποικία, την Ιαπυγία – Στράβων
(6.3.2).
Στα
ρωμαϊκά κείμενα, με το ίδιο όνομα αναφέρεται και υιός του βασιλιά της Αρκαδίας
Λυκάονα, γεννημένος πριν από τον κατακλυσμό! Με τα δυο αδέλφια του, Δαύνο και
Πευκέτιο, συγκέντρωσε λαό και με άλλους εταξείδευσαν στην Ιταλία, όπου
εγκαταστάθηκαν αφού εξέλασαν τους Αύσονες. Εκεί διεμοίρασαν την γη. Ο Αρκάς
Ιάπυξ κατοίκησε στην Απουλία, ενώ το έθνος του επήρε το όνομα Ιάπυγες - βλ. Αντωνίνος Λιβεράλις (31: Μεσσάπιοι).
Ενώ
αναφέρεται και ένας άλλος Ιάπυξ, στους Αινειάδες, ως θεραπευτής. Ήταν υιος του
Ιασίου και οπαδός-ιερεύς του Απόλλωνος, ο οποίος και του εδίδαξε την ιαματική
τέχνη. Ο Ιάπυξ εθεράπευσε τον ίδιο τον Αινεία, εγχειρίζοντάς του τραύμα στον μηρό, με την βοήθεια της Αφροδίτης –
βλ. Βιργίλιος «Αινειάς», 12, 391-402.
[3] βλ. G. M. Monti "La spedizione in Puglia di Giorgio Castriota Scanderbeg e i feudi pugliesi suoi della vedova e del figlio", στο Palaver, Jg. 4 n.s., έκδ. Università del Salento, Λέντσε, 2015. Και Γρ. Κοσσυβάκης "Διαχρονικός Ηπειρωτικός Ελληνισμός".
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook