Του Γιώργου Λεκάκη
Στο κεφάλαιό του «Περί
Πασιφάης» ο συγγραφέας Παλαίφατος, στο έργο του «Περί απίστων / απιστεύτων»,
γράφει τα εξής:
Για την Πασιφάη σώζεται ο
ακόλουθος μύθος:
Μυθεύεται πως ερωτεύθηκε έναν
ταύρο την ώρα που εκείνος έβοσκε. Ο Δαίδαλος κατασκεύασε ένα ξύλινο ομοίωμα βοός
/ αγελάδος και έκλεισε την Πασιφάη μέσα σ’ αυτό. Έτσι, ο ταύρος επιβάς[1] / καβαλίκεψε
την αγελάδα και συμμίχθηκε [μιγήναι, ενώθηκε] με την γυναίκα. Αυτή μετά την κυοφορία
έτεκε ένα παιδί. Το σώμα του παιδιού αυτού ήταν ανθρώπινο. Είχε, όμως, κεφάλι βοός
/ ταύρου.
Αλλά εγώ, αρνούμαι ότι συνέβη
κάτι τέτοιο. Διότι, κατ’ αρχήν, δεν αναπτύσσεται ερωτική έλξη μεταξύ διαφόρων ζώων,
που δεν έχουν όμοια μήτρα στα αιδοία / γεννητικά όργανα. Είναι, λ.χ., αδύνατον
να ζευγαρώσουν ένας σκύλος μ’ έναν πίθηκο ή ένας λύκος με μια ύαινα ή ένα
βουβάλι μ’ ένα ελάφι, αφού είναι ετερογενή [ανήκουν σε διαφορετικά γένη]. Εξ ίσου
απίθανον είναι να δώσει καρπό η αφύσικη αυτή ένωση.
Αμφιβάλλω, επίσης, εάν ο
ταύρος έσμιγε ποτέ μ’ ένα ξύλινο ομοίωμα βοός, διότι όλα τα τετράποδα ζώα οσφραινονται
/ μυρίζουν το αιδοίον του θηλυκού, προ της μίξεως [ένωσης] μαζί τους. Η οσμή τα
ερεθίζει, για να ανέβουν σε αυτά.
Αφ’ ετέρου, είναι αδύνατον
για μια γυναίκα, τόσο να αντέξει την ένωση μ’ έναν ταύρο, που την καλύπτει, όσο
και να κυοφορήσει ένα κερασφόρο έμβρυο.
Η αλήθεια, αντιθέτως, έχει ως
εξής:
Λένε ότι ο Μίνως, που έπασχε
από άλγος των γεννητικών οργάνων[2], θεραπεύθηκε
από την Πρόκριδα της Πανδιονίδος φυλής. Ως ανταμοιβή της εχάρισε ένα μικρό σκυλί και
ένα ακόντιο[...][3].
Την ίδια περίοδο στην
ακολουθία του Μίνωος ήταν ένας νεαρός, με ιδιαίτερο κάλλος, το όνομα του οποίου
ήταν Ταύρος. Η Πασιφάη αλώθηκε από έρωτα γι’ αυτόν, τον ξελόγιασε και έσμιξε
μαζί του. Έτσι έτεκε ένα παιδί. Ο Μίνως, όμως, υπολόγισε τον καιρό της
ασθένειάς του και συνειδητοποίησε ότι το παιδί δεν ήταν δικό του, επειδή τότε
δεν συγκοιμόταν καν με την γυναίκα του.
Εξέτασε το θέμα και
διαπίστωσε ότι το νεογέννητο είχε για πατέρα τον Ταύρο. Δεν θέλησε να σκοτώσει τον
νεαρό, επειδή τον είχε σαν παιδί του, αδελφό των παιδιών του. Αποφάσισε να τον στείλει
στο βουνό, για να βοηθά τους βοσκούς, καθώς θα μεγάλωνε. Όταν, όμως, το παιδί
ενηλικιώθηκε, δεν υπάκουε τους βουκόλους. [Άλλωστε όποιος δεν ετέθη σε τιτθό, είναι ατίθασος]. Σαν το έμαθε ο Μίνως, διέταξε να τον κατεβάσουν
στην πόλη, για να τον συναντήσει, και να τον θέσουν σε περιορισμό. Εάν δεχόταν
να τους ακολουθήσει με την θέλησή του, να τον μεταφέρουν λελυμένο, διαφορετικά,
δέσμιο.
Το πληροφορήθηκε, όμως, ο
νεαρός, και “πήρε τα όρη και τα βουνά”[4] και
ζούσε ως ζωοκλέπτης[5],
αρπάζοντας βοσκήματα. Ο Μίνως έστειλε πολύ όχλο / στρατό να τον συλλάβει. Ο
νέος έσκαψε τότε ένα βαθύ όρυγμα και καθείρξε τον εαυτόν του μέσα σ’ αυτόν
[σ.σ.: Αυτός είναι ο λαβύρινθος]. Εκεί, λοιπόν, ζούσε και κατόρθωνε να
επιβιώνει σιτούμενος συνήθως τα πρόβατα και τις αίγες, που έπεφταν μέσα. Ο Μίνως,
πάλι, κάθε φορά που ήθελε να τιμωρήσει κάποιον, τον έριχνε σε αυτό το όρυγμα, και
μ’ αυτόν τον τρόπο τον θανάτωνε.
Και, όταν ο Μίνως κατάλαβε
τις πολεμικές διαθέσεις του Θησέα, τον έριξε στο όρυγμα, για να αποθάνει. Η
Αριάδνη, ωστόσο, του πέταξε ένα ξίφος μέσα στην ειρκτή / φυλακή του, με το
οποίο ο Θησεύς έσφαξε τον Ταύρο / Μινώταυρο.[...]
Αυτό είναι το πραγματικό
περιστατικό, αλλά οι ποιητές το αλλοίωσαν δίνοντάς του μυθικές διαστάσεις.
ΠΗΓΗ: Παλαίφατος "Περί απίστων". Γ. Λεκακης "Ελληνικη Μυθολογια".
[1] Επιβαίνω > επιβήτωρ, κλπ.
[2] Κατά την ερωτική πράξη, αντί για σπέρμα από το μόριο
του Μίνωος έβγαιναν φίδια, σκορπιοί και σαρανταποδαρούσες! Που αφάνιζαν τις
γυναίκες που ενώνονταν μαζί του. Λένε πως η ίδια η Πασιφάη, η οποία ήταν και μάγισσα,
του είχε προκαλέσει αυτήν την αρρώστια, για να τον τιμωρήσει για τις απιστίες
του.
[3] Στο σημείο […] αυτό υπάρχει χαμένο κείμενο.
Η Πρόκρις ήταν κόρη της Πραξιθέας και του βασιλιά των Αθηνών Ερεχθέως. Σύζυγος του Κεφάλου. Αδέλφια της ήταν ο Κέκρωψ νεότερος, ο Άλκων, ο Ορνεύς, ο Θέσπιος, ο Ευπάλαμος, ο Πάνδωρος, ο Μητίων, η Μερόπη, η Κρέουσα, η Ωρείθυϊα, η Πρωτογένεια, η Πανδώρα και η Χθονία.
Μετά την δοκιμασία, στην οποία υπέβαλε ο Κέφαλος την
γυναίκα του, Πρόκρι, και, αφού διαπίστωσε ότι τελικώς ήταν διατεθειμένη να
παραβεί τον όρκο της και να τον απατήσει, η Πρόκρις κατέφυγε στην Κρήτη. Εκεί εθεράπευσε
τον Μίνωα με ένα μαγικό βότανο (την «κιρκαία ρίζα»). Ο Μίνως, ίνα την
ανταμείψει, της έκαμε δύο δώρα: Ένα ακόντιο, που δεν ξαστοχούσε ποτέ, και έναν σκύλο,
τον Λαίλαπα, που έτρεχε ταχύτατα και ακούραστα και έπιανε πάντα το θήραμά του –
έκτοτε έμεινε παροιμιωδώς γνωστός στα χείλη των Ελλήνων, οι οποίοι λένε λαίλαψ - λαίλαπα
/ λαιλαπετός και εννοούν ανεμοστρόβιλος ή «σφοδρότατος άνεμος, που ξεσπά
απότομα και, αφού πνεύσει για μικρό σχετικά χρονικό διάστημα, σταματά επίσης
απότομα». Ένας τέτοιος ήταν ο ζέφυρος (λ.χ. «Ζέφυρος μεγάλῃ σὺν λαίλαπι θύων» [Ομ.
Οδ.] και «ἅμα λαίλαπος ὑγρᾱς καὶ φλογὸς συνεχοῦς ἐκ τῶν νεφῶν φερομένης»,
Πλούτ.).
Και μεταφορικώς αυτός / αυτό που επέρχεται με
σφοδρότητα («ἔτλης λαίλαπα δυσμενέων» - Ανθ. Παλ. Π. 7.147).
Άλλη μία λέξις που πέρασε στην καθομιλουμένη ελληνική,
από την μυθολογία…
ΠΗΓΕΣ: Ομ. Ἰλ. Μ. 375, Λ. 747, Π. 365, Π. 384, Ρ. 57, Λ.
306. Ὀδ. μ. 314, 408, 426. Ενετ. Σχολ. Ἰλ. Λ. 495. Αισχύλ. Ἱκέτ. 34. Ανακρ. 113.
Αριστ. Κόσμ. 4.16. Ἡσύχ. Πολύβ. 30.14,6. Σιμων. Αμοργ. 1.15. Ανθ. Κόντ. Γλωσσ.
Παρατηρ. σ. 364-366.
[4] Άλλη μια φράσις που έμεινε παροιμιώδης από την
μυθολογία…
[5] Πανάρχαιο έθιμο η ζωοκλοπή των Κρητών φυγάδων, που
ζούσαν σε κρησφύγετα – λέξις που γράφεται και «η» (εκ των Κρητών) και όχι με «υ»
(εκ του κρύβομαι)…
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook