Του Γιώργου Λεκάκη
Στην ΒΑ.
Χαλκιδική κατά την αρχαιότητα άκμασε κοντά στην θάλασσα η πόλη των Σταγείρων,
πατρίδος του Αριστοτέλους. Αργότερα, ήδη από τον 9ο αιώνα, στα μεσόγεια
της ευρύτερης περιοχής αναπτύχθηκαν τα Σιδηροκαύσια, παίρνοντας το όνομά τους
από τα μεγάλα μεταλλευτικά κοιτάσματα και την εκμετάλλευσή τους, η οποία
εντάθηκε από τα πρώτα κιόλας χρόνια της οθωμανικής κατάκτησης. Πιο
συγκεκριμένα, σ' όλα τα υψώματα Δ. - ΒΔ. του σημερινού οικισμού των Σταγείρων
αναπτύσσεται το φρουριακό συγκρότημα των Σιδηροκαυσίων, το οποίο περιλαμβάνει
τμήματα της οχύρωσης, κυρίως πύργους, ερείπια από οικίες και εργαστήρια, όπου
γινόταν η εκμετάλλευση των μεταλλευμάτων, καθώς και μεγάλες ποσότητες σκωρίας,
τα απομεινάρια δηλαδή της μεταλλευτικής διαδικασίας.
Τα μεταλλεία
των Σιδηροκαυσίων τελούσαν υπό τον έλεγχο του σουλτάνου και αποτελούσαν με τους
οικισμούς το «Κοινόν του Μαδεμίου» (σ.σ.: madem τουρκ. = μέταλλο), το οποίο έλεγχε η «Σύναξις» (sabor) με
πρόεδρο τον Knez. Πρόκειται για τα γνωστά σ' εμάς Μαδεμοχώρια, 15 στο σύνολο το
1806, διοικούμενα από τον μαδέμ-αγά που συνέλεγε την ετήσια εισφορά προς την
Υψηλή Πύλη.
Με το
πέρασμα του χρόνου τα μεταλλεία παρήκμασαν, ώσπου με την Επανάσταση του 1821,
όταν τα Μαδεμοχώρια συμμετείχαν στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας, υπέστησαν μεγάλες
καταστροφές από τους Οθωμανούς. Τότε διαλύθηκε το «Κοινόν του Μαδεμίου», και
έκτοτε κάθε προσπάθεια επαναλειτουργίας ήταν υποτονική και απέτυχε.
ΠΗΓΗ: ΥΠΠΟΑ,
ΕΦΑ Χαλκιδικής, Π. Φωτιάδης, αρχαιολόγος.
Στην περιοχή
του σημερινού οικισμού των Σταγείρων από το ύψος του ενοριακού ναού της
Γέννησης της Θεοτόκου, κηρυγμένου ιστορικού διατηρητέου μνημείου, και δυτικότερα,
επί επτά λόφων, είχε αναπτυχθεί κατά τα πρώιμα χρόνια της οθωμανικής
κυριαρχίας, εκτεταμένη εγκατάσταση μεταλλωρύχων για την επεξεργασία
μεταλλευμάτων, κυρίως αργύρου, γνωστή με το όνομα των Σιδηροκαυσίων, με
πληθυσμό 7.000 κατοίκων, αποτελούμενη από πολυτελείς κατοικίες, πλατείες,
χάνια, λουτρά και τεμένη. Τα Σιδηροκαύσια όμως προϋπήρχαν κατά την βυζαντινή
περίοδο και αποτελούσαν το β΄ μισό του 9ου αιώνα ένα από τα 8 γνωστά χωριά της
Χαλκιδικής. Στα παλαιολόγεια χρόνια μαζί με την περιοχή της Ιερισσού και
Αραβενικείας αποτελούν το κατεπανίκιον της Ιερισσού ή της Αραβενικείας.
Τα ερείπια
της πόλης καταλαμβάνουν τον σημερινό λόφο του Αγίου Δημητρίου, την πλαγιά
βόρεια του σημερινού οικισμού των Σταγείρων και το πλάτωμα νότια του πρώτου δρόμου
και του ασφαλτόδρομου. Είναι κηρυγμένα ως μεσαιωνικό φρουριακό συγκρότημα των
Σιδηροκαυσίων.
Τα κυριότερα σωζόμενα κτίσματα είναι:
- δύο πύργοι, ο ένας στο πλάτωμα - σημερινό «Πάρκο του Αριστοτέλη» - ονομαζόμενος Πύργος του Μαδέμ Αγά και ο άλλος βόρεια του χωριού.
- Κτηριακό συγκρότημα δίπλα στον πρώτο πύργο, γνωστό και ως κονάκι του Μαδέμ Αγά, που αποτελούσε και το διοικητικό κέντρο του οικισμού.
- Διατηρείται επίσης ένα λουτρό στην ανατολική παρειά του λόφου,
- ένα δεύτερο βόρεια του χωριού
και
- θεμέλια ενός μιναρέ, σχετιζόμενα με την ύπαρξη τεμένους.
- Υπάρχουν επίσης και
διάσπαρτοι τοίχοι, τόσο στον λόφο του Αγίου Δημητρίου, όσο και στην πλαγιά του
βουνού, που θα χρησίμευαν ως άνδηρα για τις οικίες, οι οποίες είχαν κτιστεί
εκεί.
Ο οικισμός αυτός που καλείται και «Κάστρο του Ισβόρου» μαζί με τον Ίσβορο (σημερινή Στρατονίκη) συνιστούν τα Σιδηροκαύσια των χρόνων της Οθωμανοκρατίας. Ήδη από τα μέσα του 15ου αιώνα ο χώρος αυτός αποτελεί σουλτανικό «χάσι» (σ.σ.: προσωπικό κτήμα) και το καθεστώς αυτό ισχύει έως και τα μέσα του 19ου αι. Στα 1537 εκδίδεται τρίτος κανονισμός λειτουργίας, αναφερόμενος στο νομισματοκοπείο των Σιδηροκαυσίων. Η αποδοτικότητα των μεταλλείων ελαττώνεται κατά τον 17ο και 18ο αι., ενώ παύει η λειτουργία του νομισματοκοπείου. Μετά από μία περίοδο διακοπής της παραγωγής γίνονται προσπάθειες επαναλειτουργίας των εργασιών κατά τον 18ο αι., που οδηγούν στην οικονομική ανόρθωση της περιοχής. Την εποχή αυτή δημιουργείται το «Κοινόν του Μαδεμίου» - ένωση 12 χωριών τα καλούμενα Μαντεμοχώρια, με σκοπό την συνέχιση της παραγωγής του αργύρου. Τότε ανεγείρονται οι ναοί:
- του Αγίου Νικολάου Στρατονίκης (1813)
και
- Γέννησης της Θεοτόκου Σταγείρων (Κάστρου, 1813-1814).
Η Επανάσταση του 1821, στην οποία πρωταγωνίστησαν τα Μαντεμοχώρια, προκάλεσε την ολοκληρωτική καταστροφή τους. Επαναλειτούργησαν μόνο το 1875.
ΠΗΓΗ: ΥΠΠΟΑ, ΕΦΑ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ, Αγγ. Στρατή, αρχαιολόγος.
«Η Χαλκιδική ήτο εν τη εκκαιδεκάτη εκατονταετηρίδι ονομαστή δια τα μεταλλεία αυτής, όπως πάσα σχεδόν η της Μακεδονίας παραλία επί των αρχαιοτέρων της Ελλάδος χρόνων, ήτοι επί Φιλίππου και επί των Αθηναίων» - Κ. Παπαρρηγόπουλος.
Τον 16ο
αιώνα, μετανάστευσαν στην περιοχή Έλληνες από τα Άγραφα, Βορειοηπειρώτες, αλλά
και Θράκες Έλληνες και Βούλγαροι από την έκταση της μετέπειτα Βουλγαρίας.
Στα Μαδεμοχώρια, κατά την διάρκεια της οθωμανοκρατίας παρατηρήθηκε συρροή ανθρώπων
από διαφορές εθνότητες, πλην Ελλήνων, και Σέρβων, Τούρκων, Κροατών, Γερμανών, ιδίως
Βουλγάρων μεταλλωρύχων, για την εκμετάλλευση των εκεί μεταλλείων, αλλά και εβραίοι.
Διοικητικά υπάγονταν στον ναχιγιέ των Σιδηροκαυσίων.
Στα μέσα του
16ου αι. λειτουργούσαν περίπου 500 - 600 καμίνια, των οποίων η παραγωγή δεν
ήταν ευκαταφρόνητος, καθ΄ όσον ο φόρος που αποδιδόταν κυμαινόταν ανάμεσα στα 18.000
– 30.000 δουκάτα τον μήνα! Η εκμετάλλευση ενεργούνταν από εταιρεία. Λίγο
αργότερα ανέλαβαν το έργο οι περικείμενες κοινότητες, οι οποίες, κατόπιν τούτου,
εντελώς απηλλάγησαν από κάθε παρέμβαση της οσμανικής εποπτείας. - βλ. Γάλλο
περιηγητή Πιερ Μπελόν, που επισκέφθηκε την περιοχή, και η μελέτη του
δημοσιεύθηκε στο Παρίσι το 1555.
Οι ελληνικές
κοινότητες ίδρυσαν έναν συνεταιρισμό εργατών, στον Μαντέμ Λάκκο.
Τα προνόμια
που κατά καιρούς είχαν δοθεί στους μεταλλωρύχους ανανεώνονταν συνεχώς. Σε
φιρμάνι του 1733, που απευθύνεται προς τον καδή Θεσσαλονίκης, «οι κάτοικοι των
Μαδεμοχωρίων…
...ήταν
απηλλαγμένοι φόρων και δεν έπρεπε να ζητώνται παρ’ αυτών παράτων βαλίδων της
Ρούμελης και των μουτεσαριφών της Θεσσαλονίκης εν καιρώ ειρήνης και εν καιρώ
πολέμου συνδρομαί εκστρατείας, τέλη επιθεωρήσεως εκκλησιών και βιγλών, έξοδα
βιλαετίου και υπό άλλας προφάσεις χρήματα, μηδέ να προσάγωνται εις την
Θεσσαλονίκην αλλά δια του διευθυντού του μεταλλείου να δικάζονται ενώπιον του
ιεροδίκου του δήμου Μαντεμοχωρίων».
H ομοσπονδία Μαδεμοχωρίων κατά την περίοδο της Επανάστασης
του 1821 ήταν αυτόνομη περιοχή 12 κωμοπόλεων με 360 χωριά. Οι κωμοπόλεις αυτές ήταν
οι: Βάβδος, Βαρβάρα, Γαλάτιστα, Ιερισσός, Ίσβορος (νυν Στρατονίκη), Λιαρίγκοβη
(νυν Αρναία), Μαχαλάς (νυν Στάγειρα), Νοβοσέλο (Νεοχώρι), Ρεβινίκια (Μεγάλη
Παναγιά), Ριανά, Στανός και Χωρούδα.
Οι αντιπρόσωποι
των 12 κωμοπόλεων εξέλεγαν 4 άρχοντες (τους βικελίδες) με έναν γραμματέα ο καθ’
ένας και ασκούσαν την ανωτάτην διοικητική και δικαστική εξουσία της Ομοσπονδίας.
Οι μόνοι «οσμανήδες» που υπήρχαν στα Μαντεμοχώρια ήταν ένας αξιωματικός, ο
μαδέμ-αγάς και 20 (το πολύ) στρατιώτες.
Στα τέλη του
1806 ο διαβόητος, σε ισχύ και πλούτο, Ισμαήλ μπεης των Σερρών επέτυχε από την
Υψηλή Πύλη να ανατεθεί σ΄ αυτόν ο διορισμός του μαδέμ-αγά. Οι Μαδεμοχωρίτες κατέβαλλαν
έκτοτε στο Ταμείο / Θησαυροφυλάκιο της Κωνσταντινούπολης ετήσιο φόρο 220 οκάδων
καθαρού αργύρου. Ενώ κάθε οικογένεια πλήρωνε «κατ΄ αποκοπήν» την αξία κάποιου
ποσού σίτου και κριθαριού για την διατροφή του μαδέμ-αγά, των στρατιωτών του
και των βικελίδων. Όταν ελαττώθηκε η πρόσοδος από τα μεταλλεία, οι Μαδεμοχωρίτες
για να αποφύγουν κάθε αφορμή επέμβασης, συμπλήρωναν τις 220 οκάδες αργύρου,
αγοράζοντας ισπανικά τάληρα, τα οποία έλιωναν και τα έστελναν στο Θησαυροφυλάκιο
της Κωνσταντινουπόλεως.
Το 1896 κάτοικοι
από τα Μαδεμοχώρια μετανάστευσαν και στο Δοξάτο Δράμας.
Μαδεμοχωρίτες
- ο αγωνιστής
της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, Γεώργιος Αστερίου (από την Βαρβάρα Μαδεμοχωρίων).
Συνέδραμε τον Εμμανουήλ Παπά, αλλά οι επιχειρήσεις απέτυχαν πλήρως.[1]
- ο αγωνιστής
οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, Απόστολος Βασιλείου (από το Γομάτι,
1801 - 1833), γνωστός και ως Αποστολάρας Μαδεμλής ή Μαδεμοχωρίτης. Συμμετείχε
στο στρατιωτικό σώμα του Εμμανουήλ Παπά στις επιχειρήσεις της Χαλκιδικής, ως επί
κεφαλής ανδρών από τα Μαδεμοχώρια. Μετά την καταστροφή της Κασσάνδρας κατέφυγε
στην Σκόπελο, όπου είχε εξέχουσα θέση στην εκεί παροικία των Μακεδόνων και απ΄ όπου
συνέχισε τον Αγώνα.[2]
- ο αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, Θεόδωρος
Αγγέλου (από την Μεγ. Παναγιά).
- οι επίσης σπουδαίοι
αγωνιστές της Επανάστασης του 1821 από την Ιερισσό, ο οπλαρχηγός Βλαχομιχάλης,
οι γιοι του Αθανάσιος και ο Κωνσταντίνος και ο προύχοντας Αστέριος Πέτρου, που
έδωσε την περιουσία του στον Αγώνα κ.ά.
- ο Μητροπολίτης
Μαρωνείας Κωνστάντιος (1770 - 1821) μέλος της Φιλικής Εταιρείας.
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκακης "Συγχρονης Ελλαδος πειηγησις" (απόσπ.). ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 6.9.2019.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ούρκχαρτ Ντ.
«Η Τουρκία και οι πόροι της», 1833.
- Παπαρρηγόπουλος
Κ. «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» - «Ειδικαί περιπέτειαι. Χαλκιδική», τ. 5ος,
σσ. 549-552, 553, εκδ. εκ του Τυπογραφείου των Καταστημάτων Ανέστη
Κωνσταντινίδη, Αθήναι, 1887.
- Περιοδικό «Αρναία».
[1] Κατέφυγε στην Νότιο Ελλάδα, για να συνεχίσει τον Αγώνα.
Η οικογένειά του αιχμαλωτίστηκε και η μοίρα της έμεινε άγνωστη! Επήρε μέρος
συνολικώς, σε 18 μάχες. Το 1824 υπηρετούσε στην άμυνα των Ψαρών, όπου κατά την
επίθεση των Τούρκων, πληγώθηκε βαρειά. Το 1825 μετείχε στις επιχειρήσεις στην
Πελοπόννησο, κατά του Ιμπραήμ. Το 1827 συμμετείχε σε εκστρατεία στην Χίο, όπου ξανατραυματίσθηκε.
Τελευταία μάχη, στην οποία έλαβε μέρος, ήταν στην Πέτρα Βοιωτίας (Σεπτέμβριος
1829). Πέθανε πάμπτωχος, το 1847, στην Αταλάντη Φθιώτιδας, όπου διέμενε τα
τελευταία του χρόνια.
[2] Σε διάφορες μάχες στην Στερεά Ελλάδα (Βρυσάκια
Χαλκίδας, 1822, Τρίκερι, 1823), το 1825 στις μεγάλες μάχες κατά του Ιμπραήμ στο
Νεόκαστρο και στον Σχοινόλακκα στην Πελοπόννησο, στην διαφύλαξη της Ύδρας, από
πιθανή επίθεση του Ιμπραήμ, το 1826, στην Μάχη της Αταλάντης, κ.ά.
Το
1833 συμμετέχει με την πλευρά του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στο Κίνημα κατά της Αντιβασιλείας.
Συνελήφθη φυλακίσθηκε μαζί με τον αρχιστράτηγο στις φυλακές του Ναυπλίου, όπου
και πέθανε τον χειμώνα...
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook