Περί Μουσών - του Γ. Λεκάκη

Περί Μουσών

Του Γιώργου Λεκάκη

Μούσα < ρ. μάω, μώ, κλπ.

> αιολ. Μοῖσα (Σαπφώ.84, IG42(1).130.16, κλπ.)

> δωρ. Μῶσα (Αλμάν. 1, κλπ.)

> λακων. Μῶἁ / Μῶσα (Αρ. Λυσ.1298, cf. Ανέκδ. Οξ. 1.277).


Αρχαία ψηφιδωτό με τις Μούσες
από την Αντιόχεια του Ορόντη.

Αρχικώς οι Μούσες ήταν κόρες «αναφυείσας[1]» εκ του Ουρανού και της Γαίας[2].

Οι Μούσες των Δελφών, ήταν 3 «φύλακες της οικουμένης»: Υπάτη, Μέση, Νεάτη.[3] Κατά τους Σικυωνίους μία από τις τρεις Μούσες ήταν η Πολυμάθεια[4]. Οι Μούσες - θεότητες, είχαν αρχηγό τους τον Μουσηγέτη Απόλλωνα.

«Αἱ Πρῶται Μοῦσαι ἦσαν τέσσαρες: Θελξινόη, Αοιδή, Αρχή, Μελέτη»[5], θυγατέρες του Διός Β΄. Ενίοτε αναφέρεται ότι ήσαν 5 οι Μούσες, οι κόρες του Διός Β΄ και της νύμφης Πλουσίας: Αοιδή[6], Αρχή, Θελξινόη, Μελέτη[7] και Μνήμη.[8]

Υπήρχαν οι Τρίτες Μούσες, 7 κόρες του Πίερου και της Πιμπληίδος Νύμφης, κατά τους Θράκες: Ασωπώ[9], Αχελωίς, Επτάπολις[10], Νειλώ, Τιπόπλους[11], Τριτώνη[12], Ροδία[13]. Ο Θραξ βασιλιεύς Πίερος καθιέρωσε στις Θεσπιές Βοιωτίας την λατρεία των 9 πλέον Μουσών και άλλαξε τα ονόματά τους σε αυτά με τα οποία έμειναν γνωστές[14].

Υπήρχαν οι Ημαθίδες ή Πιερίδες[15] Μούσες, οι 9 κόρες του βασιλιά της Πέλλας, Πίερου, και της Ευίππης, οι οποίες όταν ηττήθηκαν από τις Μούσες σε αγώνα τραγουδιού, μεταμορφώθηκαν σε πουλιά.[16] Ο πατέρας τους λέγεται πως έγραψε ποιήματα για τις Μούσες.[17]

Υπήρχαν οι Μούσες Αρδαλίδες ή Αρδαλιώτιδες, που επήραν το όνομά τους από τον Άρδαλο, υιό του Ηφαίστου. Τις τιμούσαν στην Τροιζηνία.[18] Έτσι είχε και η τεχνολογία τις Μούσες της…

Αλλά οι πιο γνωστές και αναφερόμενες στην αρχαία ελληνική γραμματεία Μούσες, ήταν οι κόρες του Διός Γ΄ και της Μνημοσύνης. Είχαν γεννηθεί στο Πίερον όρος (νυν Πιέρια όρη). Ήταν εννιά[19] θεότητες, που είχαν κοντά τους τις Χάριτες και τον Ίμερο[20] αναλάμβαναν να μυήσουν και να διδάξουν[21] τους απαίδευτους στην μουσική, την ποίηση ή στον λόγο:

Πολύμνια, Ουρανία, Τερψιχόρη, Μελπομένη, Θάλλεια,

Καλλιόπη, Ευτέρπη, Κλειώ, Ερατώ.

Οι 9 Μούσες σε αγγείο στο Metropolitan Museum of Art, Νέας Υόρκης, ΗΠΑ.

Η μάνα τους, η Μνημοσύνη[22] (ή Μναμάνα ή Μνημόνα ή Μναμοσύνα) ήταν Τιχανίδα (κόρη του Ουρανού και της Γαίας)[23], προσωποποίηση του νου και της μνήμης, συνδυασμός που γεννά τον λόγο. Στα Πιέρια όρη πλάγιαζε επί 9 ημέρες με τον Δία και απέκτησε τις 9 Μούσες.[24] Την τιμούσαν στις Ελευθερές Βοιωτίας, πολλάκις και μαζί με τις κόρες της. Μια πηγή στην Βοιωτία έφερε τ’ όνομά της.[25] Άγαλμά της υπήρχε στην Αρκαδία, καθώς και στην Αθήνα - ανάθημα και έργο του γλύπτη Ευβουλίδη (2ος π.Χ. αι.).

Ακόλουθος των Μουσών ήταν ο Κρότος, υιός του Πάνα και της Ευφήμης, η οποία ήταν παραμάνα των Μουσών. Εξαιρετικός κυνηγός, μουσικός, αλλά καλός και σε άλλες τέχνες. Τόσο αγαπητός στις Μούσες, ώστε πήγαν και παρακάλεσαν τον Δία να τον καταστερίσει, κι εκείνος δημιούργησε για χάρη τους τον αστερισμό του Τοξότη, αποτυπώνοντάς τον στον ουρανό με όλα τα χαρίσματα του μουσικού! Του έδωσε πόδια αλόγου[26], επειδή ήταν ικανός στην ιππασία, του έβαλε βέλη στα χέρια, για να δείξει την οξύνοια και την ταχύτητά χου, και του πρόσθεοε και μια ουρά Σατύρου, επειδή οι Μούσες διασκέδαζαν μαζί του, όπως διασκέδαζε κι ο Διόνυσος με τους Σατύρους.[27]

Δεν ήταν κόρες της Αρμονίας, αλλά αυτές που ανακάλυψαν την αρμονία και την μελωδία, που ανακάλυψαν και τα γράμματα και την ποίηση κι αποκατέστησαν κάποτε την αρμονία των χορδών της λύρας[28], την οποία είχε σπάσει ο Απόλλων[29]. Αυτές τραγούδησαν στον γάμο Θέτιδος - Πηλέως(στο Πήλιο)!

Σε αυτές απευθύνονταν οι ποιητές[30], αλλά, ενώ εισάκουαντις προσευχές τους κι ήταν καλές με όσους τις σέβονταν, μπορούσαν να τιμωρήσουν σκληρότατα όσους τις προκαλούσαν.[31]

Και οι Μούσες είχαν την… μούσα τους: Ήταν η Αγανίππη, κόρη του ποταμού Τρεμησσού ή Περμησσού, νύμφη της Ιπποκρήνης Πηγής, που ανάβλυζε στους πρόποδες του Ελικώνα κι ενέπνεε τις Μούσες[32]. Άλλωστε και ο ίδιος ο μαγικός Ελικών επήρε το όνομά τους από την Μούσα Ελίκη.[33]

Οι Ελικωνιάδες Μούσες

Όταν η Ήρα έβαλε τις Σειρήνες να συναγωνιστούν τις Μούσες στο τραγούδι και, φυσικά έχασαν, οι Μούσες μάδησαν τα πτερά των Σειρήνων και με αυτά στεφάνωσαν τα κεφάλια τους. Αυτός ο διαγωνισμός συνέβη στην Κρήτη. Οι Σειρήνες, τόσο στενοχωρήθηκαν, που απέβαλαν τα πτερά τους, έγιναν κάτασπρες και ρίχτηκαν στην θάλασσα, όπου έπεσαν και πέθαναν και έγιναν στεριές. Από τότε ονομάστηκε το μέρος Απτερα και τα νησιά Λευκαί[34].

Οι Μούσες λατρεύονταν στους ναούς τους, που λέγονταν Μουσεία, στον Ελικώνα και σε άλλα μέρη της Βοιωτίας, στον Όλυμπο (Ολυμπιάδες Μούσες), στα Πιέρια όρη[35], στην Κορινθία, την Σπάρτη, την Αρκαδία[36], και σε πολλά άλλα μέρη της κυρίως και της ευρύτερης Ελλάδος.

Οι πρώτοι που εισηγήθηκαν την λατρεία των Μουσών στον Ελικώνα ήταν οι γίγαντες Αλωάδες[37]. Οι Μούσες στις οποίες θυσίαζαν ήταν η Μελέτη, η Μνήμη κι η Αοιδή[38]. Ενώ ο Κρινόεις, πρόγονος του μουσικού Τερπάνδρου, ήταν ο πρώτος που εθυσίασε στις Μούσες.[39]

Στην Αθήνα, το «της Ελλάδος μουσείον»[40], υπήρχαν βωμοί τους στον Ιλισσό και στην Ακαδήμεια. Και αγάλματά τους, έργα του Λυσίππου, καθώς και αναθήματα του Ευβουλίδη, πλάστη του 2ου π.Χ. αι.[41]

Υπήρχαν και άλλες Μούσες, όπως:

- Η Απολλωνίς, κόρη του Απόλλωνος[42].

- Η Ενόπη.[43]

- Η Ευκελάδη.[44]

- Η Ευνίκα ή Ευνίκη.[45]

- Η Καλλιχόρη.[46]

Οι 9 Μούσες και η Μητέρα τους, Μνημοσύνη, ως Ζωδιακός Κύκλος,
γύρω από τον Ήλιο-Απόλλωνα, σε αρχαίο ψηφιδωτό.

Απεικονίσθηκαν από τους καλλιτέχνες[47], και υμνήθηκαν σχεδόν απ’ όλους τους ποιητές[48].

Έτσι:

2 Μούσες εφηύραν την θεωρία και την πράξη στην μάθηση.

3 Μούσες εφεύραν τους τρεις μουσικούς τόνους (αδρόν, μέσον και ισχνόν) τις τρεις χορδές της λύρας, τις τρεις προσωδίες (οξεία, βαρεία, περισπωμένη) και τους τρεις χρόνους (παρεληλυθότα, ενεστώτα, μέλλοντα) τα τρία πρόσωπα, τους τρεις αριθμούς, το τρίγωνο των αστέρων κ.ά. τριάριθμα.

4 Μούσες εφηύραν τις τέσσερις διαλέκτους: Αττική, ιωνική, αιολική και δωρική.

5 Μούσες τις πέντε αισθήσεις: Όραση, γεύση, όσφρηση, αφή και ακοή.

7 Μούσες εφεύραν τις επτά χορδές της λύρας, τις επτά ουράνιες ζώνες, τους επτά πλανήτες και τα επτά φωνήεντα του ελληνικού αλφάβητου.

Οι Μούσες σε μαρμάρινη σαρκοφάγο του 3ου αι.
Από το The J. P. Getty Museum, 72.AA.90.

Από όλες αυτές, ας γνωρίσουμε τις μούσες, 9 κόρες του Διός Γ΄ «αἰγιόχοιο θυγατέρες»[49] και της Μνημοσύνης (ὁ ἀριθμὸς ἐννέα εὕρηται μόνον ἐν Ὀδ. ω, 60). Αυτές ήσαν οι Δεύτερες Μούσες:

 

1.Πολύμνια < Πολυΰμνια / Πολυάμνια / Πολυμνίς[50] (< πολύ + ύμνος > πολλών μνήμη = Ιστορία[51], ἡ ἔχουσα πολλοὺς ὕμνους): Θεά της λυρικής ποιήσεως[52] και της παιδείας (και γι’ αυτό καλουμένη προσέτι και Πολυμάθεια[53]). Προστάτις των θεϊκών ύμνων ή των ασμάτων (ιδίως αυτών που ψάλλονται προς τιμήν των θεών και των ηρώων), της ορχηστικής, της υποκριτικής μίμησης, της γεωμετρίας, της Ιστορίας, της γραμματικής, κ.ά.

Μητέρα του Τριπτόλεμου - είτε από τον βασιλιά της Ελευσίνος, Κελεό[54], είτε από τον Χείμαρρο, γιο του Άρη - τον πρώτο άνθρωπο που έσπειρε ήμερο καρπό.[55] Μητέρα του Ορφέα (από τον Οίαγρο)![56] Εφηύρε την λύρα.[57] Ήταν αυτή που «δια της πολλής υμνήσεως» έκανε επιφανείς τους ποιητές.

Εικονίζεται να κοιτά προς τον Ουρανό με στεφάνι από δάφνη και μαργαριτάρια στο κεφάλι. Φορά λευκό φόρεμα, μακρύ μανδύα και πέπλο. Κρατά λύρα στα χέρια. Αποθέτει τον αγκώνα της σε μαξιλάρι.

Παριστάνεται σαν να κατέχεται από κάποια βαθειά σκέψη και ανάμνηση. Πολύ σοβαρή, συλλογισμένη και στοχαστική. Κρατά το δάκτυλό της μπροστά στα χείλη της (αυτό αυξάνει την σιωπηλή έκφραση της μορφής της και έμεινε έως σήμερα, όταν θέλει κάποιος να πει «σιωπή» χωρίς να μιλήσει).

Η επιγραφή της: «Πολυμνίς Μύθους».

 

Πολυύμνια = 1.081 > 10 > 1.

 

2.Ουρανία / ιων. Ουρανίη, βοιωτ. Ὠρανία (= του ουρανού, μτφρ. εξαίσια, θαυμάσια): Προστάτις των Ουρανίων Σωμάτων, της Αστρολογίας και Αστρονομίας, που ανακάλυψε, όπως και των φιλοσόφων που μελετούσαν τα ουράνια θέματα.[58] Επίσης του αστρονομικού έπους και της διδακτικής ποίησης. Κατοικούσε στον ουράνιο θόλο. Είχε μαντικές δυνάμεις.

Με τον θεό Διόνυσο έτεκε τον Υμέναιο ή Υμένα, προστάτη του γάμου.[59] Με τον θεό Απόλλωνα (ή από τον θνητό Πίερο ή από τον Αμφίμαρο, γιο του Ποσειδώνος) τον Θηβαίο ποιητή Λίνο.[60]

Εικονίζεται με κυανή εσθήτα, στεφανωμένη με αστέρια και προμετωπίδιο. Έχει εμπρός της τρίποδα, ο οποίος επάνω του έχει την ουράνια παγκόσμια σφαίρα και έναν διαβήτη στο δεξιό χέρι, που αποτελούν και τα ιερά σύμβολά της.

 

Ουρανία = 632 > 11 > 2.

 

3.Τερψιχόρη / (δωρ.) Τερψιχόρα[61] (< τέρψις + χορός, ἡ ἐπὶ τοῖς χοροῖς τερπομένη): Προστάτις της κιθαρωδίας, των ασμάτων και της ορχηστρικής τέχνης των δραματικών χορικών. Επινόησε τον χορό, την άρπα, τον αυλό και την παιδεία. Γι΄αυτό και το όνομά της προέρχεται από το «τέρπειν τους ακροατάς με τα καλά που τους προσφέρει η παιδεία».[62]

Έτεκε με τον ποτάμιο θεό Στρυμόνα τον Ρήσο.[63] Με τον θεό Άρη τον Βίστωνα.[64] Με τον Αχελώο τις Σειρήνες.[65] Με τον Απόλλωνα έτεκε τον Λίνο.[66] Με τον Λίνο ή τον Λάρο έτεκε τον Μέλπο.[67]

Εικονίζεται ημιγυμνόστηθη, δαφνοστεφανωμένη καθισμένη και με προμετωπίδιο να κρατά άρπα ή λυρα και να χορεύει χαρούμενη, ενώ τα πόδια της μόλις ακουμπούν την γη.

Σύμβολά της, η λύρα, ο αυλός, το τρίγωνο.

Τερψιχόρη είναι η πυθαγόρεια ονομασία του αριθμού 9.

Η επιγραφή της: «Τερψιχόρη λύραν».

 

Τερψιχόρη = 1.893 > 21 > 3.

 

4.Μελπομένη (< μολπή, μέλπω, μελωδία. Κυρίως η μέλουσα / άδουσα[68]).

Προστάτις της μουσικής, του τραγουδιού, της θεατρικής τραγωδίας, που αυτή επινόησε, της ρητορικής και της μουσικής μολπής / μελωδίας.

Εφηύρε την βάρβιτο, με την οποία μέλπουσα «καθήδυνε» τους θνητούς ακροατάς της[69], περιστοιχιζόμενη από την ακολουθία της, που ήταν οι Ώρες και οι Νύμφες. Συνοδεύει (με τις άλλες Μούσες) τον Απόλλωνα, αλλά συνεργάζεται και με τον Διόνυσο.

Η Μελπομένη με τον Αχελώο έτεκε τις Σειρήνες. Μητέρα και του Μέλπου, από τον αοιδό Λίνο ή από τον Λάρο.[70]

Εικονίζεται να φορεί προσωπείο τραγωδίας και κοθόρνους, θυμωμένη, δαφνοστεφανωμένη με σκήπτρο, ξίφος / μαχαίρι και κορύνη (είδος ροπάλου) στο ένα χέρι και τραγικό προσωπείο στο άλλο. Στο κεφάλι φορά στέμμα από κυπαρίσσι. Απεικονίζεται κοντά στον Διόνυσο.

Η επιγραφή της: «Μελπομένη Τραγωδίαν».

 

Μελπομένη = 328 > 13 > 4.

 

5.Θάλλεια, Θαλία, Θαλίη, Θαλέα, Θάλεια (< θάλλειν (τα φυτά), η θάλλουσιν εις πολλούς αιώνας, η θαλερή[71]): Ανακάλυψε την κωμωδία, την γεωμετρία, την αρχιτεκτονική και την γεωργία. Προστάτις των Συμποσίων. Έφορος της Κωμωδίας και της βουκολικής ποιήσεως.[72] Σχετική με την φόρμιγγα, την ευθυμία, το πανηγύρι, το ξεφάντωμα.

Αόρατη στα συμπόσια, ενέπνεε εύθυμα τραγούδια, με πνευματώδες στοιχείο, βοηθούμενη από την «ιλαρότητα» (ευχαρίστηση) των «ευωχουμένων» (συνδαιτυμόνων). Θεότητα της «καλής διάθεσης» και της έναρξης του κεφιού. Αποχωρούσε μόλις άρχιζε ο θορυβώδης «κώμος».

Υιός της από τον θεό Απόλλωνα ο Παλαίφατος Αθηναίος εποποιός μυθικών θεμάτων. Και οι Κορύβαντες.[73]

Εικονίζεται γυμνόστηθη με ελαφρά ένδυση και ενίοτε με τρίχινο χιτώνα. Στεφανωμένη με κισσό στην κόμη, νέα και χαμογελαστή, να κρατά κωμικό προσωπείο. Στο δεξί κοινή βακτηρία. Ή δαφνοστεφανωμένη με πράσινο πανωφόρι.

Η επιγραφή της: "Θάλεια Κωμωδίαν".

 

Θάλλεια = 86 > 14 > 5.

 

6.Καλλιόπη, Καλλιόπεια, Καλλιόπα (< κάλλος + όπα / όψις και ώπα = ωραία φωνή, καλλιφωνία) ή Καλλιέπεια / Καλλιέπουσα: Η πρώτη[74], η ανώτερη και επισημότερη από τις άλλες αδελφές της Μούσες.[75] Η Επική Μούσα. Προστάτις των επών / ηρωικών ποιημάτων, των ελεγειών και της ρητορικής.[76] Ευρέτρια της ποιήσεως. Η ωραία της γλώσσα την έκανε ευχάριστη στην ακοή. Ήταν η «πάντων μουσιπόλων ή θεός»![77] «ἣ δὴ προφερεστάτη ἐστὶν ἁπασέων».[78] Συνόδευε τους βασιλείς και τους ανώτατους άρχοντες και επέβαλλε με τα λόγια της, υποταγή και δικαιοσύνη.

Πολύτεκνος παρθένος: Έτεκε τον Θράκα αοιδό και μύστη Ορφέα, τον Λίνο[79], τις Σειρήνες, τον Κυμόθεο / Κυμόθωνα, τον Μαρσύα[80], τον Ρήσο (από τον Στρυμόνα)[81], τον Ιάλεμο[82], τους Κορύβαντες (από τον Δία)[83], τον Υμέναιο[84] και μυθολογουμένως τον Όμηρο (με τον Απόλλωνα)[85], κ.ά. Ορίσθηκε από τον Δία ως κριτής στην διαμάχη Αφροδίτης - Περσεφόνης για τον έρωτα του Άδωνι[86] κι αποφάσισε να τον μοιράζονται ανά έξι μήνες.[87]

Εικονίζεται νέα και ωραία, με άνθη στο κεφάλι ή κισσό. Στο δεξί χέρι κρατά δάφνες. Στο αριστερό δύο βιβλία, πολλές φορές την «Ιλιάδα» και την «Οδύσσεια». Η αρχαία παράστασή της έγινε πρότυπο για πολλούς χριστιανούς αγιογράφους, σε παραστάσεις αγγέλων κατά την Θεία Κρίση. Και με πινάκιο και γραφίδα, ενέπνευσε την απεικόνιση της «Δόξας των Ψαρών» στον Αγώνα του 1821.

Καλλιόπη = =249 > 15 > 6.

 

7.Ευτέρπη (η ευ [καλώς, λίαν] + τέρπουσα): Προστάτις της αυλητικής μουσικής τέχνης, της λυρικής ποίησης. Ανακάλυψε διάφορα μουσικά όργανα, τα μαθήματα και την διαλεκτική. Τα μαθήματα ευτέρπουν τους ανθρώπους. Είναι «εύτερπεις οι λόγοι των πεπαιδευμένων».

Την αποκαλούσαν και «Δωρήτρια της Ευχαρίστησης».

Εφηύρε τον αυλό ή τον δίαυλο[88].

Η Ευτέρπη με τον ποτάμιο θεό Στρυμόνα έτεκε τον Ρήσσο, που ηγήθηκε ομάδος Θρακών και σκοτώθηκε από τον Διομήδη στην Τροία.[89]

Εικονίζεται δαφνοστεφανωμένη να παίζει αυλό ή να τον κρατά. Δίπλα της ευρίσκονταν μουσικά όργανα και κείμενα, ο Έρως και δένδρα με τον πλέον τραγουδιστή λαό, τους Τέτιγγες, που μεταμορφώθηκε σε τέττιγα (τζιτζίκι).

 

Ευτέρπη = 898 > 25 > 7.

 

8.Κλειώ ή Qλειώ[90] / Κλέω[91] (< κλέος[92]): Ανακάλυψε την Ιστορία[93] και την κιθάρα.

Θεά των πηγών (έμπνευσης)[94], του άσματος[95], υμνοάνασσα[96].

Προστάτις της επικής ποιήσεως, της Ιστορίας και της ρητορικής.[97] 

«Φωνή ομηρεύουσα» = όμηρος του αρχικού λόγου, διότι αυτός (ο αρχικός λόγος) με τον χρόνο αλλοιούται.

Κατηγόρησε / ειρωνεύθηκε την Αφροδίτη επειδή ερωτεύθηκε τον Άδωνι. Η Αφροδίτη ανταπέδωσε: Την οδήγησε στο σπίτι του Πίερου και την έκαμε να τον ερωτευθεί. Η Κλειώ με τον Πίερο έτεκε τον Υάκινθο. 

Με τον Μάγνητα (πατέρα του Πίερου) έτεκε τον Ιάλεμο, τον Υμέναιο[98], τον Λίνο και την Πολύβοια[99]. Μνημονεύεται και ως μητέρα του Ρήσου.[100]

Εικονίζεται δαφνοστεφανωμένη. Φορά πορφυρό ένδυμα. Στο δεξί της χέρι κρατούσε μία σάλπιγγα (μουσικό όργανο που κυρίως διαλαλεί). Στο αριστερό ένα βιβλίο (Ιστορίας). Στα πόδια της υπήρχε το «Κιβώτιο της Ιστορίας», κλεψύδρα (σύμβολο ροής, του μέτρου και χρονικής τάξης των γεγονότων), κλπ.

 

Qλειώ = 935 > 17 > 8.

 

9.Ερατώ (< έρεσθαι, έρως, ερασμία, αξιέραστος): Ψάλτρια, η ευρέτρια των ερωτικών ποιημάτων, του γάμου, της ερωτικής ποιήσεως, της ερωτικής μουσικής και της διαλεκτικής / διαλόγου.

Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος ξεκινά το γ΄ κεφάλαιο του δ΄ μέρους στα Αργοναυτικά με επίκλησή της:

...Και τώρα Μούσα Ερατώ, έλα κοντά μας να μας πεις

πώς ο Ιάσων έφερε το Δέρας το Χρυσόμαλλο 

από τον ερωτά που είχε στην Μήδεια, που ΄χε χάρες 

της Αφροδίτης Κύπριας!

Εσύ, που την μαγεία φέρνεις  στα ανύπανδρα κορίτσια...

Απόδ. Γ. Λεκάκης

Έσμιξε με τον Μάλο και έτεκε την Κλεοφήμα / Κλεοφήμη[101]. Με τον Αέθλιο, εγγονό του ομωνύμου βασιλιά της Ήλιδος, και γιο του Ενδυμίωνος, απέκτησε τον Θάμυρι.[102] Ερωτεύθηκε τον Υάκινθο, συνδέθηκε μαζί του, αλλά δεν πρόλαβε να κάνει παιδί μαζί του.[103]

Σύμβολό της η λύρα, η κιθάρα, η φόρμιγξ και η βάρβιτος.

Εικονίζεται σχεδόν τελείως γυμνή και καθιστή. Φορά ροδοστέφανο (στεφάνι από ρόδα / τριαντάφυλλα). Κρατά λύρα και τόξο του έρωτος.

Η επιγραφή της «Έρατώ Ψάλτριαν».

 

Ερατώ = 1.206 > 9.

Τέλος, 10η Μούσα αποκαλείται τιμητικώς η Ψάπφα / Ψαπφώ > Σαπφώ.[104]

Χορός Μουσών στον Ελικώνα
"The Dance of the Muses at Mount Helicon"
του Bertel Thorvaldsen (1807).

ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ:

- μοῦσαι Σφιγγός = τα αινίγματα / οι γρίφοι της Σφίγγας.

- ἡ Σωκράτους μοῦσα = ο τρόπος του Σωκράτους.

 

ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης «Ελληνική Μυθολογία». ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 1.7.2011.

Οι 9 ΜΟΥΣΕΣ, ψηφιδωτό από Αρχαιολογικό Μουσείο της Κω:
Καλλιόπη με ειλητάριο, Ευτέρπη με αυλό, Θάλλεια με κωμικό προσωπείο, Μελπομένη με τραγικό.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] Μίμνερμος, Παυσ. 9.29,2.

[2] Έτσι, Κύκλωπες, Εκατόγχειρες, Μούσες, Τιτάνες, Ερινύες και Μελίες νύμφες ήταν αδέλφια - Σχόλ. Πίνδ. Ν. 3.16b, Διόδ. Σικ. 4/7.1-2.

[3] Πλούτ. Ηθ. 745Β.

[4] Στράβ. 10/3.10,Πλουτ. Ηθ. 745Α-Β, 746Ε.

[5] Κικ. ἐν Ν. D. 3. 21.

[6] Παυσ. 9/29.2.

[7] Παυσ. 9/29.2, Σχόλ. [Πρόκλ., Τζέτζ., κ.ά.] Ησ. 'Εργ.& Ημ. Ι.

[8] Σχόλ. [Πρόκλ., Τζέτζ. κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.47-49, Παυσ. 9/29.2.

[9] Σχόλ. [Πρόκλ. κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.

[10] Σχόλ. ΓΠρόκλ., Τζέτζ. κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.52.

[11] Σχόλ. [Πρόκλ. Τζέτζ. κ.ά.| Ησ. Εργ. & Ημ. 1.51 κ.ε.

[12] Σχόλ. [Πρόκλ. Τζέτζ. κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.51 κ.ε.

[13] Σχόλ. Πρόκλ., Τζέτζ. κ.ά. Ησ. Έργ. & Ημ. 1, 1.80 κ.ά., Παυσ. 9/29.2

[14] Παυσ. 9/29.2-4.

[15] Ησ. Ασπ. Ηρ. 206.

[16] Κουίντ. Σμ. 6.76, Αντ. Λιβ. Μετ. 9, Οβίδ. Μετ. 5.294 κ.ε., 5.669 κ.ε.

[17] Πλούτ. Ηθ. 1 132Α.

[18] Στην Τροιζήνα, όταν θυσίαζαν στις Μούσες, εθυσίαζαν και στον Ύπνο, επειδή ήταν αγαπητός στις Μούσες - Παυσ. 2/30.3, 2/31.3, Στέφ. Βυζ.

[19] Ησ. Θεογ. 1, 53-80, 915 & Σχόλ. Θεογ. 1,53-54b, 76, Οδ. ω,60, Απολλόδ. 1/3.1

[20] Ακόλουθος της Αφροδίτης, η προσωποποίηση της ερωτικής επιθυμίας.

[21] Εδίδαξαν τον Κάριο υιό του Διός και της Τορρηβίας ή Τυρρηβίας. Από αυτό ονομάσθηκε Κάριον το όρος της Λυδίας, Έπειτα εδίδαξε την μουσική στους Λυδούς > λύδιος τρόπος, σκάρος, κλπ. (Στέφ. Βυζ., Ηρωδ. Καθ. 3/1.126). Αλλά και «καρικὴ μοῦσα» = είδος επικήδειου άσματος, θρήνος, μοιρολόγι (Πλάτ.).

[22] Την συγχέουν κακώς με την Μνήμη (Αθήν. 5031, Σχόλ. Ησ. Θεογ. 54b, Πλάτ. Ευθ. 275D).

[23] ή κόρη του Δία και της Κλυμένης - Υγίνος (μύθ. πρόλ. 31).

[24] Απολλόδ. 1/1.3, 1/3.1, Ησ. Θεογ. 53 κ.ε. 135, 915- 917, Σχόλ. Ησ. Θεογ. 53-54a, 56, Ομ. Ύμν. 4.429-430, Διόδ. Σικ. 4/7.1, 5/66.3, 5/67.3, Αθήν. 695d, Αριστοφ. Λυσ. 1248, Πίνδ. 7.15.

[25] Παυσανίας (9/38.8, 8/47.3, 1/2.5).

[26] Γι’ αυτό πολλοί τον συγχέουν με τους Κενταύρους, αλλά δεν είχε καμμιά σχέση μαζί τους.

[27] Υγίν. μύθ. 224.2 & αστρ. 2.27.

[28] Με λύρα που του είχαν χαρίσει οι Μούσες (ή ο Ερμής, ή ο Απόλλων) έκτισε ο Αμφίων τα τείχη των Θηβών.

[29] Σχόλ. Ευρ. Μήδ. 834, Διόδ. Σικ. 3/59.6, 5/74.1

[30] Οδ. A' 1, Σχόλ. Πίνδ. Ολ. 1.174a, 6.32b κ.ά.

[31] Αθήν. 219/1, Τζέτζ. Σχόλ. Λυκόφρ. Αλεξ. 274, 275, 83 I, Ιλ. Β,594 κ.ε., Απολλόδ. 1/3.3, Διόδ. Σικ. 3/67.3.

[32] Παυσ. 9/29.5.

[33] Σχόλ.[Πρόκλ., Τζέτζ.κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.79.

[34] Στέφ. Βυζ.

[35] Παυσ. 9/27.5, 9/29.1 κ.ε., 9/31.4, Στράβ. 9/2.25, 10/3.17, Αθήν. 629a.

[36] Παυσ. 2/31.3, 3/17.5, 5/14.10, 8/32.2.

[37] Έτσι ελέγοντο οι γίγαντες Ώτος και Εφιάλτης, υιοί της Ιφιμέδειας (κόρης του Τρίοπος), που τους είχε αποκτήσει από τον Αλωέα ή από τον Ποσειδώνα (Σχόλ. Απολ. Ρ. σελ. 42 [1.482]). Είχαν φάρδος 9 πήχεων (περίπου 4 μ.) και ύψος 9 οργιών (16 μ.).

[38] Παυσ. 9/29.2.

[39] Πολέμων FHG iii, σελ. 124 απόσπ. 31.

[40] Αθήν. 187d.

[41] Παυσ. 1/19.5, 1/30.2, 1/43.6, 1/2.5.

[42] Σχόλ. [Πρόκλ., Τζέτζ. κ.ά.] Ησ. Έργ. και Ημ. 1.

[43] Σχόλ. [Πρόκλ., Τζέτζ. κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.80

[44] Σχόλ. [Πρόκλ., Τζέτζ. κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.80.

[45] Σχόλ. [Πρόκλ., Τζέτζ. κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.79.

[46] Σχόλ. Ησ. [Πρόκλ.,Τζέτζ. κ.ά.] Έργ. & Ημ. 1.78-79.

[47] Παυσ. 2/3.1, 3/19.5, 4/31.10, 5/18.4, 8/19.1, 8/31.5, 8/32.2, 8/47.3, 9/30.1, 9/34.4, 10/19.4, Αθήν. 348d, 635b.

[48] Αθήν. 3b, 44d, 134d, 176d, 180e κ.ά.

[49] Ομ. Ιλ. Β. 491.

[50] Συλλ. Ἐπιγρ. 8185d.

[51] Αντιπροσώπευε την ιστορία, που δεν παρά μνήμη των γεγονότων.

[52] Σχόλ. εἰς Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 1.

[53] Πλούτ. 2. 746Ε.

[54] Κατά κάποιους ο Κελεός ήταν υιός της.

[55] Παυσ. 1/14.2-3, Διόδ. Σικ. 5/68.2, Ευοέβ. Ε. πρ. 2/3.32, Κλήμ. Προτρ. 2/20.2, Φώτ. Δεξ. Ράρ, ΣΟΥΔΑΣ, Σχόλ. Ησ. [Πρόκλ. κ.ά.] Έργ. & Ημ. 1, Ευστ. Σχόλ. Ιλ. τόμ. 3 σελ. 107, Σχόλ. Ευρ. Ρήσ. 346.

[56] Οι Μούσες συνέλεξαν τα κομμάτια του και τα έθαψαν στο Λείβηθρο.

Αισχύλ. τετραλογία 10, έργο Β, απόσπ. 83a. Απολλόδ. 1/3.2, Σχόλ. Απολ. Ρ. σελ. 8 [1.23], Σχόλ. Πίνδ. Π. 4.313a.

[57] Ησ. Θεογ. 76 κ.ε. και Σχόλ., Απολλόδ. 1/3.1, Διόδ. Σικ. 4/7.2-4, Ανθ. Π. 9.504, Πλούτ. Ηθ. 743D, Αρ. Κουίντ. 2.18, Ετυμ. Μ., λεξ. ΣΟΥΔΑΣ.

[58] Ησ. Θεογ. 78 & Σχόλ. 1, 76, Σχόλ. [Πρόκλος κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. σελ. 1.5.5 κ.ε., Απολλόδ. 1/3.1, Πλάτ. Φαίδρ. 259d, Διόδ. Σικ. 4/7.4

[59] Νόνν. 24.87. Φώτ. κώδ. 239 σελ. 321a

[60] Σχόλ. [Πρόκλος κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. σελ. 1.89-90, Υγίν. μύθ. 161, Παυσ. 9/29.6.

[61] Πινδ. Ι. 2. 12. Πλάτ. ἐν Φαίδρῳ 259C. Α. Β. 1173.

[62] Ηρωδ. Καθ. 3/1.340, Ησ. Θεογ. 78 & Σχόλ. 76, Απολλόδ. 1/3.1, Πλάτ. Φαίδρ. 259c, Διόδ. Σικ. 4/7.1-4, Σχόλ. Απολ. Ρ. σελ. 214-215 [3.1], Ανθ. Π. 9.504

[63] Σχόλ. Ευρ. Ρήσ. υπόθ.Ί, Τζέτζ. Σχόλ. Λυκόφρ. Αλεξ. 831

[64] Τζέτζ. Σχόλ. Λυκόφρ. Αλεξ. 418, Ετυμ. Μ.

[65] Απολ. Ρ. 947 4.893 κ. ε, Σχόλ. [Πρόκλ., Τζέτζ. κ.ά.] Ηο. Έργ. & Ημ. 1.90-91, Σχόλ. Οδ. μ' 39, Σχόλ. Ευρ. Ρήσ. 346, Τζέτζ. Σχόλ. Λυκόφρ. Αλεξ. 653, 671, 712.

[66] Λεξ. ΣΟΥΔΑΣ.

[67] Σχόλ. [Πρόκλ., Τζέτζ. κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.91-92.

[68] Ἡσ. Θ. 77.

[69] «θνητοίσι μελίφρονα βάρβιτον εύρε» (Ανθολογία ΙΧ,504).

[70] Ησ. Θεογ. 76 & Σχόλ., Απολλόδ. 1/3.1, Απολλόδ. Επ. 7.18, Σχόλ. [Πρόκλ. Τζέτζ. κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.90 κ.ε., Διόδ. Σικ. 4/7.4, Υγίν. μύθ. πρόλ.30 κ.ά.

[71] ανθισμένη, άφθονη, οργυιαστική, πλούσια (επιθ. θαλύς < θάλος = ευδιαθεσία, χαρά < ρ. θάλλω) > «Θάλεια ἥβα» = η ακμή της νεότητας, επειδή θάλλει (Βακχυλ.)

[72] Ανθ. Π. 5.504-505.

[73] Απολλόδ. 1/3.1, Ησ. Θεογ. 75, 915, Διόδ. Σικ. 4/7.4, Σχόλ. [Πρόκλ.,Τζέτζ. κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.

[74] κατὰ Ἀπολλόδωρο.

[75] Ησ. Θεογ. 79, Απολλόδ.1/3.1.

[76] Διόδ. Σικ.4/7.4, Πλάτ. Φαίδρ. 259D, Αριστ. Ρητ. 3/2.11 [1405a.33], Ευστ.Σχόλ. Ιλ. τόμ.1 σελ. 16, Στοβ. Ανθολ. 2/2.5.

[77] Αλκμάν, Ηφαιστ. 13,22, Ανθ. Π. 11.373.

[78] Ἡσ. Θεογ. 79, Ὁμ. 79, Ὁμ. Ὕμν. 31. 2.

[79] Από τον Απόλλωνα, είτε από τον Οίαγρο (Απολλόδ. 1/3.2, Υγίν. μύθ. 14.1, Ορφ. Αργ. 686).

[80] Τζέτζ. Σχόλ. Λυκόφρ. Αλεξ. 831, Υγίν. μύθ. 165.3

[81] Απολλόδ. 1/3.4.

[82] Από τον Απόλλωνα. Αδελφός του Υμέναιου και του Ορφέα. Αλλά πέθανε πρόωρα (Πίνδ. Άδ. 22.8, Σχόλ. Πίνδ. Π. 4.313a).

[83] Στράβ. 10/3.19.

[84] Από τον Μάγνη – επώνυμο γενάρχη των Μαγνήτων (ΣΟΥΔΑΣ) - ή τον Απόλλωνα.

[85] Ομ. και Ησ. 314, ΣΟΥΔΑΣ, Ανθ. Π. 16.296.

[86] Κατά μίαν εκδοχή, οι Μούσες εφόνευσαν τον Άδωνι.

[87] Εθύμωσε τότε η Αφροδίτη επειδή έχασε την αποκλειστικότητα κι αποφάσισε να την εκδικηθεί: Τρέλλανε τις Θρακιώτισσες, και τις έκανε να κατατεμαχίσουν τον γιο της, Ορφέα, και να ρίξουν το κεφάλι του στην θάλασσα, το οποίο εκβράστηκε στην Λέσβο…

[88] Αν και οι περισσότεροι αποδίδουν την εφεύρεσή του στον Μαρσύα, επίσης σχετιζόμενο με τις Μούσες.

Οι Μούσες κριτές στον μουσικό αγώνα Απόλλωνος - Μαρσύα.

[89] Ησ. Θεογ. 75 & 915, Απολλόδ. 1/3.1, Διόδ. Σικ. 4/7.4. Απολλόδωρος (1/3.4).

[90] Αρχαίο ελληνικό γράμμα Q = κόππα.

[91] Πινδ. Ν.3.145.

[92] κλείω /  κλεΐζω = δοξάζω, εγκωμιάζω, λαμπρύνω > αφηγούμαι, κάνω γνωστό.

Κλέος = φήμη και δόξα που κατακτούσαν μόνον οι ήρωες και όσοι ποιητές τους υμνούσαν. - Ησ. Θεογ. 75 κ.ε., 965 κ.ε., Απολλόδ. 1/3.1, Διόδ. Σικ. 4/7.2-4.

[93] Η ιστορία ονομαζόταν και Κλειώ.

[94] Σιμωνίδης (ποιητής του 6ου-5ου π.Χ. αι.), Πλούτ. Hθ. 402C.

[95] Πίνδαρος (Ν. 3.83)

[96] Βακχυλίδης (12.1-2).

[97] Σχόλ. [Πρόκλ., Τζέτζ. κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.67.

[98] Σχόλ. [Πρόκλ., Τζέτζ. κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.86-87.

[99] Απέθανε παρθένος. Απεικονιζόταν στον θρόνο των Αμυκλών Λακωνίας να ανεβαίνει στον ουρανό μαζί με τον αδελφό της Υάκινθο (Παυσ. 3/19.4).

[100] Σχόλ. Ευρ. Ρήσ. 346.

[101] Αυτήν την νυμφεύτηκε ο Φλεγύας και απέκτησαν την Αίγλη / Αίγλα Κορωνίδα, μητέρα του Ασκληπιού (ποιητής Ίσυλλος LG 4.950/43-45).

[102] Αλαζόνας κιθαρωδός, που ισχυρίσθηκε ότι υπερείχε των Μουσών! Κάποτε τις προκάλεσε να διαγωνιστούν στην μουσική και, εάν κέρδιζε, θα του επέτρεπαν να πλαγιάσει μαζί τους. Εάν έχανε, θα μπορούσαν να του πάρουν ό,τι ήθελαν. Έχασε όμως. Και οι Μούσες του πήραν την όραση και την ικανότητα να παίζει. Ο διαγωνισμός έγινε στο Δώριο ή Δώτιο της Θεσσαλίας.

Ο Σοφοκλής έγραψε έργο με τίτλο «Θαμύρας» και όταν το επαρουσίασε, έπαιζε ο ίδιος την λύρα. Ο Θάμυρις επέλεξε να μετεμψυχωθεί σε αηδόνι. - ΠΗΓΕΣ: Ομ. Ιλ. Β, 594-600, Σχόλ. Ιλ. Β 595. Σχόλ. [Πρόκλ., Τζέτζ. κ.ά.] Ησ. Έργ. & Ημ. 1.93. Απολλόδ. 1/3.3. Διόδ. Σικ. 3/67.3. ΣΟΥΔΑΣ. Παυσ. 4/33.3, 10/7.2, Πλούτ. Hθ. 1 132Α-Β. Ευρ. Ρήσ. 915 κ.ε., Στέφ. Βυζ. Αθήν. 20f.

[103] Απολλόδ. 1/3.3, 3/10.3, Υγίν. μύθ. 271.1, Παυσ. 3/19.4-5, Σχόλ. Ευρ. Ρήσ. 346, Πλούτ. Νουμ. 4.3.

[104] Πλάτων Φαίδρ. 235B-C, Αιλ. Π. Ιστ. 12.19, Ανθ. Π. 9.506.

Περι Μουσων Λεκακης μουσα μουσες 9 Μουσες Μητερα Μνημοσυνη, ζωδια Ζωδιακος Κυκλος, ηλιος Απολλωνας, θεος απολλων αρχαιο ψηφιδωτο Αρχαιολογικο Μουσειο της Κω νησος νησι κως ειληταριο, αυλος, κωμικο προσωπειο, τραγικο μουσικο οργανο ΤΡΙΓΩΝΟ ΚΙΘΑΡΑ ΑΓΓΕΙΟΓΡΑΦΙΑ
Share on Google Plus

About ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

    ΣΧΟΛΙΑ
    ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΣΩ Facebook

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ